Τρίτη 16 Ιουλίου 2024

Η παράλογη αίρεση των ανθρωπομορφιτών

 



Β΄ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΒΒΑ ΙΣΑΑΚ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ

Κεφάλαιο 1: Εισαγωγή.

ΑΒΒΑΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ: Παρέθεσα, με τη Χάρη του Θεού, τις έξοχες διδασκαλίες των αναχωρητών, μ’ έναν, ομολογώ, πολύ αδέξιο τρόπο. Στη συνέχεια, πριν παραθέσω τη δεύτερη διδασκαλία του αββά Ισαάκ για την προσευχή, θα πρέπει να αναφερθώ σε κάτι που μοιάζει με παραμόρφωση ή με μελανό εξόγκωμα πάνω σ’ ένα όμορφο πρόσωπο. Είμαι όμως σίγουρος ότι, από αυτά που θα παραθέσω στη συνέχεια, θα διδαχθούν ιδιαίτερα οι απλές ψυχές. Συγκεκριμένα, θα αναφερθώ στο πρόβλημα που προκάλεσε στους μοναχούς της Αιγύπτου η αίρεση των ανθρωπομορφιτών. Το θέμα αυτό αφορά στην εικόνα του Παντοδυνάμου Θεού, όπως αυτή αναφέρεται στο βιβλίο της Γένεσης. Άλλωστε αυτή η αλήθεια είναι τόσο σημαντική, ώστε η άγνοιά της θα ισοδυναμούσε με βλασφημία και σοβαρή έλλειψη, ως προς τη γνώση της πίστης μας.

Κεφάλαιο 2: Για τη συνήθεια που υπάρχει στην Αίγυπτο να ανακοινώνεται κάθε χρόνο από τον Επίσκοπο η ημερομηνία του Πάσχα.

Υπάρχει στην Αίγυπτο μια αρχαία παράδοση. Αφού περάσει η εορτή των Θεοφανείων, η οποία, κατά τα λεγόμενα των ιερέων της περιοχής αυτής, είναι η επέτειος της «κατά σάρκα» Γέννησης και ταυτόχρονα της Βάπτισης του Κυρίου -και που γι’ αυτό το λόγο η διπλή αυτή εορτή δεν εορτάζεται εκεί όπως στη Δύση, με δύο δηλαδή διαφορετικές επίσημες τελετές, αλλά με μια μόνο πανήγυρη- ο Επίσκοπος Αλεξανδρείας στέλνει επιστολές σ’ όλες τις Εκκλησίες της χώρας, στις πόλεις και στα Μοναστήρια, για να γνωστοποιήσει παντού την ημερομηνία της έναρξης της Τεσσαρακοστής, καθώς και την ημερομηνία του εορτασμού του Πάσχα.

Σύμφωνα λοιπόν με αυτό το έθιμο, έφθασαν και φέτος από την Αλεξάνδρεια οι επίσημες επιστολές του Επισκόπου Θεοφίλου. Όμως αυτή τη φορά ο Επίσκοπος δεν αρκέσθηκε μόνο στο να αναγγείλει απλά την ημερομηνία του Πάσχα, αλλά παρέθεσε σ’ αυτήν και μια ολόκληρη πραγματεία ενάντια στην παράλογη αίρεση των ανθρωπομορφιτών, την οποία τελικά αναιρούσε με πλήθος επιχειρημάτων.

Εξαιτίας αυτών των επιστολών, επικράτησε έντονη δυσαρέσκεια ανάμεσα στους περισσότερους μοναχούς, οι οποίοι ζούσαν στην επαρχία της Αιγύπτου και είχαν παρασυρθεί σ’ αυτήν την αίρεση, επειδή ήταν απλοϊκοί άνθρωποι. Έτσι λοιπόν, η πλειοψηφία των Γερόντων ξεσηκώθηκε εναντίον του Επισκόπου. Τον κήρυξαν ένοχο της πιο σοβαρής αίρεσης και αποφάσισαν ότι όλοι οι αδελφοί θα έπρεπε να θεωρούν τον Επίσκοπο Θεόφιλο ως αιρετικό και αφορισμένο. Γιατί, κατά τη γνώμη τους, αυτός αντέλεγε στην Αγία Γραφή και δεν δεχόταν ότι ο Παντοδύναμος Θεός είναι το «Αρχέτυπο» βάσει του οποίου πλάσθηκε ο άνθρωπος. Ενώ, έλεγαν, έχει ειπωθεί ξεκάθαρα ότι ο Αδάμ πλάστηκε «κατ’ εικόνα Του».

Με λίγα λόγια, οι μοναχοί που ζούσαν στην έρημο της Σκήτης και ξεπερνούσαν σε γνώση και τελειότητα όλους τους μοναχούς της Αιγύπτου, απέρριψαν την επιστολή του Επισκόπου. Μεταξύ των ιερέων, μόνο ι δικός μας, ο αββάς Παφνούτιος, αποτέλεσε εξαίρεση. Διότι κανένας από όλους τους άλλους, που ήταν προϊστάμενοι στις τρεις άλλες εκκλησίες της ερήμου, δεν θέλησε για κανένα λόγο να επιτρέψει να διαβασθεί ή να αναγγελθεί δημόσια η Επιστολή που απευθυνόταν στις διάφορες μοναχικές Συνοδίες.

Κεφάλαιο 3: Ο αββάς Σεραπίων και η αίρεση των ανθρωπομορφιτών, στην οποία αυτός έπεσε εξαιτίας της απλοϊκότητάς του.

Ανάμεσα στα θύματα αυτής της αίρεσης βρισκόταν κι ένας ερημίτης που ονομαζόταν Σεραπίων. Όλη η ζωή αυτού του μοναχού είχε περάσει μέσα σε λιτότητα και αυστηρότητα. Η ασκητική οδός ήταν πλέον γι’ αυτόν «πεπατημένη» και χωρίς μυστικά. Αλλά η άγνοιά του σ’ αυτό το δογματικό σημείο έκανε μεγάλη ζημιά και σ’ αυτόν, αλλά και γενικά σε όλους τους ορθοδόξους χριστιανούς. Γιατί η αναμφισβήτητη αξία του και το σεβαστό της ηλικίας του ήταν αρκετά, για να θεωρείται από όλους ένα από τα πρώτα μεγάλα ονόματα των μοναχών της ερήμου.

Μάταια ο άγιος ιερέας Παφνούτιος τον χιλιοπαρακάλεσε. Δεν κατάφερε, δυστυχώς, να τον επαναφέρει στον ορθό δρόμο. Γιατί αυτή η δογματική αλήθεια φαινόταν στον αββά Σεραπίωνα πως ήταν μια καινοτομία. Οι παλιοί, έλεγε, δεν τη γνώριζαν και ούτε ποτέ την είχαν διδάξει.

Τότε έφθασε αναπάντεχα στη Σκήτη ένας διάκονος που ονομαζόταν Φωτεινός. Αυτός ο διάκονος ήταν άνθρωπος βαθιάς θεολογικής γνώσης. Ο πόθος του να γνωρίσει τους αδελφούς, που κατοικούσαν στην έρημο της Σκήτης, τον έκανε να ταξιδέψει από την Καππαδοκία ως εκεί. Ο Γέροντας Παφνούτιος τον υποδέχθηκε με εκδηλώσεις έκδηλης χαράς. Οδήγησε τον διάκονο στο κέντρο της Σύναξης της Αδελφότητας, θέλοντας να λύσει με επιτυχία το θέμα που προείπαμε, και έτσι να επικυρωθεί και από τους εκεί μοναχούς η δογματική αλήθεια, στην οποία αναφέρονταν οι Επιστολές του Επισκόπου. Ρώτησε λοιπόν ο Γέροντας Παφνούτιος τον διάκονο, πως οι Ορθόδοξες Εκκλησίες της Ανατολής κατανοούσαν τη φράση αυτή της Γενέσεως: «Ας φτιάξουμε τον άνθρωπο σύμφωνα με την εικόνα τη δική μας και την ομοίωση» (Γεν. 1,26). Ο διάκονος Φωτεινός εξήγησε ότι οι αρχηγοί των Εκκλησιών συμφωνούν απόλυτα στην ερμηνεία αυτού του χωρίου. Δεν στέκονται δηλαδή στην «κατά λέξιν» ερμηνεία του, αλλά κατανοούν αυτή την αλήθεια της Θείας εικόνας και ομοίωσης στο πνευματικό επίπεδο. Στη συνέχεια, ο διάκονος Φωτεινός θεμελίωσε αυτή τη δογματική θέση με πλούσια επιχειρήματα και με πλήθος από μαρτυρίες της Αγίας Γραφής και κατέληξε λέγοντας: Πως είναι δυνατόν να δεχθούμε ότι ο άπειρος, ακατάληπτος, αόρατος και παντοδύναμος Θεός μπορεί να έχει την ίδια με τον άνθρωπο μορφή, η οποία θα Τον περιόριζε και θα Τον έβαζε στο πλαίσιο του κτιστού δημιουργήματος; Απλή και ασώματη φύση που είναι ο Θεός δεν είναι δυνατόν να είναι ορατή από το ανθρώπινο μάτι, αλλά ούτε και να είναι καταληπτή από το κτιστό, ανθρώπινο πνεύμα.

Στο τέλος η γνώση και η αλήθεια θριάμβευσε. Ο καλός μας Γέροντας Σεραπίων κλονίσθηκε, μετά από τόσα πολλά και ορθά επιχειρήματα, και έτσι επανήλθε στην ορθή πίστη και στην ορθόδοξη δογματική παράδοση της Εκκλησίας.

Αυτή η αλλαγή γέμισε κι εμάς και τον αββά Παφνούτιο με ανείπωτη χαρά. Ο Θεός δεν είχε επιτρέψει ένας άνθρωπος τόσο σεβάσμιος και ενάρετος, που η άγνοια και η απλοϊκότητά του τον είχαν οδηγήσει σε σφάλμα, να παραμείνει μέχρι τέλους έξω από το μονοπάτι της αληθινής πίστης. Σηκωθήκαμε λοιπόν για να προσφέρουμε γι’ αυτό το γεγονός κοινή ευχαριστήρια προσευχή στον Θεό. Δέστε όμως τι συνέβη. Στη μέση αυτής της προσευχής, ο αββάς Σεραπίων ένιωσε μια τρομερή αναστάτωση. Γιατί έβλεπε να διαλύεται μέσα στην καρδιά του η ανθρώπινη μορφή, με την οποία είχε συνηθίσει να αναπαριστά μέσα του τον Θεό. Ξαφνικά ο Γέροντας αναλύθηκε σε πικρά δάκρυα και ξέσπασε σε ασυγκράτητα αναφιλητά. Πεσμένος καθώς ήταν στα γόνατα, κραύγαζε θρηνητικά: «Δυστυχία, δυστυχία μου! Μου πήραν τον Θεό μου! Δεν ξέρω πιά από που να πιαστώ! Ποιόν να λατρεύσω; Σε ποιόν ν’ απευθυνθώ; Δεν ξέρω πια».

Η αναστάτωση που μας έφερε αυτό το γεγονός, προστέθηκε στην έντονη ανάμνηση που είχε μείνει στην καρδιά μας από την τελευταία συνομιλία μας με τον αββά Ισαάκ. Και αυτά μας οδήγησαν πάλι κοντά του.

Κεφάλαι 4: Επιστροφή στον αββά Ισαάκ. Ερώτηση σχετικά με το σφάλμα του αββά Σεραπίωνα.

Μόλις λοιπόν συναντήσαμε τον Γέροντα του είπαμε: Ακόμα και χωρίς να είχε συμβεί αυτό το παράδοξο γεγονός των τελευταίων ημερών, η ζωντανή ανάμνηση της συνομιλίας μας σχετικά με τη φύση της προσευχής, μας παρακινούσε να τα αφήσουμε όλα και να ξαναγυρίσουμε στην οσιότητά σας. Το σφάλμα όμως του αββά Σεραπίωνα αύξησε περισσότερο αυτή την επιθυμία μας.

Απ’ όσα ξέρουμε οι δαίμονες, και μάλιστα οι πιο ισχυροί απ’ αυτούς, ενέπνευσαν κακόβουλα αυτές τις ιδέες στον αββά Σεραπίωνα. Και μας κατέχει βαθιά θλίψη όταν αναλογιζόμαστε πως χάθηκαν εντελώς, εξαιτίας αυτής της άγνοιας, οι καρποί τόσων αγώνων, που τόσο αξιοθαύμαστα αυτός υπέμενε μέσα σ’ αυτή την έρημο για πενήντα ολόκληρα χρόνια. Και το ακόμα χειρότερο είναι, ότι ο Γέροντας κινδύνευσε να χάσει και την ψυχή του.

Θα θέλαμε λοιπόν αρχικά να μάθουμε από πού προήλθε ένα τόσο σοβαρό σφάλμα; Ποια είναι η αιτία του;

Στη συνέχεια, θα σας παρακαλούσαμε να μας μιλήσετε και να μας υποδείξετε τον τρόπο, με τον οποίο μπορεί κανείς να φθάσει σ’ αυτό το υψηλό επίπεδο της προσευχής, για το οποίο μας μιλήσατε την προηγούμενη φορά, με τόση πληρότητα και σαφήνεια. Η φωτισμένη ομιλία σας τότε, μας οδήγησε σε μια τελείως διαφορετική κατανόηση του θέματος. Όμως δεν ξέρουμε πως θα μπορέσουμε να φθάσουμε στην πλήρη πραγμάτωση και στην τελείωσή της.

Κεφάλαιο 5: Η προέλευση της αίρεσης των ανθρωπομορφιτών.

ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ: Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι ένας άνθρωπος πολύ απλός, ο οποίος δεν είχε ποτέ διδαχθεί ούτε είχε μελετήσει το θέμα που αφορά την φύση και την υπόσταση του Θεού, μπόρεσε και παρέμενε αιχμαλωτισμένος στην πλάνη μέχρι σήμερα. Αυτό ασφαλώς έγινε εξαιτίας της άγνοιας και της μακροχρόνιας εμμονής του στη λαθεμένη πίστη. Στην πραγματικότητα, αυτό που έκανε ο αββάς Σεραπίων ήταν ότι επέμενε να υποστηρίζει παλιές αιρετικές δοξασίες. Γιατί δεν πρόκειται, όπως φαντάζεσθε, για ένα πρόσφατο τέχνασμα των δαιμόνων, αλλά πρόκειται για μια παλιά ειδωλολατρική πλάνη. Η ειδωλολατρία έδινε ανθρώπινη μορφή στους δαίμονες που λάτρευε. Έτσι και σήμερα, καθώς νομίζουν μερικοί, οφείλουμε κι εμείς να αναπαραστήσουμε, κατά την ώρα της προσευχής, το ακατάληπτο και ασχημάτιστο Θείο Πρόσωπο του Αληθινού Θεού με τα χαρακτηριστικά κάποιας εικόνας. Αυτοί θεωρούν ότι είμαστε μπροστά στο κενό και ότι νιώθουμε σαν να είμαστε εμπρός στο τίποτα, όταν δεν έχουμε μια εικόνα, στην οποία να απευθυνόμαστε την ώρα της προσευχής. Νομίζουν επιπλέον ότι χρειαζόμαστε πάντα κάτι που να το έχουμε διαρκώς μέσα στη σκέψη μας και να μην το χάνουμε ποτέ από τα μάτια μας. Πάνω σ’ αυτή ακριβώς την πλάνη αναφέρεται και ο λόγος του αποστόλου Παύλου που λέει: «Και αντάλλαξαν τη λαμπρότητα του άφθαρτου Θεού με τα ομοιώματα της μορφής φθαρτού ανθρώπου» (Ρωμ. 1,23). Ο προφήτης Ιερεμίας επίσης λέει: «Ο λαός μου εμένα, τον δυνατό Θεό του, με αντικατέστησε με είδωλα ανίσχυρα» (Ιερ. 2,11). Έτσι ξεκίνησε για τους περισσότερους αυτή η πλάνη.

Ο λόγος για τον οποίο έπεσαν κάποιοι άλλοι στην ειδωλολατρική αυτή πλάνη, βρίσκεται στη λανθασμένη ερμηνεία του χωρίου της Αγίας Γραφής που λέει: «Ας δημιουργήσουμε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση» (Γεν. 1,26). Μια ακόμα αιτία αυτής της πτώσης είναι η άγνοια και η απλοϊκότητα. Απ’ αυτή ακριβώς την απεχθή ερμηνεία γεννήθηκε η αίρεση των ανθρωπομορφιτών. Αυτή η αίρεση υποστηρίζει με εγκληματικό πείσμα ότι η άπειρη και απλή ουσία του Θεού έχει τα ίδια υλικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα με την ανθρώπινη.

Κάθε άνθρωπος, που έχει διδαχθεί την ορθή πίστη, απορρίπτει ασφαλώς αυτό τον λανθασμένο ισχυρισμό, όπως ακριβώς θα απέρριπτε τη βλάσφημη δοξασία ενός ειδωλολάτρη. Έτσι μπορεί αυτός να φθάσει στο ύψος της καθαρής προσευχής, για την οποία τώρα μιλάμε.

Αυτή η προσευχή, κατά την έκφρασή της, δεν απευθύνεται σε έναν ορισμένο άνθρωπο ή σε κάποια ανθρωπόμορφη αναπαράσταση του Θεού. Γιατί θα ήταν έγκλημα και μόνο να πει κανείς κάτι τέτοιο. Καθαρή προσευχή σημαίνει παντελή έλλειψη κάποιας ανάμνησης, κάποιου λόγου ή μιάς πράξης, όποια μορφή κι αν αυτά έχουν.

Κεφάλαιο 6: Γιατί ο Ιησούς Χριστός μας εμφανίζεται άλλοτε μέσα στην ταπεινότητα και άλλοτε μέσα στην δόξα.

Ο βαθμός της καθαρότητας της ψυχής, όπως είπα στην προηγούμενη ομιλία μου, καθορίζει και την καθαρότητα και την κατεύθυνση που θα έχει η προσευχή. Η ψυχή χάνει την αίσθηση των γήινων και υλικών πραγμάτων, ανάλογα με το ύψος στο οποίο την ανεβάζει η καθαρότητά της. Γι’ αυτό συμβαίνει άλλοτε να βλέπει τον Ιησού μέσα στην ταπεινότητα της ανθρώπινης φύσης Του και άλλοτε να ανεβαίνει στο ύψος της θεωρίας της δόξας Του και να Τον  ατενίζει μέσα στη λάμψη του Θεϊκού Μεγαλείου Του.

Είναι αδύνατον να δει τον Χριστό στη δόξα της Βασιλείας Του, όποιος είναι ακόμα κάτω από το ζυγό του Ιουδαϊσμού. Γιατί ποτέ ένας τέτοιος άνθρωπος δεν θα μπορέσει να πει μαζί με τον απόστολο Παύλο, «κι αν κάποτε γνωρίσαμε τον Χριστό ως απλό άνθρωπο, τώρα πλέον δεν Τον γνωρίζουμε έτσι» (Β΄Κορ. 5,16). Μόνο αυτοί που ανυψώνονται πάνω από τις γήινες σκέψεις και τις πράξεις αποσύρονται μαζί μ’ Εκείνον στα ουράνια ύψη και μόνο αυτοί απολαμβάνουν τη θεωρία της Θεότητάς Του με καθαρό βλέμμα. Η προσευχή, ελεύθερη από το σάλο των γήινων σκέψεων και των παθών, απομακρυσμένη από την εμπλοκή του ανθρώπου στη φαύλη ζωή και βυθισμένη στα ουράνια ύψη της αγνής πίστης και των αρετών, συντελεί ώστε, αυτοί που είναι άξιοι, να ατενίσουν με το καθαρό βλέμμα της ψυχής την δόξα του Προσώπου Του και τη θεωρία της Μεγαλοπρέπειάς Του.

Ο Ιησούς εμφανίζεται κατά τον ίδιο τρόπο και σ’ αυτούς που ζουν ανάμεσα στους ανθρώπους και σ’ εκείνους που κατοικούν στην έρημο. Εννοώ βέβαια στους ενάρετους. Δεν εμφανίζεται όμως ο Κύριος σε όλους με την ίδια λαμπρότητα της δόξας, με την οποία αποκαλύπτεται στις ψυχές που είναι αρκετά δυνατές, ώστε να ανέβουν μαζί Του στην υψηλή κορυφή του όρους των αρετών, όπως ήταν για παράδειγμα ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης (Ματθ. 17.1). Δεν αποκαλύπτεται δηλαδή στον καθένα μέσα στη λαμπρότητα και στη σιωπή, όπως εμφανίστηκε στον Μωυσή(Εξ.3,2) ή όπως μίλησε στον Ηλία (Γ΄Βας. 19,9).

Ο Ίδιος ο Κύριός μας μας έχει διαβεβαιώσει γι’ αυτό που τώρα σας λέω και μας έχει δώσει το υπόδειγμα της τέλειας καθαρότητας. Εκείνος που είναι η καθάρια πηγή της απόλυτης αγιότητας, δεν είχε ασφαλώς ανάγκη, για να συγκεντρωθεί στην προσευχή, από την ύπαρξη εξωτερικών συνθηκών ή από την απομάκρυνση από την κοινωνία των ανθρώπων και από την απομόνωση. Εκείνος, που είναι η ίδια η πληρότητα της καθαρότητας, δεν ήταν ποτέ δυνατόν να κηλιδωθεί από την επαφή Του με τους ανθρώπους. Οι ανθρώπινες δοσοληψίες δεν ήταν δυνατόν να μολύνουν Αυτόν που εξαγνίζει και καθαγιάζει καθετί μολυσμένο και ρυπαρό. Αποσύρθηκε όμως «στο όρος για να προσευχηθεί μόνος Του» (Ματθ. 14, 23).

Το παράδειγμά Του μας διδάσκει πολλά. Αν θέλουμε κι εμείς να προσευχηθούμε στον Θεό, με καρδιά αγνή και καθαρή, ας αποφύγουμε όπως Εκείνος, την ένταση της ζωής και τη σύγχυση του ανθρώπινου πλήθους. Έτσι, θα αξιωθούμε να έχουμε κι εμείς απ’ αυτή ήδη τη ζωή, κάποια μικρή έστω γεύση εκείνης της μακάριας και αιώνιας κατάστασης, την οποία ο Κύριος έχει υποσχεθεί στους Αγίους. Και έτσι να επαληθευθεί και σε εμάς ο λόγος του Αποστόλου Παύλου. Θα βασιλεύσει δηλαδή «ο Θεός πλήρως πάνω σε όλα» (Α΄Κορ. 15, 28).

Κεφάλαιο 7: Σε τι  συνίσταται η τελείωσή μας.

Τότε θα δούμε να πραγματώνεται πλήρως η προσευχή που ο Λυτρωτής μας έκανε προς τον Πατέρα Του για τους μαθητές Του: «Ώστε να είναι όλοι ένα, όπως Εσύ, Πατέρα, είσαι ενωμένος μ’ εμένα κι εγώ μ’ εσένα, ώστε να αποτελούν μια τέλεια ενότητα» (Ιωάν. 17, 21,23). Η τέλεια αγάπη, με την οποία «ο Θεός πρώτος μας αγάπησε» (Α΄Ιωάν. 4, 10), θα εισέλθει στην καρδιά μας λειτουργώντας αυτή την προσευχή του Κυρίου, πράγμα που, καθώς πιστεύουμε, δεν θα είναι χωρίς αποτέλεσμα. Και να, ποια είναι τα σημεία της απόκτησης αυτού του χαρίσματος: Ο Θεός θα είναι τότε η μόνη αγάπη και η επιθυμία μας. Αυτός θα σφραγίζει κάθε μας λογισμό και κάθε μας έργο. Όλη η σκέψη και η ζωή μας θα γίνουν τότε μια προτύπωση της μέλλουσας μακαριότητας. Τότε η παρουσία του Πατέρα και του Υιού θα μας γίνει αισθητή και στο νού και στην καρδιά. Και επειδή ο Θεός μας αγαπά με μια αγάπη αγνή, αληθινή και αθάνατη, θα παραμένουμε διαρκώς ενωμένοι μαζί Του, με την αδιάσπαστη ενότητα αυτής της απόλυτης Θείας Αγάπης. Θα είμαστε τόσο δεμένοι μαζί Του, ώστε κάθε ανάσα, κάθε λογισμός και κάθε λόγος μας θα φανερώνουν μονάχα Εκείνον.

Έτσι θα φθάσουμε στο στόχο που αναφέραμε και που Αυτός ο Ίδιος ο Κύριος ευχόταν για μας στην προσευχή Του: «Πατέρα, θέλω όπου είμαι εγώ να είναι μαζί μου και εκείνοι που μου έδωσες» (Ιωάν. 17, 24).

Αυτός πρέπει να είναι ο στόχος του μοναχού. Σ’ αυτόν πρέπει να τείνουν όλες οι προσπάθειές του. Στο να αξιωθεί δηλαδή, ήδη απ’ αυτή τη ζωή, να δεί όλο του το είναι διαποτισμένο απ’ αυτή την κοινωνία και να προγευθεί, όντας ακόμα μέσα στο φθαρτό αυτό σώμα, την ουράνια δόξα και την αιώνια ζωή. Αυτό είναι, επαναλαμβάνω, το αποκορύφωμα της τελειότητας. Το να είναι δηλαδή η ψυχή απελευθερωμένη από τη βαρύτητα της σάρκας σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μπορεί να ανυψώνεται καθημερινά στα υπέρτατα ύψη των πνευματικών αυτών καταστάσεων, μέχρις ότου όλη η ζωή της, αλλά και κάθε εσωτερική κίνησή της, γίνει μια μοναδική και αδιάλειπτη προσευχή.

Κεφάλαιο 8: Πως θα μπορέσουμε να πετύχουμε την αδιάλειπτη μνήμη του Θεού.

ΠΑΤΗΡ ΓΕΡΜΑΝΟΣ: Η έκπληξη που μας προκάλεσε η πρώτη σας ομιλία μας ξανάφερε κοντά σας. Τώρα όμως έρχεται να προστεθεί σ’ αυτή την πρώτη έκπληξη και μία πραγματική κατάπληξη. Και όσο η διδασκαλία σας εξάπτει τον πόθο για την τελειότητα, τόσο μεγαλύτερη ανασφάλεια αισθανόμαστε. Γιατί διαπιστώνουμε την πλήρη άγνοια που μας διακατέχει. Δεν ξέρουμε τι δρόμο να πάρουμε, για να αξιωθούμε μια μέρα να φθάσουμε σε μία τόσο ανώτερη μορφή ζωής.

Ο νούς μας όμως δούλεψε πολύ μέσα στη μοναχικότητα του κελιού μας και θα ‘πρεπε ίσως να σας αναφέρουμε τις σκέψεις που κάναμε όταν βρεθήκαμε εκεί. Σας παρακαλούμε λοιπόν να μας ακούσετε με υπομονή. Γνωρίζουμε ότι η Οσιότητά σας δεν προσβάλλεται από τις ανοησίες που φυτρώνουν μέσα στο μυαλό των πνευματικά αδύνατων ανθρώπων. Θα είναι λοιπόν καλό να φέρνουμε τους λογισμούς μας στο φως, για να διορθώσουμε ό,τι λανθασμένο και αμαρτωλό αυτοί περιέχουν.

Ακούστε λοιπόν, πως βλέπουμε εμείς τα πράγματα:

Ξέρουμε ότι δεν φθάνει κανείς με μιάς στην πλήρη γνώση μιας τέχνης ούτε στην πληρότητα της επιστημονικής γνώσης. Το ξεκίνημα όμως της εκπαίδευσης είναι σχεδόν πάντα πολύ απλό. Ξεκινάμε δηλαδή από τα πιο εύκολα και τα λιγότερο σοβαρά και προχωρούμε σταδιακά στα σπουδαιότερα και δυσκολότερα. Έτσι το πνεύμα, σαν να τρέφεται από θρεπτικό γάλα, αυξάνεται, δυναμώνει και ανυψώνεται βαθμιαία από τα πιο ταπεινά στα πιο υψηλά. Όταν, στη συνέχεια, θα έχουμε πλέον κατανοήσει τις πιο απλές βασικές αρχές και όταν θα έχουμε δρασκελίσει το κατώφλι αυτού που έχουμε επιλέξει να σπουδάσουμε, τότε αναγκαστικά και χωρίς κόπο πλέον, θα προχωρήσουμε και στα βαθύτερα μυστικά του αντικειμένου της μαθητείας μας, οδεύοντας στην ολοκλήρωση της γνώσης του. Γιατί ασφαλώς, δεν είναι δυνατόν ένα μικρό παιδί να προφέρει ακόμα και τις πιο απλές συλλαβές, αφού δεν έχει ακόμα μάθει να αναγνωρίζει τα γράμματα. Πως αυτό θα μπορούσε να διαβάσει με ευχέρεια ένα κείμενο, αφού δεν είναι ακόμη σε θέση να ενώσει τις συλλαβές και να φτιάξει μια λέξη; Πως είναι δυνατόν επίσης ένας ενήλικας να επιτύχει την εκμάθηση της ρητορικής ή της φιλοσοφίας, αν δεν κατέχει πριν τη γραμματική;

Το ίδιο ισχύει και στην υπέρτατη επιστήμη, η οποία μας μαθαίνει πως να προσεγγίζουμε τον Θεό και πως να παραμένουμε διαρκώς ενωμένοι μαζί Του. Έχει, νομίζω, κι αυτή η πνευματική επιστήμη τις θεμελιώδες αρχές της. Αρχές, οι οποίες είναι σταθερές και οι οποίες λειτουργούν σαν βάση, για να στηρίζεται το όλο οικοδόμημα της πνευματικής τελείωσης, μέχρι να φθάσει στην ολοκλήρωσή του.

Και αυτές οι αρχές, κατά την ταπεινή μας γνώμη, είναι οι εξής: Πρώτα-πρώτα, πρέπει να διδαχθούμε πως θα βρούμε τον Θεό. Στη συνέχεια, πρέπει να μάθουμε πως θα κρατήσουμε μέσα μας ζωντανή τη μνήμη Του. Μ’ όποιον τρόπο κι αν βρούμε τον Θεό, η δεύτερη βασική αρχή που πρέπει να μας απασχολήσει είναι το πως θα κρατήσουμε τη μνήμη του Θεού, και παράλληλα, πως θα βεβαιωθούμε ότι μέσα στη μνήμη του Θεού βρίσκεται όλο το αποκορύφωμα της τελειότητας.

Επιθυμούμε λοιπόν τώρα να μάθουμε ένα καθορισμένο τρόπο, μια φράση ίσως προσευχής, η οποία να ξυπνά μέσα μας τη μνήμη του Θεού και να μας βοηθάει να τη διατηρούμε ζωντανή και ενεργό. Γιατί, τη στιγμή που νομίζουμε ότι κρατάμε τη μνήμη του Θεού, ξαφνικά συνειδητοποιούμε ότι έχει ξεφύγει ο νούς μας. Κατά πόσο λοιπόν και πως θα μπορούσαμε να ανακαλέσουμε το λογισμό μας, ώστε να τον επαναφέρουμε στη σωστή του βάση; Και πως μπορεί, αυτή η επανάκαμψη του νου στη μνήμη του Θεού, να γίνει άμεσα και χωρίς άλλες αναζητήσεις και άσκοπες περιπλανήσεις;

Μας συμβαίνει πολλές φορές να φεύγει ο νούς μας από τη μνήμη του Θεού και να τρέχει εδώ κι εκεί. Μετά, κάποια στιγμή, ερχόμαστε πάλι στον εαυτό μας και τότε νιώθουμε σαν να έχουμε βγεί από βαθύ λήθαργο, σαν να είμαστε ξαφνικά αγουροξυπνημένοι. Εκείνη τη στιγμή, ψάχνουμε απεγνωσμένα για κάτι από το οποίο να πιασθούμε, ώστε να ανακαλέσουμε τη μνήμη του Θεού, την οποία αφήσαμε και μας έφυγε. Και ψάχνοντας βέβαια για κάποια λύση, ο χρόνος κυλά. Και πριν να βρούμε κάτι για να πιασθούμε, ξαναπέφτουμε. Έτσι και αστοχούμε και ματαιώνεται κάθε προσπάθειά μας. Το βλέμμα μας πλέον δεν στρέφεται στον πνευματικό κόσμο και η «τήρηση του νού» μας εξαφανίζεται. Η αιτία αυτής της σύγχυσης είναι, νομίζω, σαφής και συγκεκριμένη. Δεν μας έχει παραδοθεί τίποτε το καθορισμένο, ένας τύπος προσευχής, μια κάποια φράση ίσως, την οποία να κρατάμε σταθερά στο νού μας και με την οποία θα μπορούσαμε, μετά από τις πολλές και μάταιες περιπλανήσεις, να ανακαλέσουμε το λογισμό μας, που καλπάζει ακατάπαυστα και να τον επαναφέρουμε, όπως το ναυαγημένο πλοίο, στο λιμάνι της ειρήνης του Θεού.

Αυτή η άγνοια και οι δυσκολίες που αυτή συνεπάγεται, δημιουργούν στην ψυχή μας μια συνεχή αθυμία. Γι’ αυτό και αμφιταλαντεύεται από δω κι από κει ο νους μας σαν μεθυσμένος και περιπλανιέται συνεχώς και άσκοπα. Αν, τυχαία καμιά φορά, μεσολαβήσει κάποιος πνευματικός λογισμός, ο νούς μας είναι τότε ανίκανος να τον κρατήσει σταθερά και για πολύ. Οι έννοιες διαδέχονται η μία την άλλη ακατάπαυστα. Και μέσα σ’ αυτή την αέναη ροή, δεν αντιλαμβάνεται κανείς ούτε πως γεννιούνται οι λογισμοί ούτε πως αυτοί φεύγουν και εξαφανίζονται.

 ...

"ΑΒΒΑ ΚΑΣΙΑΝΟΥ: ΣΥΝΟΜΙΛΙΕΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ" ΤΟΜΟΣ Α' Ι.Μ ΚΑΡΕΑ

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου