Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2019

Βίος Ἁγίου Ἀλεξίου (Ἀλέξη, St. Alexis): Ὁμολογητοῦ καί Προασπιστοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας εἰς τήν Ἀμερικήν[1]


Βίος Ἁγίου Ἀλεξίου (Ἀλέξη, St. Alexis):
Ὁμολογητοῦ καί Προασπιστοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας
εἰς τήν Ἀμερικήν[1]

ὑπό
Ἰωάννου Ν. Καλλιανιώτου[2]
Καθηγητοῦ τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Scranton


            ἅγιος ἡμῶν πατήρ Ἀλέξιος (St. Alexis Toth), ὑπερασπιστής τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καί ζηλωτής ἐργάτης εἰς τόν ἀμπελῶνα τοῦ Κυρίου, ἐγεννήθη εἰς τήν Αὐστρο-Οὐγγαρίαν τήν 18ην Μαρτίου 1854 καί προήρχετο ἀπό μίαν πτωχήν οἰκογένειαν Καρπαθο-Ρώσων. Ὡς καί πάρα πολλοί ἄλλοι εἰς τήν Αὐστρο-Οὐγγρικήν Αὐτοκρατορίαν, οἰκογένεια τῶν Τόθς (Toths) τοῦ Ἁγίου Ἀλεξίου ἦσαν Ἀνατολικῆς Μυσταγωγίας Καθολικοί (Eastern Rite Catholics), Οὐνῖται. πατέρας τοῦ Ἁγίου Ἀλεξίου καί ἀδελφός τούτου ἦσαν ἱερεῖς καί θεῖός του ἦτο ἐπίσκοπος εἰς τήν ἐκκλησίαν τῶν Οὐνιτῶν. Ἅγιος Ἀλέξιος ἔλαβε μίαν ἀρίστην μόρφωσιν καί ἐγνώριζεν ἀρκετάς γλώσσας, ὡς Καρπαθο-Ρωσικά, Οὐγγρικά, Ρωσικά, Γερμανικά, Λατινικά καί ἤξευρε νά ἀναγιγνώσκῃ καί Ἑλληνικά.
            Ἐνυμφεύθη τήν Ρόζαλι Μιχάλιτς (Rosalie Michalich), θυγατέρα ἱερέως˙ ἐχειροτονήθη δέ καί οὗτος ἱερεύς τήν 18ην Ἀπριλίου 1878 καί ὑπηρέτει ὡς δεύτερος ἱερεύς εἰς μίαν κοινότητα Οὐνιτῶν. Ἡ σύζυγός του ἐκοιμήθη ἐνωρίς μετά τήν χειροτονίαν του καί ἠκολούθησεν ὁ θάνατος τοῦ μοναδικοῦ των τέκνου. Αἱ ἀπώλειαι αὗται ἦσαν τεράστιαι διά τόν Ἅγιον, ἀλλά τάς ὑπέμεινε μέ Ἰώβειον ὑπομονήν.
            Τόν Μάϊον τοῦ 1879, ὁ Πατήρ Ἀλέξιος διωρίσθη γραμματεύς τοῦ ἐπισκόπου τοῦ Πρέσοβ (Bishop of Presov),[3] καθ’ ὡς ἐπίσης καί διευθυντής τῆς Διευθύνσεως τῆς Ἐπισκοπῆς. Τοῦ εἶχε δέ ἐπί πλέον ἀνατεθῆ καί ἡ διεύθυνσις ἑνός ὀρφανοτροφείου. Εἰς τό Ἐκπαιδευτήριον (Σεμινάριον) τοῦ Πρέσοβ, ὁ Πατήρ Ἀλέξιος ἐδίδασκεν Ἐκκλησιαστικήν Ἱστορίαν καί Κανονικόν Δίκαιον, τά ὁποῖα τόν ἐβοήθησαν πολύ εἰς τήν ὑπόλοιπον ζωήν του εἰς τήν Ἀμερικήν. Ὁ Ἅγιος Ἀλέξιος δέν ὑπηρέτησεν ἐπί πολύ χρόνον ὡς καθηγητής ἤ ὡς διευθυντής (διοικητικός), καθ’ ὅτι ὁ Κύριος εἶχεν ἕν διαφορετικόν μελλοντικόν σχέδιον δι’ αὐτόν. Τόν Ὀκτώβριον τοῦ 1889, διωρίσθη νά ὑπηρετήσῃ ὡς ἱερεύς εἰς μίαν κοινότητα Οὐνιτῶν εἰς τήν Μιννεάπολιν τῆς Μιννεσότας τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν τῆς Ἀμερικῆς (Minneapolis, Minnesota, U.S.A.).  Ὡς εἷς ἄλλος Ἀβραάμ ἄφησε (ἐγκατέλειψε) τήν χώραν του καί τούς συγγενεῖς του ὥστε νά ἐκπληρώσῃ τό θεῖον θέλημα.[4]    
            Μέ τήν ἄφιξίν του εἰς τήν Ἀμερικήν, ἐπαρουσιάσθη εἰς τήν τοπικήν Ρωμαιο-καθολικήν ἐπισκοπήν, εἰς τόν Ἀρχιεπίσκοπον Ἰωάννην Ἄϊρλαντ (John Ireland), καθ’ ὅτι δέν ὑπῆρχεν Οὐνίτης ἐπίσκοπος εἰς τήν Ἀμερικήν αὐτήν τήν ἐποχήν. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἄϊρλαντ τότε μέν ἐπεδίωκε τήν Ἀμερικανοποίησιν ὅλων τῶν Ρωμαιο-καθολικῶν. Τό δέ ὅραμά του διά τό μέλλον ἦτο μία κοινή πίστις, κοιναί συνήθειαι καί ἔθιμα καί ἡ χρῆσις τῆς Ἀγγλικῆς γλώσσης δι’ ὅλα, ἐκτός διά τήν θείαν λειτουργίαν. Ἦτο φυσικόν, ἐθνικαί κοινότητες (ἄλλων ἐθνικοτήτων) καί μή-Καθολικοί ἱερεῖς νά μή ἐνηρμονίζοντο εἰς τό ὅραμα τοῦ ἀρχιεπισκόπου. Τοιουτοτρόπως, ἦτο οὗτος πολύ ἐχθρικός καί κατά τοῦ Πατρός Ἀλεξίου. Ἠρνήθη νά τόν ἀναγνωρίσῃ ὡς κανονικόν Καθολικόν ἱερέα καί δέν τοῦ ἐπέτρεψε νά λειτουργῇ εἰς τήν ἐπισκοπήν του˙ ὁπότε, ὁ π. Ἀλέξιος ἐπληροφόρησε τούς ἐνορίτας του ὅτι θά ἦτο καλύτερα δι’ αὐτόν νά ἐπιστρέψῃ εἰς τήν Εὐρώπην.
            Οἱ ἐνορῖται τῆς κοινότητός του, τοῦ εἶπον νά μή φύγῃ διά τήν Εὐρώπην, ἀλλά νά μεταβοῦν μέ τόν Ρῶσον Ὀρθόδοξον Ἐπίσκοπον, λέγοντες τά ἑξῆς˙ «Διατί νά ὑποτασσόμεθα πάντοτε εἰς τούς ξένους;» Τόν Φεβρουάριον τοῦ 1891, ὁ Πατήρ Ἀλέξιος ἐπεσκέφθη τόν Ρῶσον Ἐπίσκοπον Βλαδίμηρον εἰς τό Σάν Φραγκίσκο (San Francisco). Τήν 25ην Μαρτίου 1891, ὁ Ἐπίσκοπος Βλαδίμηρος ἐπῆγεν εἰς τήν Μιννεάπολιν, ὅπου καί ἀπεδέχθη τόν πατέρα Ἀλέξιον καί τούς 361 ἐνορίτας του εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τῶν προγόνων του. Οἱ ἐνορῖταί  του ἐδέχθησαν αὐτό τό γεγονός ὡς τόν νέον θρίαμβον τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀναφωνήσαντες˙ «Δόξα τῷ Θεῷ διά τό μέγα ἔλεός Του!»
            Ἡ πρωτοβουλία αὕτη ἦτο τῶν ἁπλῶν ἀνθρώπων καί κανείς δέν τούς ἐπίεσε νά προσχωρήσουν εἰς τήν Ρωσικήν Ἐκκλησίαν. Ἡ δέ Ρωσική Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δέν ἐγνώριζε οὔτε κἄν τήν ὕπαρξιν αὐτῶν τῶν Σλάβων Οὐνιτῶν, οἱ ὁποῖοι ἦσαν μετανάσται εἰς τήν Ἀμερικήν, ἀλλά ἀπήντησε θετικῶς μετά τήν παράκλησίν των νά ἐπαναενωθοῦν μέ τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν.
            Τό παράδειγμα αὐτό τοῦ Ἁγίου Ἀλεξίου καί τῶν ἐνοριτῶν του νά ἐπανέλθουν εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν ἦτο μία ἐνθάρρυνσις καί παρότρυνσις καί πρός ἑκατοντάδας ἄλλων Οὐνιτῶν. Ὁ ἀξιομνημόνευτος π. Ἀλέξιος ἦτο ὄντως ὅπως ὁ λύχνος ἐπί τῆς λυχνίας, ὥστε νά φωτίζῃ τούς ἄλλους[5] καί τό ποίμνιόν του, καθ’ ὡς ἐπίσης, κατέστη οὗτος καί ἡ ζύμη (τό προζύμιον), τό ὁποῖον ἐζύμωσεν ὁλόκληρον τό ζυμάρι τῶν ἄλλων ἀνθρώπων.[6] Ὁ π. Ἀλέξιος μέ τό ἀτρόμητον κήρυγμά του ἐξερίζωσε τήν ᾖρα, ἡ ὁποία εἶχε βλαστήσει ἐντός τοῦ σίτου τοῦ ἀληθοῦς Ὀρθοδόξου δόγματος καί ἐξέθεσε τάς ψευδο-διδασκαλίας, αἱ ὁποῖαι εἶχον ὁδηγήσει τούς ἀνθρώπους είς λάθος πορείαν. Παρ’ ὅλον, πού δέν ἐδίσταζε νά τονίζῃ τά λάθη τῶν ἄλλων δογμάτων τῶν ἑτεροδόξων λαῶν, ἦτο ὅμως προσεκτικός εἰς τό νά προειδοποιῇ τό ποίμνιόν του ἐναντίον τῆς μισαλλοδοξίας. Τά γραπτά του καί τά κηρύγματά του εἶναι γεμάτα μέ νουθεσίας ὥστε νά σεβώμεθα τούς ἄλλους  ἀνθρώπους καί νά μήν εἴμεθα ἐπιθετικοί κατά τῆς πίστεώς των.
            Εἶναι γεγονός, ὅτι εἶχε κάνει οὗτος καί αὐστηρά σχόλια, εἰδικῶς εἰς τάς ἰδιωτικάς του ἀνταποκρίσεις καί ἀλληλογραφίας μέ τήν διοίκησιν τῆς ἐκκλησίας, ἀλλ’ αὐτά ἔγιναν ὅταν ὑπερησπίζετο τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν καί τήν Ἀμερικανικήν Ἱεραποστολήν της ἀπό ἀθεμελιώτους κατηγορίας ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ἐχρησιμοποίουν πάρα πολύ σκληροτέραν γλῶσσαν ἀπό ἐκείνην τοῦ π. Ἀλεξίου. Ὅταν δέ ὁ π. Ἀλέξιος ἐσκανδαλίζετο ἤ ἐνεπαίζετο ἀπό ἄλλους ἀνθρώπους, τούς συνεχώρει καί συχνάκις ἐζήτει ἀπό τόν Ἐπίσκοπόν του νά συγχωρήσῃ τάς ἰδίας παραλείψεις του καί τά λάθη του.
            Παρ’ ὅλον ὅτι ηὑρίσκετο ἐν μέσῳ μεγάλων δυσχερειῶν, αὐτός ὁ κήρυξ τῆς θείας θεολογίας καί τῶν ὀρθῶν δογμάτων, ἐδημιούργησεν ἕνα ἀτελεύτητον ποταμόν Ὀρθοδόξων συγγραμμάτων καί γραπτῶν διά τούς νέους προσηλύτους καί ἔδιδε πρακτικάς συμβουλάς διά τό πώς νά ζοῦν μέ Ὀρθόδοξον ἦθος. Παραδείγματος χάριν, εἰς ἕν ἄρθρον του, «Πώς Πρέπει νά Ζῶμεν εἰς τήν Ἀμερικήν», ἐτόνιζε τήν ἀνάγκην διά παιδείαν, καθαρότητα, νηφαλιότητα, καί τήν παρουσίαν τῶν παιδιῶν εἰς τήν ἐκκλησίαν κατά τάς Κυριακάς καί ἑορτάς.
            Ἡ κοινότητά του εἰς τήν Μιννεάπολιν ἔγινε δεκτή εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τόν Μάρτιον τοῦ 1891 καί ἡ Ἁγία Σύνοδος τῆς Ρωσίας ἀνεγνώρισε καί ἀπεδέχθη τήν ἐνορίαν του εἰς τήν Ἐπισκοπήν τῆς Ἀλάσκας καί τῶν Νήσων Ἀλιούτ[7] τόν Ἰούλιον τοῦ 1892. Ἡ ἀπόφασις αὕτη ἔφθασεν εἰς τήν Ἀμερικήν τόν Ὀκτώβριον τοῦ 1892. Κατά τήν διάρκειαν αὐτῆς τῆς περιόδου ἐπεκράτει ἕν κλῖμα θρησκευτικῆς καί ἐθνικῆς ἐχθρότητος κατά τῶν νέων Ὀρθοδόξων προσηλύτων. Ὁ π. Ἀλέξιος κατηγορεῖτο ὅτι ξεπουλᾷ τούς Οὐνίτας Καρπαθο-Ρώσους καί τήν θρησκείαν των εἰς τούς «Μοσχοβίτας» ἀπό ὅπου ἐλάμβανεν οἰκονομικά ὀφέλη.
            Εἶναι ὅμως γεγονός ὅτι δέν εἶχε λάβει καμμίαν οἰκονομικήν βοήθειαν διά πάρα πολύ χρόνον καί ἡ κοινότης του ἦτο πολύ πτωχή. Ἕως ὅτου ἡ ἀμοιβή του ὡς ἱερέως ἤρχισε νά ἔρχεται ἀπό τήν Ρωσίαν, ὁ δίκαιος αὐτός ἄνθρωπος ἦτο ὑποχρεωμένος νά ἐργάζεται εἰς ἕνα φοῦρνον, ὥστε νά συντηρῇ τόν ἑαυτόν του. Παρ’ ὅλον, πού τά οἰκονομικά του ἦσαν πολύ πενιχρά, δέν παρέλειπε νά δίδῃ ἐλεημοσύνην εἰς τούς πτωχούς καί τούς ἔχοντας ἀνάγκην. Ἐμοίραζε τά χρήματά του μέ ἄλλους ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι ηὑρίσκοντο εἰς χειροτέραν οἰκονομικήν θέσιν ἀπό αὐτόν, καί συνέβαλλεν εἰς τήν ἀνοικοδόμησιν ἐκκλησιῶν, καθ’ ὡς καί διά τήν ἐκπαίδευσιν τῶν παιδιῶν εἰς τό Ἱεροδιδασκαλεῖον τῆς Μιννεαπόλεως.
Δέν ἀνησυχοῦσε οὗτος διά τήν ζωήν του, διά τό τί θά ἔτρωγε, τί θά ἔπινεν ἤ τί θά ἐνεδύετο.[8] Ἐνεπιστεύετο τόν Θεόν, ὁ ὁποῖος ἐμερίμνα δι’ αὐτόν. Ὁ Ἅγιος Ἀλέξιος ἠκολούθει τάς παραινέσεις τοῦ Σωτῆρός μας λέγων, «ζητεῖτε δέ πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καί ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν».[9] Ἐσήκωνε τάς δοκιμασίας, συκοφαντίας, καί φυσικάς ἐπιθέσεις μέ καρτερίαν, ὑπομονήν καί ψυχικήν γαλήνην, ἐνθυμίζων εἰς ἡμᾶς ὅτι, ὁ Κύριος «διεφύλαξεν αὐτόν ἀπό ἐχθρῶν, καί ἀπό ἐνεδρευόντων ἠσφαλίσατο, καί ἀγῶνα ἰσχυρόν ἐβράβευσεν αὐτῷ, ἵνα γνῷ, ὅτι παντός δυνατωτέρα ἐστίν εὐσέβεια».[10]
Οἱ Ἐπίσκοποι Βλαδίμηρος, Νικόλαος, Ἅγιος Τύχων, καί Πλάτων ἀνεγνώρισαν τά ἀσυνήθη χαρίσματα τοῦ Πατρός Ἀλεξίου καί διά τοῦτο τόν ἀπέστελλον νά κηρύσσῃ καί νά διδάσκῃ ὅπου ὑπῆρχον ἄνθρωποι Σλαβικῆς καταγωγῆς. Παρ’ ὅλον ὅτι ἐγνώριζεν οὗτος τάς ἀνεπαρκείας του καί τά μειονεκτήματά του, ἔκαμνεν ὑπακοήν εἰς τάς ἐντολάς τῶν Ἐπισκόπων. Δέν ἐδίσταζε, δέν ηὕρισκε δικαιολογίας, ἀλλ’ ἀμέσως ἀνταπεκρίνετο εἰς τήν ἀποστολήν του. Ὁ Ἅγιος Ἀλέξιος ἐπεσκέπτετο πολλάς κοινότητας Οὐνιτῶν, ἐξηγῶν τάς διαφοράς μεταξύ Ὀρθοδόξων, Προτεσταντῶν, Ρωμαιοκαθολικῶν καί Οὐνιτισμοῦ, ὑπογραμμίζων καί ἐπισημαίνων ὅτι ὁ ἀληθής δρόμος πρός τήν σωτηρίαν εἶναι ἡ Παραδοσιακή Ὀρθοδοξία.
Ὡς ὁ Ἰώσιος, «Αὐτός κατηυθύνθη ἐν ἐπιστροφῇ λαοῦ, καί ἐξῇρε βδελύγματα ἀνομίας. Κατεύθυνε πρός Κύριον τήν καρδίαν αὐτοῦ, ἐν ἡμέραις ἀνόμων κατίσχυσε τήν εὐσέβειαν».[11]  Ἦτο δέ οὗτος ὁ συντελεστής τῆς διαπλάσεως, καταρτίσεως καί ἐπιστροφῆς δέκα ἑπτά (17) κοινοτήτων (ἐνοριῶν) εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν. Γέγονεν ὁ φυτεύσας τόν ἀμπελῶνα τοῦ Χριστοῦ εἰς τήν Ἀμερικήν, καί ηὔξησε τούς καρπούς τούτου καί τούς ἐπολλαπλασίασε πάρα πολλάς φοράς.
Τό 1909, κατά τό ἔτος τῆς ὁσιακῆς κοιμήσεώς του, πολλαί χιλιάδες Καρπαθο-Ρώσων καί Γαλικίων (Galician)[12] Οὐνιτῶν εἶχον ἐπιστρέψει εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν. Τοῦτο ἦτο ἕν μέγα γεγονός εἰς τήν Ἱστορίαν τῆς Ρωσικῆς Ἱεραποστολῆς εἰς τήν Βόρειον Ἀμερικήν, τό ὁποῖον θά συνεχίσῃ νά διαμορφώνῃ τό μέλλον τῆς Ὀρθοδοξίας εἰς αὐτήν τήν χώραν ἐπί πολλάς γενεάς. Ἑκάστη μελλοντική ἀνάπτυξις ἤ πνευματική ἐπιτυχία τῶν Ὀρθοδόξων εἰς τήν Ἀμερικήν, ἀληθῶς θά πρέπει νά θεωρῆται ὡς ἀποτέλεσμα τοῦ Ἀποστολικοῦ Ἔργου τοῦ Πατρός Ἀλεξίου.
Ἀναμφισβητήτως, ποῖος εἶναι εἰς θέσιν νά μᾶς εἰπῇ διά τοῦ Ἁγίου τόν πνευματικόν ἀγῶνα; Ποῖος ἠμπορεῖ νά ὁμιλήσῃ διά τάς προσευχάς, τάς ὁποίας ἡ εὐλαβής ψυχή του ἀπηύθυνε πρός τόν Θεόν; Οὐδέποτε ἔκαμνε φανεράν τήν εὐσέβειάν του, ἀλλά προσηύχετο εἰς τόν Θεόν κρυφίως μέ τεραστίαν ταπεινοφροσύνην, συντριβήν, καί ἐσωτερικά δάκρυα. Ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος γνωρίζει ὅλα τά κρύφια, ἀνταμοίβει φανερά τόν Ἅγιον.[13]  Εἶναι ἀδιανόητον διά τόν Ἅγιον Ἀλέξιον νά ἔχῃ πραγματοποιήσει τό μέγα τοῦτο Ἀποστολικόν Ἔργον του, ἐάν ὁ Θεός δέν εἶχεν εὐλογήσει καί ἐνδυναμώσει αὐτόν διά τοιαύτην θεάρεστον ἐργασίαν. Σήμερον, ἡ Ρωσική Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία συνεχίζει νά δρέπῃ τούς καρπούς τῆς διδασκαλίας του καί τῶν κηρυγμάτων του.
Ὁ κόπος τοῦ Πατρός Ἀλεξίου δέν ἔμεινεν ἄνευ ἀναγνωρίσεως ἀκόμη καί κατά τήν διάρκειαν τῆς ζωῆς του. Ἔλαβε μίαν κεκοσμημένην μίτραν (jeweled miter) ἀπό τήν Ἱεράν Σύνοδον, καθ’ ὡς ἐπίσης τό Παράσημον τοῦ Ἁγίου Βλαδιμήρου (Order of Saint Vladimir) καί τό Παράσημον τῆς Ἁγίας Ἄννης (Order of Saint Anna) ἀπό τόν Τσάρον Νικόλαον Β΄[14]  διά τάς διαπρεπεῖς ὑπηρεσίας του καί τήν ἀφοσίωσίν του εἰς τόν Θεόν καί τήν χώραν. Τό 1907, συγκατελέγει οὗτος ὡς εἷς ἐκ τῶν ὑποψηφίων διά τό Ἐπισκοπικόν ἀξίωμα. Ἠρνήθη ὅμως τήν τιμήν ταύτην καί μέ ταπείνωσιν ἐπισημαίνει ὅτι αὐτό τό καθῆκον θά πρέπει νά ἀνατεθῇ εἰς ἕνα νεώτερον καί ὑγιέστερον ἄνθρωπον.
Εἰς τό τέλος τοῦ 1908, ἡ ὑγεία τοῦ Πατρός Ἀλεξίου ἤρχισε νά φθίνῃ, λόγῳ ἐπιπλοκῶν τῶν ἀσθενειῶν του. Ἐπῆγεν εἰς τήν παραλίαν τῆς Νοτίου Νέας Ἱερσέϋς (New Jersey), εἰς μίαν προσπάθειαν νά ἐπανακτήσῃ τήν ὑγείαν του, ἀλλά συντόμως ἐπέστρεψεν εἰς τό Γουίλκς-Μπέρι (Wilkes- Barre) τῆς Πεννσυλβανίας ὅπου παρέμεινε κλινήρης ἐπί δύο μῆνας. Ὁ Ὅσιος ἐκοιμήθη τήν Παρασκευήν, τῇ 24ῃ Ἀπριλίου (μέ τό Παλαιόν Ὀρθόδοξον Ἡμερολόγιον) ἤ τῇ 7ῃ Μαΐου (μέ τό πολιτικόν ἡμερολόγιον), κατά τήν ἡμέραν τῆς ἑορτῆς τῶν Ἁγίων Σάββα καί Ἀλεξίου τῶν Ἐρημιτῶν τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου. Ἡ ἀγάπη καί τό ἐνδιαφέρον τοῦ Ἁγίου διά τά πνευματικά του τέκνα δέν διακόπτεται μέ τόν θάνατόν του, ἀλλά συνεχίζεται.
Ἀναμφιβόλως, ὁ Ἅγιος Ἀλέξης θεωρεῖται ὡς ὁ ἱδρυτής, ὁ ἱερεύς ὁ θεμελιώσας τήν Ρωσικήν Ὀρθόδοξον Κοινότητα τοῦ Σκράντον (Scranton) Πεννσυλβανίας τῷ 1897. Καθωδήγησεν ἕν πλῆθος πιστῶν εἰς τήν περιοχήν τοῦ Σκράντον καί τούς ὑπέδειξε πώς νά ἱδρύσουν τήν ἰδίαν ἐκκλησίαν των, ὅ καί ἔκαμον, τήν Ρωσικήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τῶν Ἁγίων Πέτρου καί Παύλου, ἡ ὁποία ὑφίστατι ἕως σήμερον, ἐπί 122 ἔτη. Ἡ ἐνορία αὕτη, σήμερον, τιμᾷ πάρα πολύ καί ἑορτάζει πανηγυρικῶς τήν μνήμην τοῦ ἁγίου της ἐτησίως, τήν 24ην Ἀπριλίου (Παλαιόν Ἡμερολόγιον), καθ’ ὅτι ὁ Ἅγιος Ἀλέξιος εἶναι ὁ ἱδρυτής ταύτης καί ὁ προστάτης της.[15]
Πρίν τό τέλος τῆς περιγραφῆς τῆς ζωῆς τοῦ Ἁγίου, θά ἦτο ἁρμόζον νά ἀποκαλύψωμεν ἕν παράδειγμα τῆς ἐξ οὐρανοῦ ἐπεμβάσεως του: Τόν Ἰανουάριον τοῦ 1993, ἕνας ἄνδρας προσηύχετο εἰς τόν Ἅγιον Ἀλέξιον νά τόν βοηθήσῃ, ὥστε νά ἀποκτήσῃ πληροφορίας διά τόν υἱόν του, ἀπό τόν ὁποῖον εἶχεν ἀποχωρισθῆ ἐπί εἴκοσι ὀκτώ ἔτη. Θέτων δέ οὗτος τήν ἐμπιστοσύνην του εἰς τήν τοῦ Ἁγίου παρρησίαν ἔμπροσθεν τοῦ Θεοῦ, ἀνέμενε μίαν ἀπάντησιν διά τάς προσευχάς του. Τήν ἑπομένην ἡμέραν, ὁ υἱός αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἐτηλεφώνησεν εἰς τόν πατέρα του. Ὁ νέος αὐτός ἄνθρωπος ηὑρίσκετο εἰς τήν ἐκκλησίαν, ὅταν αἰφνιδίως ἐπληρώθη ὑπό μιᾶς συντριπτικῆς ἐπιθυμίας νά ἐπικοινωνήσῃ μέ τόν πατέρα του. Ἦτο οὗτος εἰς μίαν ἄλλην Πολιτείαν, ὅπου τόν εἶχε μεταφέρει ἡ μητέρα του καί τοῦ εἶχεν ἀλλάξει τό ὄνομα ὅταν ἦτο παιδί. Αὐτός ἦτο καί ὁ λόγος, διά τόν ὁποῖον ὁ πατήρ του ἦτο ἀδύνατον νά τόν ἐντοπίσῃ. Εἶχε μάθει ἀπό τήν μητέρα του ὅτι ὁ πατήρ του ἦτο Ὀρθόδοξος Χριστιανός καί μέ τήν βοήθειαν ἑνός Ὀρθοδόξου ἱερέως ἠμπόρεσε νά ἀποκτήσῃ τόν ἀριθμόν τηλεφώνου τοῦ πατρός του, ὅς ἦτο εἰς μίαν πόλιν μακράν τούτου. Ἀποτέλεσμα αὐτοῦ τοῦ τηλεφωνήματος ἦτο ὁ νέος αὐτός νά ἐπισκεφθῇ τόν πατέρα του, ὁ ὁποῖος ἐχάρη ὅταν εἶδε τί εἶδος ἐξαιρέτου ἀνθρώπου εἶχε γίνει ὁ υἱός του. Ὁ πατήρ αὐτός ηὐχαρίστησε τόν Θεόν καί τόν Ἅγιον Ἀλέξην διά τήν ἐπανένωσίν του μέ τόν υἱόν του.
Τέλος, ὁ Ἅγιος Ἀλέξης[16] ἦτο ἕνας ἀληθινός ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος καθωδήγησε πολλούς Καρπαθο-Ρώσους καί Γαλικίους (Galician) ματανάστας ἐν μέσῳ τῆς σκοτεινῆς συγχύσεως τῶν θρησκευτικῶν ἀμφισβητήσεων εἰς τόν Νέον Κόσμον νά ἐπιστρέψουν εἰς τήν ἕνωσιν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, διά τῶν λόγων του τῶν γεμάτων θείαν Χάριν καί τό σεπτόν του παράδειγμα. Εἰς τήν τελευταίαν ἀπόφασίν του καί διαθήκην του, ὁ Ἅγιος Ἀλέξιος ἐπαφίει τήν ψυχήν του εἰς τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ἐπιζητῶν συγγνώμην ἀπό ὅλους καί συγχωρῶν ἅπαντας. Τά ἅγια λείψανά του εἶναι εἰς τό Μοναστήριον τοῦ Ἁγίου Τύχωνος εἰς τήν Νότιον Χαναάν (South Canaan) τῆς Πεννσυλβανίας, ὅπου οἱ πιστοί ἠμποροῦν νά πηγαίνουν ὥστε νά ἀσπάζωνται καί νά τιμῶσιν ταῦτα, ἱκετεύοντες τόν Ἅγιον Ἀλέξην διά τήν μεσιτείαν του εἰς τόν Θεόν δι’ αὐτούς.




Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα


Troparion — Tone 4

O righteous Father Alexis, / Our heavenly intercessor and teacher, / Divine adornment of the Church of Christ! / Entreat the Master of All / To strengthen the Orthodox Faith in America, / To grant peace to the world / And to our souls, great mercy!

Τροπάριον:
 δίκαιε Πάτερ Ἀλέξη,/ἐπουράνιε μεσῖτα καί διδάσκαλε,/θεῖον κόσμημα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ!/Ἱκέτευε τόν Δεσπότην τῶν πάντων/ἵνα στερεώνῃ τήν Ὀρθόδοξον Πίστιν εἰς Ἀμερικήν,/νά παρέχῃ εἰρήνην εἰς τόν κόσμον/καί εἰς τάς ψυχάς ἡμῶντό μέγα ἔλεος!

 

Kontakion — Tone 5

Let us, the faithful, praise the Priest Alexis, / A bright beacon of Orthodoxy in America, / A model of patience and humility, / A worthy shepherd of the Flock of Christ. / He called back the sheep who had been led astray / And brought them by his preaching / To the Heavenly Kingdom!

Κοντάκιον:
Ἄς  ἐγκωμιάσωμεν πιστοί τόν ἱερέα Ἀλέξιν,/ἕνα φωτεινόν φάρον τῆς Ὀρθοδοξίας ἐν Ἀμερικῇ,/ἕν πρότυπον ὑπομονῆς καί ταπεινοφροσύνης,/ἕναν ἄξιον ποιμένα τοῦ ποιμνίου τοῦ Χριστοῦ./Προσεκάλει ὄπισθεν τά πρόβατα τά ἀπολωλῶτα/καί ὥδήγει ταῦτα διά τοῦ κηρύγματός του/εἰς τήν Ἐπουράνιον Βασιλείαν!



[1] Ὅρα, St Alexis Toth the confessor and defender of Orthodoxy in America.  https://www.oca.org/saints/lives/2016/05/07/101300-repose-of-st-alexis-toth-the-confessor-and-defender-of-orthodoxy.
[2] Εὐχαριστῶ πολύ τόν π. Ἀλέξανδρον Ρέντελ (Fr. Alexander Rentel, Chancellor of the Russian Orthodox Church in America), διά τήν ἐκχώρησιν τοῦ δικαιώματος μεταφράσεως τοῦ Βίου τοῦ Ἁγίου Ἀλέξη ἀπό τήν Ἀγγλικήν εἰς τήν Ἑλληνικήν γλῶσσαν.
[4] «Καί εἶπε Κύριος τῷ Ἀβραάμ, ἔξελθε ἐκ τῆς γῆς σου, καί ἐκ τῆς συγγενείας σου, καί ἐκ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός σου, καί δεῦρο εἰς τήν γῆν, ἥν ἄν σοι δείξω.» Γένεσις ιβ΄ 1.
[5] Καθ’ ὅτι, «Οὐδέ καίουσι λύχνον καί τιθέασιν αὐτόν ὑπό τόν μόδιον, ἀλλ’ ἐπί τήν λυχνίαν, καί λάμπει πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ.» Ματθ. ε΄ 15.
[6] Ὡς, «Ὁμοία ἐστίν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ζύμη, ἥν λαβοῦσα γυνή ἐνέκρυψεν εἰς ἀλεύρου σάτα τρία, ἕως οὗ  ἐζυμώθη ὅλον.» Ματθ. ιγ΄ 33.
[7] Εἰς τήν Ἀγγλικήν, Diocese of Alaska and the Aleutians. Ὅρα, https://en.wikipedia.org/wiki/Aleutian_Islands . Ἀπίσης, https://en.wikipedia.org/wiki/Alaska_Purchase
[8] Ἀκολουθῶν τό, «μή μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑμῶν τί φάγητε καί τί πίητε, μηδέ τῷ σώματι ὑμῶν τί ἐνδύσησθε˙ οὐχί ἡ ψυχή πλεῖόν ἐστι τῆς τροφῆς καί τό σῶμα τοῦ ἐνδύματος;» Ματθ. ς΄ 25.
[9] Ματθ. ς΄ 33.
[10] Σοφία Σολομῶντος ι΄ 12.
[11] Σοφία Σειράχ μθ΄ 2-3.
[13] Καθὅτι, «σύ δέ ὅταν προσεύχῃ, εἴσελθε εἰς τό ταμιεῖόν σου, καί κλείσας τήν θύραν σου πρόσευξαι τῷ πατρί σου ἐν τῷ κρυπτῷ, καί πατήρ σου βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ». Ματθ. ς΄ 6.
[14]   Τσάρος Νικόλαος Β΄ (Nicholas II or Nikolai II, Никола́й II Алекса́ндрович, Nikoláj II Aleksándrovič, 6 Μαΐου/18 Μαΐου 1868 – 17 Ἰουλίου 1918), εἶναι γνωστός, σήμερον, ὡς Ἅγιος Νικόλαος Μάρτυρας εἰς τήν Ρωσικήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν. Ἦτο τελευταῖος Αὐτοκράτωρ τῆς Ρωσίας, βασιλεύων ἀπό τήν 1ην Νοεμβρίου 1894 ἕως τήν βιαίαν αὐτοῦ παραίτησιν τήν 15ην Μαρτίου 1917. Τήν νύκτα μεταξύ 16-17 Ἰουλίου 1918, μία ὁμάδα (μοίρα) Μπολσεβίκων τῆς Μυστικῆς Ἀστυνομίας, ὑπό τοῦ Ἑβραίου Yakov M. Yurovksy, ἐδολοφόνησαν τόν τελευταῖον ἐλέῳ Θεοῦ Ρῶσον αὐτοκράτορα, τόν Τσάρον Νικόλαον Β΄ (Tsar Nicholas II Romanov, 1868-1918), τήν σύζυγόν του Ἀλεξάνδραν, τόν 14-χρονον υἱόν των Ἀλέξιον καί τάς τέσσαρας θυγατέρας των, τούς ὁποίους ἐξετέλεσεν φρουρός τοῦ Lenin, Alexei Akimov. ἐντολή ἐκτελέσεως (τό τηλεγράφημα) ἦτο ὑπογεγραμμένον ὑπό τοῦ ἀρχηγοῦ τῆς Σοβιετικῆς Κυβερνήσεως, τόν Ἑβραῖον Yakov Sverdlov (Solomon). Συνεπῶς καί Κομμουνιστική Ἐπανάστασις ἔγινεν ὑπό τῶν ἰδίων ἀνθρώπων, μέ στόχον των τήν ἐπιβολήν τοῦ ἀπολύτου ἐλέγχου των. Τά ἀπάνθρωπα ἐγκλήματά των καί αἱ θηριωδίαι των ἦσαν καί συμβολικά˙ ἤθελαν νά φονεύσουν τήν ψυχήν καί τό Ὀρθόδοξον Ρωσικόν πνεῦμα (τήν πίστιν των), ἀλλἀπέτυχαν παταγωδῶς, ὅπως ἀποτυγχάνουν καί σήμερον μέ τόν Ὀρθόδοξον Ρωσικόν λαόν καί τόν θεοσεβῆ των Πρόεδρον Βλαδίμηρον Πούτιν. Τσάρος Νικόλαος Β΄ εἶχε ζητήσει πολιτικόν ἄσυλον ἀπό τό Πρόεδρον τῆς Ἀμερικῆς, Woodrow Wilson, ἀλλοὗτος ἠρνήθη νά τοῦ τό προσφέρῃ, κατόπιν πιέσεων τῶν ἀθέων Ἀμερικανῶν Illuminati. Ὅρα, http://www.realjewnews.com/?p=62    Ρωσική Ἐκκλησία ἔχει ἀνακηρύξει τήν οἰκογένειαν ταύτην τῶν Ρομάνοφ εἰς ἁγίους. Ὅρα, ἐπίσης, http://www.pravoslavie.ru/english/tsarcanonization.htm . In 1981, Nicholas, his wife, and their children were recognized as martyrs by the Russian Orthodox Church Outside Russia in New York City. After the fall of Communism, the remains of the imperial family were exhumed, identified and re-interred with an elaborate state and church ceremony in St. Petersburg on 17 July 1998. They were canonized by the Russian Orthodox Church as passion bearers. Ἀκόμη, http://www.christianitytoday.com/ct/2000/augustweb-only/34.0a.html . Ὅρα, Mark Weber, “The Jewish Role in the Bolshevik Revolution and Russia’s Early Soviet Regime”, Institute for Historical Review. http://www.ihr.org/jhr/v14/v14n1p-4_weber.html



[15] Εὐχαριστῶ θερμῶς τόν π. Βασίλειον Μίσεκ (Right Reverend Mitered Archpriest Basil Micek), ἱερέα μας τοῦ Ναοῦ τῶν Ἁγίων Πέτρου καί Παύλου εἰς Σκράντον, Πεννσυλβανίας διά τάς πληροφορίας, τάς ὁποίας μοί ἔδωκεν.

[16] Repose of Saint Alexis Toth, Confessor and Defender of Orthodoxy in America - Troparion & Kontakion

Commemorated on April 24/May 7.

 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου