Ἀναφορά στό θαῦμα τῆς ἴασης τῆς Συγκύπτουσας
Ἐπιθυμώντας νά γνωστοποιήσω σέ κάθε ψυχή τό θέμα τῆς ἀσθένειας τῆς Συγκύπτουσας καί τῆς θεραπείας της ἀπό τόν Χριστό, ἔχω ἀνάγκη ἀπό τήν ἐπίσκεψη τοῦ Θεοῦ Λόγου, ὁ Ὁποῖος μέ τόν θεϊκό Του φωτισμό καί τή δύναμη θά στηρίξει τήν καρδιά καί τόν νοῦ μου, ὥστε νά συνέλθει ὁ νοῦς μου ἀπό τόν περισπασμό καί τήν ἐνασχόληση μέ τά ἐπίγεια….
Αὐτή, ἡ συγκύπτουσα γυναίκα, εἶχε ἐνδώσει πρίν στίς σαρκικές ἐπιθυμίες καί ἀπολάμβανε τίς γήινες ἡδονές, γι’ αὐτό καί εἶχε στρεβλή διάνοια, πού δέν λογιζόταν τίποτα καλό. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος, γιά τόν ὁποῖο ὁ Θεός παραχώρησε τή σωματική αὐτή παιδαγωγία. Γιατί, αἴτια τῶν ἀκουσίων κακῶν εἶναι τά ἠθελημένα ἁμαρτήματα, σύμφωνα μέ τήν Ἁγία Γραφή πού λέει: «Μήν ἁμαρτάνεις, γιά νά μήν πάθεις κάτι χειρότερο». Γι’ αὐτόν, ἀκριβῶς, τόν λόγο ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης ἀποκαλεῖ τή γυναίκα αὐτή «Συγκύπτουσα», ἐπειδή, δηλαδή, ἡ στρέβλωση τῆς ψυχῆς της συμπαρέσυρε στήν ἴδια κατάσταση καί τό σῶμα, παρότι αὐτό ἦταν δημιουργημένο σέ ὄρθια στάση.
Μέ ἄλλα λόγια, τό σῶμα ἔπαθε αὐτό πού εἶχε πάθει πρῶτα ἡ ψυχή. Καί αὐτό, γιά νά κατανοεῖ ἡ ψυχή, βλέποντας τό κυρτωμένο σῶμα, τό κρυφό νόσημά της. Ἡ ψυχή προσέδωσε τήν κάμψη στό σῶμα καί γι’ αὐτό τό σῶμα κύρτωσε καί στράφηκε πρός τή γῆ. Ἡ σχέση τῆς ψυχῆς μέ τό σῶμα γέννησε τήν ἡδονή καί ἡ κάμψη τοῦ σώματος πρός τή γῆ γέννησε τήν ὀδύνη. Καί τά δύο εὐφραίνονταν μέ τήν ἁμαρτία, γι’ αὐτό καί τά δύο πονοῦν. Ἐδῶ ταιριάζει νά ποῦμε αὐτό πού ἔλεγε ὁ προφήτης Ἠσαΐας: «Γονάτισε καί ταπεινώθηκε ὁ ὑπερόπτης ἄνθρωπος». Στράφηκε ὁ νοῦς κυρτωμένος πρός τή γῆ, –ἐκεῖνος πού εἶχε πλαστεῖ ἀπό τόν οὐράνιο Δημιουργό νά εἶναι στραμμένος καί νά ἀτενίζει πρός τά οὐράνια, ἐκεῖνος πού εἶχε ταχθεῖ νά ἀνυψώνει μαζί του καί τό σῶμα–, καί ἔτσι ταπεινώθηκε τό σῶμα καί στράφηκε κυρτωμένο νά βλέπει πρός τή γῆ. «Ἐάν», λέει ἡ Ἁγία Γραφή, «τό φῶς εἶναι σκοτάδι, πόσο περισσότερο εἶναι τό σκοτάδι;»…. Θά σκύψει ὁ ἄνθρωπος κατά τή διάνοια, ἐξαιτίας τῆς ἀγάπης του πρός τά πράγματα αὐτοῦ τοῦ κόσμου, καί μαζί μέ τή διάνοια θά κυρτώσει καί τό σῶμα, ἐπειδή δέν ἔχει κάνει τίποτα καλό. Ἡ αἰτία πού κύρτωσε ὁ νοῦς, εἶναι τό ὅτι ἔχει κατακυριευθεῖ ἀπό τόν ἔρωτα τῆς σάρκας καί ἔχει ἐξεγερθεῖ ἐναντίον τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, πού προσέλαβε σάρκα καί ἔγινε πτωχός «κατά τήν ἀνθρωπότητα», γιά νά πλουτίσουμε ἐμεῖς μέ τή δική Του θεότητα.
Ὅταν, λοιπόν, ὁ Φιλάνθρωπος Κύριος εἶδε τή Συγκύπτουσα νά τιμωρεῖται σ’ αὐτήν τήν κατάσταση τόσα χρόνια καί ὡς Θεός προέβλεψε ὅτι αὐτή βρισκόταν κοντά στό νά πιστεύσει, τήν πλησίασε καί τῆς εἶπε: «Εἶσαι, πλέον, ἐλεύθερη ἀπό τήν ἀσθένειά σου». Μέ τόν λόγο Του γιάτρεψε τή λογική ψυχή της καί μέ τό πιάσιμο τοῦ χεριοῦ Του ἀνόρθωσε τό σῶμα της, χαρίζοντας καί στά δύο τή θεραπεία. Ἔτσι κατέδειξε ὅτι Ἐκεῖνος, πού κατά τή Δημιουργία μέ τό Θεῖο Του ἐμφύσημα χάρισε τή ζωή στόν ἄνθρωπο, ὁ Ἴδιος τώρα, ὡς Θεάνθρωπος, μέ τόν λόγο Του καί μέ τήν ἁφή τοῦ χεριοῦ Του, διέλυσε τούς πολυχρόνιους δεσμούς τοῦ σατανᾶ καί δώρισε στή γυναίκα τή διπλή, ψυχοσωματική ἀνόρθωση…
Kάθε ἄνθρωπος ἔχει σῶμα καί ψυχή. Ὅταν κάποιος συνομιλεῖ μέ ἄλλον, βλέπει τήν ὄψη του καί ἀπό τήν ἐξωτερική ἐμφάνισή του καταλαβαίνει καί τήν ἐσωτερική διάθεση τῆς ψυχῆς του, ἀλλά δέν δίνει σημασία στήν ὄψη τοῦ συνομιλητῆ του. Ἀντίθετα, θαυμάζει καί ἀποδέχεται τήν ἐσωτερική λαμπρότητα τῆς ψυχῆς του, ἡ ὁποία γίνεται φανερή ἀπό τούς λόγους του. Τό ἴδιο ἀκριβῶς συμβαίνει καί μέ τόν παλαιό Νόμο· γιατί πρόσωπο εἶναι καί ὁ Νόμος. Ὁ λόγος εἶναι τό σῶμα του καί ψυχή του εἶναι ἡ θεωρία τοῦ πνεύματος. Ἐκεῖνος, λοιπόν, πού διαβάζει αὐτά πού λέει ὁ Νόμος ὀφείλει νά ἐρευνᾶ καί τήν ψυχή του, δηλαδή τό πνεῦμα τοῦ Νόμου. Ὅπως, λοιπόν, ἡ ἱστορία τοῦ γράμματος εἰσάγει στή θεωρία τοῦ πνεύματος, ἔτσι καί ἡ θεωρία ἀναπτύσσει τήν ἱστορία.
Μέ αὐτόν τόν τρόπο ἀποκαλύπτεται τό γράμμα καί γίνεται κατανοητή ἡ ἀλήθεια τοῦ πνεύματος, πού ἐμπεριέχεται στό γράμμα τοῦ Νόμου. Ἄν, ὅμως, μείνει κανείς στήν ἐξωτερική ἐμφάνιση, στό γράμμα τοῦ Νόμου, ἀγγίζοντας ἐπιπόλαια μόνο κάποιες πνευματικές πτυχές του, δέν κατανοεῖ τίποτα πνευματικό καί οὐράνιο. Καί αὐτό, ἐπειδή αὐτός ἔχει σαρκικό φρόνημα καί βλέπει μόνο τήν ἐξωτερική μορφή, τή σάρκα τοῦ Νόμου. Ἔτσι, χάνει τό πνευματικό φῶς, ἐπειδή προτιμᾶ τό σκοτάδι, σύμφωνα μέ τήν Ἁγία Γραφή πού λέει: «Ἐπειδή ὁ Ἰσραήλ προσκολλήθηκε καί ἀκολούθησε τόν σωματικό νόμο, δέν ἔφθασε στόν πνευματικό».
Θά τό καταλάβεις αὐτό ἀπό ἐκεῖνα πού εἶπε ὁ Ἀρχισυνάγωγος: «Ἕξι ἡμέρες», λέει, «ἔχουν ὁριστεῖ γιά νά ἐργάζεται ὁ ἄνθρωπος». Ἕξι βιβλία εἶναι ἡ Πεντάτευχος τοῦ Μωυσῆ καί αὐτή τῶν Προφητῶν. «Αὐτά», λέει, «πρέπει νά διαβάζει κανείς ἐξωτερικά καί νά τά τηρεῖ κατά γράμμα». Αὐτά νά τά φυλλομετρᾶτε καί νά τά μαθαίνετε κατά λέξη. Νά τά ἑρμηνεύετε σωματικά, ἐξωτερικά καί νά προσφέρετε τά σώματα στόν βωμό τῶν ἡδονῶν. Ἔτσι, νά μή θεραπεύεται ἡ ψυχή σας, κατά τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου, καί ὁ νοῦς σας νά μήν κάνει βῆμα πέρα ἀπό τά λόγια τῆς ἐντολῆς.
Τό Σάββατο σημαίνει διακοπή καί ἀνάπαυση καί ἐκεῖνος πού κατανοεῖ τό μυστήριο τοῦ Σαββάτου, διακόπτει τήν ἰσχύ τοῦ Νόμου. Ἐκεῖνος πού ἐνεργεῖ κατά τόν νόμο τῆς Χάριτος, δέν ἐφαρμόζει τό στενό πνεῦμα τοῦ Νόμου. Ἐκεῖνος πού ἀποδέχεται καί ἀκολουθεῖ τόν νόμο τῆς Καινῆς Διαθήκης, δέν ἐφαρμόζει τό γράμμα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ἐκεῖνος πού λέει, «νά ἔρχεστε νά θεραπεύεσθε τίς ἕξι ἡμέρες καί ὄχι τό Σάββατο», εἶναι σάν νά λέει: «Νά παραμένετε στό γράμμα τοῦ Νόμου, πού εἶναι τύπος, καί νά μήν προστρέχετε στήν ἀλήθεια. Νά παραμένετε κρυμμένοι στή σκιά καί νά μή βλέπετε τό φῶς. Νά μεριμνᾶτε γιά ὅ,τι ἔχει σχέση μέ τή σάρκα καί νά ἀδιαφορεῖτε γιά τήν ψυχή σας. Νά ἀκολουθεῖτε τό γράμμα τοῦ Νόμου καί νά μήν ἐρευνᾶτε τίς πνευματικές διαστάσεις του». Αὐτή εἶναι ἡ λογική τοῦ μυαλοῦ καί τῶν λόγων τοῦ Ἀρχισυνάγωγου.
Ἡ ἡμέρα τοῦ Σαββάτου εἶναι συμπλήρωμα τῆς ἑβδομάδας καί ἄν τήν προσθέσουμε στίς ἄλλες ἕξι ἡμέρες πού προηγοῦνται, γίνεται ἡ ἕβδομη κατά σειρά. Ὀνομάστηκε Σάββατο, ἐπειδή σηματοδοτεῖ τήν κατάπαυση ἐκείνη, κατά τήν ὁποία ὁ Δημιουργός τῶν πάντων, Θεός, ὁλοκλήρωσε ὅλα τά ἔργα του καί ἀναπαύθηκε.
Τό Σάββατο εἶναι προτύπωση τοῦ μέλλοντα αἰώνα, κατά τόν ὁποῖο καθορίζεται ἡ αἰώνια ὑπαρξιακή κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου ἀνάλογα μέ τά λόγια καί τά ἔργα του. Ὅπως ἀκριβῶς ἡ ἡμέρα τοῦ Σαββάτου προσφέρει ἀνάπαυση σ’ ἐκείνους πού ἔχουν κοπιάσει καί ἔχουν μοχθήσει σωματικά τίς προηγούμενες ἡμέρες, καί τούς ἐνισχύει νά ἀναπέμπουν θείους ὕμνους καί διηγήματα, ἔτσι καί ὁ μέλλοντας αἰώνας, ἐκείνους πού ἔχουν ἀγωνιστεῖ στήν ἐπίγεια ζωή γιά τήν ἀρετή καί ἔχουν φύγει γιά τήν αἰωνιότητα μέ πνευματικά ἐφόδια, τούς ἀναπαύει καί τούς κάνει ἄξιους νά δεχθοῦν βραβεῖα πνευματικά. Ἡ ἕβδομη ἡμέρα, καθώς εἶναι μονή, ὑποτυπώνει, ἐπίσης, τήν παρθενία καί σκιαγραφεῖ τήν ἀγγελική ζωή, προαναγγέλοντας τήν ἑτοιμασία τῆς αἰώνιας καί ἀκατάλυτης ζωῆς. Καί αὐτό, γιατί, μετά τήν ἀνάσταση τῶν κεκοιμημένων, θά ζοῦν ὅλοι καί θά κινοῦνται ὡς ἄγγελοι. Ἡ ἡμέρα τοῦ Σαββάτου, καθώς εἶναι ἕβδομη κατά σειρά ἀνάμεσα στίς ἄλλες ἡμέρες τῆς ἑβδομάδας, ὑποδηλώνει τήν ἐνέργεια τῶν ἑπτά χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γιατί, ὅπως τό Σάββατο, μέ τήν ἀνάπαυση, ἀφαιρεῖ τούς σωματικούς κόπους καί διεγείρει ἐκείνους πού τηροῦν τόν Μωσαϊκό νόμο, νά ἐπιτελοῦν πνευματικά ἔργα καί νά ἀναπέμπουν ὕμνους πρός τόν Θεό, ἔτσι καί ὁ νόμος τοῦ Εὐαγγελίου ἐπιβραβεύει κατά δύο τρόπους ἐκείνους πού τόν τηροῦν καί ἀγωνίζονται γιά τήν εὐσέβεια. Τούς χαρίζει, δηλαδή, τήν ἐλευθερία ἀπό τά πάθη, νεκρώνοντας καί ὑποδουλώνοντας τή σάρκα καί ἐμπνέοντας τήν ψυχή στόν ἀγώνα γιά τήν κατόρθωση τῆς ἀρετῆς. Ἐνισχύει, ἐπιπλέον, τόν νοῦ, ὥστε νά καταφέρνεινά συγκρατεῖ καί νά τιθασεύει τά θελήματα τῆς σάρκας. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος πού ὁ Χριστός ἔκανε τά περισσσότερα θαύματα τό Σάββατο, γιά νά φέρει σέ ἐπίγνωση τούς Ἰουδαίους, ὥστε μέ τήν ἀνάδειξη τῆς ἰδιαιτερότητας τοῦ Σαββάτου νά ἀπαλλαγεῖ ὁ νοῦς τους ἀπό τήν παχυλότητα τοῦ σαρκικοῦ φρονήματος καί νά ἀναχθεῖ στά πνευματικά καί ἅγια νοήματα…
Ἐπειδή ὁ σαρκικός νόμος ἐνεργεῖται διά τῶν πέντε αἰσθήσεων τοῦ σώματος καί διά τῆς κινήσεως τῆς γλώσσας, γι’ αὐτό καί ὁ ἄνθρωπος πού ἄγεται καί φέρεται ἀπό αὐτόν τόν νόμο, ἔχει καί τή διάνοια ἀσφυκτικά γεμάτη ἀπό ἀπρεπεῖς φαντασίες καί ρυπαρούς λογισμούς. Γι’ αὐτό ἔσπευσαν οἱ ἐραστές τοῦ Πνεύματος νά περιφρουρήσουν τίς σωματικές αἰσθήσεις καί νά χαλιναγωγήσουν τίς κινήσεις τῆς γλώσσας, ρυθμίζοντας τή λειτουργία της σύμφωνα μέ τίς ἐπιταγές τῆς ἐνάρετης ζωῆς. Κατόπιν, τοποθετώντας ὡς ἕβδομη ἡμέρα τή διάνοια, κατά τήν ὁποία γίνεται ἡ συναγωγή τῶν λογισμῶν καί ἐνεργεῖται τό φρόνημα τῆς ψυχῆς, ἀγωνίστηκαν διά τῆς προσευχῆς καί τῆς μελέτης τῶν θείων Γραφῶν νά φροντίζουν μέ ἐπιμονή τά μελλοντικά καί αἰώνια πράγματα.
Ἔτσι ἐλευθερώθηκαν ἀπό τά πάθη καί κατήργησαν τήν κυριαρχία τῶν πονηρῶν λογισμῶν. Ἐπιπλέον, βλέποντας ὁ Κύριος, τόν Ὁποῖο ἐπικαλοῦνται ἀδιάλειπτα, τόν ἀληθινό σαββατισμό τους, ἐμφανίζεται στίς ψυχές τους καί στόν νοῦ τους, πού κλίνει πρός τίς ἐπιθυμίες τῶν αἰσθητῶν πραγμάτων, καί τόν ἐκπαιδεύει ὥστε νά φρονεῖ τά ἐπουράνια. Τόν λύνει, δηλαδή, ἀπό τά διπλά δεσμά του, ἀπό ἐκεῖνα τῶν αἰσθήσεων καί τῆς διάνοιας, καί δεσμεύοντας τήν ἔφεση τῆς καρδιᾶς τους στόν δικό Του ἔρωτα, τοῦ χαρίζει τή δύναμη τῆς παρρησίας, ὥστε νά μπορεῖ νά λέει: «Ἔσπασες τά δεσμά μου καί γι’ αὐτό θά σοῦ προσφέρω ὡς εὐχαριστήρια θυσία τούς δοξολογικούς ὕμνους τῆς καρδιᾶς μου»…
Εὐχαριστιακή καί δοξολογική θυσία τῆς ψυχῆς πρός τόν Θεό εἶναι ἡ ἄσκηση τῶν ἀρετῶν καί ἡ ἀπερίσπαστη, νοερά προσευχή. Τόν καιρό πού ἐπικρατοῦσε ὁ παλαιός νόμος τοῦ Μωυσῆ, ἡ θυσία γινόταν μέ τήν προσφορά ἑνός ζώου. Κατά τήν ἐποχή τῆς Χάριτος, θυσία θεωρεῖται ἡ ἀπονέκρωση τῶν μελῶν τοῦ σώματος, ὥστε νά μήν ἐπιτελοῦν ἐμπαθεῖς πράξεις, καθώς, ἐπίσης, καί ἡ τήρηση τῶν δυνάμεων τῆς ψυχῆς ἀπό τίς φαῦλες ὁρμές. Ἐπιπλέον, τά σπουδαιότερα εἶναι ἡ συνεχής καί ἀδιάκοπη ἐκπλήρωση τῶν Θείων θελημάτων, ἡ διαρκής προσφορά τῶν θείων ὕμνων καί ἡ τήρηση τοῦ νοῦ μέ ἐγρήγορση καί προσοχή κατά τήν ὥρα τῆς προσευχῆς. Αὐτά εἶναι θυσία ζωντανή, εὐάρεστη καί λογική λατρεία πρός τόν Θεό. Καί αὐτό, γιατί σ’ αὐτήν τήν περίπτωση ὁ ἄνθρωπος εἶναι νεκρωμένος κατά τήν ἁμαρτία. Εἶναι ζωντανή λατρεία, ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος κινεῖται πρός τήν ἐπιθυμία τῆς διάπραξης τοῦ ἀγαθοῦ, καί εἶναι εὐάρεστη, γιατί ὁ Θεός εὐαρεστεῖται μέ ὅσα γίνονται σύμφωνα μέ τόν πνευματικό νόμο. Εἶναι, ἐπίσης, λογική λατρεία, γιατί τήν ἐπιτελεῖ καί τήν κατευθύνει ὁ νοῦς ἔλλογα, ὥστε ὁ ἄνθρωπος, μέ τή δική του ἐντολή, νά ἐπιχειρεῖ ἔλλογα ὅσα πράττει.
Ἔτσι, καί ὅσοι ἐπιθυμοῦν νά ζήσουν ὅπως θέλει ὁ Χριστός, κατευθύνουν τή ζωή τους καί ἀναπαύονται στούς οὐράνιους κόλπους. Ὅσοι, ὅμως, κοσμοῦν μόνο τίς αἰσθήσεις καί ἐκφράζονται μόνο μέ ὡραῖα λόγια, ἀλλά ἀδιαφοροῦν γιά τή διάνοια καί δέν φροντίζουν καθόλου γιά τήν ἀπαλλαγή τους ἀπό τά κρυφά πάθη, παραδίδονται ὁλοκληρωτικά στίς ἡδονές καί στήν κενοδοξία. Αὐτοί πειθαρχοῦν, ὡς εἰς ἄλλον Ἀρχισυνάγωγο, στόν δαίμονα τῆς ὑποκρίσεως, εὐφραίνονται μαζί του μέ τούς λογισμούς καί ἀφοσιώνονται στήν ἐπίδειξη πρός τούς ἀνθρώπους, ἀπομακρύνοντας τόν ἑαυτό τους ἀπό τόν σαββατισμό. Ἀδιαφοροῦν, ἐπίσης, γιά τήν ἀπαλλαγή τους ἀπό τά πάθη, ἐπειδή συλλέγουν ἀπολαυστικά τούς ἀνθρώπινους ἐπαίνους. Καί αὐτό, γιατί αὐτοί ἀγνοοῦν ὅτι «ὅπως ἔφυγε ὁ Ἰησοῦς ἀπαρατήρητος, γιατί ὑπῆρχε ἐκεῖ πολύς κόσμος», ἔτσι ἀπομακρύνεται καί ἀπό ἐμᾶς, ὅταν ἐνοχλούμαστε ἀπό τά πάθη καί βρισκόμαστε σέ σύγχυση τῶν λογισμῶν. Ὅταν, ὅμως, μᾶς δεῖ νά δίνουμε ὅλες μας τίς δυνάμεις στήν ἀποφυγή τῶν κρυφῶν παθῶν, τότε μᾶς ἀποκαλύπτεται καί μᾶς ἐλευθερώνει ἀπό κάθε ταραχή. Γιατί Αὐτός εἶναι καί ἡ νέκρωση τῆς ἁμαρτίας καί ἡ ζωοποίηση τῶν κατορθωμάτων, σύμφωνα μέ τήν Ἁγία Γραφή πού λέει: «Ὁ Κύριος θανατώνει καί ζωοποιεῖ».
Ἅγιος Θεόληπτος Φιλαδελφείας
Ἀπόσπασμα λόγου ἀπό τό βιβλίο
“Ἅγιος Θεόληπτος Φιλαδελφείας, Κείμενα Νηπτικά, Κατηχητικά”
Ἐκδόσεις “ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου