Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2018

2. Περί οικονομίας.

2.    Περί οικονομίας.
Το επιχείρημα της σελίδος (60) π ε ρ ί   ε φ α ρ μ ο ζ ο μ έ ν η ς  «Ο ι κ ο ν ο μ ί α ς» από το 867-1054, είναι τελείως ανεδαφικόν και στερείται παντάπασι κύρους και σοβαρότητος.
Διότι, θα πρέπη να γνωρίση η Οσιότης σου, ότι διά της Συνόδου του 879 το σχίμα  ή ρ θ η, κατά την σύμφωνον γνώμην Ανατολικών και Δυτικών. Ιδού εις σύγχρονος ερμηνευτής πως συνοψίζει τα πορίσματα:

«Η Σύνοδος του 879, χάρις εις τον Μ. Φώτιον, κατέληξεν εις την επανένωσιν των Εκκλησιών, απορρίψασα τας περί πρωτείου αξιώσεις του Νικολάου Α΄, αποδοκιμάσασα την προσθήκην του FILIOQUE και αναγνωρίσασα τον Φώτιον κανονικόν Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως. Ο Πάπας Ιωάννης ο Η΄ επεδοκίμασε τα γεγονότα εις την Σύνοδον, απέκρουσε το FILIOQUE, δυσαρεστηθείς όμως, διότι δεν επεδόθη η Εκκλησία της Βουλγαρίας εις την Ρώμην».

Κατόπιν τούτων, σε ερωτώ αγαπητέ π. Νέστορ, τι έπρεπεν ο Μ. Φώτιος, να μη απαντήση εις την πλήρη φιλοφροσύνης επιστολήν του Πάπα Ιωάννου Η΄; Σημείωσαι, ότι, μέχρι του 1054 αι ίδιαι σχέσεις διετηρήθησαν, με μερικάς εναλλαγάς, μέχρι της στιγμής όπου απεκόπη η Ρώμη του δένδρου της Μιάς, Αγίας Εκκλησίας, ιταμώς και εκουσίως. Το χρυσόχαρτον ότι «η Εκκλησία -οικονομία χρωμένη-  ηνείχετο (μέχρι του 1054) και τον Πάπαν και τας κακοδοξίας αυτού», ενώ εκφράζει γεγονότα, δεν ερμηνεύει όμως ταύτα, αλλά δ ι α σ τ ρ έ φ ε ι.

Ή αγνοεί ο π. Επ. ότι: α) «η προσθήκη εις το Σύμβολον της Πίστεως, ναι μεν εφέρετο ως διδασκαλία αόριστος των Παπών, αλλά δεν είχεν οριστικοποιηθή, ου μην αλλά και ενηλλάσσετο, με το ακαινοτόμητον; Ότι αξίωσις πρωτείου επεδιώκετο μεν, αλλ’ ουδέποτε επεβλήθη; Ότι το αλάθητον δεν υπήρχε; Ότι τόσαι λειτουργοκαί καινοτομίαι δεν υφίσταντο, αλλ’ εισήχθησαν μετά το Σχίσμα; Ότι παραφθοραί εν τοις Μυστηρίοις, ως εγένετο αργότερον, δεν υπήρχον; Ότι εκλείψαντος του λόγου Οικονομίας και εφαρμοσθέντων των Ι. Κανόνων, η Εκκλησσία  έ κ τ ο τ ε   δεν ήτο δυνατόν να επανέλθη εις την περίοδον της οικονομίας, πολλώ μάλλον ότε η Ρώμη εστερεώθη εις τας αιρετικάς δοξασίας της, πράγμα βεβαιωθέν από τας πολλάς αποτυχούσας αποπείρας προς ένωσιν, όσον και από τας αποφάσεις μεγάλων Συνόδων;» Που λοιπόν το  κ ο ι ν ό ν  της οικονομίας της περιόδου 867-1054 και της σήμερον;

Συνεχίζεται...

4. Επιτρεπομένη οικονομία 5. Το Παλαιοημερολογιτικόν.  6. Η χειροτονία των επισκόπων εν Αμερική. 7.Αντικανονικότητες του παρελθόντος και σύγχρονοι αιρετικοί.  Μ Ε Ρ Ο Σ Δ Ε Υ Τ Ε Ρ Ο Ν 1.Περί του ΙΕ’ Κανόνος της Πρωτοδευτέρας Συνόδου. 2.Τα δικαιώματα του μικρού ποιμνίου. 3.Πως αντέδρων οι παλαιοί άγιοι.  4.Η καλή οικονομία. ΖΗΛΩΤΙΚΩΝ ΑΚΡΟΤΗΤΩΝ ΕΛΕΓΧΟΣ (ΔΥΟ ΑΚΡΑ, σς. 97-121)  1.Περί οικονομίας. 2.Οι φιλαθηναγορικοί Επίσκοποι.  3.Ο Μ. Φώτιος και ο πάπας Ιωάννης Η΄.4.Και πάλιν περί Μ. Φωτίου. 5.Αι Κανονικαί σχέσεις.  §§ 6-13 και 18. Περί του Παλαιοημερολογιακού  16.Η «δυνητικότης» του ΙΕ΄Κανόνος.  20.Ο άγιος Κύριλλος και οι σύγχρονοι φιλοπαπικοί Επίσκοποι.  22.Οι ποιμένες και το ποίμνιον.  Α΄ ΠΡΟΣ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΝ ΜΕ «ΚΑΤ’ ΕΠΙΓΝΩΣΙΝ ΖΗΛΟΝ»… Αναίρεσις του άρθρου: «Εκρήξεις ακρίτου ζηλωτισμού». (Βλ. ΔΥΟ ΑΚΡΑ, σ σ. 166-168). ΠΡΟΣ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΝ ΜΕ «ΚΑΤ’ ΕΠΙΓΝΩΣΙΝ» ΖΗΛΟΝ… Β’
«ΣΗΜΕΡΟΝ ΤΑ ΑΝΩ ΤΟΙΣ ΚΑΤΩ ΣΥΝΕΟΡΤΑΖΕΙ…» ΤΟ ΚΑΤΑΚΡΙΤΟΝ ΤΗΣ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ* ΓΕΡΟΝΤΑ, ΓΙΑΤΙ ΚΛΑΙΣ;  ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΙΣ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΟΥ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ

1. Αξιωματικοί και στρατιώται.


1      1.    Αξιωματικοί και στρατιώται.

Εις την σελίδα, λοιπόν (69) φέρει δύο επιχειρήματα υπερασπίσεως: α) ό τ ι   ο ι   Ε π ί σ κ ο π ο ι   ε ί ν α ι  ο ι   α ξ ι ω μ α τ ι κ ο ί   και «ας καταλίπωμεν εις αυτούς την εκλογήν της στιγμής (δηλ. της αντιδράσεως) και β) «τ ο ν   χ ρ ό ν ο ν   τ ω ν   π ο λ έ μ ω ν    κ α ι   τ ω ν   ε π α ν α σ τ ά σ ε ω ν   δ ε ν   κ α θ ο ρ ί ζ ο υ σ ι ν   οι στρατιώται,  α λ λ’  ο ι   α ξ ι ω μ α τ ι κ ο ί».

Πρίν όμως εκφράσω τας εν προκειμένω θέσεις μου σου αναφέρω τι γράφει επί του σημείου αυτού εις ορθόδοξος παλαιοημερολογίτης ιερεύς εκ Γενεύης, ο οποίος πρό εμού ανήρεσε σε ωραίαν μελέτην του όλη την προς π. Νικόδημον διατριβήν του π. Επιφανίου.

«Όσον αφορά την σχέσιν μεταξύ αξιωματικών και στρατιωτών, ας μη γίνετε παρακαλούμεν,  κ α τ ά χ ρ η σ ι ς   του παραδείγματος. Μη λησμονήσωμεν ποτέ, ότι ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής έμεινε μόνος λέγων, ότι και αν όλοι οι Πατριάρχαι κοινωνήσουν με τους μονοθελήτας, αυτός δεν πρόκειται να κοινωνήση ποτέ, διότι ένας και ο Θεός αποτελούν την πλειοψηφίαν, καθώς είπε και ο άγιος Αλέξανδρος Νεύσκυ, ότι ο Θεός δεν είναι με το μέρος των πολλών, αλλά με το μέρος του δικαίου! Ασφαλώς και τότε υπήρξαν πολλοί που ειρωνεύθησαν τον θείον Μάξιμον ως «υπερσύνοδον», «υπερζηλωτή», «υπερορθόδοξον» και «υπερεκκλησίαν».

Δυστυχώς ο υπερτονισμός της παρομοιώσεως της στρατευομένης Εκκλησίας ως σώματος στρατού κατά τα κοσμικά πρότυπα, είναι μεταξύ των αιτίων του νεστοριανικού, μονοφυσιτικού και του λατινικού σχίσματος. Λησμονούμεν, λοιπόν, ότι η Εκκλησία ως θείον καθίδρυμα δεν έχει επί της γης αυτής εικόνα η οποία να την εξεικονίζει εξ ολοκλήρου και εν πάσι; Το παράδειγμα του στρατού, στρατιωτών και αξιωματικών μόνον εν μέρει και εν γενικαίς γραμμαίς εάν χρησιμοποιήται, είναι συγχωρητέον και οικοδομητικόν. Ο στρατιώτης οφείλει εις τον αξιωματικόν του υπακοήν και υποταγήν τελείαν, ασυζήτητον και τυφλήν. Ο πιστός και ο κληρικός οφείλουν εις τον επίσκοπον υπακοήν τελείαν πλήν όμως συνειδητήν  και ελευθέραν. Τυφλήν υπακοήν ούτε ο Θεός δεν θέλει από τους ανθρώπους… Ο Θεός ζητεί από τον άνθρωπον την απόλυτον εκείνην υπακοήν η οποία απορέει εκ της τελείας αρμονίας των σχέσεων του Δημιουργού μετά του δημιουργήματος, της ταυτότητος αντιλήψεων της αναγεννημένης καρδίας μετά του Λυτρωτού της, όπως την εξεικονίζει θαυμαστώς η περίπτωσις της πλήρους, τελείας και ελευθέρας και συνειδητής υπακοής της Υπεραγίας Θεοτόκου εις τον ευαγγελισμόν του Γαβριήλ, και όπως την διετύπωσαν οι άγιοι Απόστολοι εις την αποστολικήν Σύνοδον τον Ιεροσολύμων: «Έ δ ο ξ ε ν   τ ω   α γ ί ω   Π ν ε ύ μ α τ ι   κ α ι   η μ ί ν», και όπως την έζησαν οι πρό ημών επόμενοι τοις πατράσι, ήγουν οι Πατέρες είπον και ημείς λέγομεν. Όχι επειδή οι Πατέρες είπον, οφείλομεν εκόντες άκοντες να είπωμεν τα αυτά, αλλά συνταυτισμένοι μετά των Πατέρων, ως ζήσαντες εις τον χώρον της Εκκλησίας τας αυτάς πνευματικάς και ουρανίους πραγματικότητας και καλούμενοι εις την αυτήν εμπειρίαν με τους πατέρας: οι Πατέρες είπον και ημείς λέγομεν…

Τοιαύτην λοιπόν προς τους επισκόπους οφείλομεν υπακοήν, ως εικόνας ζώσας του ζώντος Χριστού επί της γης, ως αυθεντικώς τούτον αντιπροσωπεύοντες, ως ποιμαίνοντας και ουχί κατακυριεύοντας της κληρονομίας. Εις επισκόπους όμως οι οποίοι δεν μας δίδουν τας απαιτουμένας νομίμους εγγυήσεις περί της καθαρότητός των αναφορικώς προς την πίστιν και την αλήθειαν, όχι μόνο υπακοήν δεν μας εμπνέουν, αλλ’ υποψίαν, άγχος και δυσφορίαν.

Σας ερωτώμεν: Ποίαν εμπιστοσύνην δύναται να έχη ο στρατιώτης εις τους αξιωματικούς εκείνους, οι οποίοι δεν ηξεύρουν τι διατάσουν, οι οποίοι πίπτουν εις τας τραγικωτέρας των αντιφάσεων, οι οποίοι όχι αξιωματικοί δεν είναι, αλλά και ανεμόμυλους να τους ονομάση κανείς τους ανεμόμυλους προσβάλει! Ιδού διατί. Διαβάζομεν εις την Μ ε σ η μ β ρ ι ν ή ν  της 8.3.67 «Συνοδικοί κατά Πατριάρχου διά την «Φιλοπαπικήν» δραστηριότητα αυτού και του υπ. Εξωτερικών. Αντιπατριαρχική εγκύκλιο ετοιμάζεται να συντάξη, κατ’ επιταγήν της Ιεράς Συνόδου, ο μητοπολίτης Τρίκκης διά να αναγνωσθή την Κυριακήν της Ορθοδοξίας (19ην Μαρτίου) σε όλους τους ναούς του κλίματος της Ελληνικής Εκκλησίας. Το μένος ωρισμένων ιεραρχών κατά του Πατριάρχου Αθηναγόρα εξεδηλώθη πάλιν απροκάλυπτον κατά την χθεσινήν συνεδρίασι της Ιεράς Συνόδου, εξ αφορμής των πληροφοριών ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης θα επισκεφθή την Αγία Έδρα και θα συμπροσευχηθή με τον Πάπα….».

Ο αρχιεπ. κ. Χρυσόστομος είπεν, …ότι αι αντορθόδοξοι ενέργειαι του Πατριάρχου κατατείνουν εις την π λ ή ρ η   υ π ο δ ο ύ λ ω σ ι ν  της  Ο ρ θ ο δ ο ξ ί α ς   ε ι ς   τ ο ν   Π ά π α ν… . Ο Μηττροπολίτης Καστοριάς είπεν ότι ο πατρ. Αθηναγόρας διά των φιλοπαπικών του ενεργειών  π λ ή τ τ ε ι   θ α ν α σ ί μ ω ς   τ η ν   Ο ρ θ ο δ ο ξ ί α ν   κ α ι   τ ο   Έ θ ν ο ς».

   Διαβάστε τώρα και την  «Μακεδονίαν» της 7.11.67.

 «Κατά την συνεδρίαν της ιεράς Συνόδου ανεγνώσθη το αποσταλέν παρά του Οικ. πατριαρχείου χρονικόν της επισκέψεως από 26 έως 28 Οκτωβρίου της Α.Θ. Παναγιότητος του οικουμενικού Πατριάρχου προς την Α. αγιότητα τον πάπαν της Ρώμης… Εκ της αναγνώσεως και της μελέτης η ιερά σύνοδος   διεπίστωσεν, ότι με την ευλογίαν του Θεού η επίσκεψις και η νέα αυτή συνάντησις των προκαθημένων των δύο εκκλησιών, ρωμααοκαθολικής και ορθοδόξου, επραγματοποιήθη  κ α τ ά   τ η ν   δ ι ά π υ ρ ο ν   ε υ χ ή ν   κ α ι   π ρ ο σ δ ο κ ί α ν   τ η ς   ι ε ρ ά ς   σ υ ν ό δ ο υ   κ α ι   τ ο υ   ε υ σ ε β ο ύ ς   π λ η ρ ώ μ α τ ο ς   τ η ς   ε κ κ λ η σ ί α ς…

Εκ του επισήμου ανακοινωθέντος, εκδοθέντος μετά την συνάντησιν, η ιερά σύνοδος ιδιαιτέρως εσημείωσεν, ότι οι δύο προκαθήμενοι «αναγνωρίζουσιν ότι ο αληθής διάλογος της αγάπης εφ’ ου δέον να βασίζωνται άπασαι αι μεταξύ αυτών και μεταξύ των εκκλησιών αυτών σχέσεις, δέον όπως είναι ερριζωμένος εν τη ολοκληρωτική πιστότητι προς τον μοναδικόν Κύριον Ιησούν Χριστόν κ α ι   ε ν   τ ω   α μ ο ι β α ί ω   σ ε β α σ μ ώ   τ ω ν   ι δ ι α ι τ έ ρ ω ν   α υ τ ώ ν   π α ρ α δ ό σ ε ω ν»…  Διά ταύτα δε και εξέφρασεν η ιερά σύνοδος την χαράν της επί τη αισία εκβάσει της επισκέψεως της Α.Θ.Π. του οικουμενικού Πατριάρχου κ. Αθηναγόρα, επίσης δε και την ολόψυχον επιθυμίαν αυτής ίνα ο εν αγάπη εναρξάμενος διάλογος επί  ί σ ο ι ς   ό ρ ο ι ς μεταξύ των εκκλησιών ευοδωθή άχρι του αισίου αυτού τέρματος προς δόξαν της αγίας ημών εκκλησίας και του θείου αυτής ιδρυτού»!!
Κατόπιν των ανωτέρω τι να είπωμεν διά το ολέθριον αυτό κατάντημα της Συνόδου; Να χύσωμεν δάκρυα πικρά, ότι επ’ ονόματι και εμπαιγμώ του ΕΥΣΕΒΟΥΣ ΠΛΗΡΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ διαπράττεται το αισχρώτατον ανοσιούργημα του εξουνιτισμού του ορθοδόξου ελληνικού λαού. Μόλις οκτάμηνον χωρίζει τας  ανωτέρας ανακοινώσεις των εφημερίδων και υμείς πάτερ μου, εξακολουθείτε να ομιλήτε περί α ξ ι ω μ α τ ι κ ώ ν  και στρατιωτών.

Ώστε λοιπόν Άγιοι Συνοδικοί, η θεομπαιξία του Βατικανού (Οκτώβριος 1967) «επραγματοποιήθη κ α τ ά   τ η ν   δ ι ά π υ ρ ο ν   ε υ χ ή ν   κ α ι   π ρ ο σ δ ο κ ί α ν   τ η ς   ι ε ρ ά ς   σ υ ν ό δ ο υ»; (Σας απαγορεύομεν εν ονόματι της Αγίας Παραδόσεως των Ορθοδόξων να συμπεριλαμβάνετε το ευσεβές πλήρωμα της εκκλησίας, το όντως τραγικόν και τεταλαιπωρημένον ποίμνιον, το οποίον απώλλεται δι’ έλλειψιν γνώσεως και του οποίου οι ταγοί το οδηγούν εις την πλάνην!) Αλλά πρό οκταμήνου μας μιλούσατε περί κινδύνου «υ π ο δ ο υ λ ώ σ ε ω ς   τ η ς   Ο ρ θ ο δ ο ξ ί α ς   ε ι ς   τ ο ν   Π ά π α ν» και σήμερον καλείτε τον πάπαν: ΑΓΙΟΤΗΤΑ! Αλλά εάν είναι ΑΓΙΟΣ ή η Εκκλησία την οποίαν αντιπροσωπεύει είναι Αγία και εργαστήριον αγιασμού των ψυχών μας, γιατί να μην του υποταχθούμε; Ώστε λοιπόν έχομεν μετά των φράγκων «μοναδικόν Κύριον»; Από πότε; Και πρέπει να σεβώμεθα τας παραδόσεις των λατίνων; Ποίας; Το αλάθητον, το πρωτείον, την άσπιλον σύλληψιν, το καθαρτήριον, τα συγχωροχάρτια; Ελησμονήσατε λοιπόν Άγιοι Συνοδικοί και σεις αιδεσιμολογιώτατε ότι ο καθολικισμός όχι μόνον δεν είναι ΕΚΚΛΗΣΙΑ αλλά αποτελεί ΑΝΤΕΚΚΛΗΣΙΑΝ; Ελησμονήσατε ότι άπαντα τα λατινικά δόγματα και παραδόσεις ΑΝΑΙΡΟΥΝ τα αμώμητα και σωτηριώδη δόγματα των ορθοδόξων; Και εάν αιδεσιμολογιώτατε υιοθετείτε την όντως ορθόδοξον άποψιν του Ιουστίνου Πόποβιτς, καθ’ ήν ορθώς και δικαίως, ο πάπας αποτελεί το τρίτον στάδιον της πτώσεως του ανθρώπου μετά τον Ιούδα και τον Αδάμ, δεν εσκανδαλίσθητε με τοιούτον λίβελλον της Ελλαδικής ιεραρχίας, και αρκέσθητε να χαρακτηρίσετε τας σχέσεις της με τον Αθηναγόρα, ως «α μ β ρ ο φ ρ ο σ ύ ν η ν»! Λησμονήτε ότι οι λατίνοι δεν έχουν  τίποτε το κοινόν με ημάς; Λησμονείτε ότι δεν παραδέχονται την ύπαρξιν προφητείας εν τη Εκκλησία, ούτε θαύματα και ότι και αυτά τα φαινόμενα της Λούρδης κατά την δυτικήν πολυλογίαν αποτελούν πράξεις απλώς μη αντιτιθεμένας προς την καθολικήν πίστιν! Λησμονείτε ότι κατ’ αυτούς το σώμα του ανθρώπου δεν μετέχει της θείας χάριτος, ότι δεν συμμετάσχει της πτώσεως, ότι διά της ευφυϊας δύναται ο άνθρωπος φυσικώς να επικοινωνήση με τον Θεόν κ.λ.π, κ.λ.π, κ.λ.π. πράγμα το οποίον όπως ομολογούν έντιμοι ρωμαιοκαθολικοί θεολόγοι: ο υ δ έ ν  το κοινόν υπάρχει μεταξύ Ορθοδοξίας και Καθολικισμού, και όμως ε χ ά ρ η τ ε, δια τον διάλογον «ε π ί   ί σ ο ι ς  ό ρ ο ι ς», την αλήθειαν με την πλάνην εξομοιώσαντες;»


Ερωτήσωμεν όμως τον π. Επιφάνιον: Που είδε καν κίνησιν, προετοιμασίας έστω, πολέμου, ίνα μη είπω καν αντιστάσεως, και αν μας πληροφορήση δια τα ανωτέρω θετικώς, θα ηρεμήσωμεν πλήρως! Επίσης, το «ά χ ρ ι   κ α ι ρ ο ύ», το οποίον «κνήθει» πολλάς ακοάς υπευθύνων και αξιωματικών, πότε θα τελειώση, δηλαδή θα παραχωρήση την θέσιν του εις την αντίδρασιν; Και το έτι σπουδαιότερον: Πότε ηρύσθη την πληροφορίαν ότι εις δογματικά θέματα έχομεν χρονικά όρια  α ν α μ ο ν ή ς, και ότι δεν αρχίζομεν αμέσως μεν την αντίδρασιν, διακόπτομεν δε με την καθαίρεσιν και απομάκρυνσιν των αιρετικών;
Εν πρώτοις, η «ο ι κ ο ν ο μ ί α» έχει όρια και μέτρα (ομιλώ περί  τ η ς   α π λή ς   ο ι κ ο ν ο μ ί α ς  και δεν είναι παντοτινή και αόριστος» (Άγ. Νικόδημος). Ο δε θεολόγος Γρηγόριος βοά: «Ικανώς ωκονομήσαμεν, μήτε το αλλότριον προσλαμβάνοντες και το ημέτερον φθείροντες, ο κακών όντως εστίν οικονόμων» (Εγκ. Εις Μ. Αθανάσιον).

Όταν η οικονομία δεν προσβάλη τα της πίστεως δόγματα, είναι δυνατόν να γίνη δι’ ωρισμένον χρόνον και πάλιν να επανέρχεται η ακρίβεια. Όταν όμως η οικονομία αναφέρεται εις τα της πίστεως θέματα, ώ τότε, ο μέγας της Ορθοδοξίας Πρόμαχος, ο της Εφέσου Πρόεδρος, ιδού τι βροντοφωνεί: «Ου συγχωρεί συγκατάβασις εις τα της Ορθοδόξου πίστεως», ο δε Άγιος Δάμασος, περί της παρανόμου οικονομίας, αποφαίνεται ούτως:
«Ει τις των δοκούντων, τοις Θεοφόροις Πατράσι σαλεύοι τι, ουκ έτι τούτο οικονομία κλητέον, αλλά παράβασιν και προδοσίαν δόγματος και περί το Θείον ασέβειαν». Παραθέτω τη τιμία οσιότητί σου, τι έγραφον τω 1718 οι Ορθόδοξοι Πατριάρχαι της Ανατολής περί τούτων: «Εν γαρ τοις Θείοις δόγμασιν ουδαμού χώραν έχει ποτέ η οικονομία ή συγκατάβασις. Ταύτα γαρ απαρασάλευτά εισί, και υπό πάντων Ορθοδόξων ως απαράβατα εν πάση ευλαβεία διαφυλλάττονται, και ο μικρόν τι τούτων παραβαίνων, ως σ χ ι σ μ α τ ι κ ό ς  και  α ι ρ ε τ ι κ ό ς κατακρίνεται και αναθεματίζεται και α κ ο ι ν ώ ν η τ ο ς  παρά πάσι λιγίζεται».

Ιδού και Συνοδική πράξις του 1828 τι λέγει:

«Επί των δογματικών και όσα οι ιεροί Κανόνες διακελεύονται, περί εκείνων, ούτε φρονήσαί τι εναντίον όλως ημίν δυνατόν, ούτε προσθήκην ή αφαίρεσιν μέχρι και της κεραίας αυτής διαπράξαι θμιτόν».

Όπως βλέπεις, λοιπόν, π. Νέστορ, η Εκκλησία μας ουδέποτε επέτρεψεν οικονομίαν εις την περιοχήν του δόγματος και της ευσεβείας. Βεβαίως με αυτά που σου αναφέρω δεν θέλω  ά π α ν τ α ς  τους Ελλαδικούς Ιεράρχας να θεωρήσης «της αυτής μοίρας», αλλ’ επειδή ο π. Επ. έλαβε θέσιν συνηγόρου και ωμίλησε περί «βράχων Ορθοδοξίας» και ότι μόνον «6-7 τυγχάνουν οι φιλαθηναγορικοί» επίσκοποι, σου έγραψα τα ανωτέρω.

Αλλά, δυστυχώς, αδελφέ μου, οι ποικίλοι αιρετικοί της σήμερον «εξωτερικοί» και «εσωτερικοί», οι και χειρότεροι, οι οποίοι ως «κύματα θαλάσσης επαφρίζοντα τας εαυτών αισχύνας» (Ιουδ. 17) επιπίπτουν κατά του ποιμνίου, ουδένα «βράχον» συναντούν εις την καταστρεπτικήν πορείαν των, διά να συντριβούν και επιστρέψουν κατησχυμμένοι εις τας αβυσσαλέας πηγάς των!

Δια τούτο, παραπονούμεθα, διά τούτο θρηνούμε, ουδόλως επιθυμούμεν να ερχώμεθα εις θέσιν ελεγκτού, πλην όμως ουδέποτε θα ανεχθώμεν να προδοθούν τα αγιώτατα!
Και αν δεν παρατηρούνται «βράχοι», διότι όντως δεινή η εποχή μας και μεστή μετριότητος, ας παύσουν να μας σκανδαλίζουν με Καταστάσεις και Διατάγματα, Υπομνήματα και Νόμους περί Αποστολικής Διακονίας, Οφικίων και Μετοχικών Ταμείων, την στιγμήν που ο εχθρός έχει σαρώσει κάθε γραμμή του μετώπου!

Διά τούτο, αδελφέ μου, π. Νέστορ, σκανδαλιζόμεθα από υφηγητάς και συνηγόρους της πονηράς «οικονομίας» και δια μερικά έτερα τα οποία θα σου είπω κατωτέρω, ερμηνεύων τον περιώνυμον ΙΕ΄ κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου.

Συνεχίζεται...

ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑΤΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΑΘΗΝΑΓΟΡΟΥ (ΔΥΟ ΑΚΡΑ, σ σ. 58-96)2. Περί οικονομίας. 3. Ο Μ. Φώτιος και ο πάπας Ιωάννης Η΄. 4. Επιτρεπομένη οικονομία 5. Το Παλαιοημερολογιτικόν.  6. Η χειροτονία των επισκόπων εν Αμερική. 7.Αντικανονικότητες του παρελθόντος και σύγχρονοι αιρετικοί.  Μ Ε Ρ Ο Σ Δ Ε Υ Τ Ε Ρ Ο Ν 1.Περί του ΙΕ’ Κανόνος της Πρωτοδευτέρας Συνόδου. 2.Τα δικαιώματα του μικρού ποιμνίου. 3.Πως αντέδρων οι παλαιοί άγιοι.  4.Η καλή οικονομία. ΖΗΛΩΤΙΚΩΝ ΑΚΡΟΤΗΤΩΝ ΕΛΕΓΧΟΣ (ΔΥΟ ΑΚΡΑ, σς. 97-121)  1.Περί οικονομίας. 2.Οι φιλαθηναγορικοί Επίσκοποι.  3.Ο Μ. Φώτιος και ο πάπας Ιωάννης Η΄.4.Και πάλιν περί Μ. Φωτίου. 5.Αι Κανονικαί σχέσεις.  §§ 6-13 και 18. Περί του Παλαιοημερολογιακού  16.Η «δυνητικότης» του ΙΕ΄Κανόνος.  20.Ο άγιος Κύριλλος και οι σύγχρονοι φιλοπαπικοί Επίσκοποι.   22.Οι ποιμένες και το ποίμνιον.  Α΄ ΠΡΟΣ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΝ ΜΕ «ΚΑΤ’ ΕΠΙΓΝΩΣΙΝ ΖΗΛΟΝ»… Αναίρεσις του άρθρου: «Εκρήξεις ακρίτου ζηλωτισμού». (Βλ. ΔΥΟ ΑΚΡΑ, σ σ. 166-168). ΠΡΟΣ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΝ ΜΕ «ΚΑΤ’ ΕΠΙΓΝΩΣΙΝ» ΖΗΛΟΝ… Β’ «ΣΗΜΕΡΟΝ ΤΑ ΑΝΩ ΤΟΙΣ ΚΑΤΩ ΣΥΝΕΟΡΤΑΖΕΙ…» ΤΟ ΚΑΤΑΚΡΙΤΟΝ ΤΗΣ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ*  ΓΕΡΟΝΤΑ, ΓΙΑΤΙ ΚΛΑΙΣ;  ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΙΣ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΟΥ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ

ΤΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΑΘΗΝΑΓΟΡΟΥ (ΔΥΟ ΑΚΡΑ, σ σ. 58-96)


ΤΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΑΘΗΝΑΓΟΡΟΥ
(ΔΥΟ ΑΚΡΑ, σ σ. 58-96)

Λίαν αγαπητέ μοι εν Χριστώ αδελφέ κ. Νέστορ, Ευλογείτε.

Μετά μεγάλης  μου χαράς έλαβον την τιμίαν επιστολήν σου και εθαύμασα το εν αυτή εύτονον της οσιότητός σου, η οποία προκειμένου διά ζητήματα πίστεως τα πάντα θεωρεί «σκύβαλα», αρκεί να διατηρήση «ανόθευτον» την «τιμίαν παρακαταθήκην».

Το ανέμενον ότι θα εταράσσετο η οσιότης σου από την επιστολιμαίαν διατριβήν του Πανοσιολογιωτάτου. Και τούτο, ουχί διά την εν αυτή κειμένην αλήθειαν, αλλά την ενυπάρχουσαν αληθοφάνειαν, και την ακροβατικήν ερμηνείαν των αναφερομένων, ίνα μη είπω, αληθεύων, υποκειμενικήν – δικολαβικήν και εν πολλοίς εμπαθή και αναληθεύουσαν!
Ας ειρηνεύη όμως η οσιότης σου!

Ενώ ουδόλως εταράχθης διά την μέχρι τούδε πορείαν σου, ήτις «πορεία ευθείά εστι και άδολος κατεναντίον Θεού», δια τα «ιστορικά όμως γεγονότα και κείμενα», όπως γράφεις, της επιστολής, «εζαλίσθης» πως και δεν είχες «που να ψάξης για την σημασίαν τους και την αλήθειάν τους».

Διατί να «ψάξης», πολύτιμε αδελφέ; «καρδία γαρ πιστεύεται εις δικαιοσύνην, στόματι δε ομολογείται εις αλήθειαν» και «καλόν χάριτι βεβαιούσθαι την καρδίαν», αναφωνεί ο Απόστολος.

Μήπως μέχρι σήμερον, αναπαυόμενος και «μονάζων ως στρουθίον επί δώματος» και «το ηδύ της ησυχίας μέλι κηροπλαστών εν τω νοητώ σίμβλω της καρδίας σου» εδιδάχθης τούτο παρά σοφοίς και γραμματική τέχνη εστολισμένοις;

Μήπως ουχί η καρδία σου, αδελφέ μου, ποθήσασα τον εραστήν της Χριστόν, δεν εμάκρυνε φυγαδεύουσα εν τη ερήμω του αγιωτάτου Άθωνος και εκεί μαθητεύσασα «διακρίνειν και ελέγχειν το ψελυδος της αληθείας», νουθετηθείσα το πρώτον τας «ιεράς παραδόσεις» και ιδρώσι κατόπιν ασκήσεως, υπακοής και αγάπης προς το Θείον μυστικώς ενηχηθείσα τας βεβαιώσεις του Αγίου Πνεύματος περί των πιστευθέντων, δεν έλαβε τον «αρραβώνα», και τας «προγεύσεις» της Άνω Ιερουσαλήμ;

Διά τα λοιπά, τας λογίας εκζητήσεις της αληθείας και τας ερμηνείας των σχετικών κειμένων και γεγονότων της ιστορίας της Εκκλησίας μας, ολίγην έδωκας προσοχήν, πάντοτε όμως εταράσσεσο επί «καινοφωνίαις και αλλοιώσεσι» της αγιωτάτης Ορθοδόξου παραδόσεώς μας.

Ακριβώς τούτο σε ωδήγησε και εις την κατακολούθησιν του πατρίου εορτολογίου, μαζί με τον σύνολον χορόν των Ζηλωτών αγιορειτών πατέρων, τούτο και νυν σε κρατεί μακράν του μνημοσύνου του συγκρητιστού Πατριάρχου και ψευδούς ποιμένος της Ορθοδοξίας.
Διά να μη σε κουράζω όμως περισσότερον, επίτρεψόν μοι να εξηγήσω τη οσιότητί σου την του π. Επιφανίου επιστολήν προς τον π. Νικόδημον, διά να ειρηνεύση η καρδία σου, πληροφορουμένη το ασθενές και αναληθές των επιχειρημάτων της.

Πρόσεξε λοιπόν, αδελφέ: εν σελίδι 58 αντί ν’ απαντήση ευθέως εις τον π. Νικόδημον ερωτήσαντα, εάν θα πρέπη η συνοδεία τους να μνημονεύη τον πατριάρχην, γράφων: «μνημονεύσατε ή αναμείνατε», εμπλέκει το θέμα με θέσιν των εν Ελλάδι Επισκόπων.
Η ειλικρίνεια όμως απήτει να είπει εις τον π. Νικόδημον ότι: συμφώνως τω 31ω Αποστολικώ κανόνι και τω ΙΕ΄ της ΑΒ΄ Συνόδου δύναται να διακόψη το μνημόσυνον, αφού πλέον τοις πάσι είναι γνωστόν ότι κηρύττεται «γυμνή τη κεφαλή» αίρεσις.

Αλλά θα πρέπη π. Νέστορ, ν’ ακολουθήσω τον π. Επ., σελίδα προς σελίδα, διά να μη σε κουράζω με συλλογικά συμπεράσματα. Θέλει λοιπόν να υπερασπίση την Ελλαδικήν Εκκλησίαν; Έστω, τον δεχόμεθα ως δικηγόρον της, αφού του δίδει η ίδια το δικαίωμα!

Συνεχίζεται...

ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ1. Αξιωματικοί και στρατιώται. 2. Περί οικονομίας. 3. Ο Μ. Φώτιος και ο πάπας Ιωάννης Η΄. 4. Επιτρεπομένη οικονομία 5. Το Παλαιοημερολογιτικόν.  6. Η χειροτονία των επισκόπων εν Αμερική.  7.Αντικανονικότητες του παρελθόντος και σύγχρονοι αιρετικοί.  Μ Ε Ρ Ο Σ Δ Ε Υ Τ Ε Ρ Ο Ν 1.Περί του ΙΕ’ Κανόνος της Πρωτοδευτέρας Συνόδου. 2.Τα δικαιώματα του μικρού ποιμνίου. 3.Πως αντέδρων οι παλαιοί άγιοι.  4.Η καλή οικονομία.  ΖΗΛΩΤΙΚΩΝ ΑΚΡΟΤΗΤΩΝ ΕΛΕΓΧΟΣ (ΔΥΟ ΑΚΡΑ, σς. 97-121)  1.Περί οικονομίας. 2.Οι φιλαθηναγορικοί Επίσκοποι.  3.Ο Μ. Φώτιος και ο πάπας Ιωάννης Η΄.4.Και πάλιν περί Μ. Φωτίου. 5.Αι Κανονικαί σχέσεις.  §§ 6-13 και 18. Περί του Παλαιοημερολογιακού  16.Η «δυνητικότης» του ΙΕ΄Κανόνος.  20.Ο άγιος Κύριλλος και οι σύγχρονοι φιλοπαπικοί Επίσκοποι.  22.Οι ποιμένες και το ποίμνιον.  Α΄ ΠΡΟΣ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΝ ΜΕ «ΚΑΤ’ ΕΠΙΓΝΩΣΙΝ ΖΗΛΟΝ»… Αναίρεσις του άρθρου: «Εκρήξεις ακρίτου ζηλωτισμού». (Βλ. ΔΥΟ ΑΚΡΑ, σ σ. 166-168). ΠΡΟΣ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΝ ΜΕ «ΚΑΤ’ ΕΠΙΓΝΩΣΙΝ» ΖΗΛΟΝ… Β’
«ΣΗΜΕΡΟΝ ΤΑ ΑΝΩ ΤΟΙΣ ΚΑΤΩ ΣΥΝΕΟΡΤΑΖΕΙ…» ΤΟ ΚΑΤΑΚΡΙΤΟΝ ΤΗΣ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ*  ΓΕΡΟΝΤΑ, ΓΙΑΤΙ ΚΛΑΙΣ;  ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΙΣ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΟΥ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ

ΤΟ ΑΝΤΙΔΟΤΟΝ (ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ)


ΤΟ ΑΝΤΙΔΟΤΟΝ
Αναίρεσις των κατά του ζηλωτισμού άρθρων του βιβλίου: ΤΑ ΔΥΟ ΑΚΡΑ του αρχιμ. Επιφανίου Θεοδωροπούλου

Θεοδωρήτου Ιερομονάχου Αγιορείτου
1990

Εις την ιεράν Μονήν Γοργοεπηκόου Σπετσών και τους πιστούς του πατρώου εορτολογίου της νήσου Θήρας


ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ
Πόσον είναι αληθές ότι ο χρόνος τα πάντα μεταβάλει! Και αυτή η μεταβολή δεν ενεργείται μόνον σε ανθρώπους του «κόσμου» αλλά και της Εκκλησίας, έστω και αν έχουν ύψιστα αξιώματα ή είναι ταπεινοί μοναχοί και μοναχές.

Όταν το 1964 συνηντήθησαν στα Ιεροσόλυμα ο πατριάρχης Αθηναγόρας και ο πάπας Παύλος Στ’, η Αγιορειτική Πολιτεία αντέδρασε διά του κατωτέρου κει μένου: «Προκήρυξις Αγιορειτών Πατέρων προς τον Ορθόδοξον Ελληνικόν λαόν. Οι κάτωθι Αγιορείται πατέρες, Καθηγούμενοι, Ιερομόναχοι και Μοναχοί λαβόντες γνώσιν δια τα εσχάτως τεκταινόμενα… διακηρύσσομεν στεντορεία την φωνή, ότι αποκηρύσσομεν τα τοιαύτα φιλενωτικά συνθήματα… Εάν οι Καθολικοί και οι λοιποί αιρετικοί θέλουν να επιστρέψουν εις την Ορθοδοξίαν, να έλθουν  αυτοί προσπίπτοντες και ζητούντες το έλεος… και όχι να τρέχωμεν ημείς οι Ορθόδοξοι προς τους αιρετικούς. Ποιούμεν έκκλησιν προς τον Οικ. Ημών Πατριάρχην να παύση εξακολουθών τας φιλενωτικάς του ενεργείας, καθ’ όσον, εάν συνεχίση, θ’ αποκηρύξωμεν και αυτόν.

Προσεπιδηλούμεν ότι θέλομεν αγωνισθή μέχρις εσχάτης ημών αναπνοής δια την Ορθοδοξίαν μας, χύνοντες και αυτό το αίμα μας, εάν το καλέση η ανάγκη, μιμούμενοι τους αειμνήστους προκατόχους μας…».

Εν Αγίω Όρει τη 23 Ιαν. 1964 π. ημ.

Δεν πέρασαν όμως μερικά χρόνια και η πλειονότης των υπογραψάντων, σιωπηρώς μεν, πλην εμπράκτως, ηρνήθησαν την υπογραφήν των! Και ενώ κάθε χρόνο τα εμπόδια προς την ένωσιν έπεφταν το ένα μετά το άλλο, αντί να πληθαίνουν αι διαμαρτυρίαι, αντιθέτως εγίνοντο ολιγώτεραι και μόνον μετά τας συμπροσευχάς Αθηναγόρου – Πάπα εις Φανάρι ήρχισε να εκδηλώνεται ζωηρότερον η ανησυχία των Αγιορειτών και μερικών εκ του «κόσμου» κληρικών. Αρχάς μάλιστα του 1970 εσκέπτοντο πλέον την διακοπήν του μνημοσύνου του λατινόφρονος πατριάρχου, όταν εκυκλοφόρησε υπό του αρχιμ. Επιφανίου Θεοδωροπούλου ένα πολυγραφημένο κείμενον υπό τον τίτλον: «Το μνημόσυνον του Πατριάρχου Αθηναγόρου». Διά της ανωτέρω μελέτης ο π. Επ. προσεπάθει πάση θυσία να πείση τους Αγιορείτας ότι δεν πρέπει να διακόψουν το μνημόσυνον του Πατριάρχου. Τελικώς απεδέχθη ότι αυτό θα ήτο το έσχατον επιτρεπτόν μέτρον αντιδράσεως, και όποιος το εφήρμοζε, δεν θα έπρεπε εν ουδενί λόγω να κοινωνήση με τους Παλαιοημερολογίτας, τους οποίους απεκάλει σχισματικούς και αιρετικούς!

Όταν του απαντήσαμεν αναιρούντες τα επιχειρήματα της διατριβής του μας απάντησε δια της μελέτης: «Ζηλωτικών ακροτήτων έλεγχος», επανερχόμενος εις τας αυτάς θέσεις του. Μετά την νέαν μας απάντησιν δεν επανήλθεν πλέον εις τον στίβον του διαλόγου…
Παρά ταύτα αι περί μνημοσύνου διατριβαί του εκυκλοφόρησαν ευρέως εις Άγιον Όρος και μεταξύ των Ελλαδικών επισκόπων προκαλέσασαι ικανήν σύγχυσιν εις τους αναγνώστας των, οι οποίοι ευκαιρίαν ζητούσαν για ν’ αποφύγουν «το πικρόν ποτήριον», ιδίως οι εν εξουσία όντες…

Εν συνεχεία συνεγράψαμε το έργον: «Διάλογοι της ερήμου περί Οικουμενισμού», Αθήναι 1971, σσ 320, όπου αναιρούσαμε συστηματικώτερον τις θέσεις των δύο διατριβών του συνηγόρου των πατριαρχικών κακοδοξιών.

Μετά δεκαετίαν ο π. Επ., εκυκλοφόρησε τας ανωτέρω πολυγραφημένας μελέτας του ομού μετ’ άλλων παλαιών δημοσιευμάτων του εις ένα τόμον υπό τον τίτλον: «Άρθρα-Μελέται-Επιστολαί». Εκ του έργου αυτού συνέλεξε τα αναφερόμενα εις τον Οικουμενισμόν και Ζηλωτισμόν άρθρα και τα εκυκλοφόρησε το 1986 εις ιδιαίτερον βιβλίον με τον τίτλον: «ΤΑ ΔΥΟ ΑΚΡΑ». Η ανά χείρας μελέτη αποτελεί ακριβώς αναίρεσιν των αναφερομένων εις τον ζηλωτισμόν άρθρων των «Δύο άκρων». Μία αναίρεσις της οποίας το μέγιστον μέρος είχε κυκλοφορήσει πρό εικοσαετίας πολυγραφημένως ενώ τάρα κυκλοφορεί τύποις και επηυξημένη.

Ενταύθα πρέπει να σημειωθή, ότι ενώ ο συγγραφεύς των «Δύο άκρων» αφιερώνει 40 σελίδες κατά του Οικουμενισμού, εναντίον του ζηλωτοσμού αφιερώνει 170 σελίδες! Βλέπετε εκινδύνευε η Ορθοδοξία από τους απλούς ζηλωτάς των πατρικών παραδόσεων και έπρεπε ν’ αγωνισθή ρωμαλέως κατ’ αυτών ο επαινέτης των εκάστοτε Αρχιεπισκόπων…

Έχει παρέλθει μία ακριβώς εικοσαετία από την εποχήν της πρώτης μας αντιλογίας με τον ανωτέρω κληρικόν και οι οπαδοί του συνεχίζουν να επαναλαμβάνουν τα αναιρεθέντα επιχειρήματά του μέχρι σήμερα, ελλείψει ασφαλώς νεωτέρων.

Εν τω μεταξύ αι συμπροσευχαί Ανατολής και Δύσεως έχουν φθάσει μέχρι της συλλειτουργίας του 1987 στην Ρώμην, ενώ παραλλήλως συνεχίζονται αι συμπροσευχαί με όλας τας αιρέσεις και ψευδοθρησκείας του κόσμου, ακόμη και με σατανολάτρας. (Ασσίζη 1986).

Παρά ταύτα, οι μέν επίσκοποι, όταν δεν επικροτούν, σιωπούν, οι δε Αγιορείται συνεχώς προσπαθούν να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα, ώστε πάση θυσία να κρατηθούν «εντός των τειχών» οι διαμαρτυρόμενοι μοναχοί. Στην απεγνωσμένη τους αυτή προσπάθεια ανατρέχουν σε επιχειρήματα τόσο αφελή και επιπόλαια ώστε σε κάνουν να ντρέπεσαι που είσαι Αγιορείτης*.

«Τ ο  α ν τ ί δ ο τ ο ν» έπρεπε να κυκλοφορήση διά τους εξής λόγους: α) Λόγω της ευρυτάτης κυκλοφορίας των Δ ύ ο  ά κ ρ ω ν, τα οποία δίκην ψυχοναρκωτικού δηλητηριάζουν τας συνειδήσεις πολλών ορθοδόξων πιστών, β) λόγω της εξαντλήσεως πρό ικανού χρόνου της μελέτης: «Διάλογοι της ερήμου περί Οικουμενισμού», γ) διότι το εζήτησαν αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί, οι οποίοι και εκάλυψαν οικονομικώς την εκτύπωσίν του. Τους ευχαριστούμεν όλους θερμώς.

Είθε η ανάγνωσις των επομένων σελίδων να εξυπνήση ωρισμένας εκλεκτάς κατά τα άλλα ψυχάς, αι οποίαι καλή τη πίστει παραμένουν ακόμη εν κοινωνία μετα της αιρέσεως, ώστε και την ενδεκάτην «αποτειχίζουσαι εαυτάς της προς τον καλούμενον «επίσκοπον» κοινωνίας, αξιωθούν «της πρεπούσης τοις ορθοδόξοις τιμής», παρά του δικαιοκρίτου Θεού. Αμήν.

Θ.Μ.
Παροικία- Τ.Θ. 27  84 400-ΠΑΡΟΣ

*Από τα πολλά που κυκλοφορούν αναφέρομεν τρία χαριτωμένα του γνωστού ησυχαστού της περιοχής Μονής Κουτλουμουσίου:
α) «Ο πατριάρχης Δημήτριος είναι ένα ξερό κλήμα, βαστάζει όμως την άμπελον, δηλαδή την Εκκλησίαν»!
β) «Αν δεν μας αρέση ο Παπανδρέου θα φύγωμεν από την Ελλάδα; Το ίδιο αν δεν μας αρέση ο Δημήτριος, θα φύγωμε από την Εκκλησία;». Σύμπασα όμως η αγία Παράδοσις τονίζει, ότι ο απομακρυνόμενος εκ του κηρύσσοντος αίρεσιν και διακόπτων την μετ’ αυτού κοινωνίαν δεν  φ ε ύ γ ε ι  από τηνΕκκλησίαν, αλλά «δ ι α σ ώ ζ ε ι» αυτήν σχισμάτων και μερισμών»!
γ) «Εγώ φωνάζω, όποιος έχεται εις το κελλί μου διαμαρτύρομαι. Αν φωνάξω περισσότερο, θα με διώξουν από το Άγιον Όρος. Δεν καταλαβαίνετε;» Τον καταλαβαίνομε, αλλά αυτός δεν καταλαβαίνει. Τι; Το πατρικόν λόγιον του αγίου Θεοδώρου: «Αλλά τι ότι προτιμώμεθα μάλλον Θεού τα Μοναστήρια, και της υπέρ του αγαθού κακοπαθείας την εντεύθεν ευπάθειαν; Που έστι το : «ελάλουν εναντίον βασιλέων και ουκ ησχυνόμην; Που έστι το: «Ιδού τα χείλη μου ου μη κωλύσω, Κύριε, συ έγνως»; Που έστι το κλέος και η ισχύς του καθ’ ημάς τάγματος»; (P.G. 99, 1120 D).

Συνεχίζεται...

ΤΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΑΘΗΝΑΓΟΡΟΥ (ΔΥΟ ΑΚΡΑ, σ σ. 58-96)1. Αξιωματικοί και στρατιώται.2. Περί οικονομίας. 3. Ο Μ. Φώτιος και ο πάπας Ιωάννης Η΄.
4. Επιτρεπομένη οικονομία 5. Το Παλαιοημερολογιτικόν. 6. Η χειροτονία των επισκόπων εν Αμερική. 7.Αντικανονικότητες του παρελθόντος και σύγχρονοι αιρετικοί.  Μ Ε Ρ Ο Σ Δ Ε Υ Τ Ε Ρ Ο Ν 1.Περί του ΙΕ’ Κανόνος της Πρωτοδευτέρας Συνόδου. 2.Τα δικαιώματα του μικρού ποιμνίου.  3.Πως αντέδρων οι παλαιοί άγιοι.  4.Η καλή οικονομία. ΖΗΛΩΤΙΚΩΝ ΑΚΡΟΤΗΤΩΝ ΕΛΕΓΧΟΣ (ΔΥΟ ΑΚΡΑ, σς. 97-121) 1.Περί οικονομίας. 2.Οι φιλαθηναγορικοί Επίσκοποι. 3.Ο Μ. Φώτιος και ο πάπας Ιωάννης Η΄..4.Και πάλιν περί Μ. Φωτίου. 5.Αι Κανονικαί σχέσεις. §§ 6-13 και 18. Περί του Παλαιοημερολογιακού 16.Η «δυνητικότης» του ΙΕ΄Κανόνος. 20.Ο άγιος Κύριλλος και οι σύγχρονοι φιλοπαπικοί Επίσκοποι. 22.Οι ποιμένες και το ποίμνιον. Α΄ ΠΡΟΣ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΝ ΜΕ «ΚΑΤ’ ΕΠΙΓΝΩΣΙΝ ΖΗΛΟΝ»… Αναίρεσις του άρθρου: «Εκρήξεις ακρίτου ζηλωτισμού». (Βλ. ΔΥΟ ΑΚΡΑ, σ σ. 166-168). ΠΡΟΣ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΝ ΜΕ «ΚΑΤ’ ΕΠΙΓΝΩΣΙΝ» ΖΗΛΟΝ… Β’
«ΣΗΜΕΡΟΝ ΤΑ ΑΝΩ ΤΟΙΣ ΚΑΤΩ ΣΥΝΕΟΡΤΑΖΕΙ…»ΤΟ ΚΑΤΑΚΡΙΤΟΝ ΤΗΣ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ* ΓΕΡΟΝΤΑ, ΓΙΑΤΙ ΚΛΑΙΣ; ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΙΣ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΟΥ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ

Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2018

Ἡ διήγηση τοῦ Ὁσίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκι γιά τήν ἀνακάλυψη τῶν πατερικῶν συγγραμμάτων στό Ἅγιον Ὄρος καί τήν μετάφρασή τους.



ΑΠΑΝΤΗΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΗΓΟΥΜΕΝΟ ΘΕΟΔΟΣΙΟ ΤΟΥ ΕΡΗΜΗΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΣΤΗΝ ΡΩΣΙΑ.

Όταν ακόμη βρισκόμουν στο Αγιον Όρος με μικρό αριθμό αδελφών, γνώριζα καλά από τη διδασκαλία και τις εντολές των θεοφόρων πατέρων μας oτι αυτός ο οποίος έχει υπό την καθοδήγησή του αδελφούς, δεν πρέπει να τους διδάσκει και να τους νουθετεί κατά το δικό του φρόνημα και την κρίση.

Αυτό πρέπει να γίνεται σύμφωνα με το αληθινό και ορθό πνεύμα της Αγίας Γραφής, όπως διδάσκουν οι θείοι πατέρες και οικουμενικοί διδάσκαλοι, καθώς επίσης διδάσκουν και οι φωτισμένοι από το Άγιο Πνεύμα διδάσκαλοι και οδηγοί τού μοναχικού βίου. Επίσης φοβόμουν και έτρεμα και τη μικρόνοιά μου, μήπως δηλαδή ένεκα της απειρίας μου, κατά τούς λόγους του Κυρίου , σαν τυφλός και ο ίδιος πέσω στον λάκκο της απώλειας, παρασύρω δέ και αυτούς πού με ακολουθούν.
 Γι’ αυτό λοιπόν, σαν θεμέλιο ακλόνητο στην ορθή, αλάνθαστη και χωρίς απόκλιση από τον σωστό δρόμο του Θεού οδηγία και της δικής μου ταλαίπωρης ψυχής αλλά και τών Αγίων αδελφών, έθεσα την Αγία Γραφή της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης. Επίσης δέ, με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, την ορθή τους ερμηνεία, δηλαδή τη διδασκαλία των θεοφόρων πατέρων μας οικουμενικών διδασκάλων και τών Αγίων πατέρων διδασκάλων και οδηγών του μοναχικού βίου, τών Αγίων Συνόδων, και όλων των Κανόνων των Αγίων πατέρων, των ’Αποστολικών και των Συνοδικών, τούς οποίους διαφυλάσσει η Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, καθώς και των εντολών και τυπικών αυτής. "Όπως είπα, όλα αυτά τα δέχθηκα ως διδαχή για εμένα τον ίδιο και για τους άγιους αδελφούς, έτσι ώστε τόσο εγώ όσο και οι αδελφοί πού ζουν μαζί μου, με τη συνέργεια του Θεού και με την επίνευση της θείας Χάριτος, να διδασκόμαστε από αυτά, αλλά και να μην αποκλίνουμε από το ορθό φρόνημα της 'Αγίας Καθολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Αρχικώς, με τη βοήθεια του Θεού, ξεκίνησα φιλοπόνως με πολύ κόπο και όχι λίγη δαπάνη, να αποκτώ πατερικά βιβλία, τα οποία διδάσκουν περί υπακοής και προσοχής, νήψεως και προσευχής. Αυτά, είτε τα αντέγραφα ο ίδιος ιδιογράφων, είτε τα αγόραζα με χρήματα, μολονότι τα απαραίτητα για τη διατροφή μας τα αποκτούσαμε από το έργο των χεριών μας. Περιορίζοντας πολλές φορές την τροφή μας και υπομένοντας τη φτώχεια στην ένδυσή μας, αγοράζαμε εκείνα τά μνημονευθέντα βιβλία σέ σλαβική, δηλαδή βουλγαρική γλώσσα γραμμένα , και τά θεωρούσαμε σαν ουράνιο θησαυρό, χαρισμένο σέ εμάς από τον Θεό. Όταν στη διάρκεια μερικών ετών τά διάβασα αυτά με προσοχή, σέ πάρα πολλά σημεία διαπίστωσα απερίγραπτη ασάφεια, σέ πολλά άλλα δέ σημεία δεν βρήκα καθόλου νόημα, σύμφωνα με τη Γραμματική.

 Μολονότι τά διάβασα επανειλημμένως, με απερίγραπτο κόπο και έρευνα, και πάλι δεν μπόρεσα να βγάλω νόημα. Μόνο ο Θεός γνωρίζει με πόση θλίψη γέμισε η ψυχή μου, επειδή δεν ήξερα τί να κάνω. Νόμιζα ότι τά σλαβικά βιβλία θα μπορούσα, έστω και μερικώς, να τά διορθώσω από άλλα σλαβικά βιβλία. Άρχισα λοιπόν με τα βιβλία του Αγίου Ησυχίου του Πρεσβυτέρου των Ιεροσολύμων, του Αγίου Φιλοθέου του Σιναΐτου και του Αγίου Θεοδώρου του Εδέσσης, να τα αντιγράφω με το χέρι μου από τέσσερα χειρόγραφα, μήπως και επιλέγοντας κάποιο από τα τέσσερα αυτά, θα αξιωνόμουν να βρω σ’ αυτά νόημα γραμματικώς σωστό. Όλη η εργασία μου όμως έγινε ματαίως, διότι σέ κανένα από τά τέσσερα βιβλία πού συνέκρινα δεν μπόρεσα να βρω το τέλειο εκείνο νόημα.

 Όταν βασανίστηκα τόσες φορές, τότε κατάλαβα ότι ματαίως κουράζομαι να διορθώσω υποθετικώς σλαβικά βιβλία από σλαβικά. Άρχισα λοιπόν επιμόνως να εξετάζω από που υπάρχει στα σλαβικά βιβλία μία τέτοια ανεξήγητη ασάφεια και φτώχεια στην ορθότητα της Γραμματικής. Και σύμφωνα με τις δυνατότητες του αδύναμου νου μου βρήκα ότι δύο είναι οι αιτίες αυτής της πραγματικότητας: Η πρώτη είναι η αδεξιότητα των αρχαίων μεταφραστών στη μετάφραση από την ελληνογραικική στη σλαβική γλώσσα, δεύτερη δέ η αδεξιότητα και η ραθυμία των άπειρων αντιγραφέων. Και τότε απογοητεύθηκα τελείως, βλέποντας στα σλαβικά πατερικά βιβλία πώς αποδίδεται το αληθινό και σωστό νόημα πού υπάρχει στα ίδια ελληνογραικικά βιβλία.

Όταν κατά την πολυετή παραμονή μου στο Αγιον Όρος έμαθα να μιλώ σε κάποιο βαθμό στην ελληνική γλώσσα, έλαβα την απόφαση ακόμη περισσότερο, με πόνο καρδιάς, να αναζητήσω τά ελληνογραικικά πατερικά βιβλία, με την ελπίδα με αυτά να διορθώσω τά σλαβικά. Και ενώ ρωτούσα επανειλημμένως σε πολλά μέρη, δεν μπορούσα να τά βρω. Έτσι πήγα στη μεγάλη Σκήτη της Αγίας ’Άννης της Μονής της Λαύρας, στα Καυσοκαλύβια, στη Σκήτη τού Αγίου Δημητρίου της Μονής Βατοπεδίου και στις υπόλοιπες σκήτες και μοναστήρια, παντού όμως, όπου ρωτούσα διακεκριμένα άτομα και έμπειρους πνευματικούς γέροντες και συνεπείς μοναχούς για τά πατερικά βιβλία με το όνομά τους, πουθενά δεν μπόρεσα βρω τέτοια, αλλά από όλους λάμβανα την ομόφωνη απάντηση: «Εμείς έως και σήμερα όχι μόνο δεν γνωρίζουμε τέτοια βιβλία, αλλά ούτε και ακούσαμε το όνομα αυτών των Αγίων». Λαμβάνοντας τέτοια απάντηση, ο Θεός μόνο γνωρίζει σέ τι θλίψη βυθίστηκα, σκεπτόμενος ότι από μοναχούς πού επιλέχτηκαν από τον Θεό για να ζήσουν σέ τέτοιον άγιο τόπο, όπου έζησαν πολλοί μεγάλοι και τέλειοι άγιοι, δεν αξιώθηκα όχι μόνο να βρω τά τόσο επιθυμητά από εμένα ιερά εκείνα βιβλία, αλλά ούτε και το όνομα των Αγίων εκείνων από κανέναν δεν άκουσα. Αυτός ήταν ο λόγος πού έπεσα σέ όχι μικρή θλίψη.

 Όλη μου την ελπίδα όμως για την ανεύρεση τέτοιων βιβλίων την εναπόθεσα στον Θεό και παρακαλούσα την ανέκφραστη φιλανθρωπία Του, με τους τρόπους που Αυτός γνωρίζει, ως παντοδύναμος και πανίσχυρος, να με αξιώσει να βρω τέτοια βιβλία. Ο Θεός λοιπόν, ό πανεύσπλαχνος, δεν παρέβλεψε τη διακαή μου επιθυμία για την απόκτηση πατερικών βιβλίων στην έλληνογραικική γλώσσα και με αξίωσε, με την απερίγραπτη πρόνοιά Του, να βρω τέτοια βιβλία και να αποκτήσω έναν αριθμό από αυτά με τον ακόλουθο τρόπο.

Κάποια φορά πού πήγαινα μαζί με δύο αδελφούς από την Ιερά και Μεγάλη Λαύρα του Αγίου Αθανασίου στη Σκήτη της Αγίας Άννης, φθάσαμε στην κορυφή τού βουνού του Αγίου Προφήτου Ηλιού, η οποία είναι το ένα τρίτο στο ύψος του μεγάλου, υψηλότατου Αγίου Άθω. Κάτω από το βουνό αυτό, σε υψηλότατη θέση, από τη μεριά πού είναι προς τη θάλασσα, βρίσκεται μία σκήτη του Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου, η οποία ιδρύθηκε πριν από λίγο καιρό από μοναχούς πού ήρθαν από την Καισάρεια της Καππαδοκίας σέ μέρος πολύ άγριο, το όποιο δεν έχει νερό ούτε και πηγή . Εξαιτίας αυτού η σκήτη δεν έχει ούτε αμπέλια, ούτε ελαιόδεντρα, ούτε σύκα, ούτε κήπους, ούτε και κανένα άλλο εφόδιο για την επιβίωση, παρά μόνο το νερό της βροχής πού καλύπτει τις ανάγκες της αδελφότητας.

Μάς δημιουργήθηκε λοιπόν η επιθυμία να πάμε στη σκήτη αυτή, χάρη και προσκύνησης, αλλά και για να επισκεφτούμε αυτόν τον τόπο, στον όποιο δεν είχαμε πάει έως τότε. Φθάσαμε λοιπόν στη σκήτη και καθίσαμε κοντά στον ιερό ναό, οπότε μάς είδε ένας ευλαβής μοναχός, ο οποίος μας άνοιξε τον ναό, και μετά την προσκύνηση του ναού και των ιερών εικόνων, βγήκαμε έξω, οπότε μας κάλεσε με αγάπη στο κελί του και βγήκε να πάει να μας ετοιμάσει γεύμα και να μάς ξεκουράσει από την οδοιπορία.

Καθώς κοίταζα το τραπεζάκι πού ήταν κοντά στο παράθυρο, είδα να βρίσκεται εκεί ανοικτό ένα βιβλίο από το όποιο αντέγραφαν ένα άλλο. Ό αντιγραφέας ήταν τεχνίτης καλλιγράφος, καθώς δέ κοίταζα το βιβλίο είδα ότι ήταν του Αγίου Πέτρου του Δαμασκηνού. "Όταν το κοίταξα καλά, δεν μπορώ να πω πόση γέμισα ανέκφραστη πνευματική χαρά, αισθανόμενος ότι αξιώθηκα να αντικρίσω στη γη ουράνιο θησαυρό. Όταν επέστρεψε ο μοναχός στο κελί, άρχισα με μεγάλη χαρά και απερίγραπτη έκπληξη να τον ρωτώ, από πού, πέρα από κάθε προσδοκία μου, βρήκε η οσιότητά του ένα τέτοιο βιβλίο. Αυτός μου είπε ότι υπάρχει και άλλο βιβλίο του ίδιου Αγίου, το όποιο έχει είκοσι τέσσερα κεφάλαια σέ αλφαβητική σειρά. Όταν τον ρώτησα αν έχουν και άλλα παρόμοια βιβλία, μου είπε ότι υπάρχουν τά ακόλουθα: τού Αγίου Αντωνίου του Μεγάλου, του Αγίου Γρηγορίου του Σιναΐτου, όχι όμως όλα, του Αγίου Φιλοθέου, του Αγίου Ησυχίου, τού Αγίου Διαδόχου, του Αγίου Θαλασσίου, του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, Λόγος περί προσευχής, του Αγίου Νικηφόρου του Μοναχού, Λόγος περί προσευχής, το βιβλίο του Αγίου Ησαΐα, και άλλα παρόμοια βιβλία. Του Αγίου Νικήτα του Στηθάτου, «σε εμάς», είπε, «υπάρχουν μόνο είκοσι δύο κεφάλαια, αλλά ολόκληρο το βιβλίο υπάρχει μόνο στις βιβλιοθήκες τών μεγάλων μοναστηριών». Όταν τον ρώτησα γιατί εγώ, ενώ με πόνο καρδιάς αναζητούσα αυτά τά βιβλία, δεν τά βρήκα και, ενώ ρωτούσα πολλά αξιόλογα πρόσωπα, δεν αξιώθηκα ούτε να ακούσω καν γι’ αυτά, αυτός μου απάντησε: «Η αιτία, κατά τη γνώμη μου, είναι ότι αυτά τά βιβλία είναι γραμμένα στην πιο καθαρή ελληνογραικική γλώσσα, την οποία στην εποχή μας έκτος από τούς μορφωμένους ανθρώπους ελάχιστοι την καταλαβαίνουν, οι περισσότεροι δέ δεν την καταλαβαίνουν καθόλου. Αυτός είναι ο λόγος πού τά βιβλία αυτά περιήλθαν σχεδόν σέ τέλεια λήθη, γι’ αυτό και εσύ, ενώ ρωτούσες γι’ αυτά, δεν αξιώθηκες ούτε να ακούσεις κάτι σχετικό».

Οι μοναχοί της σκήτης αυτής, ενόσω ακόμη ζούσαν στη χώρα τους, στην Καισάρεια της Καππαδοκίας, είχαν ακούσει αρκετά γι’ αυτά τά βιβλία, όταν δέ ήρθαν στο Άγιον Όρος, με πολύ κόπο και χρόνο και με δαπάνη όχι μικρή, από όσα εισέπρατταν από το εργόχειρο τους, πληρώνοντας μορφωμένα πρόσωπα, έμαθαν όχι μόνο την απλή αλλά και αυτή την αρχαία ελληνική γλώσσα, με τη βοήθεια δέ του Θεού βρήκαν σέ κάποια μοναστήρια τέτοια βιβλία, τά οποία αντιγράφουν και διαβάζουν και, το κατά δύναμη, ωφελούνται και στην πράξη από τη διδασκαλία τους. Όταν τα άκουσα αυτά χάρηκα πολύ με χαρά ανέκφραστη, διότι βρήκα στη γη ουράνιο θησαυρό. Άρχισα λοιπόν να τον ικετεύω θερμά, χάρη της αγάπης του Θεού, να αντιγράψει και για μένα παρόμοια βιβλία, υποσχόμενος να τού πληρώσω ό,τι τιμή θελήσει για τον κόπο του.

Αυτός όμως, έχοντας ο ίδιος πολλά να αντιγράψει, με παρέπεμψε σέ άλλον καλλιγράφο, ο όποιος ζούσε στην ίδια σκήτη. Τον ικέτευσα και αυτόν εγκαρδίως να μου αντιγράψει πατερικά βιβλία, υποσχόμενος να τον πληρώσω στο τριπλάσιο. Αυτός, χάρη της αγάπης του Θεού, και βλέποντας τη θερμή μου επιθυμία για την απόκτηση τέτοιων βιβλίων, δεν δέχθηκε να πληρωθεί στο τριπλάσιο, αλλά υποσχέθηκε μόνο στην κανονική τιμή, μολονότι δέ είχε πολλά να αντιγράψει, εντούτοις θα έκανε ό,τι μπορούσε για να αντιγράψει έστω και μέρος αυτών τών βιβλίων. Έτσι δύο χρόνια και κάτι πριν να εγκαταλείψουμε το Αγιον Όρος, ο καλλιγράφος εκείνος άρχισε να αντιγράφει με όση δύναμη είχε το χέρι του και αντέγραψε ένα μέρος των τόσο επιθυμητών σέ εμένα βιβλίων, τα οποία δεχθήκαμε σαν δώρο του Θεού, σταλμένο σέ εμάς από τον ουρανό, και βγήκαμε από το Άγιον Όρος Άθω, χάρη ευκολότερης εξυπηρέτησης στις εδώ χώρες των απαραίτητων αναγκών μας για τη διατροφή της αδελφότητάς μας.

Όταν εγκατασταθήκαμε λοιπόν στην Ιερά Μονή της Ντραγκομίρνα, άρχισα να σκέπτομαι έντονα και να φροντίζω με ποιο τρόπο θα μπορούσα ή να προβώ σε διόρθωση των σλαβικών πατερικών βιβλίων ή να αρχίσω να κάνω από την αρχή μεταφράσεις από την αρχαία ελληνική γλώσσα. Και άρχισα το έργο κατά τον εξής τρόπο: Ως οδηγό μου έθεσα τη μετάφραση των πατερικών έργων στη μολδαβική γλώσσα. Ήταν αυτά που είχαν μεταφράσει στη μητρική τους μολδοβλαχική γλώσσα, από τα ελληνικά πού είχα εγώ παραγγείλει στο Άγιον Όρος, οι αγαπημένοι μας αδελφοί, ιερομόναχοι Μακάριος και Ιλαρίων ο Διδάσκαλος , οι οποίοι ήταν μορφωμένοι άνθρωποι και έμπειροι μεταφραστές. "Ένα μέρος αυτών των έργων είχε μεταφράσει ο αδελφός Μακάριος, ενόσω ήταν ακόμη στο Άγιον Όρος Άθω, ένα δέ μέρος όταν ήρθαμε στην Ντραγκομίρνα. Επίσης και ο αξιότιμος διδάσκαλος Ιλαρίων μετέφρασε ένα μέρος αυτών στο μοναστήρι μας στην Ντραγκομίρνα. Μολονότι έκρινα ότι, χωρίς καμία αμφιβολία, αυτή η μετάφρασή τους έπρεπε να είναι κατά πάντα ακριβής, ωστόσο άρχισα να διορθώνω τις παλιές μεταφράσεις από τά Αρχαιοελληνικά στη σλαβική γλώσσα και άλλα να τά μεταφράζω εξ υπαρχής, λαμβάνοντας προσεκτικά υπόψη και τά Αρχαιοελληνικά πού είχαν αντιγραφεί για εμένα στο Άγιον Όρος. Έτσι μετέφρασα έκ νέου τά εξής βιβλία : Του Αγίου Αντωνίου του Μεγάλου, του Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος, του Αγίου Ησυχίου, του Αγίου Φιλοθέου,τ ου Αγίου Νείλου του Σιναΐτου, Περί προσευχής, του Αγίου Ήσαΐου του Άναχωρητού, Κεφάλαια περί προσευχής, και του Αγίου Θαλασσίου. Από αυτά, τά οποία είχαν μεταφρασθεί στο παρελθόν, διόρθωσα τά εξής: Του Αγίου Διαδόχου, του Αγίου Μακαρίου το δεύτερο, του Αγίου Ισαάκ, του Αγίου Γρηγορίου του Σιναΐτου, του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου τον Λόγο περί προσευχής και προσοχής, του Αγίου Κασσιανού του Ρωμαίου, Περί λογισμών, και τον Λόγο περί διακρίσεως και τα λοιπά.

Το έτος 1774 ήρθε από το Άγιον Όρος στην Ντραγκομίρνα (ενώ ακόμη βρισκόμασταν εκεί) ένας Έλληνας μοναχός, ονομαζόμενος Κωνστάντιος. Αυτός έφερε μαζί του ένα ελληνικό βιβλίο, το οποίο είχε αντιγράψει ο ίδιος με το χέρι του και περιλάμβανε μεγάλο αριθμό πατερικών έργων . Περιλαμβάνονταν σ’ αυτό μερικά έργα τά όποια έως τότε δεν είχα δει σέ σλαβική γλώσσα, τά οποία αυτός, μετά από επίμονο αίτημά μου τά αντέγραψε με το χέρι του.

Επειδή όμως δεν είχε καθόλου διδαχθεί τη γραμματική, γι’ αυτόν τον λόγο, όπως στο δικό του βιβλίο έτσι και σ’ αυτό πού αντέγραψε για εμάς, εξαιτίας της απειρίας στην ορθογραφία, έκανε πάμπολλα, αναρίθμητα λάθη. Πραγματικώς έτσι ανακάλυψα τον χρυσό των λόγων των πατέρων, βουτηγμένο μέσα στο έλος της ανορθογραφίας, τον οποίο όμως, ακόμη και από τα καλώς καταρτισμένα άτομα, ποιός μπορεί να τον καθαρίσει, χωρίς να έχει αξιόπιστα αρχαιοελληνικά πρωτότυπα; Από τά έργα λοιπόν, πού με λάθη αντέγραψε εκείνος ο Κωνστάντιος, μετέφρασα τα εξής: Του Αγίου Μάρκου του Νηστευτού, του Αγίου Θεοδώρου του Εδέσσης και του Αγίου Νικήτα του Στηθάτου τα Τριακόσια κεφάλαια, τα οποία έργα, περισσότερο από όλα πού αναφέρθηκαν, δεν προσφέρονται τώρα όχι μόνο για εκτύπωση, αλλ’ ούτε και για να αντιγραφούν σε άλλο μοναστήρι, εάν προηγουμένως δεν διορθωθούν με βάση αξιόπιστα έντυπα ή χειρόγραφα πρωτότυπα.

Έτσι, ύστερα από πολύ καιρό, όταν ήδη με τη χάρη του Θεού άρχισα σ’ αυτή την προσπάθεια να φθάνω σέ κάποια μεγαλύτερη βελτίωση,
βρήκα και στα μεταφρασμένα από εμάς (δηλαδή σέ συνεργασία με τούς αδελφούς πού προανέφερα) πολλά λάθη και τότε κάποια από αυτά τά μετέφρασα και για δεύτερη φορά. Αλλά και πάλι βρίσκονται μακριά από μία σωστή διόρθωση. "Όπως επίσης βρίσκονται και τα ίδια εκείνα αρχαιοελληνικά που αντιγράφηκαν για εμένα στο Άγιον Όρος, διότι εξαιτίας της τότε απειρίας μου νόμιζα ότι δεν είχαν καθόλου λάθη. Σέ πολλά σημεία ανακαλύφθηκε πλήθος ορθογραφικών λαθών, τα οποία όμως, όπως είπα, χωρίς αξιόπιστα Αρχαιοελληνικά ήταν αδύνατο να διορθωθούν.
Παρουσίασα λοιπόν ολοκάθαρα στην οσιότητά σου ποιά ήταν η προσπάθειά μου για τη διόρθωση των σλαβικών πατερικών έργων από τά Αρχαιοελληνικά, ή και για την έκ νέου μετάφρασή τους στη σλαβική γλώσσα. Το έργο αυτό ήταν υπεράνω των δυνάμεών μου, λόγω δέ της προαναφερθείσας αιτίας δεν έχει ακόμη περατωθεί. Γι’ αυτό λοιπόν τώρα, όχι μόνο για εκτύπωση, άλλ’ ούτε και για αντιγραφή σέ άλλο μοναστήρι δεν επιτρέπεται να δοθούν, προτού διορθωθούν τελείως με βάση τά αρχαίο- ελληνικά πρωτότυπα. Αυτός είναι ο λόγος για τον όποιο δεν μπόρεσα με κανέναν τρόπο να αποστείλω τέτοια έργα στην οσιότητά σου, για να τυπωθούν ή να αντιγραφούν. Φοβούμαι μήπως παραβιάσω τη χριστιανική και μοναχική μου συνείδηση εάν, για ένα έργο ατελές, την ή μέρα της φοβεράς κρίσεως του Θεού η ψυχή μου καταδικαστεί. Εάν η όσιότης σας, κατά την εντολή του Χριστού, έχει έστω και σταγόνα αληθινής, άσβεστης έως τώρα αγάπης, τότε δεν θα πρέπει να εκλάβετε τη μή αποστολή από μέρους μου πατερικών έργων ως σημείο εχθρότητας ή έλλειψης φιλίας, ή ότι εγώ από φθόνο δεν θέλω το γενικό καλό όσων επιθυμούν να σωθούν και να ωφεληθούν από αυτά τά βιβλία. Να μην μου δώσει ο σωτήρας Χριστός τέτοια αφροσύνη!
 Με τη χάρη του Θεού, εκτός από τον λόγο πού περιέγραψα, δεν βλέπω στην ψυχή μου άλλο λόγο για τη μή αποστολή προς εσάς των πατερικών έργων.

Ο πανιερώτατος κυρ Μακάριος, πρώην Μητροπολίτης Κορίνθου, από τη νεανική του ακόμη ηλικία, Θεού συνεργούντος, είχε τόση απερίγραπτη αγάπη για τά πατερικά συγγράμματα, τα αναφερόμενα στη νήψη και την προσοχή του νοός, την ησυχία και τη νοερά προσευχή, ήτοι τη διά του νοός τελούμενη στην καρδιά τών εργαζόμενων αυτήν, ώστε όλη του τη ζωή να την αφιερώσει στην αναζήτησή τους και με το φίλεργο χέρι του, ως εμπειρότατος στη θύραθεν παιδεία και χωρίς φειδώ σέ έξοδα, παράγγειλε την αντιγραφή τους.

 Όταν ήρθε λοιπόν στο Αγιον Όρος, και με ανεκτίμητο ζήλο και μεγάλη επιμέλεια ερεύνησε τις βιβλιοθήκες των μεγάλων μοναστηριών, βρήκε τέτοια συγγράμματα πού προηγουμένως δεν τά είχε αποκτήσει. Προπάντων όμως στη βιβλιοθήκη της πανένδοξης και μεγίστης Μονής Βατοπεδίου ανακάλυψε ανεκτίμητο θησαυρό, δηλαδή βιβλίο περί ενώσεως του νοός μετά του Θεού, συλλογή από όλους τους άγιους, πού είχε γίνει σέ αρχαίους χρόνους από μεγάλους ζηλωτές, και άλλα περί προσευχής συγγράμματα, για τά οποία εμείς ακόμη μέχρι και σήμερα δεν είχαμε ακούσει . Αυτά, με τη βοήθεια εμπειροτάτων αντιγραφέων και με μεγάλη δαπάνη, μέσα σε λίγα χρόνια τά αντέγραψε και με μέγιστη επιμέλεια τα διάβασε ο ίδιος από το πρωτότυπο και τά διόρθωσε εγκύρως. Στην αρχή δέ του κάθε συγγράμματος έγραψε και τους βίους όλων των Αγίων συγγραφέων των έργων αυτών. Τότε αναχώρησε από το Αγιον Όρος με ανείπωτη χαρά, σαν να είχε βρει στη γη ουράνιο θησαυρό, και, αφού ήρθε στην ένδοξη μικρασιατική πόλη Σμύρνη, τα απέστειλε στη Βενετία με πολλά χρήματα, τά οποία συνέλεξε από ελεημοσύνες χριστιανών. Έστειλε τριάντα έξι πατερικά έργα, με αυτά δέ συναριθμείται και το έργο του Αγίου Καλλίστου του δευτέρου, περί του όποιου μαρτυρεί ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης.

Εκτός δέ από αυτά έστειλε και το μεγάλο Πατερικόν της Σκήτης της Αιγύπτου, ώστε όλα να εκδοθούν από τυπογραφείο. Όπως δέ προσφάτως με πληροφόρησε κάποιο πρόσωπο με επιστολή, έχει κατά νου, με τη βοήθεια του Θεού, τά βιβλία αυτά να έρθουν στο φώς τυπωμένα. Συντόμως σκέπτεται να παραδώσει στο τυπογραφείο και το μεγάλο βιβλίο του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, το οποίο είναι έτοιμο γι’ αυτόν τον σκοπό. Είναι αλήθεια ότι η απόφαση αυτή του Μητροπολίτου κυρ Μακαρίου, για την εκτύπωση τέτοιου είδους συγγραμμάτων, είχε ληφθεί προ μακρού χρόνου, προκειμένου να μην περιπέσουν σέ οριστική λήθη τα ιερά αυτά συγγράμματα και εξαφανιστούν από προσώπου της γης, κάτι πού παρά λίγο να συμβεί. Πράγματι ο ίδιος κατάλαβε τί έργο είχε αναλάβει και  σχεδόν ολόκληρη τη ζωή του την εξάντλησε στην εντατική αναζήτηση αυτών τών συγγραμμάτων παντού, προπάντων όμως στο Άγιον Όρος Άθω, όπου, αναζητώντας τα με κάθε τρόπο, τελικώς ανακάλυψε αυτόν τον πνευματικό θησαυρό, σαν να ήταν από πολλά χρόνια θαμμένος στη γη και στην παντελή λήθη.

 Στον πνευματικό αγώνα των αθλητών του μοναχικού βίου με τά αόρατα πνεύματα τολμώ να πω ότι είναι αυτά τά συγγράμματα πιο απαραίτητα και από την ίδια την αναπνοή. Οι ζηλωτές θα μπορούν πια, ευκολότερα και με λιγότερα έξοδα από ότι με τά χειρόγραφα, να αποκτούν τά έντυπα αυτά βιβλία για την οικοδομή τους.

Όλα αυτά τά πληροφόρησα στην οσιότητα σας, αρχίζοντας σιγά σιγά να σάς μεταβιβάζω τη συμβουλή μου για το με ποιόν τρόπο θα μπορούσε η οσιότητά σας με την αδελφότητα και εμείς, με το δικό μας κοινόβιο, να αξιωθούμε να αποκτήσουμε τα πραγματικά, τα χωρίς κανένα λάθος, σλαβικά πατερικά βιβλία.

 Γνωρίζετε η οσιότητά σας ότι με την ανέκφραστη του Θεού φιλανθρωπία, κατά τους έσχατους καιρούς, η πάσης Ρωσίας Εκκλησία μας αξιώθηκε να λάβει την αγία ορθόδοξη πίστη και το ορθόδοξο βάπτισμα από την Ορθόδοξη Ελληνική Εκκλησία. Με την αγία πίστη έλαβε και την Αγία Γραφή και όλα τα ιερά βιβλία, τά εκκλησιαστικά και των Αγίων διδασκάλων και τά πατερικά, τα μεταφρασμένα από τα Ελληνογραικικά. Αυτά είναι οι πηγές τών σλαβικών βιβλίων, διότι αλλιώς δεν θα προέκυπταν σλαβικά βιβλία. Με τον καιρό λοιπόν η Αγία Γραφή και όλα τα εκκλησιαστικά βιβλία, με τη χάρη τού Θεού, αξιώθηκαν να δεχθούν διόρθωση με βάση τά Ελληνογραικικά, πού ήταν οι πηγές τους, ενώ τα πατερικά απέμειναν στην παλαιά τους μετάφραση, και έως και τώρα δεν αξιώθηκαν να διορθωθούν με βάση τις πηγές τους, τα ελληνογραικικά βιβλία. Επιπλέον από τούς αδέξιους αντιγραφείς δέχθηκαν άπειρα λάθη, και παρίσταται επιτακτική ανάγκη να διορθωθούν και αυτά με βάση τις πηγές τους.

ΟΣΙΟΣ ΠΑΙΣΙΟΣ ΒΕΛΙΤΣΚΟΦΣΚΙ. UNIVERSITY PRESS.
ΑΝΤΩΝΙΟΣ –ΑΙΜΙΛΙΟΣ ΤΑΧΙΑΟΣ


Πηγή:www.agiameteora.net

Όσιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκυ (1722-1794)