Σάββατο 12 Αυγούστου 2023

Κυριακή I΄ τοῦ Ματθαίου (Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς)


«Καὶ ἐλθόντων αὐτῶν πρὸς τὸν ὄχλον προσῆλθεν αὐτῷ ἄνθρωπος γονυπετῶν αὐτὸν καὶ λέγων· Κύριε, ἐλέησόν μου τὸν υἱόν, ὅτι σεληνιάζεται καὶ κακῶς πάσχει· πολλάκις γὰρ πίπτει εἰς τὸ πῦρ καὶ πολλάκις εἰς τὸ ὕδωρ. καὶ προσήνεγκα αὐτὸν τοῖς μαθηταῖς σου, καὶ οὐκ ἠδυνήθησαν αὐτὸν θεραπεῦσαι. ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν· ὦ γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη! ἕως πότε ἔσομαι μεθ᾿ ὑμῶν; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετέ μοι αὐτὸν ὧδε. καὶ ἐπετίμησεν αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς, καὶ ἐξῆλθεν ἀπ᾿ αὐτοῦ τὸ δαιμόνιον καὶ ἐθεραπεύθη ὁ παῖς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης. Τότε προσελθόντες οἱ μαθηταὶ τῷ ᾿Ιησοῦ κατ᾿ ἰδίαν εἶπον· διατί ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό; ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· διὰ τὴν ἀπιστίαν ὑμῶν. ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἐὰν ἔχητε πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως, ἐρεῖτε τῷ ὄρει τούτῳ, μετάβηθι ἐντεῦθεν ἐκεῖ, καὶ μεταβήσεται, καὶ οὐδὲν ἀδυνατήσει ὑμῖν. 21 τοῦτο δὲ τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ». (Ματθ. 17, 14-21).

Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο περιγράφει ἕνα μόνο περιστατικὸ ἀπὸ ἀναρίθμητα ἄλλα ἀνάλογα. Μᾶς λέει πῶς ὁ Κύριος, μὲ τὴν ἀγάπη Του γιά τοὺς ἀνθρώπους, ἔδειξε γιά μιά ἀκόμα φορά τή δύναμη τοῦ καλοῦ πάνω στό κακὸ καὶ πώς προσπάθησε νά στερεώσει τὴν πίστη στό παντοδύναμο καὶ νικηφόρο ἀγαθό.

«Καὶ ἐλθόντων αὐτῶν πρὸς τὸν ὄχλον προσῆλθεν αὐτῷ ἄνθρωπος γονυπετῶν αὐτὸν καὶ λέγων· Κύριε, ἐλέησόν μου τὸν υἱόν, ὅτι σεληνιάζεται καὶ κακῶς πάσχει· πολλάκις γὰρ πίπτει εἰς τὸ πῦρ καὶ πολλάκις εἰς τὸ ὕδωρ» (Ματθ. 17’ 14-15). Τό περιστατικὸ αὐτὸ τὸ ἀναφέρουν κι ἄλλοι δύο εὐαγγελιστές: ὁ Μᾶρκος (9’ 9-17) κι ὁ Λουκᾶς (9’ 37-42). Κι οἱ δυὸ τους ἀναφέρουν κάποιες λεπτομέρειες γιά τὴν ἀρρώστια τοῦ παιδιοῦ.  «ἐξαίφνης κράζει καὶ σπαράσσει αὐτὸν μετὰ ἀφροῦ, καὶ μόλις ἀποχωρεῖ ἀπ’ αὐτοῦ συντρίβων αὐτὸν» (Λουκ. 9’ 39). Τό πονηρὸ πνεῦμα κυριεύει τὸ παιδὶ κι αὐτὸ ἔξαφνα κραυγάζει, συγκλονίζεται μέ σπασμοὺς ὅλο του τὸ σῶμα, συντρίβεται καὶ βγάζει ἀφροὺς ἀπὸ τὸ στόμα. Πολὺ δύσκολα φεύγει ἀπὸ μέσα του….

Τὰ βέλη τοῦ πονηροῦ στόχευαν ταυτόχρονα τρεῖς στόχους: Τὸν ἄνθρωπο, τὴν κτίση τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν ἴδιο τὸν Θεό. Τό παιδὶ «σεληνιαζόταν». Πῶς θὰ μποροῦσε νά ἐνοχοποιηθεῖ ἡ σελήνη γιά τὴν ἀρρώστια κάποιου ἀνθρώπου; Ἂν ἡ σελήνη ἔχει τή δύναμη νά προκαλέσει σ’ ἕναν ἄνθρωπο ἀλαλία ἢ παραφροσύνη, γιατί δέν τὸ κάνει σὲ ὅλους; Τὸ κακὸ δὲν βρίσκεται στή σελήνη ἀλλὰ στό πονηρὸ καὶ ἀκάθαρτο πνεῦμα πού πλανᾶ τὸν ἄνθρωπο, ἐνῶ τὸ ἴδιο κρύβεται. Ἐνοχοποιεῖ τή σελήνη, ὥστε οἱ ἄνθρωποι νά μὴ κατηγορήσουν τὸ ἴδιο. Μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο θέλει νά ὁδηγήσει τὸν ἄνθρωπο στή σκέψη πώς ὅλη ἡ κτίση τοῦ Θεοῦ εἶναι κακή, πὼς τὸ κακὸ ἔρχεται στόν ἄνθρωπο ἀπὸ τή φύση κι ὄχι ἀπὸ τὰ πονηρὰ πνεύματα πού ἐξέπεσαν ἀπὸ τὸν Θεό. Τά θύματά τους ἐνεργοποιοῦνται στίς ἀλλαγὲς φάσης τῆς σελήνης, ὥστε οἱ ἄνθρωποι νά σκεφτοῦν: «Ὁρίστε, τὸ κακὸ αὐτὸ προέρχεται ἀπὸ τή σελήνη!». Κι ἀφοῦ τή σελήνη τή δημιούργησε ὁ Θεός, σημαίνει πώς τὸ κακὸ προέρχεται ἀπὸ τὸν Θεό. Ἔτσι πλανιοῦνται οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τ’ ἄγρια καὶ πανοῦργα αὐτὰ θηρία.

Ὅλα ὅσα ἔκανε ὁ Θεὸς εἶναι καλὰ λίαν. Αὐτὸ εἶναι πέρα γιά πέρα ἀληθινό. Ὅλη ἡ κτίση ἔγινε γιά νά ὑπηρετήσει τὸν ἄνθρωπο, νά τὸν βοηθήσει, ὄχι νά τὸν βλάψει. Ἄν καὶ ὑπάρχουν πράγματα πού ἐμποδίζουν τή φυσική ἱκανοποίηση τοῦ ἀνθρώπου, ἀκόμα κι αὐτὰ λειτουργοῦν γιά τὸ καλὸ τῆς ψυχῆς του, νά τὴν χαροποιοῦν καὶ νά τὴν ἐμπλουτίζουν. «Σοί εἰσιν οἱ οὐρανοὶ καὶ σή ἐστιν ἡ γῆ· τὴν οἰκουμένην καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς Σύ ἐθεμελίωσας» (Ψαλμ. 88’ 12), ἀναφωνεῖ ὁ ἱερὸς Ψαλμῳδός. Κι ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς μᾶς λέει μέ τὸ στόμα τοῦ προφήτη Ἠσαΐα: «Πάντα γὰρ ταῦτα ἐποίησεν ἡ χείρ μου» (66’ 2).

Ὀτιδήποτε λοιπὸν εἶναι τοῦ Θεοῦ, εἶναι καλό. Ἡ πηγὴ βγάζει μόνο ὅ,τι περιέχει, ὄχι ὅ,τι θέλει. Δέν ὑπάρχει κακὸ στόν Θεό. Πῶς λοιπὸν μπορεῖ νά προκύψει κακὸ ἀπὸ Ἐκεῖνον, τή μοναδική πηγή τοῦ καλοῦ; Πολλοί ἀδαεῖς κι ἀπερίσκεπτοι ἄνθρωποι ὀνομάζουν μεγάλο κακὸ τὴν ἀρρώστια. Εἶναι ἀλήθεια ὅμως πώς δέν εἶναι κακὴ κάθε ἀρρώστια. Μερικὲς ἀρρώστιες εἶναι ἔργο τοῦ πονηροῦ κι ἄλλες εἶναι θεραπεία τοῦ κακοῦ. Κακὸ εἶναι τὸ πονηρὸ πνεῦμα πού ἐνεργεῖ σ’ ἕναν παράφρονα ἢ παρανοϊκὸ ἄνθρωπο.

Οἱ ἀρρώστιες κι οἱ δυστυχίες πού βρῆκαν πολλοὺς ἀπὸ τοὺς βασιλιάδες τοῦ Ἰσραήλ, ἐπειδὴ ἔπραξαν τὸ κακὸ ἐνώπιον τοῦ Κυρίου (βλ. Α΄ Βασ. 25, 30), ἦταν συνέπεια τῆς ἁμαρτίας τους. Οἱ ἀρρώστιες κι οἱ δυστυχίες ὅμως πού ἐπιτρέπει ὁ Κύριος νά ἐπισκεφθοῦν τοὺς δικαίους, δέν εἶναι ἔργο τοῦ πονηροῦ ἀλλὰ φάρμακο, τόσο γιά τοὺς ἰδίους τοὺς δικαίους ὅσο καὶ γιά τοὺς δικοὺς τους, ποὺ κατανοοῦν πώς τὰ βάσανα τὰ στέλνει ὁ Θεὸς γιά τὸ καλὸ τους. Τά βάσανα πού ἔρχονται ἀπό τίς ἐπιθέσεις τῶν πονηρῶν πνευμάτων στόν ἄνθρωπο ἢ εἶναι συνέπεια τῆς ἁμαρτίας, αὐτά εἶναι κακά. Ἐκεῖνα τὰ βάσανα πού ἐπιτρέπει ὁ Θεός, γιά νά καθαρίσει τελείως τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, νά τὸν ἐλευθερώσει ἀπὸ τὴν τυραννία τοῦ πονηροῦ καὶ νά τὸν φέρει κοντὰ Του, εἶναι καθαρκτικά. Αὐτά δέν προέρχονται ἀπὸ τὸν διαβολο οὔτε καὶ εἶναι ἀπὸ μόνα τους κακά. Προέρχονται ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ λειτουργοῦν γιά τὸ καλὸ τοῦ ἀνθρώπου. «Ἀγαθόν μοι ὅτι ἐταπείνωσάς με, ὅπως ἂν μάθω τὰ δικαιώματά σου» (Ψαλμ. 118, 71), λέει ὁ προφητάνακτας Δαβίδ.

Ὁ πονηρὸς εἶναι κακός. Δρόμος τοῦ πονηροῦ εἶναι ἡ ἁμαρτία. Ἐκτός ἀπὸ τὸν πονηρὸ καὶ τὴν ἁμαρτία, δέν ὑπάρχει κανένα κακό. Τό πονηρὸ πνεῦμα εἶναι ἔνοχο γιά τὰ βάσανα τοῦ παιδιοῦ αὐτοῦ, ὄχι ἡ σελήνη. Ἄν ὁ Θεός μέ τὴν ἀγάπη Του γιά τὸν ἄνθρωπο δέν περιόριζε τὰ πονηρὰ πνεύματα καὶ δέν προστάτευε τὸν ἄνθρωπο ἀπ’ αὐτά, εἴτε ἄμεσα εἴτε ἔμμεσα μέ τοὺς ἀγγέλους Του, τὰ πονηρὰ πνεύματα θά ἐξολόθρευαν ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ἀστραπιαία, σωματικὰ καὶ ψυχικά, ὅπως ἐξολοθρεύουν οἱ ἀκρίδες τοὺς σπόρους στούς ἀγρούς….

Δέν ὑπάρχει τίποτα πού νά λιώνει εὐκολότερα τὸν πάγο τῆς ἀπιστίας ὅσο τὰ δάκρυα. Ἀπὸ τή στιγμή πού ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἔκλαψε μπροστὰ στόν Κύριο καί μετανόησε γιά τὴν προηγουμένη ζωὴ του, ἀπὸ μέσα του ξεπήδησε ἡ πίστη ὅπως τὸ νερὸ ἀπὸ τὴν πηγή. Καὶ τότε εἶπε τὰ λόγια πού ἔμειναν ὡς ἕνα δυνατὸ μήνυμα σὲ ὅλες τίς γενιὲς τῶν ἀνθρώπων: «πιστεύω, Κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστία».

Τὰ λόγια αὐτὰ δείχνουν πώς ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά πιστέψει χωρὶς τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Ἀπό μόνος του μπορεῖ νά φτάσει σὲ μιά ὑποψία πίστης, νά πιστεύει δηλαδὴ στό καλὸ καὶ στό κακὸ ἤ, μὲ ἄλλα λόγια, ν’ ἀμφιβάλλει γιά τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό. Ὁ δρόμος ὅμως ἀπὸ τή μερική πίστη στήν ἀληθινή εἶναι πραγματικὰ μακρύς. Χωρὶς τὸ καθοδηγητικὸ χέρι τοῦ Θεοῦ κανένας ἄνθρωπος δέν μπορεῖ ν’ ἀκολουθήσει τὸν δρόμο αὐτό. Τὸ νόημα τῶν λόγων τοῦ πατέρα τοῦ παιδιοῦ, «πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστία», εἶναι: «Βοήθησέ με, Κύριε, νά πιστεύσω σὲ Σένα! Βοήθησέ με νά μὴν πιστεύσω στό κακό! Βοήθησέ με ν’ ἀπαλλαγῶ ἐντελῶς ἀπὸ τὸν πονηρὸ καὶ νά ἑνωθῶ μαζί Σου!»

Ὁ Κύριος ἔδωσε ἐντολὴ στό ἀκάθαρτο πνεῦμα ὄχι μόνο νά φύγει, μὰ καὶ νά μὴν ξαναγυρίσει στόν ἄνθρωπο ποὺ εἶχε τόσο πολὺ ταλαιπωρήσει. Αὐτὸ σημαίνει πώς ἀκόμα κι ὅταν καθαριστεῖ καὶ θεραπευτεῖ ὁ ἄνθρωπος, μπορεῖ νά προσβληθεῖ ξανὰ ἀπὸ τ’ ἀκάθαρτα πνεύματα. Ὁ διάβολος μπορεῖ νά ξανάρθει στόν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν ὁποῖο διώχτηκε. Αὐτό γίνεται ὅταν ὁ ἁμαρτωλός πού μετάνιωσε καὶ συχωρέθηκε ἀπὸ τὸν Θεό, ξαναγυρίσει στήν παλιὰ ἁμαρτία του. Τότε ὁ διάβολος βρίσκει ἀνοιχτὴ τὴν εἴσοδο καὶ ξαναμπαίνει στόν ἄνθρωπο.

Ὁ Κύριος ἐδῶ διατάζει τὸν διάβολο ὄχι μόνο νά ἐλευθερώσει τὸ παιδί, ἀλλά καὶ νά μὴν ξαναγυρίσει ποτέ.

Κι αὐτὸ γιά δυό λόγους: πρῶτον, γιά νά εἶναι ὁλοκληρωμένο καὶ τέλειο τὸ θεϊκὸ δῶρο πού τοῦ ἔδωσε · καὶ δεύτερον, γιά νά διδαχθοῦμε πώς, ἀφοῦ λάβουμε τὴν ἄφεση ἀπὸ τὸν Θεό, δέν πρέπει νά ξαναγυρίσουμε στήν ἁμαρτία, «ὥσπερ κύων ἐπὶ τὸ ἴδιον ἐξέραμα» (Β’ Πέτρ. 2’ 22), γιά νά μὴν ἐκτεθοῦμε στόν κίνδυνο κι ἀνοίξουμε πάλι τὴν πόρτα στό πονηρὸ πνεῦμα γιά νά μπεῖ μέσα μας καὶ νά μᾶς κυριεύσει…..

Ὁ Κύριος δέν προεῖπε μόνο τὸ πάθος καὶ τὸν θάνατό Του, ἀλλὰ καὶ τὴν ἔνδοξη Ἀνάστασή Του. Στό τέλος ὅλων ὑπάρχει ἡ Ἀνάσταση, ἡ νίκη κι ἡ αἰώνια δόξα. Ὁ Κύριος προεῖπε στούς μαθητὲς Του κάτι πού φαινόταν ἀδύνατο. Ἤθελε νά τονώσει τὴν πίστη τους, γιά ν’ ἀντιμετωπίσουν ὅσα θ’ ἀκολουθοῦσαν, νά τοὺς διδάξει πώς πρέπει νά πιστεύσουν ὅσα τοὺς εἶπε. Πίστη ὅση ὁ κόκκος τοῦ σιναπιοῦ ἢ ἀκόμα λιγότερη, πρέπει νὰ ἔχει κάθε ἄνθρωπος γιά νὰ εἶναι προετοιμασμένος καὶ νά περιμένει κάθε εἶδος βασάνων σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο. Νὰ εἶναι σίγουρος ὅμως πώς στό τέλος ὑπάρχει ἡ ἀνάσταση. Κάθε ἐπίγεια δόξα καὶ κάθε ἔπαινο πρέπει νά τὰ λογαριάζουμε σὰν μηδέν. Μετὰ ἀπ’ ὅλους τοὺς θριάμβους πού μπορεῖ νά προσφέρει ὁ κόσμος, πρέπει ν’ ἀναμένουμε τὸν πειρασμό. Ὅλα ὅσα μᾶς στέλνει ὁ οὐράνιος Πατέρας μας, πρέπει νά τὰ δεχόμαστε μέ ταπείνωση καὶ ὑπακοή. Δέν πρέπει ν’ ἀπαριθμοῦμε τὰ καλά πού ἔχουμε κάνει γιά τὸν λαό, τὴν πόλη ἢ τὸ χωριό, γιά τὸ ἔθνος ἢ γιά τὴν πατρίδα μας. Δέν πρέπει νά ἐπαναστατοῦμε ὅταν μᾶς πιέζουν προβλήματα. Ἂν κάναμε κάτι γιά τοὺς πλησίον μας, αὐτὸ ἔγινε μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι εἶναι. Κάθε καλὸ γίνεται ἀπὸ τὸν Θεό, ἐμεῖς εἴμαστε ἁπλά ὄργανά Του. Ἑπομένως δέν πρέπει νά γογγύζουμε ὅταν μᾶς στείλει ὁ Θεὸς βάσανα μετὰ τὴν ἐγκόσμια δόξα, ταπείνωση· μετὰ ἀπὸ ἐπαίνους, φτώχεια· μετὰ τὸν πλοῦτο, περιφρονήση· μετὰ ἀπὸ ματαιοδοξία, ἀρρώστια· μετὰ τὴν ὑγεία, μονώση καὶ ἐγκατάλειψη, μετὰ ἀπὸ τὴν ἀπόλαυση πολλῶν φίλων.

Ὁ Θεὸς γνωρίζει γιατί μᾶς τὰ στέλνει ὅλ’ αὐτά. Γνωρίζει πώς ὅλα εἶναι γιά τὸ καλὸ μας. Πρῶτο, γιά νά μάθουμε νά ἐκτιμοῦμε τίς αἰώνιες κι ἄφθαρτες ἀξίες καὶ νά μὴν ὁδηγηθοῦμε στόν θάνατο παρασυρμένοι ἀπὸ τὴν ψεύτικη καὶ παροδικὴ λαμπρότητα αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Δεύτερο, γιά νά μάθουμε πὼς δέν πρέπει νά λάβουμε ἀνταπόδοση ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους γιά τὰ καλά πού κάναμε σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο, γιατί ἔτσι δὲν θὰ μείνει τίποτα νά περιμένουμε γιά νά λάβουμε στή μέλλουσα ζωή, ὅταν φθάσουμε στήν πύλη τῆς οὐρανίου Βασιλείας.

Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου