Κυριακή 10 Μαρτίου 2019

1.Περί οικονομίας.


1.Περί οικονομίας.

Γ ρ ά φ ε τ ε: «Συγχέεις δεινώς τα πράγματα», όταν λέγης ότι: «Η Εκκλησία ουδέποτε επέτρεψεν οικονομίαν εις την περιοχήν του δόγματος και της ευσεβείας». Με επαναφέρετε δε εκ της «συγχύσεως» διά της διακρίσεως, ην ποιείτε μεταξύ γενομένης οικονομίας εις την δογματικήν διδασκαλίαν της Εκκλησίας και της οικονομίας προς «ετεροδιδασκαλούντα» πρόσωπα. Και επιλέγετε: «Το δεύτερον όμως, η επίδειξις δηλαδή ανοχής προς πρόσωπα κακοδοξούντα, πολλάκις εγένετο».

Α π ά ν τ η σ ι ς :  Φρονώ, π. Επιφάνιε, ότι περί τοιαύτης ανοχής και αναμονής και εγώ ωμίλησα. Επαναλαμβάνω τα γραφέντα,

«Ως διαφαίνεται εις τα ανωτέρω, πάντοτε πρό Συνοδικής καταδίκης και αποφάσεως (διά ετεροδιδασκαλούντα)  μ ε σ ο λ α β ε ί   χ ρ ό ν ο ς  τις μέχρις ότου ν’ αρχίση η αντίδρασις των ορθοδόξων ποιμένων και φρουρών. Θεωρητικώς ο χρόνος αυτός δεν θα πρέπει να υφίσταται καν, διότι, άμα τη κηρυττομένη αιρέσει, άμα και η αντίδρασις. Πρακτικώς όμως αλλά με «ορθόδοξον αντιμετώπισιν,  θ α   π ρ έ π η   να μεσολαβήση το αναγκαίον και απαιτούμενον διάστημα, το οποίον θα επιτρέψη την  δ ι ά γ ν ω σ ι ν    της νόσου. Από της στιγμής εκείνης άρχεται η ευθύνη να βαρύνη πάντα ορθόδοξον ποιμένα και πιστόν».

Ως δύναται ευκόλως να παρατηρηθή, ωμίλησα περί ανοχής, αλλά μέχρι της διαγνώσεως, την οποίαν παρουσίασα ως  γ ε ν ο μ έ ν η ν   και κατέληγον ότι πρέπει πλέον να γίνη η εφαρμογή των Κανόνων. Εις ταύτα μοι απαντάτε: «Ναι, αγαπητέ κ. Θεοδώρητε, αυτό απομένει»! Κατά συνέπειαν, μέχρις εδώ συμφωνούμε!

Αναφορικώς δε με την οικονομίαν ουχί εις πρόσωπα, αλλ’ εις κακοδοξίαν, είχον αναφέρει τας αποφάσεις της ιδίας Εκκλησίας: «Εν γαρ τοις θείοις δόγμασιν  ο υ δ α μ ο ύ   χ ώ ρ α ν   έ χ ε ι   π ο τ έ   η   ο ι κ ο ν ο μ ί α   ή   σ υ γ κ α τ ά β α σ ι ς. ταύτα γαρ απαρασάλευτα εισί, και υπό πάντων Ορθοδόξων ως απαράβατα εν πάση ευλαβεία διαφυλλάττονται και ο μικρόν τι τούτων παραβαίνων,  ω ς   σ χ ι σ μ α τ ι κ ό ς   και   α ι ρ ε τ ι κ ό ς   κατακρίνεται και αναθεματίζεται και   α κ ο ι ν ώ ν η τ ο ς   παρά πάσι λογίζεται». (Αποφ. Πατριαρχών Ανατολής εν έτει 1718).

Συνεπώς επερίττευεν όλως η διευκρίνησις, ήν ποιείτε, υπολαβόντες τα παρατιθέμενα υπ’ εμού ως καρπόν «συγχύσεως». Το παράδειγμα επίσης του ι. Αυγουστίνου το οποίον επικαλείσθε, ότι δηλ. η Εκκλησία καίτοι εγνώριζεν την κακόδοξον αυτού διδασκαλίαν περί «απολύτου προορισμού», «ουδέποτε κατεδίκασεν αυτόν», φρονώ, ότι δεν παρέχει  ο υ δ ε μ ί α ν   δ ι α φ ώ τ ι σ ι ν   δια την περίπτωσιν Αθηναγόρου. Εξηγούμαι:

Η Εκκλησία, ως εν τη μακραίωνι αυτής ιστορία εμφαίνεται, προβαίνει εις καταδίκας αιρετικών διδασκαλιών, ή των συγγραφέων των, ευθύς ως το λογικόν αυτής ποίμνιον θορυβηθή, ή τεθή εν κινδύνω η σωτηρία του διά της ποιμάνσεώς του εις την «αιρετικήν πόαν» του κακοδοξούντος. Διό ηνέχθη επί μακρόν τον Ωριγένην, Θεόδωρον Μοψουεστίας, Θεοδώρητον Κύρου και άλλους.

Ειδικώς δε περί της διδ/λίας του ι. Αυγουστίνου περί «απολύτου προορισμού», ότε το «βλάβος» εγένετο πλέον έκδηλον, κατεδικάσθη επανειλημμένως, αρχής γενομένης εν τη Συνόδω της Κωνσταντινουπόλεως εν έτει 1638. Επίσης, σημειώ επί τη ευκαιρία, ότι και  ο θείος Γρηγόριος Νύσσης, ως θα γνωρίζετε, περιέχει εις τα έργα του μη ορθοδόξους θέσεις, αναφορικώς προς την αποκατάστασιν των πάντων, χωρίς εν τούτοις να παύση παρά τοις πιστοίς και τη Εκκλησία να θεωρήται «πατήρ πατέρων».

Κατά συνέπειαν, γνωρίζω και εγώ τας τοιαύτας δικαίας οικονομίας της Εκκλησίας, αλλ’ ουδέν κοινόν παρατηρώ μεταξύ των ανωτέρω ανδρών, οίτινες, «γυμνάζοντες εαυτούς περί τους της ευσεβείας λόγους απεσφάλησαν της αληθείας» με τας καθαράς ανατινάξεις δογμάτων και ι. Κανόνων υπό του «Προφηταποστόλου και των συν αυτώ».

Εις την περίπτωσιν όμως του Οικουμενικού το «βλάβος» πλέον εγένετο κατάδηλον. Λαοί ολόκληροι σκανδαλίζονται, ως και υμείς γράφετε, «βλέποντες τον Ορθόδοξον Πατριάρχην Κων/πόλεως να αθετή -εν ονόματι της αγάπης!- τους ιερούς Κανόνας, να ανατρέπη αιωνοβίους
Παραδόσεις, να κρημνίζη τείχη ασφαλείας, να μεταίρη όρια ά έθεντο αγιώτατοι Πατέρες της Εκκλησίας»!

Ποία Σύνοδος -ερωτώμεν- ή τις Επίσκοπος κατεδίκασε επισήμως τας και υφ’ υμών χαρακτηρισθείσας «απαισίας συγκρητιστικάς» διδασκαλίας του Οικουμενισμού; Ανακοινώσεις όμως και γεγονότα που  ε π α ι ν ο ύ ν   αντί να ψέγουν τον γηραιόν Φαναριώτην, θα αναγνώσετε κατωτέρω.

Συνεχίζοντες αναφέρετε την επιδειχθείσαν, καθ’ υμάς, «θαυμαστήν» και δη «τερατώδη» οικονομίαν της Εκκλησίας προς τους προσχωρήσαντας τη αιρέσει του Αρείου Επισκόπους, τους οποίους ου μόνον, εάν δεν ήσαν πρωτοστάται δέχεται, αλλά και τοις πάσι επαναδίδει τους θρόνους των, μετά την κατάπτυσιν της αιρέσεως. (σελ. 98-9).

Προς βεβαίωσιν δε των λόγων σας αναφέρεσθε εις την προς Ρουφινιανόν επιστολήν του Μ. Αθανασίου, όστις ασπάζεται τα ανωτέρω και συμβουλεύει τον Ρουφινιανόν να επιδείξη και αυτός ομοίαν ανοχήν προς τους πεπτωκότας.

Α π ά ν τ η σ ι ς: Θα έπρεπε να είχετε προσέξει ότι η οικονομία αύτη παρεσχέθη «τ ο ι ς   π α ρ α σ υ ρ ε ί σ ι   δ ι’   α ν ά γ κ η ν   κ α ι   β ί α ν», ως και το έτερον όπερ αναφέρει ολίγον ανωτέρω του παρατεθέντος υφ’ υμών αποσπάσματος: «π ε ρ ί   τ ω ν   δ ι’   α ν ά γ κ η ν   υ π ο σ υ ρ έ ν τ ω ν   μ έ ν,   μ η   φ θ α ρ έ ν τ ω ν   δ ε …».

Και ότι ασφαλώς  ο υ δ έ ν    κ ο ι ν ό ν  υφίσταται μεταξύ της των Αρειανών  μ α ν ί α ς  κατά παντός ορθοδοξούντος Επισκόπου προς την άνεσιν και ελευθερίαν της σήμερον διά τους βουλομένους ορθοτομείν τον λόγον της αληθείας Σεβασμιωτάτους, είναι τοις πάσι δήλον!

Παραθέτω δύο «σκηνάς», ίνα συλλάβωμεν, έστω και αμυδρώς, υπό ποίας συνθήκας έζων οι τότε ορθόδοξοι κληρικοί τε και λαϊκοί:
Α) «Συναγαγόντες γαρ (οι Αρειανοί) πλήθος βουκόλων και ποιμένων άλλων τε αγοραίων και ασελγών νεωτέρων μετά ξιφών και ροπάλων επήλθον αθρόως τη εκκλησία τη καλουμένη Κυρίνου και τους μεν α π έ κ τ ε ι ν α ν,  τους δε κατεπάτησαν, άλλους τε πληγάς κατακόψαντες εις δεσμωτήριον ενέβαλον και εξώριζον, πολλάς τε γυναίκας κατασύροντες είλκον εις το δικαστήριον δημοσία και των τριχών έλκοντες ύβριζον».

Και προσθέτει ο ίδιος πάλιν Μ. Αθανάσιος:
Β) «ποιούσι δε (οι Αρειανοί) γραφήναι και τοις εν Αλεξανδρεία δικασταίς περί Αθανασίου και πρεσβυτέρων τινών εξ ονόματος, ίνα είτε επίσκοπος, είτε τις εξ εκείνων ευρεθείη της πόλεως ή των όρων αυτής επιβάς, εξή τω δικαστή, των ευρισκομένων  τ α ς   κ ε φ α λ ά ς   α π ο τ έ μ ν ε ι ν…» (ΒΕΠΕΣ 31, 246, 251).

Κατά συνέπειαν, πολύ ορθώς η Σύνοδος εφήρμοσεν εις την ανωτέρω περίπτωσιν οικονομίαν, και πολύ ορθώς, νομίζω, η του λαού συνείδησις της σήμερον επιθυμεί «την των ερεσχελειών παύλαν, την εκσφενδόνησιν των κακοδόξων από τους θρόνους…». Διότι και πάλιν σας ερωτώ:

Ευρίσκονται εις την ιδίαν μοίραν με τους Επισκόπους της εποχής του Αρείου οι Επίσκοποι της σήμερον; Κινδυνεύει ανά στιγμήν η ζωή των; Ασφαλώς όχι! Τότε διατί, όταν δεν επικροτούν την κακοδοξίαν σιωπούν; Διατί δε υμείς υπερασπίζετε τα ανυπεράσπιστα; !...

Συνεχίζεται...
4. Επιτρεπομένη οικονομία 5. Το Παλαιοημερολογιτικόν. 6. Η χειροτονία των επισκόπων εν Αμερική. 7.Αντικανονικότητες του παρελθόντος και σύγχρονοι αιρετικοί.  Μ Ε Ρ Ο Σ Δ Ε Υ Τ Ε Ρ Ο Ν 1.Περί του ΙΕ’ Κανόνος της Πρωτοδευτέρας Συνόδου. 2.Τα δικαιώματα του μικρού ποιμνίου.  3.Πως αντέδρων οι παλαιοί άγιοι.  4.Η καλή οικονομία.  ΖΗΛΩΤΙΚΩΝ ΑΚΡΟΤΗΤΩΝ ΕΛΕΓΧΟΣ (ΔΥΟ ΑΚΡΑ, σς. 97-121) 2.Οι φιλαθηναγορικοί Επίσκοποι.  3.Ο Μ. Φώτιος και ο πάπας Ιωάννης Η΄.4.Και πάλιν περί Μ. Φωτίου. 5.Αι Κανονικαί σχέσεις.  §§ 6-13 και 18. Περί του Παλαιοημερολογιακού  16.Η «δυνητικότης» του ΙΕ΄Κανόνος.  20.Ο άγιος Κύριλλος και οι σύγχρονοι φιλοπαπικοί Επίσκοποι.  22.Οι ποιμένες και το ποίμνιον.  Α΄ ΠΡΟΣ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΝ ΜΕ «ΚΑΤ’ ΕΠΙΓΝΩΣΙΝ ΖΗΛΟΝ»… Αναίρεσις του άρθρου: «Εκρήξεις ακρίτου ζηλωτισμού». (Βλ. ΔΥΟ ΑΚΡΑ, σ σ. 166-168). ΠΡΟΣ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΝ ΜΕ «ΚΑΤ’ ΕΠΙΓΝΩΣΙΝ» ΖΗΛΟΝ… Β’
«ΣΗΜΕΡΟΝ ΤΑ ΑΝΩ ΤΟΙΣ ΚΑΤΩ ΣΥΝΕΟΡΤΑΖΕΙ…» ΤΟ ΚΑΤΑΚΡΙΤΟΝ ΤΗΣ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ* ΓΕΡΟΝΤΑ, ΓΙΑΤΙ ΚΛΑΙΣ;  ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΙΣ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΟΥ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου