Σάββατο 17 Μαΐου 2025

Κυριακή τῆς Σαμαρείτιδος (Ἀρχιμ.Ζαχαρίας Ζάχαρου)

 Use Up/Down Arrow keys to increase or decrease v

 

Χρωστᾶμε μεγαλύτερη τιμὴ στόν ἄλλο, ὅπως ὁ Χριστὸς ἀπέδωσε στήν Ἐκκλησία

 

Στήν εὐαγγελική περικοπή, τῆς Κυριακῆς  τῆς Σαμαρείτιδος, βλέπουμε τήν δίψα τοῦ Θεοῦ γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καὶ τήν δίψα τοῦ ἀνθρώπου γιά τὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ. Διακρίνουμε τὸ μεγαλεῖο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ποὺ κενώνεται καὶ κυνηγάει τὸν ἄνθρωπο σὲ ὅλους τοὺς δρόμους τῆς ζωῆς του καὶ τὸ μέγαλεῖο τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ἀπὸ τὴν ἐσχάτη πτώση, μπορεῖ, ὅταν συνεργήσει μέ τὸν Θεό, νά ἀνέβει σὲ ὕψη ἀγγελικά.

Γιά τοὺς Ἰουδαίους οἱ Σαμαρεῖτες ἦταν μιαροὶ καὶ αἱρετικοί. Ἰδιαίτερα ἡ συνομιλία μέ γυναῖκα Σαμαρείτιδα θεωρεῖτο κάτι ἄκρως ὑποτιμητικό. Ὁ Χριστὸς ἔκανε τὴν ὑπέρβαση καὶ ὑπέδειξε ὅτι ἐκεῖνο πού διακρίνει τοὺς ἀνθρώπους εἶναι τὸ πνευματικὸ τους χάρισμα. Ὅταν ἐνεργεῖ ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, κάθε εἶδος ἀνθρωπίνης διακρίσεως καταργεῖται. Ἔθνος τῶν Χριστιανῶν δέν εἶναι οἱ Ἕλληνες ἤ οἱ Ῥῶσοι ἤ οἱ Ῥουμάνοι, ἀλλὰ ὅσοι ἔχουν λάβει τὸ ἅγιο Βάπτισμα. Ἔχοντας ἐνδυθεῖ τὸν Χριστό, καθίστανται «γένος ἐκλεκτόν, βασίλειον ἱεράτευμα, ἔθνος ἅγιον, λαὸς εἰς περιποίησιν».

Ὁ Χριστὸς στήν πορεία Του ἀπὸ τὴν Ἰουδαία πρὸς τήν Γαλιλαία διάβηκε ἀπὸ τήν Σαμάρεια. Ἐνῶ κάθισε νά ἀναπαυθεῖ στό πηγάδι τοῦ Ἰακὼβ περιμένοντας τοὺς μαθητὲς Του νά ἀγοράσουν τρόφιμα, ἦλθε μιά γυναῖκα Σαμαρείτιδα μέ ἀτασθαλὴ βίο νά ἀντλήσει νερό. Ὁ Παντογνώστης Κύριος πού πεινᾶ καὶ διψᾶ μέχρι θανάτου γιά τήν σωτηρίᾳ τοῦ κάθε ἀνθρώπου, ταπεινώθηκε μπροστὰ στήν γυναῖκα αὐτὴ καὶ τῆς εἶπε: «Δός μοι πιεῖν». Ἐπιθυμώντας νά θεραπεύσει τίς πληγές πού τῆς εἶχε προξενήσει ἡ ἁμαρτία, τὴν τίμησε, γιά νά ἀποκαταστήσει τὴν ἀξιοπρέπειά της καὶ νά τὴν προετοιμάσει νά προσλάβει τὴν ἀποκάλυψη τῆς ἀληθείας Του.

Στήν ἔκπληξη τῆς γυναίκας πού τῆς ἀπηύθυνε λόγο ἕνας Ἰουδαῖος ῥαββῖνος, ὁ Κύριος ἄρχισε νά τῆς μιλᾶ γιά τὸ «ὕδωρ τὸ ζῶν», τήν δωρεά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ παράδοξος λόγος τοῦ Κυρίου στόχευε νά διεγείρει στήν Σαμαρείτιδα πνευματικὴ ἔνταση καὶ διάθεση συνεργείας γιά τὸ θαῦμα πού θὰ ἐπιτελεῖτο, τὴν ἀνακαίνιση τῆς ψυχῆς της, τήν μεταποίηση μιᾶς γυναίκας αἱρετικῆς καὶ διαβεβλημένης στήν ἁγία μάρτυρα καὶ ἰσαπόστολο Φωτεινή. Στήν συνέχεια, γνωρίζοντας ὁ Χριστὸς ὅτι γιά νά δεχθεῖ ἡ γυναῖκα τὴν ἄφθαρτη δωρεὰ τοῦ Πνεύματος, ἔπρεπε νά προσέλθει μέ καθαρή καρδία, μὲ πολὺ λεπτὸ τρόπο, χωρὶς νά τὴν κατακρίνει, ἄρχισε νά ἐλέγχει τήν βιοτήν της.

Ὑπάρχει ἔλεγχος πού ἐξουθενώνει καὶ συντρίβει, καὶ ἔλεγχος προφητικός, ποὺ ἀναγεννᾷ καὶ ἐμπνέει. Ὅταν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἐνεργεῖ, φωτίζει καὶ ἀποκαλύπτει τὴν ἁμαρτία τοῦ ἀνθρώπου, συγχρόνως ὅμως τὸν θεραπεύει. Ὁ ἔλεγχος αὐτὸς πρόκειται μᾶλλον γιά προφητικὴ ῥήση, ἡ ὁποία φωτίζει τὸν ἀκροατή νά ἀσπασθεῖ οἰκειοθελῶς τὸν λόγο αὐτὸν καὶ νά ἀναλάβει τὴν ἐκπλήρωσή του μέ ἔμπνευση.

Τὰ παθήματα πού ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει νά πλήξουν τὸν ἀνθρωπο καὶ ἡ παιδεία Του δέν εἶναι ἐκδίκηση ἤ τιμωρία. Ἀντιθέτως, εἶναι ἡ ἔκφραση τοῦ πόθου Του νά φέρει τὸν ἀποστάτη τῆς χάριτός Του σὲ κατάσταση πού νά μπορεῖ νά δεχθεῖ τήν δωρεά Του, νά τὴν ἐκτιμήσει, νά τήν διαφυλάξει καὶ νά τὴν πολλαπλασιάσει πρὸς σωτηρία δικὴ του καὶ τῶν συνανθρώπων του.

Ὅταν ὁ Κύριος ζήτησε ἀπὸ τήν Σαμαρείτιδα νά φωνάξει τὸν ἄνδρα της, ἐκείνη προσπάθησε νά συγκαλύψει τὴν ἀλήθεια τῶν ἁμαρτιῶν της. Ὡστόσο, ὁ Χριστὸς δέν τὴν ἐξευτέλισε, ἀλλὰ τίμησε τήν μικρή δόση ἀληθείας πού περικλειόταν στό ψεῦδος της, ἐπαναλαμβάνοντας μέ ἔμφαση, «καλῶς εἶπας» καί, «τοῦτο ἀληθῶς εἴρηκας». Ὁ Κύριος δέχθηκε καὶ καλλιέργησε τὸ σπέρμα τῆς ἀληθείας τῆς Σαμαρείτιδας, ὥσπου ὡρίμασε καὶ ἐξελίχθηκε σὲ ἐπίγνωση τῆς Ἀληθείας Του.

Ἡ καρδία της ἀλλοιώθηκε καὶ ὁ νοῦς της ἄνοιξε ἀπὸ τὴν ἐνέργεια τῆς παρουσίας καὶ τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου. Ἄρχισε νά ἀναζητᾶ ὀρθὸ προσανατολισμό, γιά νά καθορίσει τὴν πορεία της. Παρόλη τὴν ἠθικὴ ἀκαταστασία τῆς ζωῆς της, ἡ Σαμαρείτιδα εἶχε δίψα Θεοῦ καὶ θεολογικὲς σκέψεις, ποὺ «ὡς ὀσμὴ εὐωδίας» εἵλκυσαν τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ νά ἐπαναπαυθεῖ ἐπάνω της, ὥστε νά δεχθεῖ τὴν ὕψιστη ἀποκάλυψη ἀπὸ τὸν Κύριο Ἰησοῦ: «Ἐγώ εἰμι ὁ Μεσσίας».

Ὁ Θεὸς δέν κατανοεῖται μέ τὸν νοῦ, ἀλλὰ πείθει μέ τὴν παρουσία Του. Ὁ λόγος τῆς χάριτός Του γίνεται νόμος ζωῆς, «ἐγγεγραμμένος ἐν πλαξὶ καρδίαις σαρκίναις». Ἡ Σαμαρείτιδα προσδοκοῦσε τὸν ἐρχομὸ τοῦ Μεσσία. Ἡ ἐπαφή μέ τὸν Κύριο φώτισε τὸν νοῦ καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο πλάτυνε τὴν καρδία της. Στήν κλήση τοῦ Χριστοῦ ἀνταποκρίθηκε ὅπως καὶ οἱ Ἀπόστόλοι. Ἄφησε τὰ πάντα καὶ ἔδραμε νά εὐαγγελισθεῖ στούς ὁμοεθνεῖς της ὅτι «ηὗρε τὸν Μεσσίαν».

Ἡ ἀφήγηση αὐτὴ δείχνει εὐκρινῶς πῶς ἀνυψώνεται ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου σταδιακὰ πρὸς τὴν ἀληθινὴ θεογνωσία, ἀπὸ τήν στιγμή πού θὰ δεχθεῖ τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ. Κατ’ ἀρχὰς αἰσθάνεται στήν καρδία του τήν θεϊκὴ δύναμη τοῦ λόγου αὐτοῦ καὶ ἡ πίστη του κραταιώνεται. Στήν συνέχεια ἀναζητᾶ τὸν ὀρθὸ δόγμα, τὸ ὁποῖο καθαίρει τὸν ἐσωτερικὸ του ὀφθαλμό, καὶ ἔτσι ἀρχίζει νά διακρίνει τήν μορφή τοῦ Κυρίου. Ὅταν ὁμολογεῖ τὴν ἀλήθειά Του, Φῶς ἐκχέεται στήν ψυχὴ του πού τὸν καθιστᾶ τέκνον ἡμέρας. Τότε ἐνώνεται μέ τὸν Θεό πού πρῶτος τὸν ἀγάπησε καὶ τὸν τίμησε καὶ Τὸν λατρεύει «ἐν Πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ».

Ἐπιπλέον, ὁ τρόπος συνδιαλλαγῆς τοῦ Χριστοῦ μέ τήν γυναῖκα αὐτὴ δίνει ὑπόδειγμα προφητικῆς συναναστροφῆς μέ τοὺς συνανθρώπους μας. Ὁ Χριστὸς πρῶτα τίμησε τήν Σαμαρείτιδα, στήν συνέχεια τὴν ἔλεγξε μέ εὐγένεια ψυχῆς, καὶ ὅταν αὐτὴ δέχθηκε τὴν παιδεία Του καὶ ὁ νοῦς της μετατέθηκε σὲ πνευματικὰ νοήματα, τῆς ἀποκάλυψε ἀφ’ ἑνός ὅτι Αὐτὸς ἦταν ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας καὶ ἀφ’ ἑτέρου τήν γνήσια λατρεία τοῦ Θεοῦ «ἐν Πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ».

Γιά τοὺς Προφῆτες ὅλων τῶν γενεῶν ἀναφύεται τὸ πρόβλημα, πὼς νά μεταδώσουν στούς συνανθρώπους τους τὴν ἀλήθεια πού γνώρισαν. Συχνὰ προσποιοῦνται ὅτι ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ κάτι πού ὁ ἄλλος μπορεῖ νά τοὺς προσφέρει, ὥστε νά βάλουν τὸν ἑαυτὸ τους χαμηλότερα, καὶ ἔτσι νά τοῦ μεταδώσουν χάρισμα πνευματικό.

Ὅλη ἡ ἐπίγεια ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, ὅπως διαγράφεται στήν Γραφή, μαρτυρεῖ ὅτι, ὁ Κύριος «οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι καὶ δοῦναι τὴν ζωὴν Αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν». Διδάσκει ἔμπρακτα τὸν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Τῇ ταπεινοφροσύνῃ ἀλλήλους ἡγούμενοι ὑπερέχοντας ἑαυτῶν».

Ὁ Παντοδύναμος Κύριος σὲ κάθε ἐπαφὴ Του μέ τοὺς ἀνθρώπους ἔβαζε τὸν Ἑαυτὸ Του κάτω ἀπὸ τὸν συνομιλητὴ Του, γιά νά τὸν φέρει σὲ φιλότιμο, νά ἀνοίξει ἡ καρδία του στόν Θεῖο λόγο, καὶ ἔτσι νά μπορέσει νά τοῦ μεταδώσει καινότητα ζωῆς. Δέν ἐπιτίμησε τὸν Ναθαναήλ πού Τὸν προσέγγισε μέ αὐθάδεια, ἀντιθέτως, τὸν τίμησε, καὶ τὸν ἔκανε Ἀπόστολο. Δέν ἐπέπληξε τὸν Νικόδημο γιά τήν δειλία του, ὅταν ἦλθε σὲ Αὐτὸν κρυφά, γιά νά μὴν χάσει τὴν κοινωνικὴ του θέση. Τὸν τίμησε μέ τὴν ἀποκάλυψη τῆς ἀληθείας Του καὶ ὁ Νικόδημος ἔγινε μαθητὴς Του, κρυφός μέν, ἀλλὰ ἔχοντας πιστότητα μέχρι θανάτου. Δέν μέμφθηκε τήν Σαμαρείτιδα γιά τὸν ἄστατο βίο της οὔτε γιά τὸ ψέμμα πού Τοῦ εἶπε. Σὲ κάθε στάδιο τῆς συνομιλίας Του μαζὶ της οὐδέποτε τῆς ἐπέβαλε τήν Θεία βουλή, ἀφήνοντάς την ἐλεύθερη νά δεχθεῖ τήν δωρεά Του ἤ ὄχι. Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο τὴν τίμησε, τὴν ἀποκατάστησε στήν ἀξιοπρέπεια τοῦ κατ’ εἰκόνα Θεοῦ προσώπου, καὶ τὴν ἀνύψωσε στό ἀξίωμα τοῦ Ἀποστόλου καὶ τοῦ Μάρτυρα.

Ὁ Χριστιανισμὸς δέν εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς πολλοὺς ἐπίγειους ὀργανισμούς. Εἶναι παράδοξη βιοτή, μίμηση τοῦ ἀγγελικοῦ βίου. Ἡ στάση τοῦ Κυρίου εἶναι τὸ ὑπόδειγμα γιά τοὺς πιστούς, ἰδιαίτερα γιά ὅσους ἐπωμίζονται ποιμαντικὴ διακονία μέσα στήν Ἐκκλησία. Οἱ ἰσχυροὶ ὀφείλουν νά βαστάζουν τὰ βάρη τῶν ἀδυνάτων, νά ταπεινώνονται μπροστὰ σὲ ὅλους, ὅπως καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, γιά νά σώσουν μερικούς. Ἡ ἐξουσία πού τοὺς δίνεται δέν εἶναι γιά νά συντρίψουν τὸν ἄλλο, ἀλλὰ γιά νά τὸν παρηγορήσουν, νά τὸν ἐνισχύσουν, νά τὸν ἐμπνεύσουν, νά τὸν ἀναγεννήσουν μέ τὸν λόγο τους, νά τὸν καταρτίσουν, νά τὸν οἰκοδομήσουν διακονώντας τήν σωτηρίᾳ του.

Ἀρχιμ.Ζαχαρίας Ζάχαρου

https://www.imaik.gr/

Τετάρτη 14 Μαΐου 2025

Τί εορτάζουμε τη Μεσοπεντηκοστή;


 


      Ιωάννης Μ. Φουντούλης, Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (+)

     Σε λίγους πιστούς είναι γνωστή η εορτή, αυτή. Εκτός από τους ιερείς και μερικούς άλλους χριστιανούς, που έχουν ένα στενότερο σύνδεσμο με την Εκκλησία μας, οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν καν την ύπαρξή της. Λίγοι είναι εκείνοι που εκκλησιάζονται κατ’ αύτη και οι περισσότεροι δεν υποπτεύονται καν, ότι την Τετάρτη μετά την Κυριακή του Παραλύτου πανηγυρίζει η Εκκλησία μία μεγάλη δεσποτική εορτή, την εορτή της Μεσοπεντηκοστής. Και όμως κάποτε αυτή η εορτή ήταν η μεγάλη εορτή της Μεγάλης Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως και συνέτρεχαν κατ’ αυτή στον μεγάλο ναό πλήθη λαού.

Δεν έχει κανείς παρά να ανοίξει την Έκθεση της Βασιλείου Τάξεως του Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου για να δει το επίσημο τυπικό του εορτασμού, όπως ετελείτο μέχρι την Μεσοπεντηκοστή του έτους 903 στον ναό του αγίου Μωκίου στην Κωνσταντινούπολη μέχρι δηλαδή την ημέρα που έγινε η απόπειρα κατά της ζωής του αυτοκράτορα Λέοντος ς΄ του Σοφού (11 Μαΐου 903). Εκεί υπάρχει μία λεπτομερής περιγραφή του λαμπρού πανηγυρισμού, που καταλαμβάνει ολόκληρες σελίδες και καθορίζει με την γνωστή παράξενη βυζαντινή ορολογία, πως ο αυτοκράτορας το πρωί της εορτής με τα επίσημα βασιλικά του ενδύματα και την συνοδεία του ξεκινούσε από το ιερό παλάτι για να μεταβεί στον ναό του αγίου Μω­κίου. όπου θα ετελείτο η θεία λειτουργία.

Σε λίγο έφθανε η λιτανεία με επί κεφαλής τον πατριάρχη, και βασιλιάς και πατριάρχης εισέρχονταν επισήμως στον ναό. Η θεία λειτουργία ετελείτο με την συνήθη στις μεγάλες εορτές βυζαντινή μεγαλοπρέπεια. Μετά από αυτήν ο αυτοκράτορας παρέθετε πρόγευμα, στο οποίο παρεκάθητο και ο πατριάρχης. Και πάλι ο βασιλιάς υπό τις επευφημίες του πλήθους «Εις πολλούς και αγαθούς χρόνους ο Θεός αγάγοι την βασιλείαν υμών» και με πολλούς ενδιάμεσους σταθμούς επέστρεφε στο ιερό παλάτι.

Αλλά και στα σημερινά μας λειτουργικά βιβλία, στο Πεντηκοστάριο, βλέπει κανείς τα ίχνη της παλαιάς της λαμπρότητας. Παρουσιάζεται σαν μία μεγάλη δεσποτική εορτή, με τα εκλεκτά της τροπάρια και τους διπλούς της κανόνες, έργα των μεγάλων υμνογράφων, του Θεοφάνους και του Ανδρέου Κρήτης, με τα αναγνώσματά της και την επίδρασή της στις προ και μετά από αυτήν Κυριακές και με την παράταση του εορτασμού της επί οκτώ ημέρες κατά τον τύπο των μεγάλων εορτών του εκκλησιαστικού έτους.

Ποιό όμως είναι το θέμα της ιδιορρύθμου αυτής εορτής; Όχι πάντως κανένα γεγονός της ευαγγελικής ιστορίας. Το θέμα της είναι καθαρά εορτολογικό και θεωρητικό. Η Τετάρτη της Μεσοπεντηκοστής είναι η 25η από του Πάσχα και η 25η προ της Πεντηκοστής ημέρα. Σημειώνει το μέσον της περιόδου των 50 μετά το Πάσχα εορτάσιμων ημερών. Είναι δηλαδή ένας σταθμός, μία τομή.

Χωρίς δηλαδή να έχει δικό της θέμα η ημέρα αυτή συνδυάζει τα θέματα, του Πάσχα αφ’ ενός και της επιφοιτήσεως του αγίου Πνεύματος αφ’ ετέρου, και «προφαίνει» τη δόξα της αναλήψεως του Κυρίου, που θα εορταστεί μετά από 15 ημέρες. Ακριβώς δε αυτό το μέσον των δύο μεγάλων εορτών έφερνε στο νου και ένα εβραϊκό επίθετο του Κυρίου, το «Μεσ­σίας». Μεσσίας στα ελληνικά μεταφράζεται Χριστός. Αλλά ηχητικά θυμίζει το μέσον. Έτσι και στα τροπάρια και στο συναξάριο της ημέρας η παρετυμολογία αυτή γίνεται αφορμή να παρουσιασθεί ο Χριστός σαν Μεσσίας -μεσίτης Θεού και ανθρώπων, «μεσίτης και διαλλάκτης ημών και του αιωνίου αυτού Πατρός». «Διά ταύτην την αιτίαν την παρούσα εορτή εορτάζοντες και Μεσοπεντηκοστήν ονομάζοντες τον Μεσσίαν ανυμνούμεν Χριστόν», σημειώνει ο Νικηφόρος Ξανθόπουλος στο συναξάριο.

Σ’ αυτό βοήθησε και η ευαγγελική περικοπή, που επελέγη για την ημέρα αυτή. Μεσούσης της εορτής του ιουδαϊκού Πάσχα ο Χριστός ανεβαίνει στο ιερό και διδάσκει. Η διδασκαλία Του προκαλεί τον θαυμασμό, αλλά και ζωηρή αντιδικία μεταξύ αυτού και του λαού και των διδασκάλων. Είναι Μεσσίας ο Ιησούς ή δεν είναι; Είναι η διδασκαλία Του εκ Θεού ή δεν είναι; Νέο λοιπόν θέμα προστίθεται: ο Χριστός είναι ο διδάσκαλος. Αυτός που ενώ δεν έμαθε γράμματα κατέχει το πλήρωμα της σοφίας, γιατί είναι η Σοφία του Θεού που κατασκεύασε τον κόσμο. Ακριβώς από αυτόν τον διάλογο εμπνέεται μεγάλο μέρος της υμνογραφίας της εορτής. Εκείνος που διδάσκει στο ναό, στο μέσον των διδασκάλων του ιουδαϊκού λαού, στο μέσον της εορτής, είναι ο Μεσσίας, ο Χριστός, ο Λόγος του Θεού. Αυτός που αποδοκιμάζεται από τους δήθεν σοφούς του λαού Του είναι η του Θεού Σοφία.

Λίγες σειρές πιο κάτω στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη, αμέσως μετά την περικοπή που περιλαμβάνει τον διάλογο του Κυρίου με τους Ιουδαίους «της εορτής μεσούσης», έρχεται ένας παρόμοιος διάλογος, που έγινε μεταξύ του Χριστού και των Ιουδαίων «τη εσχάτη ημέρα τη μεγάλη της εορτής», δηλαδή κατά την Πεντηκοστή. Αυτός αρχίζει με μία φράση του Κυρίου– «Εάν τις διψά, ερχέσθω προς με και πινέτω· ο πιστεύων εις εμέ, καθώς είπεν η γραφή, ποταμοί εκ της κοιλίας αυτού ρεύσουσιν ύδατος ζώντος». Και σχολιάζει ο ευαγγελιστής· «Τούτο δε είπε περί του Πνεύματος, ου έμελλον λαμβάνειν οι πιστεύοντες εις αυτόν».

Δεν έχει σημασία, ότι οι λόγοι αυτοί του Κυρίου δεν ελέχθησαν κατά την Μεσοπεντηκοστή, αλλά λίγες ημέρες αργότερα. Ποιητική αδεία μπήκαν στο στόμα του Κυρίου στην ομιλία Του κατά την Μεσοπεντηκοστή. Ταίριαζαν εξάλλου τόσο πολύ με το θέμα της εορτής. Δεν μπορούσε να βρεθεί πιο παραστατική εικόνα για να δειχθεί ο χαρακτήρας του διδακτικού έργου του Χριστού. Στο διψασμένο ανθρώπινο γένος η διδασκαλία του Κυρίου ήλθε σαν ύδωρ ζων, σαν ποταμός χάριτος που δρόσισε το πρόσωπο της γης.

Ο Χριστός είναι η πηγή της χάριτος, «του ύδατος του αλλομένου εις ζωήν αιώνιον», που ξεδιψά και αρδεύει τις συνεχόμενες από βασανιστική δίψα ψυχές των ανθρώπων. Που μεταβάλλει τους πίνοντας σε πηγές· «Ποταμοί εκ της κοιλίας αυτού ρεύσουσι ύδατος ζώντος». «Και γενήσεται αυτώ πηγή ύδατος αλλομένου εις ζωήν αιώνιον», είπε στη Σαμαρείτιδα. Που μετέτρεψε την έρημο του κόσμου σε θεοφύτευτο παράδεισο αειθαλών δένδρων φυτευμένων παρά τας διεξόδους των υδάτων του αγίου Πνεύματος. Το γόνιμο αυτό θέμα έδωσε νέες αφορμές στην εκκλησιαστική ποίηση και στόλισε την εορτή της Μεσοπεντηκοστής με εξαίρετους ύμνους.

Αυτή με λίγα λόγια είναι η εορτή της Μεσοπεντηκοστής. Η έλλειψη ιστορικού υπόβαθρου της στέρησε τον απαραίτητο εκείνο λαϊκό χαρακτήρα, που θα την έκανε προσφιλή στον πολύ κόσμο. Και το εντελώς θεωρητικό της θέμα δεν βοήθησε τους χριστιανούς, που δεν είχαν τις απαραίτητες θεολογικές προϋποθέσεις, να ξεπεράσουν την επιφάνεια και να εισδύσουν στην πανηγυριζόμενη δόξα του διδασκάλου Χριστού, της Σοφίας και Λόγου του Θεού, της πηγής του ακένωτου ύδατος. Συνέβη με αυτή κάτι ανάλογο με εκείνο που συνέβη με τους περίφημους ναούς της του Θεού Σοφίας, που αντί να τιμώνται στο όνομα του Χριστού ως Σοφίας του Θεού, προς τιμήν του οποίου ανεγέρθησαν, κατάντησαν, για τους ιδίους λόγους, να πανηγυρίζουν στην εορτή της Πεντηκοστής ή του αγίου Πνεύματος ή της αγίας Τριάδος ή των Εισοδίων ή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή και αυτής της μάρτυρος Σοφίας και των τριών θυγατέρων της Πίστεως, Ελπίδος και Αγάπης.

(Ι. Μ. Φουντούλη, «Λογική λατρεία», εκδ. Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών, σ. 108-114) Πηγή: pemptousia.gr https://aktines.blogspot.com/2025/05/blog-post_25.html

Παρασκευή 9 Μαΐου 2025

Η Σωτηρία κατορθώνεται και με τη Χάρη του Θεού και με τη θέληση του ανθρώπου (Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως)

 



(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

 


Περί επιμελείας ψυχής


 

Ομιλία Ζ’



 

«Ουδείς επιγινώσκει τον Υιόν, ει μη ο πατήρ, ουδέ τον πατέρα τις επιγινώσκει ει μη ο Υιός, και ω εάν βούληται ο Υιός αποκαλύψαι»
(Μτ. ια΄ 27)

 

Παρά το γεγονός ότι η θεία φιλανθρωπία είναι άπειρη, και πλούσια η Χάρη του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου, εντούτοις η σωτηρία είναι αδύνατη χωρίς τη συγκατάθεση και τη συνεργασία του ανθρώπου.

Πρώτος αυτός οφείλει να συναισθανθεί ότι αμάρτησε· να μεταμεληθεί, να επιθυμήσει και να επιζητήσει τη σωτηρία του και έτσι η Χάρη να τον επιβραβεύσει με αυτήν.

Διότι η συναίσθηση και η μεταμέλεια, ο πόθος της σωτηρίας και η αναζήτησή της, είναι ένδειξη της επιστροφής προς τον Θεό, είναι σημείο αποστροφής της αμαρτίας και διάθεση ασκήσεως στην αρετή, είναι κατά κάποιο τρόπο επίκληση της θείας ευσπλαχνίας, η οποία βιάζεται να ελεήσει τον παραπλανημένο.

Ώστε για να μας σώσει η Χάρη, πρέπει να θέλουμε να σωθούμε. Γι’ αυτή την αλήθεια δίνουν μαρτυρία οι θείοι Πατέρες της Εκκλησίας.

Ο θείος Χρυσόστομος λέει:
«η Χάρη, παρότι είναι Χάρη, σώζει μόνο αυτούς που το θέλουν».

Επίσης και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος βεβαιώνει:
«το να σωθούμε προϋποθέτει και τη δική μας συμμετοχή και του Θεού»·

και ο Ιουστίνος προσθέτει: «Αν και ο Θεός έπλασε μόνος τον άνθρωπο, δεν σώζει τον άνθρωπο δίχως τη συγκατάθεσή του».

Πλανώνται αυτοί που πιστεύουν ότι ο άνθρωπος μπορεί να σωθεί μόνο με τη Χάρη του Θεού ή μόνο με τη δική του θέληση, δίχως τη θεία Χάρη.

Γιατί η μεν Χάρη, όπως επισημάναμε, δεν σώζει παρά μόνο όσους μετανόησαν και επέστρεψαν στον Κύριο, ενώ η θέληση χωρίς τη Χάρη είναι ανεπαρκής για τη σωτηρία, γιατί ο άνθρωπος αδυνατεί από μόνος του να δικαιώσει τον εαυτό του απέναντι στον Θεό.

Ωστόσο, η αδυναμία του έχει διαπιστωθεί ήδη στα πολλά χρόνια της υποδουλώσεώς του στην αμαρτία και την τυραννία του διαβόλου, χρόνια κατά τα οποία παρέμενε εκεί δουλεύοντας χωρίς τη θέλησή του και στενάζοντας και από αυτή την κατάσταση δεν μπόρεσε να τον ελευθερώσει ούτε η εξέλιξή του ούτε η σοφία του ούτε τίποτα άλλο.

Για τη δύναμη της ανθρώπινης θελήσεως ως μόνης ικανής για τη σωτηρία, πρώτος εγνωμάτευσε ο Πελάγιος, κατά τις αρχές του 5ου μ.Χ. αιώνα, και οι Πελαγιανοί, που τον ακολούθησαν. Για τη δύναμη της θείας Χάριτος ως της μόνης που σώζει τον άνθρωπο αποφάνθηκαν καταπολεμώντας τον Πελάγιο δύο σπουδαίοι Πατέρες της Δυτικής Εκκλησίας, ο ιερός Αυγουστίνος και ο Ιερώνυμος, ζητώντας την αποκήρυξη της εσφαλμένης διδασκαλίας του Πελαγίου.

Ωστόσο, σύνολη η Εκκλησία, αφού βάδισε τη μέση οδό, κήρυξε και τις δύο πλευρές λανθασμένες και δογμάτισε ότι «η σωτηρία του ανθρώπου κατορθώνεται με τη θεία Χάρη και με τη θέληση και τη συνεργασία του ιδίου».

Η γνώμη της Εκκλησίας είναι η μόνη ορθή και σύμφωνη με τις Άγιες Γραφές. Από αυτές τις Άγιες Γραφές παρουσιάζεται ότι απαιτούνται και τα δύο, και η Χάρη και η συγκατάθεση του ανθρώπου, για τη σωτηρία του.

Από τα ίδια τα λόγια του Σωτήρα θεωρείται δεδομένη η ανάγκη συνυπάρξεως και των δύο.

Ο Κύριος ερχόμενος για τη σωτηρία του ανθρώπινου γένους, δεν τους έσωζε όλους, παρόλο που ήθελε να σωθούν όλοι και να έλθουν στην επίγνωση της αλήθειας, αλλά μόνο αυτούς που τον ακολουθούσαν· γι’ αυτό όταν κήρυττε τους έλεγε: «όποιος θέλει να με ακολουθήσει, πρέπει να απαρνηθεί τον εαυτό του» για τη σωτηρία απαιτούσε αυταπάρνηση, η οποία είναι αδύνατον να συμβεί δίχως τη συγκατάθεση και την ατομική θέληση.

Επίσης, κηρύττει σ’ αυτούς που αποδέχονται τη σωτηρία ως προερχόμενη από την εκτέλεση των έργων του νόμου, δηλαδή από την ανθρώπινη θέληση και μόνο, λέγοντας: «Εγώ είμαι η θύρα· από μένα εάν κάποιος εισέλθει θα σωθεί» (Ιωάν. ι’ 9) και «χωρίς εμένα δεν μπορείτε τίποτα να κάνετε» (Ιωάν. ιε΄ 5), από τα οποία φανερώνεται η ανάγκη της συνυπάρξεως αμφοτέρων.

Στη σωτηρία λοιπόν του ανθρώπου συνεργούν συγχρόνως και η Χάρη του Θεού και η θέληση του ανθρώπου.

Η μεν Χάρη του Θεού προσκαλεί, διαφωτίζει τον νου και την καρδιά, η δε θέληση συνεργεί στη διάνοιξη των οφθαλμών και την κάθαρση της καρδιάς. Η σωτηρία λοιπόν ξεκινάει από τη Χάρη, μορφοποιείται από τη θέληση και τελειοποιείται από τη Χάρη η οποία τη στεφανώνει.

Η παραβολή του Σπορέα είναι πρόσφορο παράδειγμα. Ο σπορέας έσπειρε, η αγαθή γη δέχθηκε, ο δε Θεός αύξησε και ευλόγησε. Ώστε είναι ανάγκη να θέλουμε να σωθούμε, για να σωθούμε από τη Χάρη του Θεού.

 

Απόσπασμα από το βιβλίο του Αγίου Νεκταρίου, «Περί επιμελείας ψυχής», των εκδόσεων Άθως. Απόδοση στα Νέα Ελληνικά Ευανθία Χατζή, επιμέλεια κειμένου, επίμετρο Γιώργος Μπάρλας.

https://www.pemptousia.gr/2024/05/sti-sotiria-tou-anthropou-sinergoun-sigchronos-ke-i-chari-tou-theou-ke-i-thelisi-tou-anthropou/

"ΜΕ ΠΡΟΕΔΡΟ ΤΟΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΕΩΣ ΑΝΘΙΜΟ ΚΑΙ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΝ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ ΣΤΑΜΟΥΛΗ"


 

Τρίτη 6 Μαΐου 2025

«Ο Άγιος Γεώργιος και το σφουγγάτο»

 

   images   Στην Παφλαγονία ήταν ναός του μεγαλομάρτυρος Γεωργίου, μικρός και χαλασμένος, ο δε άγιος θέλοντας να ανακαινίσει τον ναόν του να τι σκέφτηκε. Στο μαχαλά εκείνο που ήταν ο ναός, εβγήκαν μια μέρα εορτάσιμη τα παιδιά της γειτονιάς να παίξουν. Άλλα νικούσαν στο τρέξιμο, άλλα στο πάλαισμα και άλλα πάλι σε άλλα παιχνίδια. Ένα όμως από εκείνα τα παιδιά δεν μπορούσε να νικήσει κανέναν. Και στο πάλαισμα εκείνο ήταν αποκάτω και στο εκείνο ήταν οπίσω απ’ όλα. Τ’ άλλα παιδιά, όπως είναι συνήθειά τους, άρχισαν και το αναγελούσαν που δεν νικούσε κανένα. Αυτό από την εντροπή του και την λύπην του εγύρισε και βλέπει τον ναόν του Αγίου Γεωργίου και λέγει:

«Άγιε μου Γεώργιε, βοήθει με να νικήσω, κι εγώ να σε φέρω ένα σφουγγάτον καλόν».

Το δε σφουγγάτον ηξεύρετε τι είναι;

DSCN6473Αυγά συντριμμένα και τηγανισμένα με κρομμύδια κι άλλα μυρωδικά. […] Τότε τρέχει στο σπίτι του και κάμνει το σφουγγάτον όπου έταξεν. Έπειτα έβαλέ το σε μια μικρή γαβάθα και πήγε το, ζεστό, μπροστά στην εικόνα του αγίου. Την ώραν που το άφησεν το παιδίον, ήρθαν τρεις ναύτες να προσκυνήσουν την εικόνα του αγίου. Σαν είδαν το σφουγγάτον ζεστόν οπού άχνιζε και εμύριζεν, είπαν μεταξύ τους:

«Ελάτε να φάμε το σφουγγάτον αυτό, γιατί δεν το τρώει ο Άγιος Γεώργιος. Και αντί για αυτό θα αγοράσουμε λάδι και κεριά να φέρουμε, όσα αξίζει το σφουγγάτον».

Εκάθισαν λοιπόν και έφαγάν το. Κι όταν έκαμαν να έβγουν, εκόλλησαν μπροστά στα μάρμαρα της εικόνας του αγίου και δεν ημπορούσαν να έβγουν. Κράζουσι μεγαλοφώνως: «Άγιε Γεώργιε, βοήθει μας και να σε το ανταμείψωμεν». Και πάλι όμως δεν ημπορούσαν να έβγουν και είπαν: «Άγιε Γεώργιε, βοήθει μας να ξεκολλήσωμε και να σε δώσωμεν καθένας από ένα φλωρίον!»

Τότε ο άγιος τους άφησε και εβγήκαν, και σαν βγήκαν, στάθηκαν έξω απ’ την εκκλησία και είπαν: «Άγιε Γεώργιε, ακριβά πουλείς τα εύγευστα σφουγγάτα σου και εμείς πλέον από εσένα τίποτες πούλημα να μην αγοράσωμεν!»

(Από το βιβλίο «Πρόσκληση σε γεύμα» της Ελένης Σταμπόγλη, σειρά: Στους δρόμους του Βυζαντίου(1), εκδ. Καλειδοσκόπιο)

Πέμπτη 1 Μαΐου 2025

«Γνώρισε τόν Δημιουργό σου, ἀγαπητέ ἀδελφέ» (Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς)

 


Μο γράφεις τι ν τέλει πρέπει νά πάρχει «κάτι». Διάβασες, λές, να βιβλίο νός μεγάλου στρονόμου περί στέρων καί πέπεσε στήν ντίληψή σου σχυρισμός ατο το λαμπρο πιστήμονα: «Χωρίς τόν Θεό τίποτα στόν κόσμο δέν μπορε νά κατανοηθε οτε νά ξηγηθε». ξ ατο δηγήθηκες στό συμπέρασμα τι «κάτι» πάρχει.

πλά πές πάρχει Θεός καί νά εσαι χαρούμενος. τσι μιλον πολλοί μορφωμένοι νθρωποι: πάρχει «κάτι»! λλά άν μείνεις ς τό τέλος τς ζως σου σ’ ατήν τήν κφραση, λη σου ζωή θά εναι να τίποτα. 

Γνώρισε τόν Δημιουργό σου, γαπητέ δελφέ. Ατό εναι πιό σημαντικό πό τή γνώση τν δημιουργημάτων Του. Μήν παραμένεις στήν κοινωνία κείνων γιά τούς ποίους πόστολος Παλος λυπται λέγοντας: «σεβάσθησαν καί λάτρευσαν τ κτίσει παρά τόν κτίσαντα» (Ρωμ. 1,25).

ψιστος καλλιτέχνης στέκει δίπλα στά ργα Του. σύ κοιτάζεις πιό πολύ τίς καλλιτεχνικές δημιουργίες Του, ο ποες μέχρις νός σημείου νοίγουν τά μάτια καί κατόπιν τυφλώνουν. Γιατί δέν πλησιάζεις τόν Καλλιτέχνη καί δέν Τόν γνωρίζεις καί δέν Το συστήνεσαι; 

Χριστός γι’ ατό ρθε στόν κόσμο, γιά νά σο πλώσει τό χέρι καί νά σέ δηγήσει. ποιος δέν πλησιάζει κοντά Του, δέν Το συστήνεται καί δέν ποκλίνεται σ’ Ατόν, δέν θά γίνει δεκτός οτε κν στήν αλή Του στούς ορανούς. 

  

(πό τό βιβλίο το γίου Νικολάου Βελιμίροβιτς «Δρόμος δίχως Θεό δέν ντέχεται», Εκδόσεις “Εν Πλω”)

https://alopsis.gr