Ο Γέρων Αββακούμ ο Ανυπόδυτος, είχε από μικρό παιδί
πολύ ευλάβεια στον Άγιο Φανούριο. Κάποια από τα θαύματα του Αγίου Φανουρίου αντιγράφω
από το βίο του γέροντος, που έχει συνγράψει ο μακαριστός π. Θεοδώρητος Μαύρος.
Ο Γέρων Αββακούμ |
[Η Συμιώτισα οικοδέσποινα κ. Κυρά Νικολή διηγείται
ως εξής, πως η μητέρα της Ειρήνη απέκτησε το πρώτο της παιδί.
Η μητέρα μου όταν παντρεύτηκε δεν απέκτησε παιδί.
Και πήρε πια την απόφαση ότι δεν θ’ αποκτούσε. Το Αντωνάκη[i] τότε
ήταν 10-11 περίου χρόνων και πήγαινε συχνά στο σπίτι της μητέρας μου και της έλεγε:
«Ρηνάκι πάρε μια εικόνα του Άι Φανούρη». Και εκείνη του απαντούσε: «Φύγε
Αντωνάκη, δεν θέλω εικόνα». Το Αντωνάκη όμως επέμενε. Μια μέρα της λέει: «Πάρε
την εικόνα του Άι Φανούρη και θα δης, θ’ αποκτήσης γυιό και θα τον ονομάσης
Φανούρη». Έτσι και έγινε! Πήρε μια εικονίτσα και μετά από λίγο χρονικό διάστημα
διεπίστωσε ότι ήτο έγκυος και εγέννησε γυιό που τον ονόμασε Φανούρη, για να
ακολουθήσουν: εγώ (η Κυρά), η Ευαγγελία, ο Γιάννης και ο Βασίλης].
***
Β. Θεία οπτασία
Σιγά-σιγά ο κόσμος έμαθε ότι ο Αντώνιος έγινε πιά
αγιογράφος. Οι παραγγελίες του άρχισαν να πληθαίνουν. Μια μέρα τον επεσκέφθησαν
οι επίτροποι της Αγίας Ειρήνης, που είναι στο λιμανάκι και τον παρακάλεσαν να τους
κάνη την εικόνα του Αγίου Φανουρίου διά τον Ναόν, ώστε να γίνη «διμάρτυρος». Με
χαρά ανέλαβε την παραγγελία και σε λίγο καιρό την πήγε ο ίδιος την εικόνα στον
Ναόν. «Εκεί, διηγείται, μου ήλθε ένας έρωτας να κάνω ιδιαίτερα τον Άγιον
Φανούριον».
Το να γίνη όμως κανείς κτήτωρ ενός Ναού είναι ένας λόγος∙
για να γίνη αυτό πράξις και έργο και μάλιστα με τις οικονομικές δυνατότητες του
νεαρού αγιογράφου μας, ήτο κάτι εξαιρετικά δύσκολο, το σχεδόν αδύνατον. Μια νύκτα,
και ενώ είχε αποκοιμηθή υπολογίζοντας με το νού του τις διαστάσεις του Ναού, βλέπει
στον ύπνο του τον Άγιον Φανούριον, ακριβώς όπως ήτο ζωγραφισμένος εις την
Εκκλησίαν που υπηρετούσε. «Βγήκε ο Άγιος από την εικόνα και γίνεται ζωντανός,
με πιάνει από το χέρι και με πήγε στον τόπο που πρέπει να γίνη η Εκκλησία του.
Εδώ θα με κτίσης, μου είπε». Η περιοχή που του έδειξε ήτο ένα «λαγκαδάκι σαν
την Βίγλα του Αγίου Όρους, αλλά πολύ πιο υπήνεμο».
Το όνειρο του δεν το φανέρωσε πουθενά∙ μόνο ρώτησε
την θειά του σε ποιόν ανήκει αυτό το χωράφι.
-Είναι του Μαριού της Σμαραγδιάς, ήταν η απάντησις.
Χωρίς αργοπορία την επεσκέφθη και της ζήτησε ν’
αγοράση το χωράφι. Εκείνη όμως έφερνε αντιρρήσεις, καίτοι της φανέρωσε ότι
είναι θέλημα του Αγίου. Ο Αντώνιος έφυγε άπρακτος και λυπημένος.
Σε λίγες μέρες η ιδιοκτήτρια βλέπει στον ύπνο της τον
Άγιον Φανούριον να της λέη σε αυστηρό τόνο: «Αύριο να πας στην Δημαρχία να του
κάνης το χωράφι»! «Τρόμος και φόβος έπιασε την Μαρία», διηγείτε ο π. Αββακούμ.
Έτσι τον Απρίλιο του 1912 το χωράφι άλλαζε ιδιοκτήτη. Η τοποθεσία εκαλείτο από τους
ντόπιους «Νημουράκι» και απείχε μία
περίπου ώρα από την χώρα, την πρωτεύουσα δηλαδή της Σύμης. Ήταν κοντά σε κάτι
περιβόλια, αλλά άσκαφτο και άγριο 150 περίπου χρόνια.
«Τότε έκανα μια καβάκα, ένα προσκυνητάρι, ίσα να
χωράη ένα άνδρα σκυφτό με μια εικόνα του αγίου μέσα, μια άλλη της Αγίας
Τριάδος, της Παναγίας κ.λ.π.» Ήταν η ταπεινή απαρχή του ναϋδρίου που θ’
ακολουθούσε κατόπιν.
Μερικές γυναίκες, κατά την τότε ευλαβή συνήθεια του
τόπου και γενικώς όλων των νησιών μας, κάθε Σάββατο εσπέρας και τις παραμονές
των εορτών πήγαιναν και άναβαν τα κανδήλια στα ερημοκκλήσια του νησιού. Κάποτε,
πηγαίνοντας ν’ ανάψουν την κανδήλα του Αγίου Βασιλείου είδαν και το ολόλευκο προσκυνητάρι
του Αντωνίου. «Δεν πάμε και στον Άι Φανούρη, είπαν. Από τότε βούϊξε ο κόσμος»
διηγείται χαμογελώντας παιδικά ο γέρο Αββακούμ. Ο Άγιος Φανούριος ετέθη εις τον
κατάλογον των ερημοκκλησιών και άρχισε να δέχεται συχνούς επισκέπτας. Ώσπου
ήλθε η ώρα της δικιμασίας…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου