Πέμπτη 29 Μαΐου 2025

Περί του Αναβαπτισμού των Παλαιοημερολογιτών

 image.png


Του Νικολάου Μάννη, Εκπαιδευτικού

Με αφορμή την πρόσφατη δήλωση του Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ. Γεωργίου περί κοινής αναγνωρίσεως (από όλες τις Τοπικές Εκκλησίες) του βαπτίσματος των ετεροδόξων όταν γίνεται στο όνομα της Αγίας Τριάδος [1], θυμήθηκα πως ακριβώς το ίδιο δίδασκε στις πανεπιστημιακές παραδόσεις του και ο Μητροπολίτης Περιστερίου κ. Γρηγόριος, ο οποίος μάλιστα είχε γράψει ότι το αυτό ισχύει και για την περίπτωση των σχισματικών [2]. 
Οι ως άνω απόψεις έχουν βεβαίως έρεισμα τόσο στην πατερική διδασκαλία [3], όσο και στις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων [4], οι οποίες διακρίνουν τους αιρετικούς σε βαπτιστέους ή μη βαπτιστέους, με βάση το αν έχουν παραχαράξει τον τριαδικό τύπο του Βαπτίσματος. Ως εδώ, καλά.
Το πρόβλημα, ή πιο σωστά η ασυνέπεια και η αντίφαση, ξεκινά όταν τίθεται το ζήτημα εισδοχής των Παλαιοημερολογιτών.
Συγκεκριμένα η Συνοδική Επιτροπή επί των Δογματικών και Νομοκανονικών Ζητημάτων της Εκκλησίας της Ελλάδος απεφάνθη το 2006 ότι "τά Μυστήρια τῶν Παλαιοημερολογιτῶν θεωροῦνται ὡς μή γενόμενα καί θά πρέπει νά ἐπαναλαμβάνονται ἐξ ὑπαρχῆς" [5].
Βασισμένες στην απόφαση αυτή πολλές Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος, ενώ αποδέχονται το βάπτισμα των ετεροδόξων επειδή γίνεται στο όνομα της Αγίας Τριάδος, αναβαπτίζουν τους Παλαιοημερολογίτες, παρά το γεγονός ότι και το δικό τους βάπτισμα γίνεται στο όνομα της Αγίας Τριάδος!
Όμως δυοίν θάτερον: ή κάθε βάπτισμα τελούμενο στο όνομα της Αγίας Τριάδος γίνεται αποδεκτό (άρα τόσο οι ετερόδοξοι, όσο και οι Παλαιοημερολογίτες δεν πρέπει να αναβαπτίζονται) ή κάθε βάπτισμα εκτός της Ορθοδόξου Εκκλησίας, έστω και στο όνομα της Αγίας Τριάδος, πρέπει να απορρίπτεται οπότε πρέπει να αναβαπτίζονται όχι μόνο οι Παλαιοημερολογίτες, αλλά και όλοι οι ετερόδοξοι. 
Ο παραλογισμός αυτός όμως, εν τη Εκκλησία της Ελλάδος, γίνεται ακόμη μεγαλύτερος όταν γνωρίζουμε ότι το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, δηλαδή η Μητέρα Εκκλησία εκ της οποίας έλαβε την Αυτοκεφαλία η Εκκλησία της Ελλάδος, δέχεται το βάπτισμα των Παλαιοημερολογιτών και έχει αποφασίσει να γίνονται δεκτοί με Χρίσμα και όχι με Αναβαπτισμό[6]!
Επίσης, όπως με ενημέρωσε λεπτομερώς μία γνωστή μου που έψαξε πρόσφατα Μητρόπολη για να ρωτήσει τί πρέπει να γίνει για να τελέσει ως κουμπάρα το Μυστήριο του Γάμου για μία φίλη της παλαιοημερολογίτισα, η οποία θέλει να παντρευτεί ρωμαιοκαθολικό, αρκετές Μητροπόλεις στις οποίες απευθύνθηκε επιβεβαίωσαν τον παραπάνω παραλογισμό, δηλαδή να θεωρούν αποδεκτό το βάπτισμα του ρωμαιοκαθολικού, αλλά όχι του παλαιοημερολογίτη...
Συγκεκριμένα:
α) η Μητρόπολη Κεφαλληνίας (παραπέμποντας στην ως άνω απόφαση της Συνοδικής Επιτροπής) αποφάνθηκε ότι η νύφη πρέπει οπωσδήποτε να βαπτιστεί επειδή είναι "αβάπτιστη", αλλά ο γαμπρός δεν είναι υποχρεωμένος να βαπτιστεί ορθόδοξος, παρά μόνο αν το επιθυμεί...
β) η Μητρόπολη Πειραιώς (διά του υπευθύνου του Γραφείου Γάμων, π. Παναγιώτη Σαχτούρη) δήλωσε ότι του ρωμαιοκαθολικού δέχονται το βάπτισμα αλλά "για την γυναίκα πρέπει να γίνει εξ'απαρχής το βαπτισμά της"!
γ) η Μητρόπολη Ρεθύμνου (διά του π. Σπυρίδωνος Βαρδιδάκη) δήλωσε πως "πρέπει η νύφη να βαπτιστεί από κανονικό ορθόδοξο ιερέα".
δ) η Μητρόπολη Άρτης δήλωσε ομοίως πως πρέπει "ἡ μέλλουσα νύφη ποὺ "είναι βαπτισμένη από παλαιοημερολογίτες" νὰ βαπτισθεῖ ἀπὸ Ὀρθόδοξο Ἱερέα σὲ Ὀρθόδοξο Ναό".
ε) η Μητρόπολη Σιδηροκάστρου απάντησε ξεκάθαρα: "μπορούμε να τελέσουμε Γάμο Ρωμαιοκαθολικού με Ορθόδοξο, όχι όμως Ρωμαιοκαθολικού με Παλαιοημερολογίτη, διότι η Εκκλησία μας δεν αναγνωρίζει τα Μυστήρια των Παλαιοημερολογιτών. Η μόνη περίπτωση να τελεστεί ο Γάμος είναι να βαπτισθεί εκ νέου ο παλαιοημερολογίτης από Ορθόδοξο Ιερέα".
στ) Η Μητρόπολη Κυθήρων παρέπεμψε στην προαναφερθείσα απόφαση της Συνοδικής Επιτροπής.
ζ) η Μητρόπολη Κασσανδρείας τόνισε ότι "θα χρειαστεί να γίνει κατήχηση και αναβάπτιση από Ιερέα κανονικής Εκκλησίας της Ελλάδος, διότι οι λεγόμενοι ΓΟΧ (Παλαιοημερολογίτες) δεν έχουν κανονική Αποστολική Διαδοχή". 
η) η Μητρόπολη Καλαμαριάς απάντησε: "Το μεγαλύτερο πρόβλημα στην περίπτωση σας εμφανίζεται στην βάπτιση της κοπέλας.  Τα μυστήρια των παλαιοημερολογιτών δεν αναγνωρίζονται. Όποτε η κοπέλα θα πρέπει να βαπτιστεί".
θ) η Μητρόπολη Μεσογαίας και Λαυρεωτικής ομοίως: "Θα πρέπει το μέλος που ανήκει στην σχισματική εκκλησία των παλαιοημερολογιτών να λάβει το μυστήριο του βαπτίσματος από την Μητρόπολη στην οποία ανήκει (διαμένει μόνιμα)".
ι) η Μητρόπολη Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού ενημέρωσε πως "το βάπτισμα της μέλλουσας νύφης δεν είναι έγκυρο, οπότε δεν μπορεί να τελέσει Γάμο στην Εκκλησία μας. Ο μέλλων σύζυγός της ως Ρωμαιοκαθολικός δύναται να τελέσει το Μυστήριο του Γάμου".
Άλλες Μητροπόλεις στάθηκαν πιο συνεπείς (απορίπτοντας εξίσου το βάπτισμα ρωμαιοκαθολικών και παλαιοημερολογιτών - παρά το γεγονός ότι συμμετέχουν σε συμπροσευχές με τους πρώτους, αλλά όχι με τους δεύτερους!), ενώ μόνο μία (η Μητρόπολη Λήμνου) συμφώνησε με την πρακτική του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως (αναμύρωση και όχι αναβαπτισμός). Πολλές δεν απάντησαν καθόλου γραπτώς, ίσως αναλογιζόμενες ότι scripta manent...
Το ζήτημα είναι ιδιαιτέρως σοβαρό εφόσον τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα ασχολούμαστε ιδιαιτέρως με το Ουκρανικό Ζήτημα, αλλά επιμένουμε να αδιαφορούμε για τον εκατονταετή πλέον ημερολογιακό διχασμό στους κόλπους της Εκκλησίας της Ελλάδος. Και ενώ το Ημερολογιακό Ζήτημα ήταν από τα πρώτα και βασικά θέματα που εγγράφηκαν στην θεματολογία μίας σχεδιαζόμενης Πανορθοδόξου Συνόδου, μια τέτοια Σύνοδος ουδέποτε συνεκλήθη, ενώ και στη Σύνοδο της Κρήτης το 2016 το θέμα απαλείφθηκε (και ορθώς, εφόσον δεν συμμετείχαν όλες οι Ορθόδοξες Εκκλησίες). 
Ας ελπίσουμε ότι θα συγκληθεί μία πραγματικά Πανορθόδοξη Σύνοδος η οποία θα αποφανθεί κατά Θεόν διαλύοντας όλους αυτούς τους παραλογισμούς και τους διχασμούς στους κόλπους της Ορθοδοξίας.


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[2]  "Μεταξύ των σχισματικών που αποσχίζονται και της Εκκλησίας δεν υφίστανται αρχικά σημαντικές διαφορές και μπορούν αυτές να ξεπερασθούν σχετικά εύκολα, διότι αν επιθυμούν αυτοί να επανέλθουν, δεν επιβάλλεται να επαναβαπτισθούν. Το σχίσμα δεν καταλήγει σε οριστική ρήξη, εφόσον δεν επιχειρήθηκε η τροποποίηση του τριαδικού τύπου του βαπτίσματος (που ονομάζεται κανών πίστεως)" (Αρχιμ. [νυν δε Μητροπολίτου] Γρηγορίου Παπαθωμά, Κανονικό Γλωσσάριο, Αθήνα, 2011, σελ. 113).
[3] Ενδεικτικά: "Ὅσοι τοίνυν εἰς Πατέρα καὶ Υἱὸν καὶ Ἅγιον Πνεῦμα βαπτισθέντες, μίαν φύσιν ἐν τρισὶν ὑποστάσεσι διδαχθέντες, αὖθις ἀναβαπτίζονται, οὖτοι ἀνασταυροῦσι τὸν Χριστόν" (Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού, Περί Ορθοδόξου Πίστεως, βιβλίο δ΄, κεφάλαιο πστ΄, περί πίστεως και βαπτίσματος).
[4] Ενδεικτικά βλ. Ζ΄ Κανόνας της Β΄ Οικουμενικής και ϟΕ' Κανόνας της Πενθέκτης.
[6] Οικουμενικόν Πατριαρχείον, Η επάνοδος εις την εκκλησιαστικήν κοινωνίαν μερίδος των ακολουθούντων το παλαιόν (Ιουλιανόν) ημερολόγιον, εκδόσεις Φανάριον, Αθήναι, 1999, σελ. 80 και 127.

(Η, με αφορμή την εισδοχή Παϊσίου-Βικεντίου το 1998, απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου υπέρ της αναγνωρίσεως του Βαπτίσματος των Παλαιοημερολογιτών, την οποία παραβαίνουν πάρα πολλές Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος) 

Σάββατο 24 Μαΐου 2025

Κυριακή τοῦ Τυφλοῦ (Αρχιμ. Ζαχαρίας Ζάχαρου)

 

 

KONICA MINOLTA DIGITAL CAMERA

 

 σημερινὴ περικοπή, ποὺ περιγράφει τὴ θεραπεία τοῦ ἐκ γενετῆς Τυφλοῦ, κάνει λόγο γιὰ τὸ Φῶς τῆς ζωῆς, τὸ Φῶς τὸ Οὐράνιο, τὸν Χριστό. Παρατηρεῖται σὲ αὐτὴ ἀνάλογη κλιμάκωση στὴν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ σὲ σχέση μὲ τὴν περικοπὴτῆς προηγούμενης ἑβδομάδας. Ἡ Σαμαρείτιδα καὶ ὁ Τυφλὸς θεωροῦν ἀρχικὰ τὸν Χριστὸ ὡς ἄνθρωπο, στὴ συνέχεια ἀναγνωρίζουν ὅτι πρέπει νὰ εἶναι κάποιος ἀπὸ τοὺς Προφῆτες, ἐνῶ στὸ τέλος Τὸν προσκυνοῦν ὡς τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ καὶ Σωτήρα τοῦ κόσμου.

Ὁ Κύριος ἤδη βρισκόταν ἀντιμέτωπος μὲ τὸ ἀναβράζον μίσος τῶν Ἰουδαίων, οἱ ὁποῖοι, μὲ τὴν πρόφαση ὅτι καταργοῦσε τὴν ἀργία τοῦ Σαββάτου, Τὸν ἐκδίωκαν ἀπὸ παντοῦ ὡς βλάσφημο, θορυβημένοι ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἀποκαλοῦσε τὸν Ἑαυτό Του Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Τὸν εἶχαν κάνει τρόπον τινὰ ἀποσυνάγωγο καὶ Τοῦ εἶχαν στερήσει τὴ διδασκαλικὴ καθέδρα. Ὁ Κύριος ὅμως δὲν εἶχε ἀκόμη τελειώσει «τὸ ἔργον τοῦ Πέμψαντος Αὐτόν». Ἐφόσον δὲν Τοῦ ἐπέτρεπαν πλέον νὰ διδάσκει, τοὺς ἔστειλε τὸ «σημεῖο» Του, ἕνα ἁπλὸ ἄνθρωπο, τὸν ἐκ γενετῆς Τυφλό, γιὰ νὰ ἐλέγξει τὴν τύφλωση ὅσων νόμιζαν ὅτι ἦταν σοφοὶ καὶ διδάσκαλοι τοῦ Ἰσραήλ.

Ὁ νοῦς τῶν μαθητῶν πρὶν τὴν ἐπιδημία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἦταν ἀκόμη χοϊκός, γι’ αὐτὸ καὶ ὅταν ἀντίκρισαν τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἐκ γενετῆς εἶχε στερηθεῖ τὸ φῶς τῶν ὀφθαλμῶν του, ἀπαίτησαν ἀπὸ τὸν Διδάσκαλό τους λογικὴ ἐξήγηση σχετικὰ μὲ τὴν αἰτία τῆς ἀναπηρίας. Δύο ἐνδεχόμενα περνοῦσαν ἀπὸ τὸν νοῦ τους: Ἢ ὅτι ἡ τύφλωση ὀφείλετο στὶς προσωπικές του ἁμαρτίες εἴτε στὶς ἁμαρτίες τῶν προγόνων του. Οἱ Ἀπόστολοι ἔθεσαν τὴν ἐρώτηση στὸ ἀνθρώπινο ἐπίπεδο, ὁ Κύριος ὅμως διανοίγει ἄλληπροοπτικὴ στὸ θέμα. Ἡ ἀνθρώπινη λογικὴ δὲν μπορεῖ νὰ ἐξιχνιάσει «κριμάτων Αὐτοῦ ἀβύσσους».

Στὴν παρούσα ζωὴ δὲν ὑπάρχει ἀπάντηση σὲ ὅλα τὰ ἐρωτήματα, διότι οἱ ἀξίες καὶ οἱ πεποιθήσεις αὐτοῦ τοῦ κόσμου εἶναι σχετικές. Ὁ Θεὸς ὅμως δὲν ἐξαντλεῖται στὰ στενὰ ὅρια τοῦ χώρου καὶ τοῦ χρόνου. Ἡ μέριμνά Του καὶ ἡ φροντίδα Του εἶναι ἡ παλινόστηση τοῦ ἀνθρώπου στὴν «ἡτοιμασμένην αὐτῷ βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου». Τὰ παθήματα καὶ οἱ τραγωδίες αὐτῆς τῆς ζωῆς ἔρχονται σὲ δευτερεύουσα μοίρα, προκειμένου νὰ μπορέσει νὰ χορηγήσει στὸ πλάσμα Του «πλουσίαν εἴσοδον εἰς τὴν αἰωνίαν Βασιλείαν Αὐτοῦ». Ὁ ἅγιος Σωφρόνιος ἐκφραζόταν μὲ πολὺ δυνατὸ τρόπο πάνω στὸ θέμα αὐτὸ λέγοντας ὅτι, «ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ σὲ αὐτὸ τὸν κόσμο ἐμφανίζεται ὡς κατάρα, καὶ ἡ κατάρα ὡς εὐλογία». Γιὰ παράδειγμα, ἡ φτώχια ἢ ἡ ἀρρώστια γιὰ τοὺς πολλοὺς εἶναι συμφορά, ἀλλὰ γιὰ ὅποιον ταπεινωθεῖ καὶ ἀντὶ νὰ πικραθεῖ μέσα του, στραφεῖ στὸν Θεὸ μὲ πνεῦμα παραδόσεως καὶ εὐχαριστίας, μπορεῖ νὰ μεταβληθεῖ, ὅπως ἡ πείρα ἀποδεικνύει,  στὴ μεγαλύτερη εὐλογία, σὲ ἀφορμὴ ἁγιασμοῦ.

Ὅταν ὁ Κύριος ἐπιτρέπει δοκιμασίες στὴ ζωή μας, μᾶς παρέχει τὴ δυνατότητα νὰ γνωρίσουμε τὸ ἀκαταίσχυντο τῆς δυνάμεώς Του, τὸ μεγαλεῖο τῆς χάριτός Του, τὸ θαῦμα τῆς σωτηρίας. Οἱ ἄνθρωποι ἀγνοώντας αὐτὴ τὴν ἀλήθεια, τὸν καιρὸ τῶν θλίψεων ἀνθίστανται καὶ ἐπαναστατοῦν ἐνάντια σὲ Ἐκεῖνον ποὺ μᾶς δημιούργησε, ποὺ μᾶς ἀνέχεται καὶ ἀντὶ νὰ μᾶς βδελύσσεται, «οὐκ ἀπέστη πάντα ποιῶν» γιὰ τὴ σωτηρία ὅλου τοῦ κόσμου. Ἀντὶ νὰ διατυπώσουν τὴ σωτηριώδη ἐρώτηση: «Κύριε, πῶς νὰ συμπεριφερθῶ, ὥστε νὰ μὴν ἁμαρτήσω στὴ δοκιμασία ποὺ ὑφίσταμαι;», μὲ ὑπεροψία καὶ ἀφροσύνη ρωτοῦν: «Γιατί, Κύριε, νὰ περνάω τέτοια δοκιμασία;»· ἤ, ἀκόμη χειρότερα: «Γιατί, Κύριε, αὐτὴ ἡ συμφορὰ νὰ πέσει σὲ ἐμένα καὶ ὄχι σὲ κάποιον ἄλλο;». Κατ’ αὐτὸ τὸν τρόπο σκοτίζονται καὶ πέφτουν στὸ κατάκριμα τοῦ διαβόλου. Ὡστόσο, σύμφωνα μὲ τὴ διδαχὴ τῶν Ἀποστόλων, τὸν καιρὸ τῶν πειρασμῶν θὰ ἔπρεπε νὰ ἔχουμε χαρὰ μεγάλη, διότι ἡ λύπη τῶν δοκιμασιῶν ἀνήκει στὰ πρόσκαιρα, ἐνῶ ὅταν ἡ πίστη μας δοκιμασθεῖ σὲ κάμινο καὶ βρεθεῖ «πολυτιμότερη χρυσίου», ἡ ἀγαλλίαση θὰ εἶναι αἰώνια.

Ὅπως Ἐκεῖνος, γιὰ νὰ δείξει τὸ μεγαλεῖο τῆς ἀγάπης Του, ὑψώθηκε στὸν Σταυρό, τάφηκε στὴ γῆ καὶ κατῆλθε στὰ κατώτατα τοῦ ἅδη, ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος μὲ παθήματα ἀποδεικνύει τὴν ἀσάλευτη πίστη του στὸν Θεό. Ὅταν ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει δοκιμασίες νὰ ταλαιπωρήσουν τὸν δοῦλο Του, τοῦ παρέχει τὸ προνόμιο νὰ φανερώσει τὴν ὀμορφιὰ τῆς ψυχῆς του καὶ τὴν ἀγάπη του γιὰ τὸν Δημιουργό Του. Ὁ Κύριος διὰ τοῦ Πάθους καὶ τοῦ Σταυροῦ εἰσῆλθε στὴν αἰώνια δόξα Του. Καὶ ὁ ἄνθρωπος μὲ θλίψεις εἰσέρχεται στὴν αἰώνια Βασιλεία, γίνεται κοινωνὸς τῆς Θείας δόξας καὶ τὴν ἀντανακλᾶ σὲ ὅλη τὴ δημιουργία, ἐκπληρώνοντας κατ’ αὐτὸ τὸν τρόπο τὸν προορισμό του. Μὲ τὴν ἀνταπόκρισή μας στὴν κλήση τοῦ Θεοῦ νὰ περάσουμε διὰ τῆς «στενῆς πύλης», γινόμαστε μέρος τῆς ὁδοῦ τοῦ Χριστοῦ καὶ μέσα ἀπὸ τὴν πτωχεία καὶ τὴν ἀδυναμία μας φανερώνεται στὸν κόσμο ἡ ἀλήθειά Του. Ἀντιθέτως, ἐὰν ὀλιγοψυχίσουμε καὶ δὲν δώσουμε στὸν Κύριο τὴν εὐκαιρία νὰ δείξει τὴ δύναμή Του, ἡ ὁποία «ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται», γινόμαστε οἱ «ἀνασταυροῦντες ἑαυτοῖς τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ», ἀθετώντας κατ’ αὐτὸ τὸν τρόπο τὴ νίκη τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως, ἡ ὁποία «διὰ τοῦ αἰωνίου Πνεύματος» «μένει εἰς τὸ διηνεκές».

Ὁ Χριστὸς ἀποκάλυψε ὅτι εἶχε ἕνα καθορισμένο χρόνο γιὰ νὰ «τελειώσει» τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου, ποὺ Τοῦ ἀνέθεσε ὁ Οὐράνιος Πατέρας. Εἶπε στοὺς μαθητές: «Ὅταν ἐν τῷ κόσμῳ ὦ, φῶς εἰμι τοῦ κόσμου». Στὸ ἐγγὺς μέλλον πλησίαζε ἡ νύχτα τοῦ Σταυροῦ, «ἡ ὥρα καὶ ἡ ἐξουσία τοῦ σκότους» καὶ ὁ Κύριος γνώριζε ὅτι θὰ ἔπρεπε νὰ τελειώσει τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου καὶ νὰ τὸ σφραγίσει μὲ τὸν θάνατο καὶ τὴν Ἀνάστασή Του. Ὡστόσο, ὁ Κύριος πάντοτε εἶναι «τὸ Φῶς τὸ ἀληθινόν, τὸ φωτίζον καὶ ἁγιάζον πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον». Ἑπομένως, ὁ περιοριστικὸς παράγοντας τοῦ χρόνου δὲν ἀπευθύνεται στὸν Θεό, ἀλλὰ στὸν ἄνθρωπο. Στὸν καθένα δίνεται ἕνα χρονικὸ διάστημα γιὰ νὰ ἐργασθεῖ τὸν ἁγιασμό του καὶ τὴ σωτηρία του. Ὁ Θεὸς εὐαγγελίζεται τὸν ἄνθρωπο μὲ τοὺς λόγους: «Ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας». Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ πεῖ τὸ «Ἀμὴν» στὴ διάρκεια τοῦ πρόσκαιρου παρόντος αὐτῆς τῆς ζωῆς.  Ἂν ἀμελήσει καὶ ἀναβάλει νὰ ἀνταποκριθεῖ στὴ φωνὴ τοῦ Κυρίου, δὲν εἶναι ἡ κραταιὰ δύναμη τοῦ Θεοῦ ποὺ θὰ ἐξασθενίσει, ἀλλὰ ἡ φύση τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος σταδιακὰ ἀχρειώνεται, ἡ ὕπαρξή του στενεύει καὶ δὲν μπορεῖ πλέον νὰ χωρέσει «τηλικαύτην σωτηρίαν». Γιὰ ὅλους τοὺς πιστούς, ἀλλὰ εἰδικότερα γιὰ τοὺς μοναχούς, οἱ ὁποῖοι ζοῦν ὑπὸ συνθῆκες ποὺ εὐνοοῦν τὴν πιὸ ἀκριβὴ τήρηση τῶν ἐντολῶν, δὲν ὑπάρχει πιὸ πικρὴ διαπίστωση ἀπὸ τὴν τραγικὴ ἀνακάλυψη, ὅτι ὁ καιρὸς νὰ ἐπιτελέσουν «ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ»τοὺς διέφυγε μέσα ἀπὸ τὰ χέρια, ἐφόσον «χωρὶς ἁγιασμὸν οὐδεὶς ὄψεται τὸν Κύριον».

Ὁ Χριστὸς σὲ αὐτὴ τὴν περίπτωση δὲν θεράπευσε ἀμέσως τὸν τυφλό. Ἐφόσον οἱ Φαρισαῖοι Τοῦ εἶχαν στερήσει τὴ διδασκαλικὴ καθέδρα, χρησιμοποιεῖ ὁ Κύριος ἕνα ἐπιδεικτικὸ τρόπο θεραπείας γιὰ νὰ διδάξει μέσῳ ἑνὸς ἁπλοῦ ἀνθρώπου, τοῦ πρώην Τυφλοῦ. Λιτάνευσε τρόπον τινὰ τὸ θαῦμα, γιὰ νὰ μαρτυρήσει εὔγλωττα τὴν ἀλήθεια τῆς Θεότητας τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ τὸ ἴδιο τὸ γεγονός. Ἐπίσης, ὡς εὐγενὴς Θεός, δὲν σώζει τὸν ἄνθρωπο παρὰ τὴ θέλησή του καὶ χωρὶς τὴν ἔστω καὶ πενιχρὴ συνέργειά του. Ἂν ὁ ἄνθρωπος αὐτοβούλως θελήσει νὰ ὑποτάξει τὸ μικρό του θέλημα στὸ ἅγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ, τότε λαμβάνει χώρα μεγάλο θαῦμα. Ὁ Κύριος ἔφτυσε στὸ χῶμα, ἔκανε πηλὸ καὶ ἔχρισε τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ τυφλοῦ. Οἱ ἱερεῖς συνοδεύουν τὴ χρίση τῶν πιστῶν μὲ εὐχές, ὅπως «εἰς ἴασιν ψυχῆς τε καὶ σώματος». Ἴσως καὶ ὁ Κύριος, γιὰ νὰ μεταδώσει πρῶτα φῶς στὰ μάτια τῆς ψυχῆς του, καθὼς ἄλειφε τὸν πηλὸ στὰ κλειστὰ μάτια τοῦ φτωχοῦ ζητιάνου νὰ ἔλεγε: «Ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν ἐμοὶ οὐ μὴ περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ’ ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς».

Ὁ ὄχλος, βλέποντας παράδοξα καὶ μεγάλα νὰ λαμβάνουν χώρα, ἀναρωτιόταν ἂν ὁ Κύριος ἦταν ἀπὸ τὸν Θεὸ ἢ ἂν ἦταν ἁμαρτωλός, ἐφόσον κατέλυε τὴν ἀργία τοῦ Σαββάτου. Οἱ Φαρισαῖοι ὅμως βρῆκαν τὴν ἀφορμὴ ποὺ γύρευαν γιὰ νὰ Τὸν κατηγορήσουν. «Καὶ σχίσμα ἦν ἐν αὐτοῖς». Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἐνεργεῖ τὸ κοφτερὸ καὶ δίκοπο μαχαίρι, ποὺ ἦλθενὰ βάλει ὁ Κύριος στὴ γῆ. Ἐνεργεῖ τὸ πῦρ Του, ποὺ ἄλλους φωτίζει καὶ ἄλλους κατακαίει. Ὁ Χριστὸς εἶναι καὶ ὁ Παράδεισος καὶ ἡ κόλαση γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Γιὰ ὅποιον ἀγαπήσει τὴν ἐπιφάνειά Του καὶ ἔχει σωστὴ σχέση μὲ Αὐτόν, ὁ Κύριος εἶναι Παράδεισος καὶ χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση ἀνεκλάλητη. Γιὰ ὅσους ὅμως ἔχουν μείνει ἔξω ἀπὸ αὐτὴ τὴ σωστικὴ σχέση, ὁ Κύριος εἶναι κόλαση καὶ τὸ πῦρ τῆς ἀγάπης Του ἀφόρητο.

Ὅταν ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ἐπιδημήσει στὸν ἄνθρωπο, δὲν μπορεῖ νὰ παραμείνει ὁ ἴδιος. Σκέφτεται καὶ συμπεριφέρεται διαφορετικά. Τὸ ζωοποιὸ καὶ δημιουργικὸ χέρι τοῦ Θεοῦ ποὺ τὸν ἀγγίζει, τὸν μεταπλάθει καὶ τὸν ἀνακαινίζει, διότι τοῦ μεταδίδει τὴ δική Του ἄπειρη ζωή. Ἀκόμη καὶ τὰ ἐξωτερικὰ χαρακτηριστικὰ ἀλλάζουν μὲ τὴ χάρη καὶ ἡ ἐσωτερικὴ ὀμορφιὰ ἀντανακλᾶται σὲ ὅλο τὸ εἶναι τοῦ ἀνθρώπου. Οἱ γείτονες τοῦ Τυφλοῦ τὸν ἔβλεπαν καθημερινὰ νὰ ζητιανεύει στὴ γωνιά του, ἐντούτοις, ὅταν τοὺς ἀνέκριναν μετὰ τὴ θεραπεία, ἀδυνατοῦσαν νὰ τὸν ἀναγνωρίσουν μὲ σιγουριά. Ὁ θεραπευμένος ὅμως στὴν ἐπαφή του μὲ τὸν Κύριο εἶχε λάβει ὑπόσταση ἀπὸ τὸ θεουργὸ πρόσταγμά του καὶ μποροῦσε νὰ πεῖ: «Ἐγώ εἰμι».

Ἀκολούθησαν ἀνακρίσεις ἐπὶ ἀνακρίσεων τοῦ Τυφλοῦ, ὁ ὁποῖος ἐξέθεσε τὰ γεγονότα μὲ σαφήνεια. Μὲ τὴν ἁπλότητά του κατακεραύνωσε τὴν ἀφροσύνη καὶ τὴν κακεντρέχεια τῶν Ἰουδαίων, ποὺ πάνω στὴν ὀργή τους ἀντέφασκαν. «Τοῦτον δὲ οὐκ οἴδαμεν πόθεν ἐστίν», ἔλεγαν στὸν Τυφλὸ καυχώμενοι ὅτι οἱ ἴδιοι ἦταν μαθητὲς τοῦ Μωυσέως, ἐνῶ λίγο νωρίτερα βεβαίωναν, «τοῦτον οἴδαμεν πόθεν ἐστίν· ὁ δὲ Χριστὸς ὅταν ἔρχηται, οὐδεὶς γινώσκει πόθεν ἐστίν»Ἐὰν ἦταν γνήσιοι μαθητὲς τοῦ Μωυσέως, θὰ ἀναγνώριζαν τὸν Χριστό, διότι ἦταν Αὐτὸς γιὰ τὸν Ὁποῖο εἶχε μιλήσει ὁ Προφήτης. Ὅσοι ὅμως τυφλώνονται ἀπὸ ἀπιστία καὶ προπαντὸς ἀπὸ ὑπερηφάνεια συγχύζονται στὶς σκέψεις καὶ στοὺς λόγους τους, ἐνῶ ὁ ταπεινὸς ἄνθρωπος ἔχει νοῦ φωτισμένο, ποὺ βλέπει καθαρὰ καὶ ἀθόλωτα Ὁ πνευματικὰ τυφλὸς ἄνθρωπος ἔχει παύσει νὰ εἶναι δεκτικὸς τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, ἡ καρδιά του ἀπολιθώνεται καὶ βαραίνει ὄχι μόνο τὴ δική του ὕπαρξη, ἀλλὰ καὶ ὅλη τὴν κτίση. Τὸν σκοτασμὸ ἑπομένως ἀκολουθοῦν ἡ ἀπολίθωση καὶ ἡ πώρωση. Ὅλος ὁ κόπος καὶ ὁ μόχθος τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ἐκζητᾶ Πρόσωπο Θεοῦ, εἶναι γιὰ νὰ ἐκλιπαρήσει ἀπὸ τὸν Κύριο ἐκεῖνο «τὸ πῦρ, τὸ ἱκανὸ νὰ λειώσει ἀκόμη καὶ τὰ πιὸ ἀνθεκτικὰ μέταλλα καὶ τοὺς λίθους», νὰ μεταβάλει τὴν πέτρα ποὺ φέρει στὸ στῆθος του σὲ εὔπλαστο κερί, ποὺ λειώνει ἀπὸ τὴ θέρμη τῆς θείας ἀγάπης.

Ἀκόμη καὶ οἱ γονεῖς τοῦ πρώην Τυφλοῦ ὅταν κλήθηκαν σὲ ἀνάκριση, γιὰ νὰ ἀποφύγουν τὴν κατάρα τοῦ ἀναθεματισμοῦ τους, ἂνὁμολογοῦσαν τὸν Χριστὸ ὡς Προφήτη, ἀπάντησαν μὲ μεγάλη σύνεση καὶ φρονιμάδα, ἀποποιούμενοι κάθε εὐθύνη· ὁ γιός τους ἄλλωστε «ἡλικίαν εἶχε». Πράγματι ὁ γιός τους ἀπέδειξε ὅτι εἶχε πνευματικὰ ὥριμη ἡλικία καὶ ἀνδρεῖο φρόνημα, καθὼς δὲν δίστασε νὰ ὁμολογήσει ὅτι ἐφόσον ὁ Θεὸς εἰσακούει τὶς προσευχὲς τῶν θεοσεβῶν, ὁ Ἰησοῦς δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ εἶναι ἐκ τοῦ Θεοῦ. Μίλησε μὲ πεποίθηση, διότι μὲ τὴν πίστη καὶ τὴν ὑπακοὴ ποὺ ἐπέδειξε, ἄνοιξαν οἱ ὀφθαλμοί του νὰ δεῖ τὸ φῶς τοῦ κόσμου, ἀλλὰ συνάμα δέχθηκε καὶ ἕνα ἄλλο Φῶς· τὸ Φῶς τὸ ἀληθινό, τὸ αἰώνιο, τὸ Οὐράνιο.

Ταραγμένοι οἱ Φαρισαῖοι καὶ ἀποστομωμένοι ἀπὸ ἕνα πρώην τυφλὸ ἐπαίτη, «ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω». Ὡστόσο, ἐκείνη τὴ στιγμὴ τῆς ἀπορρίψεώς του ἔγινε ἐγνωσμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ἀδελφὸς τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος εἶχε γίνει καὶ ὁ Ἴδιος ἀποσυνάγωγος ἀπὸ τὰ ἔργα τῶν χειρῶν Του. Ἐπιλέγοντας νὰ ἀνήκει στὸν Κύριο καὶ ὄχι στὸν ἄρχοντα τοῦ κόσμου τούτου, ἔλαβε τὴ χάρη τῆς υἱοθεσίας καὶ ὁ μεγαλύτερος μακαρισμὸς ἐπαληθεύθηκε στὸ πρόσωπό του: «Μακάριοί ἐστε ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς καὶ διώξωσι καὶ εἴπωσι πᾶν πονηρὸν ῥῆμα καθ’ ὑμῶν ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ». Οἱ ἀπερριμμένοι αὐτοῦ τοῦ κόσμου γίνονται οἱ πιὸ ἀγαπητοὶ πολίτες τοῦ Οὐρανοῦ. Ὁ Ἰησοῦς ἦλθε ὁ Ἴδιος νὰ τὸν βρεῖ καὶ ὁ πρώην Τυφλός, ἔχοντας ἀφομοιωθεῖ στὴν ὁδό Του, δὲν ἄργησε νὰ κάνει τὴν ὁμολογία τῆς πίστεως στὸν ἀληθινὸ Κύριο καὶ Υἱὸ τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ Τὸν προσκυνήσει «ἐν Πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ».

Ὁ Χριστός, ὅπως συχνὰ ἐπανελάμβανε, ἦλθε γιὰ τοὺς «χρείαν ἔχοντας ἰατροῦ καὶ θεραπείας». «Ὁ εἰπὼν ἐκ σκότους φῶς λάμψαι», ὁ Παντοκράτωρ Ἰησοῦς, λάμπει «πρὸς φωτισμὸν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐν ταῖς καρδίαις» ὅσων κράζουν πρὸς Ἐκεῖνον ὅτι ποθοῦν νὰ ἀναβλέψουν, ἀψηφώντας τὴ λοιδορία καὶ τὸν χλευασμὸ τῶν ἀρχόντων τοῦ κόσμου τούτου. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει πλαστεῖ, ὄχι γιὰ τὴν ὅραση τῆς αἰσθητῆς δημιουργίας, ὅσο ὄμορφη καὶ ἂν εἶναι, ἀλλὰ γιὰ τὴν ὅραση τῶν θαυμασίων τοῦ Θεοῦ μέσα στὸ Φῶς τοῦ Προσώπου Του. Ἡ πνευματικὴ ὅραση παρέχεται ἀνάλογα μὲ τὴν πίστη. Καθίσταται ἐναργέστερη ὅσο πιὸ ἀπαρέγκλιτα ἐγκολπώνεται ὁ πιστὸς τὰ προστάγματα τοῦ Κυρίου καὶ ὅσο πιστότερα Τὸν ἀκολουθεῖ προσδεδεμένος μαζί Του μὲ τὸν ἀκατάλυτο δεσμὸ τῆς ἁγίας ἀγάπης.

Ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἀναγνωρίζει τὴν πνευματική του πτωχεία καὶ τὴν τυφλότητα τῶν ὀφθαλμῶν τῆς ψυχῆς του, θρηνεῖ καὶ μὲ δάκρυα καθαρίζει ὀλίγον κατ’ ὀλίγον τὸ κάτοπτρο τῆς καρδιᾶς του ἀπὸ τὸν σπίλο τῆς ὑπερηφανείας καὶ τῶν παθῶν, ὥστε νὰ ἀντανακλᾶ τὴ λάμψη τῆς δόξας τοῦ Κυρίου σὲ ὅλη τὴν κτίση, ἐπιστρέφοντας τὰ πάντα μὲ εὐχαριστία στὸν Θεό.

Αρχιμ. Ζαχαρίας Ζάχαρου

https://www.imaik.gr/

Σάββατο 17 Μαΐου 2025

Κυριακή τῆς Σαμαρείτιδος (Ἀρχιμ.Ζαχαρίας Ζάχαρου)

 Use Up/Down Arrow keys to increase or decrease v

 

Χρωστᾶμε μεγαλύτερη τιμὴ στόν ἄλλο, ὅπως ὁ Χριστὸς ἀπέδωσε στήν Ἐκκλησία

 

Στήν εὐαγγελική περικοπή, τῆς Κυριακῆς  τῆς Σαμαρείτιδος, βλέπουμε τήν δίψα τοῦ Θεοῦ γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καὶ τήν δίψα τοῦ ἀνθρώπου γιά τὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ. Διακρίνουμε τὸ μεγαλεῖο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ποὺ κενώνεται καὶ κυνηγάει τὸν ἄνθρωπο σὲ ὅλους τοὺς δρόμους τῆς ζωῆς του καὶ τὸ μέγαλεῖο τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ἀπὸ τὴν ἐσχάτη πτώση, μπορεῖ, ὅταν συνεργήσει μέ τὸν Θεό, νά ἀνέβει σὲ ὕψη ἀγγελικά.

Γιά τοὺς Ἰουδαίους οἱ Σαμαρεῖτες ἦταν μιαροὶ καὶ αἱρετικοί. Ἰδιαίτερα ἡ συνομιλία μέ γυναῖκα Σαμαρείτιδα θεωρεῖτο κάτι ἄκρως ὑποτιμητικό. Ὁ Χριστὸς ἔκανε τὴν ὑπέρβαση καὶ ὑπέδειξε ὅτι ἐκεῖνο πού διακρίνει τοὺς ἀνθρώπους εἶναι τὸ πνευματικὸ τους χάρισμα. Ὅταν ἐνεργεῖ ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, κάθε εἶδος ἀνθρωπίνης διακρίσεως καταργεῖται. Ἔθνος τῶν Χριστιανῶν δέν εἶναι οἱ Ἕλληνες ἤ οἱ Ῥῶσοι ἤ οἱ Ῥουμάνοι, ἀλλὰ ὅσοι ἔχουν λάβει τὸ ἅγιο Βάπτισμα. Ἔχοντας ἐνδυθεῖ τὸν Χριστό, καθίστανται «γένος ἐκλεκτόν, βασίλειον ἱεράτευμα, ἔθνος ἅγιον, λαὸς εἰς περιποίησιν».

Ὁ Χριστὸς στήν πορεία Του ἀπὸ τὴν Ἰουδαία πρὸς τήν Γαλιλαία διάβηκε ἀπὸ τήν Σαμάρεια. Ἐνῶ κάθισε νά ἀναπαυθεῖ στό πηγάδι τοῦ Ἰακὼβ περιμένοντας τοὺς μαθητὲς Του νά ἀγοράσουν τρόφιμα, ἦλθε μιά γυναῖκα Σαμαρείτιδα μέ ἀτασθαλὴ βίο νά ἀντλήσει νερό. Ὁ Παντογνώστης Κύριος πού πεινᾶ καὶ διψᾶ μέχρι θανάτου γιά τήν σωτηρίᾳ τοῦ κάθε ἀνθρώπου, ταπεινώθηκε μπροστὰ στήν γυναῖκα αὐτὴ καὶ τῆς εἶπε: «Δός μοι πιεῖν». Ἐπιθυμώντας νά θεραπεύσει τίς πληγές πού τῆς εἶχε προξενήσει ἡ ἁμαρτία, τὴν τίμησε, γιά νά ἀποκαταστήσει τὴν ἀξιοπρέπειά της καὶ νά τὴν προετοιμάσει νά προσλάβει τὴν ἀποκάλυψη τῆς ἀληθείας Του.

Στήν ἔκπληξη τῆς γυναίκας πού τῆς ἀπηύθυνε λόγο ἕνας Ἰουδαῖος ῥαββῖνος, ὁ Κύριος ἄρχισε νά τῆς μιλᾶ γιά τὸ «ὕδωρ τὸ ζῶν», τήν δωρεά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ παράδοξος λόγος τοῦ Κυρίου στόχευε νά διεγείρει στήν Σαμαρείτιδα πνευματικὴ ἔνταση καὶ διάθεση συνεργείας γιά τὸ θαῦμα πού θὰ ἐπιτελεῖτο, τὴν ἀνακαίνιση τῆς ψυχῆς της, τήν μεταποίηση μιᾶς γυναίκας αἱρετικῆς καὶ διαβεβλημένης στήν ἁγία μάρτυρα καὶ ἰσαπόστολο Φωτεινή. Στήν συνέχεια, γνωρίζοντας ὁ Χριστὸς ὅτι γιά νά δεχθεῖ ἡ γυναῖκα τὴν ἄφθαρτη δωρεὰ τοῦ Πνεύματος, ἔπρεπε νά προσέλθει μέ καθαρή καρδία, μὲ πολὺ λεπτὸ τρόπο, χωρὶς νά τὴν κατακρίνει, ἄρχισε νά ἐλέγχει τήν βιοτήν της.

Ὑπάρχει ἔλεγχος πού ἐξουθενώνει καὶ συντρίβει, καὶ ἔλεγχος προφητικός, ποὺ ἀναγεννᾷ καὶ ἐμπνέει. Ὅταν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἐνεργεῖ, φωτίζει καὶ ἀποκαλύπτει τὴν ἁμαρτία τοῦ ἀνθρώπου, συγχρόνως ὅμως τὸν θεραπεύει. Ὁ ἔλεγχος αὐτὸς πρόκειται μᾶλλον γιά προφητικὴ ῥήση, ἡ ὁποία φωτίζει τὸν ἀκροατή νά ἀσπασθεῖ οἰκειοθελῶς τὸν λόγο αὐτὸν καὶ νά ἀναλάβει τὴν ἐκπλήρωσή του μέ ἔμπνευση.

Τὰ παθήματα πού ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει νά πλήξουν τὸν ἀνθρωπο καὶ ἡ παιδεία Του δέν εἶναι ἐκδίκηση ἤ τιμωρία. Ἀντιθέτως, εἶναι ἡ ἔκφραση τοῦ πόθου Του νά φέρει τὸν ἀποστάτη τῆς χάριτός Του σὲ κατάσταση πού νά μπορεῖ νά δεχθεῖ τήν δωρεά Του, νά τὴν ἐκτιμήσει, νά τήν διαφυλάξει καὶ νά τὴν πολλαπλασιάσει πρὸς σωτηρία δικὴ του καὶ τῶν συνανθρώπων του.

Ὅταν ὁ Κύριος ζήτησε ἀπὸ τήν Σαμαρείτιδα νά φωνάξει τὸν ἄνδρα της, ἐκείνη προσπάθησε νά συγκαλύψει τὴν ἀλήθεια τῶν ἁμαρτιῶν της. Ὡστόσο, ὁ Χριστὸς δέν τὴν ἐξευτέλισε, ἀλλὰ τίμησε τήν μικρή δόση ἀληθείας πού περικλειόταν στό ψεῦδος της, ἐπαναλαμβάνοντας μέ ἔμφαση, «καλῶς εἶπας» καί, «τοῦτο ἀληθῶς εἴρηκας». Ὁ Κύριος δέχθηκε καὶ καλλιέργησε τὸ σπέρμα τῆς ἀληθείας τῆς Σαμαρείτιδας, ὥσπου ὡρίμασε καὶ ἐξελίχθηκε σὲ ἐπίγνωση τῆς Ἀληθείας Του.

Ἡ καρδία της ἀλλοιώθηκε καὶ ὁ νοῦς της ἄνοιξε ἀπὸ τὴν ἐνέργεια τῆς παρουσίας καὶ τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου. Ἄρχισε νά ἀναζητᾶ ὀρθὸ προσανατολισμό, γιά νά καθορίσει τὴν πορεία της. Παρόλη τὴν ἠθικὴ ἀκαταστασία τῆς ζωῆς της, ἡ Σαμαρείτιδα εἶχε δίψα Θεοῦ καὶ θεολογικὲς σκέψεις, ποὺ «ὡς ὀσμὴ εὐωδίας» εἵλκυσαν τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ νά ἐπαναπαυθεῖ ἐπάνω της, ὥστε νά δεχθεῖ τὴν ὕψιστη ἀποκάλυψη ἀπὸ τὸν Κύριο Ἰησοῦ: «Ἐγώ εἰμι ὁ Μεσσίας».

Ὁ Θεὸς δέν κατανοεῖται μέ τὸν νοῦ, ἀλλὰ πείθει μέ τὴν παρουσία Του. Ὁ λόγος τῆς χάριτός Του γίνεται νόμος ζωῆς, «ἐγγεγραμμένος ἐν πλαξὶ καρδίαις σαρκίναις». Ἡ Σαμαρείτιδα προσδοκοῦσε τὸν ἐρχομὸ τοῦ Μεσσία. Ἡ ἐπαφή μέ τὸν Κύριο φώτισε τὸν νοῦ καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο πλάτυνε τὴν καρδία της. Στήν κλήση τοῦ Χριστοῦ ἀνταποκρίθηκε ὅπως καὶ οἱ Ἀπόστόλοι. Ἄφησε τὰ πάντα καὶ ἔδραμε νά εὐαγγελισθεῖ στούς ὁμοεθνεῖς της ὅτι «ηὗρε τὸν Μεσσίαν».

Ἡ ἀφήγηση αὐτὴ δείχνει εὐκρινῶς πῶς ἀνυψώνεται ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου σταδιακὰ πρὸς τὴν ἀληθινὴ θεογνωσία, ἀπὸ τήν στιγμή πού θὰ δεχθεῖ τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ. Κατ’ ἀρχὰς αἰσθάνεται στήν καρδία του τήν θεϊκὴ δύναμη τοῦ λόγου αὐτοῦ καὶ ἡ πίστη του κραταιώνεται. Στήν συνέχεια ἀναζητᾶ τὸν ὀρθὸ δόγμα, τὸ ὁποῖο καθαίρει τὸν ἐσωτερικὸ του ὀφθαλμό, καὶ ἔτσι ἀρχίζει νά διακρίνει τήν μορφή τοῦ Κυρίου. Ὅταν ὁμολογεῖ τὴν ἀλήθειά Του, Φῶς ἐκχέεται στήν ψυχὴ του πού τὸν καθιστᾶ τέκνον ἡμέρας. Τότε ἐνώνεται μέ τὸν Θεό πού πρῶτος τὸν ἀγάπησε καὶ τὸν τίμησε καὶ Τὸν λατρεύει «ἐν Πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ».

Ἐπιπλέον, ὁ τρόπος συνδιαλλαγῆς τοῦ Χριστοῦ μέ τήν γυναῖκα αὐτὴ δίνει ὑπόδειγμα προφητικῆς συναναστροφῆς μέ τοὺς συνανθρώπους μας. Ὁ Χριστὸς πρῶτα τίμησε τήν Σαμαρείτιδα, στήν συνέχεια τὴν ἔλεγξε μέ εὐγένεια ψυχῆς, καὶ ὅταν αὐτὴ δέχθηκε τὴν παιδεία Του καὶ ὁ νοῦς της μετατέθηκε σὲ πνευματικὰ νοήματα, τῆς ἀποκάλυψε ἀφ’ ἑνός ὅτι Αὐτὸς ἦταν ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας καὶ ἀφ’ ἑτέρου τήν γνήσια λατρεία τοῦ Θεοῦ «ἐν Πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ».

Γιά τοὺς Προφῆτες ὅλων τῶν γενεῶν ἀναφύεται τὸ πρόβλημα, πὼς νά μεταδώσουν στούς συνανθρώπους τους τὴν ἀλήθεια πού γνώρισαν. Συχνὰ προσποιοῦνται ὅτι ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ κάτι πού ὁ ἄλλος μπορεῖ νά τοὺς προσφέρει, ὥστε νά βάλουν τὸν ἑαυτὸ τους χαμηλότερα, καὶ ἔτσι νά τοῦ μεταδώσουν χάρισμα πνευματικό.

Ὅλη ἡ ἐπίγεια ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, ὅπως διαγράφεται στήν Γραφή, μαρτυρεῖ ὅτι, ὁ Κύριος «οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι καὶ δοῦναι τὴν ζωὴν Αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν». Διδάσκει ἔμπρακτα τὸν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Τῇ ταπεινοφροσύνῃ ἀλλήλους ἡγούμενοι ὑπερέχοντας ἑαυτῶν».

Ὁ Παντοδύναμος Κύριος σὲ κάθε ἐπαφὴ Του μέ τοὺς ἀνθρώπους ἔβαζε τὸν Ἑαυτὸ Του κάτω ἀπὸ τὸν συνομιλητὴ Του, γιά νά τὸν φέρει σὲ φιλότιμο, νά ἀνοίξει ἡ καρδία του στόν Θεῖο λόγο, καὶ ἔτσι νά μπορέσει νά τοῦ μεταδώσει καινότητα ζωῆς. Δέν ἐπιτίμησε τὸν Ναθαναήλ πού Τὸν προσέγγισε μέ αὐθάδεια, ἀντιθέτως, τὸν τίμησε, καὶ τὸν ἔκανε Ἀπόστολο. Δέν ἐπέπληξε τὸν Νικόδημο γιά τήν δειλία του, ὅταν ἦλθε σὲ Αὐτὸν κρυφά, γιά νά μὴν χάσει τὴν κοινωνικὴ του θέση. Τὸν τίμησε μέ τὴν ἀποκάλυψη τῆς ἀληθείας Του καὶ ὁ Νικόδημος ἔγινε μαθητὴς Του, κρυφός μέν, ἀλλὰ ἔχοντας πιστότητα μέχρι θανάτου. Δέν μέμφθηκε τήν Σαμαρείτιδα γιά τὸν ἄστατο βίο της οὔτε γιά τὸ ψέμμα πού Τοῦ εἶπε. Σὲ κάθε στάδιο τῆς συνομιλίας Του μαζὶ της οὐδέποτε τῆς ἐπέβαλε τήν Θεία βουλή, ἀφήνοντάς την ἐλεύθερη νά δεχθεῖ τήν δωρεά Του ἤ ὄχι. Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο τὴν τίμησε, τὴν ἀποκατάστησε στήν ἀξιοπρέπεια τοῦ κατ’ εἰκόνα Θεοῦ προσώπου, καὶ τὴν ἀνύψωσε στό ἀξίωμα τοῦ Ἀποστόλου καὶ τοῦ Μάρτυρα.

Ὁ Χριστιανισμὸς δέν εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς πολλοὺς ἐπίγειους ὀργανισμούς. Εἶναι παράδοξη βιοτή, μίμηση τοῦ ἀγγελικοῦ βίου. Ἡ στάση τοῦ Κυρίου εἶναι τὸ ὑπόδειγμα γιά τοὺς πιστούς, ἰδιαίτερα γιά ὅσους ἐπωμίζονται ποιμαντικὴ διακονία μέσα στήν Ἐκκλησία. Οἱ ἰσχυροὶ ὀφείλουν νά βαστάζουν τὰ βάρη τῶν ἀδυνάτων, νά ταπεινώνονται μπροστὰ σὲ ὅλους, ὅπως καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, γιά νά σώσουν μερικούς. Ἡ ἐξουσία πού τοὺς δίνεται δέν εἶναι γιά νά συντρίψουν τὸν ἄλλο, ἀλλὰ γιά νά τὸν παρηγορήσουν, νά τὸν ἐνισχύσουν, νά τὸν ἐμπνεύσουν, νά τὸν ἀναγεννήσουν μέ τὸν λόγο τους, νά τὸν καταρτίσουν, νά τὸν οἰκοδομήσουν διακονώντας τήν σωτηρίᾳ του.

Ἀρχιμ.Ζαχαρίας Ζάχαρου

https://www.imaik.gr/

Τετάρτη 14 Μαΐου 2025

Τί εορτάζουμε τη Μεσοπεντηκοστή;


 


      Ιωάννης Μ. Φουντούλης, Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (+)

     Σε λίγους πιστούς είναι γνωστή η εορτή, αυτή. Εκτός από τους ιερείς και μερικούς άλλους χριστιανούς, που έχουν ένα στενότερο σύνδεσμο με την Εκκλησία μας, οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν καν την ύπαρξή της. Λίγοι είναι εκείνοι που εκκλησιάζονται κατ’ αύτη και οι περισσότεροι δεν υποπτεύονται καν, ότι την Τετάρτη μετά την Κυριακή του Παραλύτου πανηγυρίζει η Εκκλησία μία μεγάλη δεσποτική εορτή, την εορτή της Μεσοπεντηκοστής. Και όμως κάποτε αυτή η εορτή ήταν η μεγάλη εορτή της Μεγάλης Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως και συνέτρεχαν κατ’ αυτή στον μεγάλο ναό πλήθη λαού.

Δεν έχει κανείς παρά να ανοίξει την Έκθεση της Βασιλείου Τάξεως του Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου για να δει το επίσημο τυπικό του εορτασμού, όπως ετελείτο μέχρι την Μεσοπεντηκοστή του έτους 903 στον ναό του αγίου Μωκίου στην Κωνσταντινούπολη μέχρι δηλαδή την ημέρα που έγινε η απόπειρα κατά της ζωής του αυτοκράτορα Λέοντος ς΄ του Σοφού (11 Μαΐου 903). Εκεί υπάρχει μία λεπτομερής περιγραφή του λαμπρού πανηγυρισμού, που καταλαμβάνει ολόκληρες σελίδες και καθορίζει με την γνωστή παράξενη βυζαντινή ορολογία, πως ο αυτοκράτορας το πρωί της εορτής με τα επίσημα βασιλικά του ενδύματα και την συνοδεία του ξεκινούσε από το ιερό παλάτι για να μεταβεί στον ναό του αγίου Μω­κίου. όπου θα ετελείτο η θεία λειτουργία.

Σε λίγο έφθανε η λιτανεία με επί κεφαλής τον πατριάρχη, και βασιλιάς και πατριάρχης εισέρχονταν επισήμως στον ναό. Η θεία λειτουργία ετελείτο με την συνήθη στις μεγάλες εορτές βυζαντινή μεγαλοπρέπεια. Μετά από αυτήν ο αυτοκράτορας παρέθετε πρόγευμα, στο οποίο παρεκάθητο και ο πατριάρχης. Και πάλι ο βασιλιάς υπό τις επευφημίες του πλήθους «Εις πολλούς και αγαθούς χρόνους ο Θεός αγάγοι την βασιλείαν υμών» και με πολλούς ενδιάμεσους σταθμούς επέστρεφε στο ιερό παλάτι.

Αλλά και στα σημερινά μας λειτουργικά βιβλία, στο Πεντηκοστάριο, βλέπει κανείς τα ίχνη της παλαιάς της λαμπρότητας. Παρουσιάζεται σαν μία μεγάλη δεσποτική εορτή, με τα εκλεκτά της τροπάρια και τους διπλούς της κανόνες, έργα των μεγάλων υμνογράφων, του Θεοφάνους και του Ανδρέου Κρήτης, με τα αναγνώσματά της και την επίδρασή της στις προ και μετά από αυτήν Κυριακές και με την παράταση του εορτασμού της επί οκτώ ημέρες κατά τον τύπο των μεγάλων εορτών του εκκλησιαστικού έτους.

Ποιό όμως είναι το θέμα της ιδιορρύθμου αυτής εορτής; Όχι πάντως κανένα γεγονός της ευαγγελικής ιστορίας. Το θέμα της είναι καθαρά εορτολογικό και θεωρητικό. Η Τετάρτη της Μεσοπεντηκοστής είναι η 25η από του Πάσχα και η 25η προ της Πεντηκοστής ημέρα. Σημειώνει το μέσον της περιόδου των 50 μετά το Πάσχα εορτάσιμων ημερών. Είναι δηλαδή ένας σταθμός, μία τομή.

Χωρίς δηλαδή να έχει δικό της θέμα η ημέρα αυτή συνδυάζει τα θέματα, του Πάσχα αφ’ ενός και της επιφοιτήσεως του αγίου Πνεύματος αφ’ ετέρου, και «προφαίνει» τη δόξα της αναλήψεως του Κυρίου, που θα εορταστεί μετά από 15 ημέρες. Ακριβώς δε αυτό το μέσον των δύο μεγάλων εορτών έφερνε στο νου και ένα εβραϊκό επίθετο του Κυρίου, το «Μεσ­σίας». Μεσσίας στα ελληνικά μεταφράζεται Χριστός. Αλλά ηχητικά θυμίζει το μέσον. Έτσι και στα τροπάρια και στο συναξάριο της ημέρας η παρετυμολογία αυτή γίνεται αφορμή να παρουσιασθεί ο Χριστός σαν Μεσσίας -μεσίτης Θεού και ανθρώπων, «μεσίτης και διαλλάκτης ημών και του αιωνίου αυτού Πατρός». «Διά ταύτην την αιτίαν την παρούσα εορτή εορτάζοντες και Μεσοπεντηκοστήν ονομάζοντες τον Μεσσίαν ανυμνούμεν Χριστόν», σημειώνει ο Νικηφόρος Ξανθόπουλος στο συναξάριο.

Σ’ αυτό βοήθησε και η ευαγγελική περικοπή, που επελέγη για την ημέρα αυτή. Μεσούσης της εορτής του ιουδαϊκού Πάσχα ο Χριστός ανεβαίνει στο ιερό και διδάσκει. Η διδασκαλία Του προκαλεί τον θαυμασμό, αλλά και ζωηρή αντιδικία μεταξύ αυτού και του λαού και των διδασκάλων. Είναι Μεσσίας ο Ιησούς ή δεν είναι; Είναι η διδασκαλία Του εκ Θεού ή δεν είναι; Νέο λοιπόν θέμα προστίθεται: ο Χριστός είναι ο διδάσκαλος. Αυτός που ενώ δεν έμαθε γράμματα κατέχει το πλήρωμα της σοφίας, γιατί είναι η Σοφία του Θεού που κατασκεύασε τον κόσμο. Ακριβώς από αυτόν τον διάλογο εμπνέεται μεγάλο μέρος της υμνογραφίας της εορτής. Εκείνος που διδάσκει στο ναό, στο μέσον των διδασκάλων του ιουδαϊκού λαού, στο μέσον της εορτής, είναι ο Μεσσίας, ο Χριστός, ο Λόγος του Θεού. Αυτός που αποδοκιμάζεται από τους δήθεν σοφούς του λαού Του είναι η του Θεού Σοφία.

Λίγες σειρές πιο κάτω στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη, αμέσως μετά την περικοπή που περιλαμβάνει τον διάλογο του Κυρίου με τους Ιουδαίους «της εορτής μεσούσης», έρχεται ένας παρόμοιος διάλογος, που έγινε μεταξύ του Χριστού και των Ιουδαίων «τη εσχάτη ημέρα τη μεγάλη της εορτής», δηλαδή κατά την Πεντηκοστή. Αυτός αρχίζει με μία φράση του Κυρίου– «Εάν τις διψά, ερχέσθω προς με και πινέτω· ο πιστεύων εις εμέ, καθώς είπεν η γραφή, ποταμοί εκ της κοιλίας αυτού ρεύσουσιν ύδατος ζώντος». Και σχολιάζει ο ευαγγελιστής· «Τούτο δε είπε περί του Πνεύματος, ου έμελλον λαμβάνειν οι πιστεύοντες εις αυτόν».

Δεν έχει σημασία, ότι οι λόγοι αυτοί του Κυρίου δεν ελέχθησαν κατά την Μεσοπεντηκοστή, αλλά λίγες ημέρες αργότερα. Ποιητική αδεία μπήκαν στο στόμα του Κυρίου στην ομιλία Του κατά την Μεσοπεντηκοστή. Ταίριαζαν εξάλλου τόσο πολύ με το θέμα της εορτής. Δεν μπορούσε να βρεθεί πιο παραστατική εικόνα για να δειχθεί ο χαρακτήρας του διδακτικού έργου του Χριστού. Στο διψασμένο ανθρώπινο γένος η διδασκαλία του Κυρίου ήλθε σαν ύδωρ ζων, σαν ποταμός χάριτος που δρόσισε το πρόσωπο της γης.

Ο Χριστός είναι η πηγή της χάριτος, «του ύδατος του αλλομένου εις ζωήν αιώνιον», που ξεδιψά και αρδεύει τις συνεχόμενες από βασανιστική δίψα ψυχές των ανθρώπων. Που μεταβάλλει τους πίνοντας σε πηγές· «Ποταμοί εκ της κοιλίας αυτού ρεύσουσι ύδατος ζώντος». «Και γενήσεται αυτώ πηγή ύδατος αλλομένου εις ζωήν αιώνιον», είπε στη Σαμαρείτιδα. Που μετέτρεψε την έρημο του κόσμου σε θεοφύτευτο παράδεισο αειθαλών δένδρων φυτευμένων παρά τας διεξόδους των υδάτων του αγίου Πνεύματος. Το γόνιμο αυτό θέμα έδωσε νέες αφορμές στην εκκλησιαστική ποίηση και στόλισε την εορτή της Μεσοπεντηκοστής με εξαίρετους ύμνους.

Αυτή με λίγα λόγια είναι η εορτή της Μεσοπεντηκοστής. Η έλλειψη ιστορικού υπόβαθρου της στέρησε τον απαραίτητο εκείνο λαϊκό χαρακτήρα, που θα την έκανε προσφιλή στον πολύ κόσμο. Και το εντελώς θεωρητικό της θέμα δεν βοήθησε τους χριστιανούς, που δεν είχαν τις απαραίτητες θεολογικές προϋποθέσεις, να ξεπεράσουν την επιφάνεια και να εισδύσουν στην πανηγυριζόμενη δόξα του διδασκάλου Χριστού, της Σοφίας και Λόγου του Θεού, της πηγής του ακένωτου ύδατος. Συνέβη με αυτή κάτι ανάλογο με εκείνο που συνέβη με τους περίφημους ναούς της του Θεού Σοφίας, που αντί να τιμώνται στο όνομα του Χριστού ως Σοφίας του Θεού, προς τιμήν του οποίου ανεγέρθησαν, κατάντησαν, για τους ιδίους λόγους, να πανηγυρίζουν στην εορτή της Πεντηκοστής ή του αγίου Πνεύματος ή της αγίας Τριάδος ή των Εισοδίων ή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή και αυτής της μάρτυρος Σοφίας και των τριών θυγατέρων της Πίστεως, Ελπίδος και Αγάπης.

(Ι. Μ. Φουντούλη, «Λογική λατρεία», εκδ. Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών, σ. 108-114) Πηγή: pemptousia.gr https://aktines.blogspot.com/2025/05/blog-post_25.html

Παρασκευή 9 Μαΐου 2025

Η Σωτηρία κατορθώνεται και με τη Χάρη του Θεού και με τη θέληση του ανθρώπου (Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως)

 



(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

 


Περί επιμελείας ψυχής


 

Ομιλία Ζ’



 

«Ουδείς επιγινώσκει τον Υιόν, ει μη ο πατήρ, ουδέ τον πατέρα τις επιγινώσκει ει μη ο Υιός, και ω εάν βούληται ο Υιός αποκαλύψαι»
(Μτ. ια΄ 27)

 

Παρά το γεγονός ότι η θεία φιλανθρωπία είναι άπειρη, και πλούσια η Χάρη του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου, εντούτοις η σωτηρία είναι αδύνατη χωρίς τη συγκατάθεση και τη συνεργασία του ανθρώπου.

Πρώτος αυτός οφείλει να συναισθανθεί ότι αμάρτησε· να μεταμεληθεί, να επιθυμήσει και να επιζητήσει τη σωτηρία του και έτσι η Χάρη να τον επιβραβεύσει με αυτήν.

Διότι η συναίσθηση και η μεταμέλεια, ο πόθος της σωτηρίας και η αναζήτησή της, είναι ένδειξη της επιστροφής προς τον Θεό, είναι σημείο αποστροφής της αμαρτίας και διάθεση ασκήσεως στην αρετή, είναι κατά κάποιο τρόπο επίκληση της θείας ευσπλαχνίας, η οποία βιάζεται να ελεήσει τον παραπλανημένο.

Ώστε για να μας σώσει η Χάρη, πρέπει να θέλουμε να σωθούμε. Γι’ αυτή την αλήθεια δίνουν μαρτυρία οι θείοι Πατέρες της Εκκλησίας.

Ο θείος Χρυσόστομος λέει:
«η Χάρη, παρότι είναι Χάρη, σώζει μόνο αυτούς που το θέλουν».

Επίσης και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος βεβαιώνει:
«το να σωθούμε προϋποθέτει και τη δική μας συμμετοχή και του Θεού»·

και ο Ιουστίνος προσθέτει: «Αν και ο Θεός έπλασε μόνος τον άνθρωπο, δεν σώζει τον άνθρωπο δίχως τη συγκατάθεσή του».

Πλανώνται αυτοί που πιστεύουν ότι ο άνθρωπος μπορεί να σωθεί μόνο με τη Χάρη του Θεού ή μόνο με τη δική του θέληση, δίχως τη θεία Χάρη.

Γιατί η μεν Χάρη, όπως επισημάναμε, δεν σώζει παρά μόνο όσους μετανόησαν και επέστρεψαν στον Κύριο, ενώ η θέληση χωρίς τη Χάρη είναι ανεπαρκής για τη σωτηρία, γιατί ο άνθρωπος αδυνατεί από μόνος του να δικαιώσει τον εαυτό του απέναντι στον Θεό.

Ωστόσο, η αδυναμία του έχει διαπιστωθεί ήδη στα πολλά χρόνια της υποδουλώσεώς του στην αμαρτία και την τυραννία του διαβόλου, χρόνια κατά τα οποία παρέμενε εκεί δουλεύοντας χωρίς τη θέλησή του και στενάζοντας και από αυτή την κατάσταση δεν μπόρεσε να τον ελευθερώσει ούτε η εξέλιξή του ούτε η σοφία του ούτε τίποτα άλλο.

Για τη δύναμη της ανθρώπινης θελήσεως ως μόνης ικανής για τη σωτηρία, πρώτος εγνωμάτευσε ο Πελάγιος, κατά τις αρχές του 5ου μ.Χ. αιώνα, και οι Πελαγιανοί, που τον ακολούθησαν. Για τη δύναμη της θείας Χάριτος ως της μόνης που σώζει τον άνθρωπο αποφάνθηκαν καταπολεμώντας τον Πελάγιο δύο σπουδαίοι Πατέρες της Δυτικής Εκκλησίας, ο ιερός Αυγουστίνος και ο Ιερώνυμος, ζητώντας την αποκήρυξη της εσφαλμένης διδασκαλίας του Πελαγίου.

Ωστόσο, σύνολη η Εκκλησία, αφού βάδισε τη μέση οδό, κήρυξε και τις δύο πλευρές λανθασμένες και δογμάτισε ότι «η σωτηρία του ανθρώπου κατορθώνεται με τη θεία Χάρη και με τη θέληση και τη συνεργασία του ιδίου».

Η γνώμη της Εκκλησίας είναι η μόνη ορθή και σύμφωνη με τις Άγιες Γραφές. Από αυτές τις Άγιες Γραφές παρουσιάζεται ότι απαιτούνται και τα δύο, και η Χάρη και η συγκατάθεση του ανθρώπου, για τη σωτηρία του.

Από τα ίδια τα λόγια του Σωτήρα θεωρείται δεδομένη η ανάγκη συνυπάρξεως και των δύο.

Ο Κύριος ερχόμενος για τη σωτηρία του ανθρώπινου γένους, δεν τους έσωζε όλους, παρόλο που ήθελε να σωθούν όλοι και να έλθουν στην επίγνωση της αλήθειας, αλλά μόνο αυτούς που τον ακολουθούσαν· γι’ αυτό όταν κήρυττε τους έλεγε: «όποιος θέλει να με ακολουθήσει, πρέπει να απαρνηθεί τον εαυτό του» για τη σωτηρία απαιτούσε αυταπάρνηση, η οποία είναι αδύνατον να συμβεί δίχως τη συγκατάθεση και την ατομική θέληση.

Επίσης, κηρύττει σ’ αυτούς που αποδέχονται τη σωτηρία ως προερχόμενη από την εκτέλεση των έργων του νόμου, δηλαδή από την ανθρώπινη θέληση και μόνο, λέγοντας: «Εγώ είμαι η θύρα· από μένα εάν κάποιος εισέλθει θα σωθεί» (Ιωάν. ι’ 9) και «χωρίς εμένα δεν μπορείτε τίποτα να κάνετε» (Ιωάν. ιε΄ 5), από τα οποία φανερώνεται η ανάγκη της συνυπάρξεως αμφοτέρων.

Στη σωτηρία λοιπόν του ανθρώπου συνεργούν συγχρόνως και η Χάρη του Θεού και η θέληση του ανθρώπου.

Η μεν Χάρη του Θεού προσκαλεί, διαφωτίζει τον νου και την καρδιά, η δε θέληση συνεργεί στη διάνοιξη των οφθαλμών και την κάθαρση της καρδιάς. Η σωτηρία λοιπόν ξεκινάει από τη Χάρη, μορφοποιείται από τη θέληση και τελειοποιείται από τη Χάρη η οποία τη στεφανώνει.

Η παραβολή του Σπορέα είναι πρόσφορο παράδειγμα. Ο σπορέας έσπειρε, η αγαθή γη δέχθηκε, ο δε Θεός αύξησε και ευλόγησε. Ώστε είναι ανάγκη να θέλουμε να σωθούμε, για να σωθούμε από τη Χάρη του Θεού.

 

Απόσπασμα από το βιβλίο του Αγίου Νεκταρίου, «Περί επιμελείας ψυχής», των εκδόσεων Άθως. Απόδοση στα Νέα Ελληνικά Ευανθία Χατζή, επιμέλεια κειμένου, επίμετρο Γιώργος Μπάρλας.

https://www.pemptousia.gr/2024/05/sti-sotiria-tou-anthropou-sinergoun-sigchronos-ke-i-chari-tou-theou-ke-i-thelisi-tou-anthropou/

Τρίτη 6 Μαΐου 2025

«Ο Άγιος Γεώργιος και το σφουγγάτο»

 

   images   Στην Παφλαγονία ήταν ναός του μεγαλομάρτυρος Γεωργίου, μικρός και χαλασμένος, ο δε άγιος θέλοντας να ανακαινίσει τον ναόν του να τι σκέφτηκε. Στο μαχαλά εκείνο που ήταν ο ναός, εβγήκαν μια μέρα εορτάσιμη τα παιδιά της γειτονιάς να παίξουν. Άλλα νικούσαν στο τρέξιμο, άλλα στο πάλαισμα και άλλα πάλι σε άλλα παιχνίδια. Ένα όμως από εκείνα τα παιδιά δεν μπορούσε να νικήσει κανέναν. Και στο πάλαισμα εκείνο ήταν αποκάτω και στο εκείνο ήταν οπίσω απ’ όλα. Τ’ άλλα παιδιά, όπως είναι συνήθειά τους, άρχισαν και το αναγελούσαν που δεν νικούσε κανένα. Αυτό από την εντροπή του και την λύπην του εγύρισε και βλέπει τον ναόν του Αγίου Γεωργίου και λέγει:

«Άγιε μου Γεώργιε, βοήθει με να νικήσω, κι εγώ να σε φέρω ένα σφουγγάτον καλόν».

Το δε σφουγγάτον ηξεύρετε τι είναι;

DSCN6473Αυγά συντριμμένα και τηγανισμένα με κρομμύδια κι άλλα μυρωδικά. […] Τότε τρέχει στο σπίτι του και κάμνει το σφουγγάτον όπου έταξεν. Έπειτα έβαλέ το σε μια μικρή γαβάθα και πήγε το, ζεστό, μπροστά στην εικόνα του αγίου. Την ώραν που το άφησεν το παιδίον, ήρθαν τρεις ναύτες να προσκυνήσουν την εικόνα του αγίου. Σαν είδαν το σφουγγάτον ζεστόν οπού άχνιζε και εμύριζεν, είπαν μεταξύ τους:

«Ελάτε να φάμε το σφουγγάτον αυτό, γιατί δεν το τρώει ο Άγιος Γεώργιος. Και αντί για αυτό θα αγοράσουμε λάδι και κεριά να φέρουμε, όσα αξίζει το σφουγγάτον».

Εκάθισαν λοιπόν και έφαγάν το. Κι όταν έκαμαν να έβγουν, εκόλλησαν μπροστά στα μάρμαρα της εικόνας του αγίου και δεν ημπορούσαν να έβγουν. Κράζουσι μεγαλοφώνως: «Άγιε Γεώργιε, βοήθει μας και να σε το ανταμείψωμεν». Και πάλι όμως δεν ημπορούσαν να έβγουν και είπαν: «Άγιε Γεώργιε, βοήθει μας να ξεκολλήσωμε και να σε δώσωμεν καθένας από ένα φλωρίον!»

Τότε ο άγιος τους άφησε και εβγήκαν, και σαν βγήκαν, στάθηκαν έξω απ’ την εκκλησία και είπαν: «Άγιε Γεώργιε, ακριβά πουλείς τα εύγευστα σφουγγάτα σου και εμείς πλέον από εσένα τίποτες πούλημα να μην αγοράσωμεν!»

(Από το βιβλίο «Πρόσκληση σε γεύμα» της Ελένης Σταμπόγλη, σειρά: Στους δρόμους του Βυζαντίου(1), εκδ. Καλειδοσκόπιο)

Πέμπτη 1 Μαΐου 2025

«Γνώρισε τόν Δημιουργό σου, ἀγαπητέ ἀδελφέ» (Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς)

 


Μο γράφεις τι ν τέλει πρέπει νά πάρχει «κάτι». Διάβασες, λές, να βιβλίο νός μεγάλου στρονόμου περί στέρων καί πέπεσε στήν ντίληψή σου σχυρισμός ατο το λαμπρο πιστήμονα: «Χωρίς τόν Θεό τίποτα στόν κόσμο δέν μπορε νά κατανοηθε οτε νά ξηγηθε». ξ ατο δηγήθηκες στό συμπέρασμα τι «κάτι» πάρχει.

πλά πές πάρχει Θεός καί νά εσαι χαρούμενος. τσι μιλον πολλοί μορφωμένοι νθρωποι: πάρχει «κάτι»! λλά άν μείνεις ς τό τέλος τς ζως σου σ’ ατήν τήν κφραση, λη σου ζωή θά εναι να τίποτα. 

Γνώρισε τόν Δημιουργό σου, γαπητέ δελφέ. Ατό εναι πιό σημαντικό πό τή γνώση τν δημιουργημάτων Του. Μήν παραμένεις στήν κοινωνία κείνων γιά τούς ποίους πόστολος Παλος λυπται λέγοντας: «σεβάσθησαν καί λάτρευσαν τ κτίσει παρά τόν κτίσαντα» (Ρωμ. 1,25).

ψιστος καλλιτέχνης στέκει δίπλα στά ργα Του. σύ κοιτάζεις πιό πολύ τίς καλλιτεχνικές δημιουργίες Του, ο ποες μέχρις νός σημείου νοίγουν τά μάτια καί κατόπιν τυφλώνουν. Γιατί δέν πλησιάζεις τόν Καλλιτέχνη καί δέν Τόν γνωρίζεις καί δέν Το συστήνεσαι; 

Χριστός γι’ ατό ρθε στόν κόσμο, γιά νά σο πλώσει τό χέρι καί νά σέ δηγήσει. ποιος δέν πλησιάζει κοντά Του, δέν Το συστήνεται καί δέν ποκλίνεται σ’ Ατόν, δέν θά γίνει δεκτός οτε κν στήν αλή Του στούς ορανούς. 

  

(πό τό βιβλίο το γίου Νικολάου Βελιμίροβιτς «Δρόμος δίχως Θεό δέν ντέχεται», Εκδόσεις “Εν Πλω”)

https://alopsis.gr