Κυριακή 5 Μαΐου 2019

16.Η «δυνητικότης» του ΙΕ΄Κανόνος.

16.Η «δυνητικότης» του ΙΕ΄Κανόνος.

Αναφορικώς με την δυνητικότητα του ΙΕ΄ Κανόνος της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, γράφετε μεταξύ άλλων:

«Αν, αγαπητέ, η Εκκλησία εθεώρει οφειλήν του κληρικού την άμεσον απόσχισιν αυτού από επισκόπου πεσόντος εις αίρεσιν, θα είχε θεσπίσει ειδικούς κανόνας επί του θεμελιώδους αυτού ζητήματος και μάλιστα αυστηρότατους».

Α π ά ν τ η σ ι ς:  Γνωρίζω καλώς την δυνατότητα διπλής ή όλως διαφόρου ερμηνευτικής αποδόσεως νόμων ή Κανόνων…  Εν τούτοις, η υπ’ εμού υποστηριζόμενη θέσις, επικροτουμένη υπό  α π ε ι ρ ί α ς   παραδειγμάτων εκ της Εκκλ. Ιστορίας, ένα γεγονός διασαλπίζει, ότι δηλ.  έ π α ι ν ο ς   και τιμή και αμαράντινα στέφανα δόξης ανήκουν εις πάντα όστις «ρύεται την εκκλησίαν εκ των σχισμάτων» απομακρυνόμενος του κακοδόξου επισκόπου του  π ρ ό   Συνοδικής διαγνώμης.

Και ουχί μόνον τούτο αλλά και το εισέτι σπουδαιότερον, και  μ ε τ ά  Συνοδικήν διαγνώμην, πλήν αναληθή και εναντία του φρονήματος της Εκκλησίας, ο  α υ τ ό ς   έ π α ι ν ο ς   ανήκει εις πάντας τους αρνησάμενους υπακοήν εις αυτήν! Εξ αντιθέτου, το μόνον όπερ δύναται ν’ απολαύση ο αναμένων την απόφασιν της Συνόδου, είναι, καθ’ υμάς, η μη επιτίμησις και τιμωρία!

Και εκ τούτου μόνον του γεγονότος η υπεροχική θέσις των πρώτων είναι καταφανής! Εις την α΄απόκρισιν σας παρέθεσα πληθύν ολόκληρον πατερικών γνωμών και γεγονότων της ιστορίας επικροτούντα την άποψίν μου.

Δεν επιθυμώ να τα επαναλάβω ενταύθα, απλώς τονίζω το εξής σπουδαιότατον. Η επί 120 έτη διαρκέσασα εικονομαχία αποτελεί μίαν θαυμασίαν και ανάγλυφον εικόνα των πρό  Σ υ ν ο δ ι κ ή ς   δ ι α γ ν ώ μ η ς   αθλησάντων και ιδιαίτατα των αρνηθέντων υπακοήν  ε ι ς   ψ ε υ δ ε ί ς   Σ υ ν ό δ ο υ ς. (Πρβλ. Εικονομαχικάς Συνόδους 754 και 815). Δεν θα σας καταπονήσω διά νέων παραδειγμάτων. Απλώς θα παραθέσω εκλεκτικώς τρία, από διαφόρους κρισίμους εποχάς της Εκκλησίας μας, προς υπόμνησιν.

α) «Γνούς δε ο Υπάτιος ότι παρ’ ο δει εφρόνησεν  Ν ε σ τ ό ρ ι ο ς,   ευθέως περιείλεν εν τω αποστολείω το όνομα αυτού,  τ ο υ   μ η   α ν α φ έ ρ ε σ θ α ι   ε ν   τ η   π ρ ο σ φ ο ρ ά. Γνούς δε τούτο ο ευλαβέστατος Επίσκοπος Ευλάλιος και δεδοικώς την έκβασιν του πράγματος, ήν γαρ εγκρατής εν τη πόλει ο Νεστόριος, λέγει τω Υπατίω: Διατί περιείλες το όνομα αυτού μη γινώσκων το αποβησόμενον; Ο δε Υπάτιος έφη. Εγώ  α φ’  ο υ   ε γ ν ω ν   ότι άδικα λαλεί περί του Κυρίου μου,  ο υ  Κ ο ι ν ω ν ώ   α υ τ ώ,  ο ύ τ ε   α ν α φ έ ρ ω   τ ο   ό ν ο μ α   α υ τ ο ύ. Ε κ ε ί ν ο ς   γ α ρ  ο υ κ  έ σ τ ι ν   ε π ί σ κ ο π ο ς.  Τότε λέγει ο Επίσκοπος εν οργή. Ύπαγε διόρθωσον ο εποίησας, επεί τι ποιήσαι έχω εις σε. Ο δε Υπάτιος απεκρίθη: Ο θέλεις ποίησον. Εγώ γαρ πάντα προεθέμην παθείν και ούτω τούτο εποίησα…  (ACTA  SANCTORUM, NOV. B’, σελ. 267).

Β) Μετά την Σύνοδο της Λυώνος (1274) «επαρρησιάσθη τα των Ιταλών δόγματα. Εξεβλήθη της Εκκλησίας ο Πατριάρχης (Ιωσήφ) και αντεισήχθη έτερος του καιρού μάλλον ή της αληθείας (Ι. Βέκκος) και εν δεσμοίς και κακώσεσι και παντοίαις οικίαις ην τα των ορθοδόξων.

Τηνικαύτα δη και ο Μέγας Μελέτιος συμβούλω και συνεργώ τω θείω χρησάμενος Γαλακτίωνι, συν κάκείνω τη βασιλίδι των πόλεων επιδημεί.

Ο δε Γαλακτίων ούτος ιερεύς τε ην της ζωοθύτου θυσίας και μοναχός κατά το Γαλήσιον άμα τω Μελετίω, τους ασκητικούς αγώνας τελέσας, πολύς τον λόγον, άκρος την αρετήν…

Και γούν μεταπεμφθέντες άμα, τω κρατούντι παρέστησαν οι γεννάδαι,  και   τ ρ α ν ώ ς   ω μ ο λ ό γ ο υ ν  του των πατέρων είναι δόγματος,  κ α ι  μη   κ ο ι ν ω ν ε ί ν   ε ν   α ι ρ έ σ ε ι,  παρά των πατέρων αριδήλως και πρό του γενέσθαι ελεγθείση…

Την παρρησίαν ταύτην ύβριν οικείαν ο κρατών λογισάμενος, φυλακή δίδωσι την καλήν των πατέρων συζυγίαν. Τη δε συνείπετο και πολλή τις άλλη κακουχία, προς ήν αντέστησαν γενναίως οι γεναίοι του Χριστού στρατιώται… («Γρηγορ. Παλαμάς» 1921, σελ. 617-20).

Γ) Το τρίτον παράδειγμα αναφέρεται υπό του αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου, διά μαθητήν του τινά ηγούμενον, όστις τον ηκολούθησε και δεν επείθετο παρά τα συνεχή μαρτύρια να μνημονεύση του επισκόπου Θεσσαλονίκης εις όν υπήγετο.

«Τύπτων ούτω τις τέτυφεν ανθρώπων, ου λέγω χριστιανική χείρ, αλλά βαρβαρική. Δις εκατοντάσι προς εξήκοντα και εξ μαστίγων, είτα μετ’ ου πολύ, δις δύο εκατοντάσι βουνεύρων επί των νώτων. Ως ο γενναίος γε αρχιεπίσκοπος, μάλλον δε αλλοτριεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, και ου των αγελαίων τινά, αλλά μονάζοντα, και τούτον ηγούμενον, και μάλα τον ευλαβέστατον, τούνομα Ευθύμιον, τον της ευθυμίας όντως φερώνυμον;…

Και υπέρ τίνος ο δαρμός; Ίνα τον του Χριστού αθλητήν πείση συνθέσθαι  α ν α φ έ ρ ε ι ν   α υ τ ό ν   ω ς   ι ε ρ ά ρ χ η ν. αλλ’ ώ της γενναιότητος και κραταιότητος του μάκαρος! Ούτω γαρ δίκαιον ειπείν, ότι και μετά τοσαύτας πληγάς και αίματος αγίου ρύσιν, ώστε φοινίσσεσθαι τα πέλματα των ποδών των εκείσε παρόντων και οιονεί πηλοποιείσθαι το πορφύρεον κονίαμα εις οικοδομήν της του Θεού Εκκλησίας. Κείμενος ήδη βραχύ άπνους και άφωνος, και ερωτηθείς παρά των κολαστών μνημονεύειν τον τύραννον, φημί, αλλ’ ούκ αρχιεπίσκοπον. ΟΥ, φησίν ο μακάριος. Ούτω μέχρι θανάτου σχεδόν ου παρατρέψας τον νούν, ου παρεκκλίνας τι των ορθοδόξως εγνωσμένων αυτώ. (MIGNE 99, 1097).

Ως βλέπετε, π. Επιφάνιε, η «ακρίβεια» του πιστεύω και η «αντίδρασις» εις τας κατά της πίστεως και της κανονικής τάξεως της Εκκλησίας βιαιότητας, συνήθως ουχί υπό Επισκόπων και καθ’ υμάς «αξιωματικών», ετηρήθη!

Σας παραθέτω απόσπασμα εκ της Εικονομαχικής έριδος, συγγραφείσης υπό ουχί φιλίως προς τον μοναχισμόν διακειμένου συγγραφέως, όπου περιτράνως και λίαν εκφραστικώς επιβεβαιούται το ανωτέρω.

«Όλοι οι Επίσκοποι του Βυζαντινού Κράτους εδέχθησαν τας αποφάσεις της Συνόδου, (754, Εικονομαχικής) διότι πολλοί εξ αρχής ήσαν εικονομάχοι, πολλοί τοιούτοι είχον εν τω μεταξύ διορισθή, οι δε άλλοι ηναγκάσθησαν να υποκύψωσιν. Αντίδρασις κατά της εικονομαχίας εντός του Βυζαντινού Κράτους παρουσιάσθη κυρίως εκ μέρους των μοναχών, διά τούτο ο αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος έλαβε μέτρα κατά του μοναχικού βίου…».

«Επίσης πριν ή συνέλθη τω 787 εν Νικαία η Ζ΄Οικ. Σύνοδος συνήλθεν τω 786 εν Κων/λει «εν τω ναώ των αγίων Αποστόλων, εκ δε των κατηχουμενίων (γυναικωνίτου) η Αυτοκράτειρα Ειρήνη και ο υιός αυτής Κωνσταντίνος παρηκολούθουν τας εργασίας αυτής. Οι περισσότεροι Επίσκοποι και ο στρατός ήσαν εικονομάχοι. Προκλήθησαν ταραχαί και η Σύνοδος διελύθη…».

[Επίσης η Δευτέρα Εικονομαχική Σύνοδος συνήλθε εν Κων/λει τω 815 υπό τον Πατριάρχην Θεόδωρον,  «η οποία ηκύρωσε την Ζ΄ Οικ. Σύνοδον, αποκατέστησε το κύρος της πρώτης Εικονομαχικής Συνόδου (754) και αφώρισε τους διαφωνούντας επισκόπους. Ο ι   ο ρ θ ό δ ο ξ ο ι   α ν τ έ δ ρ α σ α ν.   Ε π ί   κ ε φ α λ ή ς   α υ τ ώ ν   ί σ τ α τ ο   Θ ε ό δ ω ρ ο ς   ο   Σ τ ο υ δ ί τ η ς»]. (Στεφανίδου, Εκκλ. Ιστορία, εκδ. β΄, σελ.259 εξ.).

Σχετικώς με την θέσιν των αναμενόντων την Συνοδικήν διαγνώμην έχω να προσθέσω τα εξής σημαντικά. Πρέπει να παραδεχθώμεν, ότι πρό της Συνοδικής διαγνώμης, πρέπει να γίνη κάποια άλλη. Ποια; Η επισκοπική διαγνώμη. Εξηγούμαι. Αναγκαίον και φυσικόν είναι πρώτα να προκαλέση ανησυχίας η κηρυττομένη αίρεσις εις ένα έκαστον επίσκοπον, και κατόπιν να συνέλθουν εν σώματι προς καταδίκην του αιρετικού.

Εννοείται ότι η διάγνωσις αύτη δεν απαλλάσσει ουδέ τους πρεσβυτέρους ή διακόνους, μοναχούς ή λαϊκούς εκ της υποχρεώσεως της συμμετοχής εις την αγωνία του επισκόπου των, ή και της αντιδράσεως των εις περίπτωσιν αβελτηρίας και αδεξιότητος, ως σημειοί και ο Άγιος Νικόδημος.

«Και εν τη καθ’ ημάς γαρ Ιεραρχία του Ιερέως και Ιεράρχου ατακτούντος και κακώς φρονούντων, και διάκονος και Μοναχός ευτακντούντες και ορθώς φρονούντες δύνανται νουθετήσαι και ευτακτήσαι αυτούς, καθώς τα παραδείγματα εισί πάμπολλα». Ενταύθα επίσης ανήκει το του αγίου Θεοδώρου: «Εντολή γαρ Κυρίου μη σιωπάν, εν καιρώ κινδυνευούσης πίστεως. Ώστε ότε περί πίστεως ο λόγος, ουκ έστιν ειπείν, εγώ τις ειμί; Ιερεύς, άρχων, στρατιώτης, γεωργός, πένης; Ουδείς μοι λόγος και φροντίς περί του προκειμένου.

«Ο υ ά,   ο ι   λ ί θ ο ι   κ ρ ά ξ ο υ σ ι,   κ α ι   σ υ   σ ι ω π η λ ό ς   κ α ι   ά φ ρ ο ν τ ι ς». (Αυτόθι, 1321).

Εάν δε όπως εις την προκειμένην περί Οικουμενικού περίπτωσιν η διάγνωσις εγένετο από τους πλείστους, ίνα μη είπω πάντας, ουδείς όμως αντιδρά «ορθοδόξω τω τρόπω» και καιρίως, αλλ’ ουδέ «εν σώματι» ενεργούν τι, αι, τότε όντως ουδεμία δυνητικότης του ΙΕ΄της Πρωτοδευτέρας είναι δυνατόν ν’ απαλλάξη τούτους της ευθύνης! Το ανωτέρω συμπέρασμα δεν είναι ιδικόν μου, αλλά του Μ. Βασιλείου. Γράφει ο άγιος σχετικώς; «Οίτινες την υγιή ορθόδοξον πίστιν προσποιούμενοι ομολογείν,  κ ο ι ν ω ν ο ύ σ ι   δε τοις ετερόφροσι, τους τοιούτους ει μετά παραγγελίαν μη αποστώσιν, μη μόνον ακοινωνήτους έχειν, αλλά μηδέ αδελφούς ονομάζειν».

Εν συνεχεία παραθέτω μερικούς μαργαρίτας εκ της αντιδράσεως των ορθοδόξων κατά την περίοδον της Εικονομαχίας, ένθα το θέμα του «κοινωνείν» τοις αιρετικοίς εξετάζεται απ’ όλας τας επόψεις υπό του πρωταγωνιστού των εικονοφίλων Θεοδώρου του Στουδίτου. Εις τας ακολουθούσας γραμμάς από  π α ι δ ό ς   μέχρι  Μ η τ ρ ο π ο λ ί τ ο υ   σκιαγραφείται η  ε υ θ ύ ν η   ενώπιον κηρυττομένης αιρέσεως. Δεν θα σχολιάσωμεν ουδόλως τα κείμενα. Έκαστος ας φαντασθή ότι έχει απέναντί του τον άγιον πατέρα, όστις διωκόμενος και εν δεσμοίς, του προσφωνεί τα ακόλουθα:

α) «Ουδ’ αν τα όλα χρήματα του κόσμου παρέξει τις και  κ ο ι ν ω ν ώ ν   ειη τη αιρέσει, φίλος Θεού ου καθίσταται, αλλ’ εχθρός. Και τι λέγω κοινωνίας; Καν εν βρώματι, και πόματι και φιλία συγκάτεισι τοις αιρετικοίς υπεύθυνος». (MIGNE 99, στ. 1205).

Β) «Φυλάξατε έτι εαυτάς της ψυχοφθόρου αιρέσεως, ης η  κ ο ι ν ω ν ί α   αλλοτρίωσις Χριστού» (αυτ.1216).

Γ) Τω πατριάρχη Ιεροσολύμων αναφέρει τα εξής: «Οι μεν τέλειον περί την πίστιν εναυάγησαν. Οι δε, ει και τοις λογισμοίς ου κατεποντίσθησαν, όμως τη κοινωνία της αιρέσεως συνόλλυνται». (Αυτ. 1164).

Δ) Προς τον Πατριάρχην Αλεξανδρείας ο αυτός πατήρ: «Και γε πάντες εξέκλιναν, άμα ηχρειώθησαν».

Ιεραρχείν δοκούντες και ιερείς, μονασταί και μιγήσαντες περί την πίστιν, οι δε, ει και τοις λογισμοίς ου καταποντισθέντες, τη δε αιρετική κοινωνία εξ ημισείας δέει σωματικού θανάτου, συγκινδυνεύοντες». (Αυτόθι στ. 1157).

Ε) Ερωτηθείς υπό του μαθητού του Ναυκρατίου: «Εάν τις ιερεύς αναφέρει τον αιρετικόν δημοσία, ιδία δε προσκαλούμενος υπό τινος ορθοδόξου εν ευκτηρίω στέλλεται (αποφεύγει) αναφέρειν τον αιρετικόν. Ει άρα εν τω τοιούτω ευκτηρίω τον ακριβή δει προσεύχεσθαι»;

Η απάντησις του αγίου ήτο κατηγορηματική: Ο Υ Δ Α Μ Ω Σ (Αυτ. Στ. 1240).

Στ) Ε ρ ώ τ η σ ι ς  Α: Περί πρεσβυτέρου, διακόνου και αναγνώστου εσχηκότων φρόνημα ορθόν, τοις αιρετικοίς δε κοινωνησάντων εξ ανθρωπίνου φόβου. Ει χρή προσφοράν υπέρ αυτών ποιείν ή παννυχίδα ή ευχήν;

Α π ό κ ρ ι σ ι ς: Ει μέχρι αποβιώσεως κοινωνούντες τοις αιρετικοίς διέμειναν, ΟΥΔΑΜΩΣ.

Ε ρ ώ τ η σ ι ς  Β: Περί μοναχών και μοναζουσών ομοίως τη κοινωνία των αιρετικών αποβιωσάντων.

Α π ό κ ρ ι σ ι ς: Η προειρημένη απόκρισις Α΄φυλαττέσθω και επί τοίσδε. Ομοίως και επί λαϊκών, ανδρών τε και γυναικών και παίδων». (Αυτ. Στ. 1660).

Κατά συνεπείαν,  πάτερ, οι κακώς διαγνώσαντες και πολλώ μάλλον οι ουδόλως ευρόντες ασθενή τον γηραιόν του Φαναρίου,   υ π έ χ ο υ ν   ακεραίαν την ευθύνην και πολύ δικαίως τα ποίμνια ανησυχούντα επιθυμούν ν’ αναπληρώσουν τα υστερήματά των…

Πάντα τα ανωτέρω εκφράζουν την αληθή και ορθόδοξον θέσιν την οποίαν ενεσάρκωσαν οι Μ. Πατέρες της Εκκλησίας εν τη εαυτών πολεμική  τ α κ τ ι κ ή, προκειμένου ν’ αντιμετωπίσουν τας παντοίας αιρέσεις.

Επίσης δεν θα πρέπη να αγνοώμεν ότι  ο υ δ έ π ο τ ε  συνεκροτήθη Σύνοδος άνευ προηγουμένης συγκρούσεως και συμπλοκής. Μίαν τοιαύτην, λοιπόν, αντίδρασιν και ημείς αναμένομεν, διότι εάν αυτή δεν ανατείλη και Σύνοδος να συγκροτηθή, θλιβερά αποτελέσματα θα έχη. Θα ομοιάζη με διαγωνισμόν εισιτηρίων εξετάσεων… άνευ μελέτης των υποψηφίων! Τα αποτελέσματα οποία θα είναι ευκόλως εννοούνται…

Και μόνον οι αγώνες του Μ. Αθανασίου, Μαξίμου του Ομολογητού, Θεοδώρου του Στουδίτου και μυρίων ετέρων ομιλούσι περιτράνως περί τούτου.

Εάν όμως οι ανωτέρω ήθελον οχυρωθή όπισθεν της υμετέρας απόψως και πάντες ανέμενον «άχρι καιρού», ή συνεχώς «ωκονόμουν», όντως και βεβαίως σήμερον δεν θα είμεθα ορθόδοξοι!

Σχετικώς με το επιχείρημα της  α ν τ ι δ ι α σ τ ο λ ή ς   το οποίον εχρησιμοποίησα, οφείλω να δηλώσω ότι υπέστη φοβερωτάτην   κ ά κ ω σ ι ν  ερμηνευόμενον υφ’ υμών (εύχομαι να εγένετο ακουσίως).

Έγραφον: «Μακάριοι οι ειρηνοποιοί» και κατέληγον: «ασφαλώς είναι άθλιοι οι ταραχοποιοί». Ειρωνευόμενος την ανωτέρω κρίσιν μου γράφετε:

«Άκουσον λοιπόν και τινα άλλα παρόμοια προς το ανωτέρω: Ο Κύριος είπε: «Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες». Αυτό βεβαίως σημαίνει (κατά την σην λογικήν πάντοτε), ότι «άθλιοι οι ιδόντες και πιστεύσαντες»! Και καταλήγετε: «Άθλιοι λοιπόν και οι Απόστολοι του Κυρίου…». Κατά την μέθοδόν σας ασφαλώς! Ιδού όμως κατά την ορθόδοξον αντιδιαστολήν:

Το αντίθετον του «Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες» δεν είναι, όπερ ανωτέρω αβαφέρετε, αλλά: «Άθλιοι οι ιδόντες και  μ η   π ι σ τ ε ύ σ α ν τ ε ς». Ομοίως αναφέρετε: «Μακαρία η Παρθενία» λέγουσιν οι Πατέρες. Άρα άθλιος ο γάμος!...». Όχι, πάτερ, «αθλία η πορνεία», τούτο είναι ο αντίπους!

Μη, λοιπόν, πανηγυρίζετε και ουδόλως «κατ’ εφαρμογήν της λογικής μου» εγένοντο τα συμπεράσματα σας, ως γράφετε.

§ 17. Γ ρ ά φ ε τ ε: «Κληρικός τις δύναται να διακόψη το μνημόσυνον του «γυμνή τη κεφαλή διδάσκοντος γνωστήν και καταδεδικασμένην αίρεσιν Επισκόπου και  π ρ ό  της υπό της Συνόδου καταδίκης αυτού». Ο παύων το μνημόσυνον του οικείου Επισκόπου κληρικός αρκείται εις τούτο, αποφεύγει να μνημονεύση ετέρου και αναμένει εν ηρεμία συνειδήσεως την κρίσιν Συνόδου»

Α π ά ν τ η σ ι ς: Εάν ενεργήση κληρικός ή λαϊκός την ανωτέρω αποκοπήν, ως γράφετε, του μνημοσύνου, σας ερωτώ, είναι ΕΝΤΟΣ ή ΕΚΤΟΣ Εκκλησίας; (σημειωτέον ότι την αποκοπήν του μνημοσύνου δύναται να ενεργήση και Επίσκοπος, ή Επίσκοποι μετά των κληρικών των).

Λοιπόν, εάν δεχθήτε ότι ευρίσκονται ΕΝΤΟΣ Εκκλησίας, θα σας είπω: Αι «κανονικαί σχέσεις» που πάνε; Πως είναι δυνατόν να τον κοινωνή έτερος επίσκοπος ο οποίος κοινωνεί συγχρόνως, -διότι δεν έχει διακόψει εισέτι σχέσεις-, μετά του αιρετικού Πατριάρχου; Τούτο απαγορεύεται αυστηρώς κατά το πρωτόκολλον των «κανονικών σχέσεων». Όρα αποκλεισμόν Παλαιοημερολογιτών.

Εάν δεχθήτε το ΕΚΤΟΣ, τότε πως θα σωθώσι οι παύοντες το μνημόσυνον, δεδομένου ότι «Εκτός Εκκλησίας σωτηρία δεν υπάρχει»;

Ιδού εις οποία αντινομικά και άτοπα διλήμματα οδηγούν αι «κανονικαί σχέσεις» υμών, υπενθυμίζουσαι την «άκαρπον» αγωνίαν του δανού φιλοσόφου…

§19. Γ ρ ά φ ε τ ε: «Αντιθέτως προς σε, ο άγιος Θεόδωρος διακηρύσσει ότι χωρεί και εις την περιοχήν του δόγματος οικονομία, άλλοτε καιρική και άλλοτε διηνεκής. Αυτή είναι η πραγματικότης, αγαπητέ…».

Τούτο δε το στηρίζετε, διότι μεταξύ άλλων, διά τας προς καιρόν οικονομίας, ων μία και η «υποστολή» του Μ. Βασιλείου περί του Αγίου Πνεύματος, γράφει:

«Ά μέχρι τίνος καιρού γινόμενα, ουδέν έχει το μεμπτόν…».

Α π ά ν τ η σ ι ς: Ο άγιος Θεόδωρος ομιλών και γράφων περί οικονομίας και σημειών «ουδέν έχει μεμπτόν» λαμβάνει υπ’ όψιν και το «βλάβος», όπερ είναι δυνατόν να προκαλέση η τοιαύτη οικονομία εις τους πιστούς, διό και επεξηγών εν τη α΄αποκρίσει μου, διά των λόγων του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, την στάσιν ταύτην του Μ. Βασιλείου έγραφον:

«Ημίν μεν γαρ  ο υ δ έ ν   β λ ά β ο ς  και απ’ άλλων λέξεων τούτο συναγουσών, Θεόν το πνεύμα γινώσκειν (ου γαρ ήχω μάλλον ή διανοία κείσθαι την αλήθειαν), τη εκκλησία δε  μ ε γ ά λ η ν   ζ μ ί α ν   το δι’ ενός ανδρός διωχθήναι την αλήθειαν». (MIGNE 37, 116-7).

Ως είδετε, εκεί μεν ουδέν «βλάβος» τοις πιστοίς, ενταύθα όμως λαμβάνουν χώραν εκείνα άτινα περιγράφει ο χρυσούς κάλαμος του Ουρανοφάντορος:

«Ανατέτραπται μεν γαρ τα της ευσεβεάς δόγματα, συγκέχυνται δε Εκκλησίας θεσμοί… Οι λαοί ανουθέτητοι, οι προεστώτες απαρρησίαστοι. Επί τούτοις γελώσιν οι άπιστοι, σαλεύονται οι ολιγόπιστοι, αμφίβολος η πίστις, άγνοια κατακέχυται των ψυχών, διά το μιμείσθαι την αλήθειαν, τους δολούντας τον λόγον εν κακουργία…(επιστ.90).

Εις τοιαύτας καταστάσεις, φρονείτε, ότι η σιγή των ποιμένων, η καθ’ υμάς αβρόφρων αύτη συμπεριφορά, αποτελεί και εκδηλοί ορθόδοξον μαχητικότητα και «ουδέν έχει το μεμπτόν»;

Και εγώ μεν, καθ’ υμάς, δεικνύομαι «πατερικώτερος των πατέρων», υμείς όμως δεν φοβείσθε ευρισκόμενος «αντιπατερικός»;


Συνεχίζεται...
4. Επιτρεπομένη οικονομία 5. Το Παλαιοημερολογιτικόν. 6. Η χειροτονία των επισκόπων εν Αμερική. 7.Αντικανονικότητες του παρελθόντος και σύγχρονοι αιρετικοί.  Μ Ε Ρ Ο Σ Δ Ε Υ Τ Ε Ρ Ο Ν 1.Περί του ΙΕ’ Κανόνος της Πρωτοδευτέρας Συνόδου. 2.Τα δικαιώματα του μικρού ποιμνίου.  3.Πως αντέδρων οι παλαιοί άγιοι.  4.Η καλή οικονομία. ΖΗΛΩΤΙΚΩΝ ΑΚΡΟΤΗΤΩΝ ΕΛΕΓΧΟΣ (ΔΥΟ ΑΚΡΑ, σς. 97-121) 1.Περί οικονομίας. 2.Οι φιλαθηναγορικοί Επίσκοποι. 3.Ο Μ. Φώτιος και ο πάπας Ιωάννης Η΄..4.Και πάλιν περί Μ. Φωτίου. 5.Αι Κανονικαί σχέσεις.   §§ 6-13 και 18. Περί του Παλαιοημερολογιακού  20.Ο άγιος Κύριλλος και οι σύγχρονοι φιλοπαπικοί Επίσκοποι.
22.Οι ποιμένες και το ποίμνιον.  Α΄ ΠΡΟΣ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΝ ΜΕ «ΚΑΤ’ ΕΠΙΓΝΩΣΙΝ ΖΗΛΟΝ»… Αναίρεσις του άρθρου: «Εκρήξεις ακρίτου ζηλωτισμού». (Βλ. ΔΥΟ ΑΚΡΑ, σ σ. 166-168). ΠΡΟΣ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΝ ΜΕ «ΚΑΤ’ ΕΠΙΓΝΩΣΙΝ» ΖΗΛΟΝ… Β’ «ΣΗΜΕΡΟΝ ΤΑ ΑΝΩ ΤΟΙΣ ΚΑΤΩ ΣΥΝΕΟΡΤΑΖΕΙ…» ΤΟ ΚΑΤΑΚΡΙΤΟΝ ΤΗΣ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ* ΓΕΡΟΝΤΑ, ΓΙΑΤΙ ΚΛΑΙΣ;  ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΙΣ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΟΥ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου