Παρασκευή 19 Απριλίου 2024

ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΚΑΘΙΣΤΟ ΥΜΝΟ

 

 ῾᾽Ανοίξω τό στόμα μου καί πληρωθήσεται Πνεύματος... Θά πιχειρήσουμε νά προσεγγίσουμε τό πανάχραντο πρόσωπο τς περαγίας Θεοτόκου μέσα πό τόν ερμό τς πρώτης δς το κανόνα το Ακαθίστου Υμνου. ς γνωστόν κκλησιαστική ποίηση δη πό τόν 8ο μ.Χ. α. καθιέρωσε ς τρόπο κφρασης τό εδος πού λέγεται κανόνας καί πού ποτελεται πό ννέα δές. Κι κάθε δή ξεκινάει μέ τόν ερμό, πού νομάζεται τσι, γιατί ερει, δηλ. συνδέει στόν τρόπο ψαλμωδίας καί τά πόλοιπα τροπάρια τς δς. πρτος λοιπόν ερμός ναφέρει: ῾᾽Ανοίξω τό στόμα μου καί πληρωθήσεται Πνεύματος καί λόγον ρεύξομαι τ βασιλίδι Μητρί, καί φθήσομαι φαιδρς πανηγυρίζων καί σω γηθόμενος ταύτης τά θαύματα. Δηλ. : Θά νοίξω τό στόμα μου καί θά γεμίσει πό τό Πνεμα το Θεο, καί θά π λόγο γιά τή βασίλισσα Μητέρα, καί θά φαν φαιδρός πανηγυριστής καί θά τραγουδήσω μέ χαρά τά θαύματά της.

μνωδός μς λέει τι θά μιλήσει, θά φωνάξει γιά τήν Παναγία, πού εναι βασίλισσα Μητέρα. Στή θέση το ψαλμωδο βρισκόμαστε κριβς κι μες κάθε φορά πού συναζόμαστε γιά νά ψάλουμε τά Χαρε πρός ατήν.

λόγος το μνωδο τσι δέν εναι τομικός του λόγος. Γίνεται λόγος κκλησιαστικός, λόγος λων μας. Τά συναισθήματα γιά τήν Παναγία θονται στήν καρδιά το μνωδο, πως θονται γιά νά κφραστον καί σέ λους τούς πιστούς. Τί θά πε μως γιά τήν Παναγία μνωδός; Τί λόγο θά κφράσει πό τό στόμα του; Αρα τί λόγο καλούμαστε κι μες νά χουμε γιά τή Μεγάλη Μητέρα μας;

Ξεκαθαρίζει τά πράγματα μνωδός:

(1) λόγος του δέν θά εναι κάποιος πρόχειρος λόγος. Ο προχειρότητες ταιριάζουν γιά κενα τά πράγματα το κόσμου, πού εναι νευ σημασίας.

(2) Οτε μως μπορε λόγος του νά εναι κάποιος νθρώπινος στοχασμός, στω καί σοφός. Μπροστά στήν Παναγία νθρώπινος λόγος χάνει τήν ποια δύναμή του.

(3) λόγος του, σημειώνει, θά εναι λόγος το γίου Πνεύματος. ῾᾽Ανοίξω τό στόμα μου καί πληρωθήσεται Πνεύματος. Μόνον μφορούμενος πό τό γιον Πνεμα μπορε νά δε ρθά καί νά μιλήσει σωστά γιά τήν περαγία Θεοτόκο. Κατά κάποιο τρόπο πρέπει νά εναι κανείς στό πίπεδο το προφήτη το ποστόλου, γιά νά μπορέσει νά μιλήσει γιά τήν Παναγία. Ατό συμβαίνει διότι Παναγία δέν εναι να πλό νθρώπινο πρόσωπο. Χαριτώθηκε πό τόν Θεό λόγω τς πέραντης πακος της νά γίνει Μητέρα το Κυρίου, γι ατό καί μόνον ποιος χει μετασκευασμένα πό τό γιον Πνεμα τά μάτια του μπορε νά τήν θεωρήσει σωστά. Ισχύει τό διο μέ ατό πού συνέβη μέ τήν Ελισάβετ. Τήν εδε μετά τόν Εαγγελισμό μέ σωστό τρόπο, γιατί πλήσθη Πνεύματος γίου καί νεφώνησε φων μεγάλ καί επε: Ελογημένη σύ ν γυναιξί. Μόνον λοιπόν ν Πνεύματι ερισκόμενος χει ρθή θεώρηση τς Παναγίας.

Ετσι μπροστά σέ Εκείνην κρίνεται ποιότητα τς χριστιανικς μας συνειδήσεως, πού σημαίνει ποκαλυπτόμαστε ρθόδοξοι αρετικοί. Κι κόμη περισσότερο: μπορε νά ποκαλυφθε ουδαϊκή πιθανόν τοποθέτησή μας.  Παναγία δηλ. ποτελε κριτήριο ρθοδοξίας. Κατά συνέπεια ατοί πού βρίζουν τήν Παναγία, σάν τούς Γιεχωβάδες, βρίσκονται στή θέση τν Ιουδαίων: κενοι τήν κριναν μέ τίς πιό κατανόμαστες βρεις. Ατοί πού σχυρίζονται τι εναι μιά πλή γυναίκα, πως λες ο λλες, φανερώνουν τήν αρεσή τους, σάν τούς αρετικούς Προτεστάντες. Ατοί πού περτιμον πό τήν λλη τήν Παναγία ναβιβάζοντάς την στό πίπεδο τς θεότητος, σάν τούς Ρωμαιοκαθολικούς, φανερώνουν τή δεξιά πόκλιση τς πλάνης. Γιά τούς Ορθοδόξους μως Παναγία εναι ατό πού δηλώνει τό νομά της: Παν-αγία, δηλ. περάνω λων τν γίων, μά νθρωπος. Γεμάτη πό τή χάρη το Θεο, χωρίς μως νά ξεφεύγει πό τά νθρώπινα ρια. Στό πρόσωπο τς Παναγίας βλέπουμε τήν νθρώπινη προοπτική: νά θεωθομε, ννοώντας ς θέωση τήν νωσή μας μέ τόν Κύριο, παραμένοντας μως πάντοτε νθρωποι.

Κι μνογράφος καταλήγει: σ ατήν τήν κατάσταση, πού τό Πνεμα το Θεο μς δίνει λόγο γιά νά μιλήσουμε γιά τήν Παναγία, χαιρόμαστε καί πανηγυρίζουμε. Δέν μπορομε νά θυμηθομε τήν Παναγία καί νά μή φαιδρύνει ψυχή μας, νά μήν πλησθομε εφροσύνης. Γιατί βλέπουμε σ Ατήν τήν περίσσεια τς χάρης το Θεο. Κι χάρη εναι πάντοτε χαρά. Μόνον διάβολος σκυθρωπάζει καί καίγεται πό τήν ναφορά στήν Παναγία.

Ο συνάξεις μας κάθε φορά πί τ μνήμ τς Παναγίας ποδεικνύουν τι κι μες μφορούμαστε πό Πνεμα Θεο. Λίγο πολύ χάρη το γίου Πνεύματος μς κανώνει νά προσερχόμαστε τήν Εκκλησία καί νά τενίζουμε τό πρόσωπο τς Θεοτόκου. εθύνη μας εναι διπλή: νά κρατμε τή χάρη ατή, δηλ. νά βρισκόμαστε σ κείνη κάθε φορά τήν τοιμότητα γιά νά τιμμε τήν Παναγία, καί νά γωνιζόμαστε νά τήν αξάνουμε. Καί διακράτηση καί αξηση τς χάρης το Θεο, πού πλούσια εχε καί χει Παναγία, σημαίνει: νά ποτασσόμαστε κάθε φορά στό θέλημα το Θεο. Τό ῾ἰδού δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρμα Σου τς Παναγίας νά γίνεται καί δική μας πάντηση στήν ποια πρόσκληση το Θεο πού μς πευθύνει τήν κάθε στιγμή τς ζως μας.

ΠΗΓΗ: https://pgdorbas.blogspot.com/2012/03/

Παρασκευή 12 Απριλίου 2024

Δ ΣΤΑΣΗ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΩΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

 


Χαρε, τόν φθορέα τν φρενν καταργοσα. Χαρε, τόν σπορέα τς γνείας τεκοσα

Στήν τελευταία στάση τν Χαιρετισμν πού κούγεται σήμερα, Εκκλησία μας συνεχίζει νά μς προβάλλει τό πάντιμο πρόσωπο τς περαγίας Θεοτόκου, διά τς ποίας εσλθε τόν κόσμο σωτηρία το κόσμου, νανθρωπήσας Θεός μας, μ ναν καί πάλι καταιγισμό εκόνων καί συμβολισμν, παρμένων ετε πό τό χρο τς Παλαις ετε πό τό χρο τς Καινς Διαθήκης. Αφορμή γιά σήμερα θά μς δώσει παραπάνω χαιρετισμός: Χαρε, Παναγία, πού καταργες τόν καταστροφέα τν φρενν το νθρώπου. Χαρε σύ πού γέννησες Ατόν πού σπειρε τήν γνότητα.

1. Ποιές εναι ο φρένες το νθρώπου καί ποιός ο φθορέας ατν τν φρενν;

Τό μυαλό το νθρώπου, διάνοιά του, χρος το σκέπτεσθαι, χρος τν λογισμν, κάτι πού συνδέεται βεβαίως μεσα μέ τό νο του λλις μέ τήν καρδιά του. Καί φθορέας ατο το χώρου εναι διάβολος, παρχς χθρός το νθρώπου, κατά τόν γιο Ιωάννη τόν εαγγελιστή νθρωποκτόνος. διάβολος λοιπόν προσπαθε πάντοτε νά διαφθείρει, νά καταστρέψει τή διάνοια το νθρώπου, (πό κε ξεκιν λλωστε ποιαδήποτε μαρτία: μέ τήν προσβολή τν λογισμν), στε τσι νά καταστρέψει καί τό κέντρο τς παρξής του, τό νο καί τήν καρδιά του. Μέ ποιό σκοπό; Νά πομακρύνει τόν νθρωπο πό τόν Θεό, ποος ζε καί νεργε κυρίως στήν καρδιά το βαπτισμένου καί νσωματωμένου στήν Εκκλησία νθρώπου. Ατία γι ατό: τό μίσος το διαβόλου πρός τόν νθρωπο, τόν κατ εκόνα καί καθ μοίωσιν Θεο δημιουργημένο, στε νά μή μπορε νά χαρε ατός τήν παρουσία το Δημιουργο του, συνεπς τή δική του διάβολος δυστυχία νά τήν κάνει καί δυστυχία το νθρώπου. Μή ξεχνμε τι διάβολος, κατά τούς γίους μας, εναι τό πιό τραγικό καί δυστυχισμένο ν λης τς δημιουργίας το Θεο, μέ πιλογή βεβαίως το διου καί χι το Θεο.

2. Τί συγκεκριμένα προσπαθε νά φθείρει πονηρός πιτιθέμενος στή διάνοια το νθρώπου;

•               (1) Ως πρός τόν Θεό: νά κλονίσει τήν μπιστοσύνη του πρός Ατόν - ς θυμηθομε τό περιστατικό στόν κπο τς Εδέμ: πς προσβάλλει τή διάνοια τς Εας, προκαλώντας ρήξη στήν πίστη της στόν Δημιουργό της.

•               (2) Ως πρός τό συνάνθρωπο: νά χαλάσει τή σχέση το κάθε νθρώπου μέ ατόν, προκαλώντας καχυποψίες, διαστρέβλωση τν λόγων του, παρερμηνεύοντας τήν ποια συμπεριφορά του.

•      (3) Ως πρός τόν αυτό μας: νά φέρνει πάντοτε δικαιολογίες γιά μς τούς διους, προκειμένου νά μαρτήσουμε κι ν μαρτήσουμε, νά μς δηγήσει στήν πελπισία, στή μελαγχολία, στήν περηφάνεια.

3.  Παναγία λοιπόν εναι ατή πού κατήργησε καί καταργε τόν φθορέα διάβολο, γιατί γέννησε Ατόν πού τόν συνέτριψε ριστικά. Ας θυμηθομε καί πάλι τό λεγόμενο πρωτευαγγέλιο: τήν πόσχεση πού δωσε Θεός στούς πρωτοπλάστους μετά τήν πτώση τους στήν μαρτία, τι θά λθει κάποτε ποχή πού πόγονος (Χριστός) τς γυναίκας (Παναγίας) θά συνέτριβε τήν κεφαλή το φιδιο-διαβόλου! Κι πως τό λέει κι πόστολος Παλος, Χριστός εναι Εκενος πού κατήργησε τόν τό κράτος χοντα το θανάτου, τοτέστιν τόν διάβολο! Ατό σημαίνει τι σο πλησιάζουμε τόν Χριστό καί τήν Παναγία Μητέρα Του, ρα σο ζομε κκλησιαστικά – στήν Εκκλησία, τό ζωντανό σμα το Χριστο, ζομε ντονα τήν παρουσία Εκείνου – τόσο χάνει πονηρός ποιαδήποτε δύναμη πέναντί μας. Καί χάνεται ποια δύναμη το διαβόλου, γιατί σταλάζει μέσα μας Χριστός, πως λέει πό ξέταση χαιρετισμός ( τόν σπορέα τς γνείας τεκοσα), κριβς τήν γνεία, τήν γνότητα, δηλ. τή χάρη Του, φο Εκενος εναι πηγή της. Αγνίζετε αυτούς, καθώς Εκενος γνός στι (γιος Ιωάννης Θεολόγος). Λέγοντας γνότητα ννοομε χι μόνο τή σωματική πό πλευρς σαρκικν μολυσμν καθαρότητα, λλ λη τήν γκάρδια στροφή το νθρώπου, ψυχς καί σώματος, πρός τόν Χριστό, γεγονός πού σημαίνει καί πάλι:

•               (1) ς πρός τόν Θεό: πίστη καί γάπη,

•               (2) ς πρός τόν συνάνθρωπο: γάπη καί πομονή,

•           (3) ς πρός τόν αυτό μας: ταπείνωση καί σωφροσύνη καί γκράτεια.

4. Μ ατόν τόν τρόπο πιστός νθρωπος γίνεται κατοικητήριο το Τριαδικο Θεο καί φθάνει στό σημεο νά γίνεται καί ληθινός θεολόγος. Δηλ. ζε τήν παρουσία το Θεο καί καθοδηγεται μέ τό φωτισμό το Θεο στήν πορεία του πάνω σ ατήν τή γ, χοντας ρθή γνώση καί γιά τόν Θεό καί γιά τό συνάνθρωπο καί γιά τόν κόσμο λο. Μς πισημαίνει τήν πραγματικότητα ατή μεταξύ τν λλων καί γιος τς Σαρακοστς, γιος Ιωάννης τς Κλίμακος: Τέλος γνείας, θεολογίας πόθεσις λέει. Τότε δηλ. νθρωπος ρχίζει νά θεολογε σωστά, ταν φθάνει στό τέλος τς γνότητας. Κι γνότητα σημαίνει, πως επαμε, ρθή στάση ζως, κατά τό πρότυπο το Κυρίου μας Ιησο Χριστο.

ΠΗΓΗ:https://pgdorbas.blogspot.com/2012/03/blog-post_23.html

Παρασκευή 5 Απριλίου 2024

Γ΄ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ

 


«Χαίρε ηδύπνοον κρίνον, Δέσποινα, πιστούς ευωδιάζον· θυμίαμα εύοσμον, μύρον πολύτιμον»

1. Ο υμνογράφος ήδη από την πρώτη ωδή του κανόνα του για την Υπεραγία Θεοτόκο την χαρακτηρίζει ως κρίνο που ευωδιάζει, ως εύοσμο θυμίαμα, ως πολύτιμο μύρο που η μυρωδιά του είναι μεθυστική. Προϋποθέτει δηλαδή την ύπαρξη πνευματικής όσφρησης στον άνθρωπο, η οποία προκαλείται από το πνευματικό άρωμα της Παναγίας. Κι είναι τούτο γνωστό: πέραν των σωματικών αισθήσεων υπάρχουν κατά την πίστη μας και οι πνευματικές μας αισθήσεις, που λειτουργούν κατά αντιστοιχία προς τις σωματικές: η πνευματική όραση,  η πνευματική ακοή, η πνευματική όσφρηση, η πνευματική γεύση, η πνευματική αφή. «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται», σημειώνει για παράδειγμα ο ίδιος ο Κύριος. «Λάλει Κύριε ότι ο δούλος Σου ακούει», λέει ο προφήτης Σαμουήλ στη φωνή του Κυρίου. «Γεύσασθε και ίδετε ότι χρηστός ο Κύριος» μαρτυρεί ο ψαλμωδός και ψάλλει διαρκώς η Εκκλησία.

2. Πού οφείλεται το άρωμα της Παναγίας; Μα στη χάρη του Θεού λόγω της ψυχικής της καθαρότητας. Με καλύτερη θεολογική γενική διατύπωση, η χάρη του Πνεύματος του Θεού ερχόμενη στην ψυχή του καλοπροαίρετου ανθρώπου που αναζητεί τον Θεό δημιουργεί τις συνθήκες καθαρισμού της ψυχής - «Νουν καθαρίσαι μόνου του αγίου Πνεύματός εστιν» (άγιος Διάδοχος Φωτικής) – και κατά αναλογία της καθάρσεως αυτής αυξάνει την εγκατοίκησή της ώστε η ψυχή του ανθρώπου και κατ’ επέκταση και το σώμα του να γίνουν καθ’ ολοκληρία κατοικητήρια του Θεού. Η Παναγία λοιπόν έγινε πράγματι κατοικητήριο του Θεού στον απόλυτο δυνατό βαθμό για τους ανθρώπους, γέμισε από το Πνεύμα Αυτού, σάρκωσε τον Θεό στην αγιασμένη κοιλία της, λοιπόν η ευωδία της από το πνευματικό θεϊκό μύρο είναι τέτοια που χαροποιεί Ουρανούς και γη. Δεν είναι τυχαίο ότι όπου εμφανιστεί η Παναγία μας ως κατεξοχήν προέκταση του Χριστού το πνευματικό άρωμά της γεμίζει τον τόπο, όπως κατ’ επέκταση τούτο συμβαίνει και με τους λοιπούς αγίους της Εκκλησίας μας. Κι αντιστρόφως, η δαιμονική παρουσία όπως και των δυστυχών οργάνων του γεμίζει τον τόπο από δυσωδία. Οι έχοντες ανεπτυγμένες πνευματικές αισθήσεις, δηλαδή οι άγιοί μας,  έχουν τη δυνατότητα οσφράνσεως και γεύσεως των καταστάσεων αυτών, που σημαίνει ότι βρίσκονται στο υψηλό επίπεδο διακρίσεων των πνευμάτων: οι άγιοι νιώθουν και με τον τρόπο αυτόν αν κάτι είναι εκ Θεού ή όχι.

3. Κι εδώ ακριβώς αναδύεται και το δικό μας πρόβλημα. Μπροστά δηλαδή στην Παναγία, την κατεξοχήν φορέα του Πνεύματος του Θεού από πλευράς ανθρώπινης, φανερώνεται η δική μας κατάσταση: αν λειτουργεί ή όχι η πνευματική όσφρησή μας. Αν χαιρόμαστε με την αναφορά στην Παναγία, αν το όνομά της μας κάνει να σκιρτούμε από αγαλλίαση, αν η κλήση για μετοχή στις ακολουθίες της Εκκλησίας για Εκείνη μάς βρίσκει πρόθυμους, τότε σημαίνει ότι λειτουργούν οι πνευματικές μας αισθήσεις, έστω κι αν δεν φανερώνεται τούτο με «υλικό» τρόπο. Αν όμως η αναφορά σ’ Αυτήν δεν μας κινητοποιεί και δεν μας κάνει να σκιρτούμε, γεγονός που φανερώνει ότι πάσχουμε από την πίστη μας και για τον Ιησού Χριστό: Χριστός και Παναγία συνθεωρούνται στην πίστη μας, τότε οι αισθήσεις μας αυτές είναι μάλλον σε αδράνεια, «μπουκωμένες», όπως όταν κάποιος πάσχει από κρυολόγημα και η όσφρησή του ή η γεύση του έχουν μειωθεί δραματικά. Κι αυτό το «μπούκωμα» δημιουργείται πάντοτε από τη μόνη κατάσταση που θέτει φράγμα στη χάρη του Θεού, την αμαρτία. Όσο πορευόμαστε με πονηρία και κακία και δεν μετανοούμε, τόσο ο πνευματικός κόσμος μας ξεθωριάζει και περιθωριοποιείται και οι αισθήσεις του κόσμου αυτού δεν υπάρχουν για εμάς.

 

4. Έτσι η Παναγία λειτουργεί ως κριτήριο της πνευματικής καταστάσεώς μας. Μπροστά της, μπροστά συνεπώς στον Υιό και Θεό της, φανερώνεται η ποιότητα της χριστιανικής συνειδήσεώς μας. Κι απαιτείται, σε περίπτωση μη λειτουργίας των πνευματικών αισθήσεων, το φάρμακο. Όπως παίρνουμε τα διάφορα αντιβιοτικά ή τα λοιπά φάρμακα που επαναφέρουν την υγεία στο σώμα μας, έτσι το φάρμακο για κάθε περίπτωση αποκλίσεως από το θέλημα του Θεού είναι η μετάνοιά μας. Η μετάνοια, ιδιαιτέρως την περίοδο αυτή της Σαρακοστής που αδιάκοπα η Εκκλησία μας την προβάλλει ως τον μοναδικό τρόπο της ορθής ζωής, αποκαθιστά την πνευματική υγεία και ενεργοποιεί τις πνευματικές αισθήσεις, ώστε αφενός να μυριζόμαστε τη χάρη του Θεού, της Παναγίας και των αγίων μας, αφετέρου να γινόμαστε κι εμείς ως φορείς του πνευματικού μύρου του αγίου Πνεύματος κυριολεκτικά ευωδία που θα ευχαριστεί Θεό και ανθρώπους.

 Ένα γνωστό τροπάριο της περιόδου μάλιστα αυτής έρχεται και με μοναδικό τρόπο προβάλλει την παραπάνω αλήθεια. «Δάκρυά μοι δος, ο Θεός, ώς ποτε τη γυναικί τη αμαρτωλώ, και αξίωσόν με βρέχειν τους πόδους σου, τους εμέ εκ της οδούς της πλάνης ελευθερώσαντας, και μύρον ευωδίας σοι προσφέρειν, βίον καθαρόν εν μετανοία μοι κτισθέντα· ίνα ακούσω καγώ της ευκταίας σου φωνής· η πίστις σου σέσωκέ σε, πορεύου εις ειρήνην» (Θεέ μου, δώσε μου δάκρυα, όπως έδωσες κάποτε στην αμαρτωλή γυναίκα, και αξίωσέ με να βρέχω τα πόδια Σου που με ελευθέρωσαν από την οδό της πλάνης, και να Σου προσφέρω ως μύρο ευωδίας τον καθαρό βίο μου που κτίσθηκε πάνω στη μετάνοια. Έτσι ώστε να ακούσω κι εγώ την ευλογημένη φωνή σου: η πίστη σου σε έσωσε, πορεύου εις ειρήνην).

ΠΗΓΗ: https://pgdorbas.blogspot.com/2015/03/blog-post_12.html

 

Δευτέρα 1 Απριλίου 2024

Ἡ σιωπή καί ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ (Μαντζαρίδης Γεώργιος )

 

 

Audio PlayUse Up/Down Arrow keys to increase or decrease volum

palamas-2-in[1]

 


 σιωπή καί ὁ λόγος εἶναι πράγματα ἀντίθετα στήν καθημερινή μας ζωή. Ὁ λόγος διαλύει τή σιωπή. Καί ἡ σιωπή διακόπτει τό λόγο. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὡς ἡσυχαστής ἦταν βασικά ἄνθρωπος τῆς σιωπῆς. Ἀπέφευγε τό λόγο, ὅπως ἄλλωστε καί τή συγγραφή. Ὁ ἴδιος σημειώνει ὅτι πολλοί μεγάλοι πατέρες τῆς ἐρήμου, μολονότι θά μποροῦσαν νά γράψουν σπουδαῖα καί ὠφέλιμα πράγματα, δέν τό ἔκαναν, γιά νά μή διακόψουν τήν σιωπή καί τήν κοινωνία τους μέ τό Θεό. Κατακρίνει μάλιστα τόν ἑαυτό του καί λέει ὅτι ὁ ἴδιος συνήθιζε νά γράφει, ὅταν ὑπῆρχε κάποια ἐπείγουσα ἀνάγκη. Καί γνωρίζουμε πόσο πολλά καί δυνατά κείμενα ἔγραψε, ὅταν ἡ ἀνάγκη αὐτὴ ἦταν ὁ κίνδυνος νά παραχαραχθεῖ ἡ ὀρθόδοξη διδασκαλία.

Ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ὁ προφορικός καί ὁ γραπτός, εἶχε πάντοτε πλούσιο ἀντίκρυσμα στή σιωπή του. Καί ἡ σιωπή του δέν ἦταν συνέπεια παραιτήσεως ἤ ἀδιαφορίας, ἀλλά καρπός ἔντονης σπουδῆς καί κοινωνίας μέ τό Θεό Λόγο. Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος γράφει: «Ἄμεινόν ἐστι σιωπᾶν καί εἶναι ἤ λαλοῦντα μή εἶναι».

Στήν καθημερινή μας ζωή συνδέουμε συνήθως τό λόγο μέ τήν ὕπαρξη καί τή σιωπή μέ τήν ἀνυπαρξία. Συχνά ὅμως ὁ ἀνθρώπινος λόγος εἶναι κενός καί φανερώνει μία οὐσιαστική ἀνυπαρξία. Δέ χρειάζεται ἄλλωστε νά εἶναι κανείς ψεύτης ἤ φλύαρος, γιά ν’ ἀποδειχθεῖ ὁ λόγος του κενός. Καί μόνο τό ὅτι εἶναι θνητός, καί ὁ θάνατος ἀποτελεῖ τό ἔσχατο ὅριο τῶν δυνάμεών του, φανερώνει τήν ἀβεβαιότητα καί τήν οὐσιαστική κενότητα τοῦ λόγου του.

Παράλληλα ὅμως ὁ κάθε ἀνθρώπινος λόγος ἔχει μεγάλη ἀξία, ὅταν διαθέτει ἀντικρυσμα στή σιωπή. Ἀκόμα περισσότερο, ὁ κάθε ἀνθρώπινος λόγος ἔχει τεράστια ἀξία, ὅταν εἶναι λόγος σιωπῆς. Τά λόγια πού ἀπευθύνει ὁ πατέρας στό παιδί του ἔχουν τό ἀντίκρυσμα καί τήν ἀξία τους, ὅσο ζεῖ ὁ πατέρας καί ἀκούει τό παιδί. Ἡ σιωπηρή ὅμως παρουσία τοῦ πατέρα στήν καρδιά τοῦ παιδιοῦ του, ὡς παρουσία ἀγάπης, εἶναι πολύ πιό εὔγλωττη καί πολύ πιό οὐσιαστική ἀπό τά λόγια πού ἀκούει ἀπό τό στόμα του. Καί αὐτό, γιατί ἡ ἀγάπη μεταφέρει τόν ἄνθρωπο σέ ἕνα ἄλλο ἐπίπεδο πού βρίσκεται πέρα ἀπό τό θάνατο. «Ἠμεῖς οἴδαμεν», λέει ὁ Ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής Ἰωάννης, ἐμεῖς δηλαδή γνωρίζουμε, «ὅτι μεταβεβήκαμεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τήν ζωήν, ὅτι ἀγαπῶμεν τούς ἀδελφούς• ὁ μή ἀγαπῶν τόν ἀδελφόν μένει ἐν τῷ θανάτῳ».

Ἡ ἀγάπη δίνει στόν ἄνθρωπο τήν ἐμπειρία τῆς διατηρήσεως τῆς ζωῆς του πέρα ἀπό τήν ἀτομικότητά του. Ἡ ἀγάπη δίνει στόν ἄνθρωπο μία αἴσθηση τῆς ἀθάνατης ζωῆς, τῆς ζωῆς τοῦ Θεοῦ. Καί αὐτό εἶναι φυσικό, γιατί ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη.

Ἡ ἀληθινή ὅμως ἀγάπη δέ διατυπώνεται μέ λόγια. Καί ἡ οὐσία της δέν περιορίζεται σέ φραστικά σχήματα. Ἡ ἀληθινή ἀγάπη ἐκφράζεται περισσότερο μέ τή σιωπή. Ἡ σιωπή εἶναι συχνά ἡ πιό ἔντονη κραυγή. Αὐτό τό βλέπουμε προπαντός στόν ἡσυχασμό. Ἡ σιωπή τοῦ ἡσυχαστῆ εἶναι κραυγή ἀγάπης. Ὅπως καί ἡ ἀπομόνωσή του εἶναι ἐντατικοποίηση τῆς κοινωνίας του μέ τό Θεό.

Ζώντας στόν κόσμο καί διατηρώντας ἀκέραιο τόν ἐγωισμό μας ἀδυνατοῦμε συνήθως νά γνωρίσουμε καί νά ζήσουμε τήν ἀληθινή ἀγάπη. Ἡ ἀληθινή ἀγάπη βγαίνει ἀπό τήν σιωπή καί τήν ταπείνωση. Ὁ βιογράφος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ἅγιος Φιλόθεος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, περιγράφοντας τή ζωή καί τίς ἀρετές τοῦ ἁγίου στά ἡσυχαστήρια τοῦ Ἄθω, σημειώνει σχετικά τά ἑξῆς: «Ταπείνωσις ἦν αὐτῷ ἀκρότατη, καί ἡ πρός τόν Θεόν καί τόν πλησίον, ἥ φησίν ὁ θεῖος Ἀπόστολος, ἀνυπόκριτος ἐκ καρδίας ἀγάπη, τά πρῶτα καί μέσα καί τελευταῖα τῶν ἀρετῶν ἐρείσματα καί στοιχεῖα».

Καί πραγματικά μόνο μέ ἀκρότατη ταπείνωση μπορεῖ νά ὑπάρξει ἡ ἀνυπόκριτη καί «ἐκ καρδίας ἀγάπη» πρός τό Θεό καί τό συνάνθρωπο. Αὐτὴ τήν ἀγάπη, πού τόσο σπανίζει στήν καθημερινή μας ζωή, καλλιέργησε ὁ ἡσυχαστής Γρηγόριος Παλαμᾶς στά ἐρημητήρια τοῦ Ἁγίου Ὅρους μέ τήν ἄσκηση καί τήν προσευχή. Ἡ ἴδια ἀγάπη τόν ἔφερε ἀργότερα στή μητρόπολη τῆς Θεσσαλονίκης καί τόν ἔκανε στήριγμα καί διδάσκαλο τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ ἀγάπη πού καλλιέργησε στή σιωπή. Ἡ ἀγάπη πού θεμελίωσε στήν ταπείνωση καί τόν ἀφανισμό τοῦ ἑαυτοῦ του. Ἡ ἀγάπη πού ἔδειξε, ὅταν χρειάστηκε, μέ τούς ἔντονους ἀγῶνες καί τήν ἀκατάβλητη δράση του.

Πολλές φορές ἀκοῦμε καί εὐσεβεῖς ἀκόμα Χριστιανούς νά λένε: Τί κάνουν αὐτοί οἱ μοναχοί στά ἐρημητήριά τους; Τί νόημα ἔχει ἡ ἀπόκοσμη ζωή τους; Ποιό εἶναι τό κοινωνικό ἔργο τους, ὅταν βρίσκονται μακριά ἀπό τούς ἀνθρώπους; Ποιά εἶναι ἡ ἀρετή τους, ὅταν φροντίζουν μόνο γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς τους;

Καί εἶναι φυσικό νά διατυπώνονται τά ἐρωτήματα αὐτά, ὅταν ἀντιμετωπίζεται ὁ ἄνθρωπος ὡς μέσο γιά κάποιο σκοπό. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος ἀντιμετωπίζεται ὡς αὐτοαξία, τότε τά πράγματα τοποθετοῦνται διαφορετικά. Ἔτσι ἀντιμετωπίζεται ὁ ἄνθρωπος ἀπό τόν ἡσυχαστή. Αὐτήν τήν εἰκόνα γιά τόν ἄνθρωπο εἶχε καί ἐνσάρκωσε στή ζωή του ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Ἡ ἴδια ἡ ἀνθρώπινη σάρκα, ἡ φθαρτή καί θνητή, πού τόσο ὑπωπιάζει καί δουλαγωγεῖ ὁ μοναχός ἔχει ἀνείπωτη ἀξία γι’ αὐτόν, ὅπως καί γενικότερα γιά τήν Ὀρθοδοξία, γιατί καταξιώθηκε ἀπό τόν ἴδιο τό Θεό πού ἔγινε ἄνθρωπος. Ἔγινε λοιπόν ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ἄνθρωπος, λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, γιά νά δείξει ὅτι ἡ ἀνθρώπινη φύση ἔχει μία τέτοια συγγένεια μέ τό Θεό, ὥστε νά μπορεῖ νά ἑνωθεῖ μαζί του σέ μία ὑπόσταση. Ἔγινε ἄνθρωπος, «ἵνα τίμησῃ τήν σάρκα καί αὐτήν τήν θνητήν».

Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά ἡ ἀπόκοσμη ζωή τοῦ ἐρημίτη δέν εἶναι ἀπόλυτη ἀλλά σχετική. Στή σιωπή τῆς ἐρήμου ὁ μοναχός ἐξασφαλίζει μεγαλύτερο βαθμό ἐλευθερίας καί ἀποφεύγει τίς πολλαπλές καί ἀδιόρατες κοινωνικές δεσμεύσεις. Ἔτσι μπορεῖ νά βρίσκεται ψυχικά πολύ πιό κοντά στόν ἄνθρωπο, καί νά καλλιεργεῖ πραγματική καί ἀνυπόκριτη ἀγάπη γι’ αὐτόν. Μέ τή φυγή στήν ἔρημο καί τή στέρηση τῆς συναναστροφῆς μέ τόν κόσμο ἐνισχύει καί μεγιστοποιεῖ ὁ μοναχός τήν κοινωνικότητά του. Γι’ αὐτό καί μπορεῖ σέ ὁποιαδήποτε στιγμή νά δώσει τή μαρτυρία τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης στόν κόσμο. Αὐτό ἀποδεικνύει ἡ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μας. Αὐτό φανερώνει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὁ ἐρημίτης καί ἱεράρχης, ὁ ἡσυχαστής καί κῆρυξ τῆς χάριτος.

Τό νόημα τοῦ λόγου τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ βρίσκεται στή φύση τῆς σιωπῆς του. Γνώριζε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὅτι ὅσο μιλοῦσε δέ βρισκόταν ἀκόμα ἐκεῖ πού ποθοῦσε. Τώρα πού σιωπᾶ βρίσκεται ἐκεῖ καί ὑπάρχει πραγματικά, γιατί βρίσκεται καί ὑπάρχει ἐν Κυρίῳ. Ἡ ζωή τῶν ἁγίων εἶναι ὁ Χριστός. Καί ἡ δική μας ζωή εἶναι ὁ Χριστός. Γι’ αὐτό ἄλλωστε λεγόμαστε Χριστιανοί. Ὁ χριστιανισμός -κι ἐπειδή σημειώθηκαν παραφθορές τοῦ Χριστιανισμοῦ – ἡ Ὀρθοδοξία ἦταν καί εἶναι ἡ πραγματική μας ταυτότητα. Μέ τήν Ὀρθοδοξία ταυτίστηκε ἡ ἱστορία μας καί ἡ ὕπαρξή μας.

Ὅταν ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἦρθε στήν Θεσσαλονίκη καί βρῆκε τούς κατοίκους τῆς διχασμένους ἀπό τό κίνημα τῶν ζηλωτῶν, τούς κάλεσε μέ τήν πρώτη ὁμιλία του σέ εἰρήνη καί ἑνότητα λέγοντάς τους: Ἀδέλφια εἴμαστε ὅλοι ὄχι μόνο ὡς ἄνθρωποι, ἀλλά καί ὡς μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ. Κοινή εἶναι ἡ πίστη μας, κοινή ἡ ἐλπίδα μας, κοινός Πατέρας μας ὁ Χριστός, κοινή μητέρα μας ἡ Ἐκκλησία. Καί ὅπως μᾶς πληροφορεῖ καί πάλι ὁ βιογράφος του ἅγιος Φιλόθεος, «τούς ὑβριστὰς ἑαυτοῦ καί πολεμιωτάτους καί στασιαστὰς πρότερον, φίλους ἐκ τῆς ὁμιλίας εὐθύς ἐκείνης εἰργάσατο».

Ἔτσι ἡ πίστη στό Χριστό, ἡ πίστη στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἕνωσε καί πάλι τούς Θεσσαλονικεῖς. Αὐτή ἡ πίστη ἦταν ἡ ταυτότητα τοῦ γένους μας. Σ’ αὐτήν τήν πίστη στήριξε τήν ἑνότητά του. Μέ αὐτήν τήν πίστη ὑπέμεινε τή μακραίωνη σκλαβιά καί ξανακέρδισε τή λευτεριά του. Καί στή συνέχεια, -ἐλεύθεροι ἀπό ξένους-δεσπότες κινδυνεύουμε νά χάσουμε τήν ταυτότητά μας μέ τίς ξενομανίες μας καί τίς ξενόφερτες ἰδεολογίες μας. Εἶναι ἀπελπιστικό, καί ὅμως ἀληθινό, ὅτι οἱ λεγόμενες προηγμένες κοινωνίες τείνουν νά ἔχουν ὡς μοναδική ταυτότητά τους μία καλύτερα ἤ χειρότερα ὀργανωμένη καί ἱεραρχημένη γραφειοκρατία, χωρίς αἴσθημα καί ἀγάπη, χωρίς νόημα καί σκοπό.

Ἔτσι ἀνοίγεται μία πορεία, πού τέρμα της ἔχει τόν μονοδιάστατο ἄνθρωπο καί τή μονοδιάστατη κοινωνία. Ἕνας τέτοιος ὅμως ἄνθρωπος παύει νά εἶναι ἄνθρωπος. Καί μία τέτοια κοινωνία παύει νά εἶναι ἀνθρώπινη κοινωνία. Ἄν δέ θέλουμε ν’ ἀφήσουμε νά μεταπέσει ἡ ταυτότητά μας σέ ληξιαρχική πράξη θανάτου, πρέπει νά διατηρηθοῦμε ἑνωμένοι μέ τίς ρίζες μας. Καί δόξα τῷ Θεῶ στόν τόπο μας εἶναι αὐτό ἀκόμα δυνατό. Ἡ ἴδια ἡ ἀδυναμία πού δείχνουμε νά συμμορφωθοῦμε καί νά ταυτιστοῦμε μέ μία ἄψυχη γραφειοκρατία, ἀδυναμία πού εἶναι ἐμφανής σέ ὅλες τίς μορφές τῆς κοινωνικῆς μας ζωῆς, βεβαιώνει τήν ἀλήθεια αὐτή. Βεβαιώνει ὅτι κάπου ἀλλοῦ ἀναζητοῦμε τήν ταυτότητά μας. Καί αὐτό τό κάπου ἄλλου δέν εἶναι δύσκολο νά τό βροῦμε, ὅσο διατηροῦμε τό λόγο τῶν ἁγίων μας καί τιμοῦμε τή σιωπή τῶν λειψάνων τους.

Μαντζαρίδης Γεώργιος 

ΠΗΓΗ:https://www.imaik.gr/

Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024

Β΄ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ (2)

 


«Χαίρε τύραννον απάνθρωπον εκβαλούσα της αρχής, χαίρε Κύριον φιλάνθρωπον επιδείξασα Χριστόν».

 

Υπόβαθρο της Β΄ στάσης των Χαιρετισμών αποτελεί η Γέννηση του Κυρίου Ιησού Χριστού. Η Γέννηση αυτή προκαλεί την αντίδραση των βοσκών, των μάγων της εποχής, του ίδιου του γέροντος Συμεών του θεοδόχου. Ο παραπάνω διπλός χαιρετισμός τίθεται από τον υμνογράφο στο στόμα των μάγων μετά την αναγγελία σ’ αυτούς της Γεννήσεως του Κυρίου από τους αγίους αγγέλους.

1. Η Παναγία είναι αυτή που γκρέμισε από την εξουσία τον απάνθρωπο τύραννο και φανέρωσε τον Χριστό ως φιλάνθρωπο Κύριο. Ποιος ο τύραννος; Ο διάβολος. Γιατί τύραννος και μάλιστα απάνθρωπος; Διότι η εξουσία του ήταν σφετερισμός: δημιούργημα κι αυτός του Θεού ήταν και είναι ον εξαρτημένο από τον Θεό. Εκμεταλλεύτηκε όμως την αδυναμία του ανθρώπου και τον υποδούλωσε. Τον έκανε υποχείριό του, ασφαλώς και με τη δική του θέληση. Έτσι ο διάβολος ήταν εξουσιαστής του ανθρώπου και ιδιαιτέρως της καρδιάς του.

2. Ο σφετερισμός αυτός όμως έλαβε τέλος. Ο Θεός θέλησε να γίνει άνθρωπος μέσω του εκλεκτού οργάνου Του της Παναγίας. Δι’ Αυτής έρχεται ο Χριστός ο Οποίος αποκαθιστά τα πράγματα, ο άνθρωπος δηλαδή ξαναβρίσκει τον φυσικό του αρχηγό, τον φυσικό του Κύριο. Διότι ο Χριστός είναι ο πραγματικός Κύριος. Κύριος της Δημιουργίας, Κύριος της Ιστορίας, Κύριος των καρδιών. Με μία όμως παρατήρηση. Είναι Κύριος των καρδιών, όταν το θελήσουν και οι ίδιοι οι άνθρωποι. Κι αυτό σημαίνει ότι το γκρέμισμα του διαβόλου από τον θρόνο του ανθρώπου λειτουργεί μέσα στα πλαίσια της ελευθερίας. Με άλλα λόγια φεύγει από τη δυναστεία του διαβόλου, του απάνθρωπου τύραννου, μόνον ο πιστός, το μέλος της Εκκλησίας. «Εις τα ίδια ήλθε και οι ίδιοι αυτόν ου παρέλαβον».

3. Θα ρωτήσει κανείς. Είναι εντελώς απαραίτητο να υπάρχει πάντα η σχέση Κυρίου και δούλου; Θέλει ο Θεός να είναι ο Κύριος και να έχει «δουλικά» τους ανθρώπους; Η απάντηση είναι απλή. Ο Κύριος είναι Κύριος όχι ως αφέντης, αλλ’ ως Πατέρας. Η κυριότητά Του προϋποθέτει την αγάπη Του προς τους ανθρώπους και την αγάπη των ανθρώπων προς Αυτόν. Η σχέση δηλαδή Κυρίου και ανθρώπων κατανοείται ως σχέση Πατέρα προς αγαπημένα παιδιά. «Όσοι έλαβον αυτόν έδωκεν αυτοίς την εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι».

4. Ο απόστολος Παύλος προωθεί περισσότερο την κατανόηση του παραπάνω λόγου: «Ουδείς δύναται ειπείν Κύριον ει μη εν Πνεύματι Αγίω». Τότε κανείς δηλαδή αναγνωρίζει τον Χριστό ως Κύριο και Θεό της ζωής του, όταν βρίσκεται κάτω από την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Είναι ό,τι επισημάναμε προηγουμένως: μόνον ο πιστός, το μέλος της Εκκλησίας, αναγνωρίζει τον Χριστό ως Θεό και Κύριο της ζωής του.

Τι σημαίνει όμως ότι εν Πνεύματι Αγίω αναγνωρίζει κανείς τον Χριστό ως Κύριο; Ο άγιος Μάξιμος ο ομολογητής μάς δίνει μία σαφή αλλά και πολύ οδυνηρή για τα δεδομένα μας απάντηση. «Ο τελείαν αγάπην κτήσασθαι δυνηθείς και όλον τον βίον αυτού προς ταύτην ρυθμίσας, ούτος λέγει Κύριον Ιησούν εν Πνεύματι Αγίω» (Αυτός που μπόρεσε να αποκτήσει την τέλεια αγάπη και που ρύθμισε όλη τη ζωή του προς αυτήν, αυτός ομολογεί τον Ιησού Κύριο με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος). Έτσι στον βαθμό που αγαπά κανείς τον Θεό και τον συνάνθρωπο έχει Πνεύμα Θεού που τον οδηγεί στην αναγνώριση και του Χριστού ως Κυρίου της ζωής του. Η κυριότητα έτσι του Χριστού στον άνθρωπο έχει εμπειρικό και δυναμικό χαρακτήρα και δεν είναι κάτι ψιλό και θεωρητικό.

Η Παναγία μας φανέρωσε τον Χριστό ως φιλάνθρωπο Κύριο. Το ερώτημα είναι πόσο ζούμε το Πνεύμα του Θεού στην καθημερινότητά μας, το Οποίο ενεργοποιεί την αλήθεια αυτή, δηλαδή πόσο αγαπούμε τον Θεό και τον συνάνθρωπό μας; Αν η απάντησή μας δεν είναι θετική, δυστυχώς τυραννούμαστε ακόμη από τον σφετεριστή διάβολο, έστω κι αν εξωτερικά φαινόμαστε δούλοι του Θεού.

 https://pgdorbas.blogspot.com/2015/03/2_5.html

Δευτέρα 25 Μαρτίου 2024

Οἰκουμενισμός ἕνας «Νεο-χιλιασμός»


Ἀρχιεπίσκοπος Συρακουσῶν καὶ Τριάδος Ἀβέρκιος

Τὸ κείμενο ποὺ ἀκολουθεῖ το Μακαριστιοῦ Ἀρχιεπισκόπου  Ἀβερκίου τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς (+1976), χει μεταφραστε στά ἑλληνικά πό τό βιβλίο του, στήν ἀγγλική, «Κηρύγματα καί μιλίες», τόμος ΙΙΙ, σσ. 259-265, καί δημοσιεύθηκε στό περιοδικό «Ὀρθόδοξη Ζωή», τόμος 31, Νο 2, σσ. 23-25. Τό θέμα της ἀφορᾶ τήν ὀρθή χριστιανική στάση πέναντι στήν πνευματική ζωή καί τό μέλλον το κόσμου. ντιπαρατίθεται στίς πλανεμένες δέες καί ψεύτικες λπίδες πού καλλιεργεῖ τό θρησκευτικό Οἰκουμενιστικό κίνημα στήν σημερινή παγκόσμια κοινωνία. Ὁ λόγος τοῦ Μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀβερκίου εἶναι κατάθεση μιᾶς γνήσιας Χριστιανικῆς ψυχῆς, πού μαρτυρεῖ τόν ποιμαντικό του ζλο καί τό Πατερικό του φρόνημα.

«῞Οστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω
 ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν  αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι»
 (Μάρκ. 8:34)

Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή εἶναι μιά περίοδος μετανοίας καί μετάνοια εἶναι ἐκεῖνος ὁ ἀγώνας ἐναντίον τῶν ἁμαρτωλῶν παθῶν, ὁ ὁποῖος εἶναι τόσο δύσκολος γιά τόν ἄνθρωπο, ὥστε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καί Κριτής τόν παρομοίασε μέ σταυρό…

Ὅπως ὁ Κύριος σήκωσε τόν σταυρό του γιά τήν σωτηρία μας, ἔτσι καί ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς πρέπει νά σηκώσει τόν δικό του σταυρό γιά νά κερδίσει τήν σωτηρία πού ἑτοιμάστηκε γιά μᾶς ἀπό τόν Κύριο.

Χωρίς σταυρό καί χωρίς ἀγῶνα, δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει σωτηρία. Αὐτό εἶναι πού διδάσκει ὁ ἀληθινός Χριστιανισμός. Ἡ διδασκαλία γιά τόν ἀγῶνα, γιά τόν προσωπικό σταυρό, ὑπάρχει ἀπ’ ἄκρη σ’ ἄκρη σέ ὅλη τήν Ἁγία Γραφή καί σ’ ὅλη τήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας. Καί οἱ Βίοι τῶν Ἁγίων πού εὐαρέστησαν τόν Θεό, τῶν πνευματικῶν ἐκείνων ἀθλητῶν τῆς χριστιανικῆς εὐσέβειας, ξεκάθαρα μαρτυροῦν τό ἴδιο πρᾶγμα. Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή εἶναι μιά ἐτησίως ἐπαναλαμβανόμενη ἄσκηση, στό πῶς κάποιος θά σηκώνει τόν σταυρό του σ’ αὐτή τήν ζωή. Εἶναι μιά ἄσκηση στόν πνευματικό ἀγῶνα πού συνδέεται ἄρρηκτα μέ ὁλόκληρη τήν ζωή τοῦ ἀληθινοῦ χριστιανοῦ.

Ἀλλά σήμερα, στόν 20ο αἰῶνα, τόν αἰῶνα τῆς μετά Χριστόν ἐποχῆς, ἔχουν κάνει τήν ἐμφάνισή τους «σοφοί ἄνθρωποι»-«νεο-χριστιανοί», ὅπως αὐτοαποκαλοῦνται· εἶναι οἱ Οἰκουμενιστές ἤ ἀγαπιστές, οἱ ὁποῖοι δέν θέλουν κἄν νά ἀκούσουν γιά σταυρό καί ἄσκηση. Αὐτοί διδάσκουν ἕνα ὑποκατάστατο τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἕναν χριστιανισμό συναισθηματικό καί ρόδινο, τόν «νεο-χριστιανισμό» πού στερεῖται κόπου καί ἀγώνα. Μιλοῦν γιά μιά φανταστική, τά πάντα περιστοιχίζουσα, ψευδο-χριστιανική ἀγάπη, καί γιά μιά ζωή χαρούμενη, χωρίς περιορισμούς στήν ἀπόλαυση τῶν ἠδονῶν, σ’ αὐτή τήν μεταβατική γήινη ζωή. Ἀγνοοῦν παντελῶς τά ἀμέτρητα χωρία μέσα στήν Ἁγία Γραφή, τά ὁποῖα μέ ἔμφαση μιλοῦν γιά τούς πνευματικούς ἀγῶνες, γιά τό πῶς κάποιος μέ τήν προσωπική του σταύρωση ὀφείλει  νά μιμεῖται τόν Σωτῆρα Χριστό, στίς ἀμέτρητες θλίψεις πού περιμένουν τούς Χριστιανούς σ’ αὐτή τήν ζωή, ἀρχίζοντας μέ τά λόγια πού ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἀπηύθυνε στούς μαθητές Του στόν Μυστικό Δεῖπνο: «Ἐν τῷ κόσμω θλῖψιν ἔξετε», γιατί οἱ ἀληθινοί χριστιανοί, «οὐκ εἰσίν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου», ἀφοῦ «ὁ κόσμος ὅλος ἐν τῷ  πονηρῷ κεῖται» (Α’ Ἰωάν. 5:19). Γι’ αὐτό οἱ Χριστιανοί δέν μποροῦν νά ἀγαποῦν τόν κόσμο αὐτό καί τά πράγματα τοῦ κόσμου τούτου (Α’ Ἰωάν. 2:15)· «Ἡ φιλία τοῦ κόσμου ἔχθρα τοῦ Θεοῦ ἐστίν· Καί ὅς ἄν βουληθῇ φίλος εἶναι τοῦ κόσμου, ἐχθρός τοῦ Θεοῦ καθίσταται» (Ἰακ. 4:4)

Αὐτοί οἱ σύγχρονοι «σοφοί ἄνθρωποι» δέν θέλουν νά δοῦν ὅτι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ πουθενά δέν ὑποσχέθηκε στούς Χριστιανούς ἀπόλυτη πνευματική ἱκανοποίηση καί παραδεισιακή μακαριότητα, σ΄ αὐτή τήν ζωή. Ἀντιθέτως, τόνισε ὅτι ἡ ζωή στήν γῆ θά ἀπομακρύνεται ὅλο καί περισσότερο ἀπό τήν εὐτυχία καί θά πέφτει ὅλο καί πιό χαμηλά μέσα στόν πόνο καί τήν ὀδύνη (Β’ Τιμοθ. 3:1-5): «Πάντες οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ  Ἰησοῦ διωχθήσονται· πονηροί δέ ἄνθρωποι καί γόητες προκόψουσιν ἐπί τό χεῖρον, πλανῶντες καί πλανώμενοι» (Β’ Τιμ. 3:12-13) καί ὅτι τελικά, «ἡ γῆ καί τά ἐν αὐτῇ ἔργα κατακαήσεται» (Β’ Πέτρ. 3:10). «Καινούς οὐρανούς καί γῆν καινήν προσδοκῶμεν, ἔνθα δικαιοσύνη κατοικεῖ» (Β’ Πέτρ. 3:13).  Μιά θαυμαστή «νέα Ἱερουσαλήμ» θά κατέλθει ἀπό τόν Θεό «ἐκ τοῦ οὐρανοῦ» (Ἀποκ. 21:2), ὅπως φανερώθηκε στόν Ἰωάννη, τόν ὁρῶντα τά μυστήρια, κατά τήν διάρκεια τῶν θείων ἀποκαλύψεων. 

Ὅλα αὐτά δέν ἀρέσουν καθόλου στούς Οἰκουμενιστές «νεο-χριστιανούς». Θέλουν καί ἐπιθυμοῦν μόνο τήν εὐλογία καί τήν μακαριότητα σ’ αὐτό τόν κόσμο, ὁ ὁποῖος εἶναι φορτωμένος μέ τό πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν καί τῶν ἀνομιῶν του· καί περιμένουν αὐτή τήν μακάρια ζωή μέ μεγάλη ἀνυπομονησία. Θεωροῦν ὅτι ὁ πιό σίγουρος τρόπος νά τήν ἀποκτήσουν εἶναι τό «οἰκουμενικό κίνημα», ἡ ἕνωση καί ἡ ἑνοποίηση ὅλων τῶν λαῶν σέ μία «νέα κκλησία», ἡ ὁποία θά ἀποτελεῖται ὄχι μόνον ἀπό Ρωμαιοκαθολικούς καί Προτεστάντες, ἀλλά, ἐπίσης ἀπό Ἑβραίους, Μωαμεθανούς καί εἰδωλολάτρες (παγανιστές), ὁ κάθε ἕνας ἀπό τούς ὁποίους θά διατηρεῖ τίς πεποιθήσεις καί τά λάθη του.

Αὐτή ἡ φανταστική «χριστιανική» ἀγάπη, στό ὄνομα τῆς μελλοντικῆς μακαριότητας τῶν ἀνθρώπων στήν γῆ, δέν μπορεῖ παρά μόνο νά συγκρούεται μέ τήν Ἀλήθεια. Ἡ καταστροφή τῆς γῆς καί ὅλων ὅσων βρίσκονται πάνω σ’ αὐτήν, παρόλο πού ξεκάθαρα τό εἶπε ὁ Χριστός, ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, θεωρεῖται (ἀπό τούς νεο-χριστιανούς) ὡς κάτι ἀπερίγραπτα φρικτό. Σάν νά μή συμφωνεῖ μέ τήν παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ, καί προφανῶς τούς εἶναι ἀνεπιθύμητο. Παραδέχονται, μέν, ἀπρόθυμα τό τέλος καί τήν καταστροφή τοῦ κόσμου (γιατί πῶς θά μποροῦσε κάποιος νά μή δεχτεῖ κάτι πού προφητεύθηκε ἀπό τόν θεῖο Λόγο;), ἀλλά ὑπό τόν ὅρο ὅτι αὐτό θά συμβεῖ στό πολύ μακρινό δυσθεώρητο μέλλον. Ὄχι ἁπλά αἰῶνες ἀπό τώρα, ἀλλά ἑκατομμύρια χρόνια μακρυά.

Γιατί ἄραγε σκέπτονται ἔτσι; Θά μποροῦσε νὰ πεῖ κανείς ὅτι ἡ αἰτία εἶναι πώς εἶναι ἀδύναμοι στήν πίστη. Δέν πιστεύουν καθόλου στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καί στήν ζωή τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Γι’ αὐτούς ὅλα βρίσκονται σ’ αὐτή τήν ζωή, κι ὅταν αὐτή τελειώσει, τελειώνουν τά πάντα, γι’ αὐτό καί ἐπιθυμοῦν μιά ἀδιατάρακτη καλοπέραση.

Σέ κάποια σημεῖα της, εἰδικά ὡς πρός τήν προσδοκία τῆς μακαρίας ζωῆς σ’ αὐτό τόν κόσμο, μιά τέτοια θεώρηση ἔχει μεγάλη ὁμοιότητα μέ τήν αἵρεση τῶν πρώτων χριστιανικῶν αἰώνων πού ὀνομαζόταν Χιλιασμός. Πρόκειται γιά τήν προσδοκία μιᾶς χιλιετοῦς βασιλείας τοῦ Χριστοῦ στήν γῆ· γι᾿ αὐτό ἡ σύγχρονη ἔκφραση αὐτῆς τῆς αἵρεσης μπορεῖ νά ὀνομαστεῖ «Νεο-χιλιασμός».

Θά πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι ὁ Χιλιασμός καταδικάστηκε στήν Β’ Οἰκουμενική Σύνοδο τό ἔτος 381 [στήν πραγματικότητα χιλιαστικές ἰδέες εἶχαν ἤδη καταδικασθεῖ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία κατά τόν τρίτο αἰῶνα]· καί γι’ αὐτό, τό νά πιστεύει κανείς σέ αὐτόν τώρα, στόν 20ό αἰώνα, ἀκόμα καί ἐν μέρει, εἶναι ἀπαράδεκτο. Ἐκτός αὐτοῦ, αὐτός ὁ σύγχρονος Νεο-χιλιασμός εἶναι πολύ χειρότερος, ἀπό τήν ἀρχαία χιλιαστική αἵρεση, καθώς στήν βάση του, ἔγκειται ἀδιαμφισβήτητα μιά δυσπιστία πρός τήν ζωή τοῦ μέλλοντος αἰῶνος καί ἡ φλογερή ἐπιθυμία νά ἀποκτηθεῖ ἡ μακάρια ζωή ἐδῶ στήν γῆ, χρησιμοποιῶντας ὅλα τά ἐπιτεύγματα τῆς ὑλικῆς προόδου τῆς ἐποχῆς μας.

Αὐτή ἡ ψευδής διδασκαλία κάνει τρομερό κακό, κοιμίζοντας τούς πιστούς, οἱ ὁποῖοι πρέπει νά εἶναι πνευματικά ἄγρυπνοι, λέγοντάς τους ὅτι τό τέλος τοῦ κόσμου βρίσκεται πολύ μακριά (ἄν ὑπάρξει στήν πραγματικότητα τέλος) καί γι’ αὐτό δέν ὑπάρχει ἀνάγκη νά ἀγρυπνοῦν καί νά προσεύχονται, ὅπως ὁ Κύριος συνέχεια καλοῦσε τούς μαθητές του νά κάνουν (Ματθ. 26:41), ἀφοῦ τά πάντα στόν κόσμο καλυτερεύουν καί ἡ πνευματική πρόοδος συμβαδίζει μέ τὴν ὑλική. Ὅτι τά τρομερά φαινόμενα πού παρατηροῦμε στίς μέρες μας, εἶναι ὅλα προσωρινά. Ὅλα ἔχουν ξανασυμβεῖ καί ὅλα τελικά θά περάσουν καί μιά ἀσυνήθιστη ἄνθιση τοῦ Χριστιανισμοῦ θά τά ἀντικαταστήσει, κατά τήν ὁποία, βέβαια, οἱ Οἰκουμενιστές θά κατέχουν τίς κύριες καί τίς πιό τιμητικές θέσεις.

Ἔτσι, λοιπόν, ὅλα εἶναι μιά χαρά! Δέν εἶναι ἀνάγκη κανείς νά μοχθεῖ γιά νά γίνει καλύτερος καί δέν ἀπαιτεῖται κανένας πνευματικός ἀγώνας. Οἱ νηστεῖες μποροῦν νά καταργηθοῦν καί ὅλα θά καλυτερέψουν ἀπό μόνα τους, μέχρι πού ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ θά ἐγκαθιδρυθεῖ τελικά στήν γῆ καί θά ὑπάρξει μιά παγκόσμια ἱκανοποίηση καί εὐλογία.

Ἀδελφοί μου! Εἶναι ξεκάθαρο ἀπό ποῦ προέρχεται αὐτή ἡ σαγηνευτική ψευδής διδασκαλία. Ποιός σπέρνει ὅλες αὐτές τίς σκέψεις στούς σύγχρονους χριστιανούς, μέ σκοπό νά διαλύσει τόν Χριστιανισμό; Πρέπει να φοβόμαστε αὐτόν τόν «Νεο-χιλιασμό», αὐτόν τόν ἀπαίσιο Οἰκουμενισμό καί τό ἀγκάλιασμα τῶν θρησκειῶν, ὅπως μιά μολυσματική ἀσθένεια, ὅπως τήν φωτιά. Εἶναι μιά θεωρία φανερά ἀντίθετη πρός τήν διδασκαλία τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, τήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων, τίς διδασκαλίες τόσων αἰώνων τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας, μέ τίς ὁποῖες χιλιάδες εὐσεβεῖς ἔχουν σωθεῖ.

 Χωρίς πνευματικό γῶνα δέν πάρχει, καί δέν μπορε νά πάρξει, ληθινός Χριστιανισμός! Γι’ ατό,  δός τς ζως μας δέν βρίσκεται δίπλα στά σύγχρονα κινήματα, οτε στούς Οκουμενιστές οὔτε στούς Νεο-χιλιαστές. Ἡ ὁδός τῆς ζωῆς βρίσκεται στήν Ὀρθόδοξη πίστη καί παράδοση, ὅπως τήν βίωσαν ὅλοι οἱ Ἅγιοι μας!

Ἡ πίστη μας εἶναι ἡ πίστη τῶν ἁγίων ἀσκητῶν, εἶναι ἡ πίστη τῶν Ἀποστόλων, ἡ πίστη τῶν Πατέρων. Εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη πίστη ἡ ὁποία  ἔχει κάνει ὁλόκληρο τόν κόσμο νά βαδίζει σταθερά. Θά μείνουμε πιστοί σέ αὐτήν καί μόνο σέ αὐτή, σέ αὐτές τίς δύσκολες ἡμέρες πού ζοῦμε. Ἀμήν!

 ΥΓ. Ὁ λόγος αὐτός ἐκφωνήθηκε ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀβέρκιο πρίν ἀπό ἀρκετές δεκαετίες. Σήμερα, βλέπουμε σέ ποιά θέση βρίσκεται ἡ χριστιανική πίστη μέσα στόν κόσμο. Φαίνεται νά εἶναι σχεδόν τό πιό μισητό πρᾶγμα στόν κόσμο! Ὁ Χριστιανισμός καί ὁ Χριστός μισοῦνται ἀπό τούς ἴδιους τούς λεγομένους Χριστιανούς τοῦ Οἰκουμενιστικοῦ κινήματος, γι’ αὐτό καί ἐπιδιώκουν νά τόν ἀλλάξουν. Λοιπόν, ὁ Χριστός καί οἱ ἀληθινοί Χριστιανοί πάντοτε θά εἶναι ξένοι αὐτοῦ τοῦ κόσμου καί πάντοτε θά διώκονται. Γι’ αὐτό καί ἕνα ἀπό τά βασικά κριτήρια τῆς γνησιότητος μας θά εἶναι αὐτό: τό ἄν διωκόμαστε κι ἄν χλευαζόμαστε χάριν τῆς πίστεως στόν Χριστό καί χάριν τῆς συγκαταλέξεώς μας στήν ἀληθινή Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία του: «Εἰ ἐκ τοῦ κόσμου ἦτε, ὁ κόσμος ἂν τὸ ἴδιον ἐφίλει·  ὅτι  δὲ  ἐκ  τοῦ  κόσμου οὔκ ἐστε, ἀλλ’ ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς ἐκ τοῦ κόσμου, διὰ τοῦτο μισεῖ ὑμᾶς ὁ κόσμος»(Ἰωάν. 15:19).

Νά σημειώσουμε ὅτι χιλιαστικῆς φύσεως φαίνεται νά εἶναι καί οἱ ἰδέες περί «μεσοβασιλείας» καί περί «ἀναλαμπῆς τῆς ὀρθοδοξίας» διαφόρων ὀρθοδοξοφανῶν κύκλων, οἱ ὁποῖες διαδίδονται καί στίς ἡμέρες μας διαδικτυακῶς καί ἄλλως· αὐτές ὅμως στηρίζονται σέ θρύλους καί μή γνήσια καί παραδεκτά ἐκκλησιαστικά κείμενα, ἀλλά μᾶλλον ψευδεπίγραφα, ἤ ἀκόμη καί σέ ρήσεις και προρρήσεις συγχρόνων γερόντων, πού θεωροῦνται δῆθεν αὐθεντίες ἤ ἀκόμη καί ἀλάθητοι! Πρόκειται γιά ἰδιαίτερα ἐπικίνδυνα φαινόμενα καί ἀπαιτεῖται μεγάλη προσοχή καί θεῖος φωτισμός γιά νά ἀποφευχθεῖ ὁ σοβαρός κίνδυνος πλάνης καί ἐκτροπῆς.


https://imlp.gr/2024/03/23/%ce%bf%e1%bc%b0%ce%ba%ce%bf%cf%85%ce%bc%ce%b5%ce%bd%ce%b9%cf%83%ce%bc%cf%8c%cf%82-%e1%bc%95%ce%bd%ce%b1%cf%82-%ce%bd%ce%b5%ce%bf-%cf%87%ce%b9%ce%bb%ce%b9%ce%b1%cf%83%ce%bc%cf%8c%cf%82/