Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2021

῾Ο τελώνης κι ὁ Φαρισαῖος (ΑΝΤΗΟΝΥ ΒLΟΟΜ)

 



Σμερα … κοσαμε τν στορα το Φαρισαου κα το Τελνη (Λουκ. 18, 10-14). Ο Τελνης εχε πγνωση τι ταν νξιος ν παρουσιζεται νπιον το προσπου το Κυρου, λλ κα ν γνεται δεκτς στ συντροφι ξιοσβαστων νθρπων, τος ποους Θες θ πιδοκμαζε. Ηρθε μχρι τ θρα το Ναο λλ δν μποροσε ν διαβε τ κατφλι, διτι γνριζε τι σ’ ατν τν κσμο, τν λερωμνο, τν μολυσμνο κα βεβηλωμνο π τν νθρπινη μαρτα, π τ αμα κα τ κακ σ λες του τς μορφς, Νας ταν χρος φιερωμνος μνο στν Θε. Ολος πλοιπος κσμος, γι ν χρησιμοποισουμε τ λγια το Σαταν κατ τος πειρασμος το Χριστο, «μο παραδδοται». ᾿Αλλ Νας εναι νας χρος τν ποο νθρωποι μ πστη -δναμοι σφαλς, λλ μ πστη στν Θε- πκοψαν π τ βασλειο ατ το τρμου γι ν ποτελε μα θα τς θεας ραιτητας, κατοικητριο το Ενς πο δν χει «πο τν κεφαλν κλν», σ’ να κσμο πο κλπη π Ατν κα χει παραδοθε στ χρια το ᾿Αντιδκου.
Καθ
ς Τελνης στεκταν στ κατφλι ξερε τι νκε στ βασλειο το κακο, κα δν εχε πρσβαση στν χρο το Θεο. Ωστσο, νιωθε τ διαφορ, νιωθε τρμο γι τν αυτ του κα μα λατρευτικ στση γεννιταν μσα του πναντι στν θεϊκ ατ χρο. Ετυπτε τ στθος του κα ζητοσε λεος, πειδ γι τποτε λλο δν μποροσε ν λπζει οτε σ τποτε λλο ν πολογζει.
Κα
Φαρισαος στεκταν κριβς στ μσον το Ναο· εχε μπε κα εχε λβει θση κε ς κποιος πο εχε κθε δικαωμα ν στκεται στν τπο ατ. Γιατ; Οχι πειδ εχε καθαρ καρδι, λλ πειδ εχε τηρσει κθε ναν π τος τπους πο εχε καθιερσει Συναγωγ, πως πολλο π μς τηρον τος ξωτερικος καννες τς ζως, χωρς ατο ν διεισδουν οτε κν μσα π τ δρμα μας, χωρς ν φθνουν στν καρδι μας, χωρς ν ναμορφνουν οτε ν νοηματοδοτον τς σκψεις μας.
Εχουμε λοιπν κα πλι μπροστ μας δο νδρες κα Χριστς μς ρωτ· ᾿Εσ ποις εσαι; Εχεις βαθι πγνωση τς γιτητας το Θεο, ναγνωρζεις τι δν πρχει πρσβαση σ’ Ατν παρ μνον ν ᾿Εκενος θελσει ν σκψει πρς μς, γι ν μς χαρσει τν αση κα τ σωτηρα; Η μπως εμαστε σν τν Φαρισαο πο θ πε στν Θε, μλλον θ Το πετξει κατμουτρα, «Οσα ζτησες, τ χω πρξει. Τ λλο μπορε ν θλεις π μνα;». Δν εμαστε τσο λαζνες γιατ δν χουμε κν τ κουργιο ν εμαστε λαζνες πως Φαρισαος, οτε χουμε τ θαρραλα σταθερτητα ν εμαστε τσο κριβες τηρητς το Νμου πως κενος.
Ας ρωτσουμε λοιπν τν αυτ μας· Μιμομαστε τν Φαρισαο στς πρξεις, τηρντας λα τ διατεταγμνα τς χριστιανικς μας πστης; Κα πραν ατο, πιτρπουμε στν πστη μας ν μεταμορφνει τς καρδις μας, ν ρυθμζει τ θλησ μας, ν φωτζει τ δινοι μας;
Τ
εαγγλιο σμερα μς ναθτει ατ τ καθκον. Ας τ σκεφθομε. Θ ποτελσει να κμη βμα στν κριτικ το αυτο μας, στε ν μν καταδικαστομε.
ΙΙ.

Πσο σντομη κα γνωστ σημεριν παραβολ, κα μως, τ μνυμ της χηρ, γεμτο πρκληση…
Κι
ποδεικνεται χηρ σ κθε του λξη· δο ντρες μπανουν μσα στν Να σ’ να κσμο χαμνο γι τν Θε, ερς χρος το Ναο, νκει ποκλειστικ σ’ Ατν, εναι τ δικ Του ερ Βασλειο. Ο νας π’ τος ντρες προχωρε τολμηρς στ σωτερικ, κα παρνει θση μπροστ στν Θε· λλος ρχεται, λλ δν τολμ κν ν διαβε τ κατφλι• εναι μαρτωλς, κα τπος εναι γιος, πως κενος γρω π τν Καιομνη Βτο, στν ρημο, που Μωυσς δν μποροσε ν εσλθει χωρς ν βγλει τ ποδματ του, δηλαδ χωρς ν διακατχεται π λατρεα κα φβο Θεο.
Κα
πση διαφορ στ λγια τους! Ο Φαρισαος μφανς δοξζει τν Θε, Τν μνε, λλ γι ποι πργμα; Μ, διτι φτιαξε ναν νθρωπο σν κι ατν, τσο γιο, τσο ξι Του· ναν νθρωπο πο χι μνο τηρε λες τς διατξεις το Νμου, λλ προχωρε κα πραν ατν, πραν σων Θες ντλλεται κα ναμνει π τν νθρωπο. Πργματι, στκεται νπιον το Θεο, δοξζοντς Τον, πειδ ατς, Φαρισαος, εναι τσο θαυμσιος, στε ποτελε τ δξα κα τ λαμπρτητα κα τν ποκλυψη τς γιτητας το Θεο.
Ο Τελνης δν τολμ ν μπε στν ερ χρο το Θεο.
Κα
παραβολ εναι σαφς· κενος πο ρθε κα στθηκε συντετριμμνος, γεμτος ντροπ γι τν αυτ του, γνωρζοντας τι εναι νξιος ν μπε στν ερ ατ χρο, πιστρφει στν οκο του συγχωρημνος, γαπμενος, συνοδευμενος οσιαστικ π τν διο τν Θε, πο ρθε στν κσμο γι ν σσει τος μαρτωλος κα ποος στκεται δπλα σ κθε ναν πο Τν χει νγκη, κα πο ναγνωρζει πσο χρειζεται τ σωτηρα.
Ο Φαρισαος πηγανει κα ατς στ σπτι του, εναι μως λιγτερο συγχωρημνος· δικ του σχση μ τν Θε δν εναι δια· στ κντρο της εναι ατς, Θες κινεται στν περιφρει της. Ο Φαρισαος εναι στν πυρνα τν πραγμτων, Θες εναι ποχερις του. Ατ δν σημανει τι λα σα χει κνει δν χουν ξα· πλς σημανει πς σ ,τι τν φορ, ο καλς του πρξεις δν χουν ποφρει καρπος γιτητας μσα του. Ο πρξεις ταν καλς, λλ λεκιασμνες, δηλητηριασμνες π τν περηφνεια κα τν ατ-δικαωση· μορφι τους μαυρθηκε, διτι δν πευθνονταν οτε πρς τν Θε οτε πρς τν συννθρωπ του, ταν στραμμνες πρς τν αυτ του. Κα Κριος μς λει τι περηφνεια πογμνωσε ατν τν νθρωπο, το φαρεσε τος καρπος τν καλν του ργων, τος καρπος τς ξωστρεφος πισττητς του στν νμο το Θεο, κα τι μνο ταπενωση θ μποροσε ν εχε νοηματοδοτσει κα ατν κα τ ργα του, μνο ατ θ μποροσε ν μετασχηματσει τς πρξεις του σ ζω, σ δωρ ζως αωνου.
Μ
ττε τθεται νπιν μας τ ρτημα· πς μπορομε ν μθουμε στω κτι γι τν ταπεινοφροσνη, ν ατ εναι πλυτος ρος προκειμνου ν μ χουμε τν τχη τς ξηρανθεσης συκς, λλ ν εμαστε καρποφροι, ν εμαστε πλοσια σοδει π τν ποα θ τρφονται ο νθρωποι;
Δ
ν ξρω πς θ μποροσαμε ν κινηθομε μ μις π τν περηφνεια κα τ ματαιδοξα πρς τν ταπενωση· σως μνο ν συμβε κτι τσο τραγικ στ ζω μας κα στερηθομε ντελς λα κενα πο στριζαν τν μαρτωλ, καταστροφικ, καρπη κατστασ μας. Ενα πργμα μπορομε ν κνουμε· σα χαρσματα κι ν νομζουμε τι κατχουμε, ψυχικ, διανοητικ κα σωματικ, σο γνιμες κι ν βρσκουμε τς πρξεις μας, ν θυμμαστε τ λγια το ποστλου Παλου· Ω, νθρωπε, τ χεις οκ λαβες;… Κα πραγματικ, πηχον τ λγια το Κυρου, στν πρτο Μακαρισμ, κενον πο νογει τ θρα σ λους τος λλους Μακαρισμος κα πο εναι ρχ τς κατανησης· «Μακριοι ο πτωχο τ πνεματι», μακριοι σοι κατανοον, χι μνο μ τ δινοι τους (πντως σγουρα τουλχιστον μ’ ατ) τι δν εναι τποτε κα δν κατχουν τποτε πο ν μν εναι δρο το Θεο.
Κληθ
καμε στ ζω κ το μηδενς, χωρς ν χρειαστε συμμετοχ μας· δια μας παρξη εναι να δρο! Μς δθηκε ζω, τν ποα μες δν μποροσαμε ν δημιουργσουμε, δν μποροσαμε ν δωρσουμε στν αυτ μας! Μς δθηκε γνση τς παρξης το Θεο, καθς κα μα ντως βαθτερη, κ το σνεγγυς, γνση το Θεο, λα δωρεν! Κα στ συνχεια, ,τι εμαστε εναι δικ Του δρο· τ σμα μας, καρδι, δινοια, ψυχ, τ ξουσα χουμε πνω τους, ἐάν Θες πψει ν τ συντηρε; Ενα γκεφαλικ πεισδιο ρκε, κα τ μεγαλτερη εφυα τν καταπνει τ σκοτδι. Υπρχουν στιγμς πο πρπει ν δσουμε λγη γπη κα συμπθεια κα νακαλπτουμε τι ο καρδις μας εναι π πτρα π πγο… Θλουμε ν κνουμε τ καλ κα δν μπορομε· τ γνριζε ατ ᾿Απστολος ταν λεγε «Ο γρ θλω ποι γαθν, λλ’ ο θλω κακν, τοτο πρσσω» (Ρωμ. 7, 19). Κα τ σμα μας π πσα πργματα ξαρτται!
Κα
τ ν πομε γι τς σχσεις μας, γι τ φιλα πο μς προσφρεται, τν γπη πο μς κρατ ζωντανος, τν δελφοσνη, ,τι εμαστε κι ,τι χουμε μς χει δοθε. Ποι εναι πμενη κνηση; Δν εναι εγνωμοσνη; ᾿Αντ ν στραφομε πρς τν Θε ς φαρισαοι, παινντας τν αυτ μας γι’ ατ πο εμαστε κα ξεχνντας τι λα εναι δικ Του, ς στραφομε πρς Ατν λγοντας· Ω, Κριε, λα ατ εναι δρα πο προρχονται π Σνα· λη ατ μορφι, εφυα, εασθητη καρδι, λες ο συγκυρες τς ζως εναι δρο. Δρο εναι κμη κα κενες πο μς τρομζουν, διτι Θες μς λει· «Σ μπιστεομαι ρκετ, τσο στε ν σ στελω στ σκοτδι γι ν φρεις τ φς! Σ στλνω μσα στ διαφθορ γι ν γνεις τ λας πο νακπτει τ φθορ! Σ στλνω κε πο δν πρχει λπδα, γι ν κομσεις λπδα, κε πο δν πρχει χαρ γι ν γνεις πρξενος χαρς, κε πο δν πρχει γπη, γι ν γνεις φορας γπης… Κα θ μποροσαμε ν συνεχσουμε π’ πειρον, βλποντας τι ταν μς στλνει στ σκοτδι, τ κνει γι ν μαρτυρσουμε τν παρουσα κα τ ζω το Θεο, τ κνει γιατ μς χει μπιστοσνη, πιστεει σ’ μς, λπζει γι μς τ καλτερο· δν ρκε ατ γι ν Το εμαστε εγνμονες;
Ε
γνωμοσνη μως δν εναι να κρο εχαριστ· εγνωμοσνη σημανει τι πιθυμομε ν Τν κνουμε ν δε πς σα μς δωσε δν πγαν χαμνα, τι δν νανθρπησε, δν ζησε κα πθανε δικα· εγνωμοσνη σημανει μι ζω πο θ μποροσε ν δσει χαρ στν Θε· ν πρκληση τς συγκεκριμνης ατς παραβολς…
Να
, τ δεδες γι μς θ ταν ν εμαστε ταπεινο, λλ τ εναι ταπενωση; Ποις π μς ξρει, κα ν ξρει, ποις μπορε ν τ μεταφρει σ’ κενον πο δν ξρει; Τν εγνωμοσνη μως λοι τ γνωρζουμε· γνωρζουμε μικρος τρπους, κα μικρς πτυχς της! Ας στοχαστομε πνω σ’ ατ κα, μσα σ μα πρξη εγνωμοσνης, ς ναγνωρσουμε τι δν χουμε δικαωμα ν βρισκμαστε στν χρο το Θεο, κι μως ᾿Εκενος μς πιτρπει ν εσλθουμε! Δν χουμε δικαωμα ν πικοινωνομε μαζ Του, οτε μ τν προσευχ οτε μ τ Μυστριο, κι μως ᾿Εκενος μς καλε σ κοινωνα! Δν χουμε δικαωμα ν εμαστε παιδι Του, ν εμαστε δελφο κα δελφς το Χριστο, ν εμαστε κατοικητριο το Αγου Πνεματος, κι μως ᾿Εκενος, μ μι κνηση γπης, μς τ παραχωρε λα!
Ας ναλογιστε καθνας μας κι ς ναρωτηθε· μ ποιν τρπο μπορ ν Το εμαι εγνμων, τσι στε Θες ν εφρανεται τι δν μς γμισε μ τ δρα Του μταια, δν νανθρπησε κα πθανε γι μς δικα, τι τ μνυμα τ χουμε λβει. Κι ταν εγνωμοσνη μας βαθνει, κε στ βθος της, θ συντριβομε, θ λατρεσουμε τν Κριο κα θ μθουμε τ κριβς εναι ταπενωση, δν εναι ποβθμιση λλ λατρεα, πγνωση τι Ατς εναι λα σα χουμε κα ,τι εμαστε κα τι μες εμαστε νοιχτο πναντ Του, πως εφορη γ εναι τοιμη ν δεχτε τ λτρι, τ σπορ, τ λιοφς, τ βροχ, τ καθετ πο θ φρει καρποφορα.

Ἀπό το βιβλίο:
ΣΤΟ ΦΩΣ ΤΗΣ ΚΡίΣΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, πορεία ἀπό τό τριώδιο στήν ἀνάσταση
Ἐκδ. «Ἐν πλῷ»

 

ΠΗΓΗ: www.imaik.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου