Κυριακή 7 Μαρτίου 2021

῾Η κρίση τοῦ Θεοῦ καί ἡ συγχώρηση τῶν ἀνθρώπων ARCH. ΑΝΤΗΟΝΥ ΒLΟΟΜ

 


Σμερα, δεοντας πρς τ Μεγλη Τεσσαρακοστ, φθνουμε στ τελικ στδιο· ρχμαστε ντιμτωποι μ τν Κρση. Αν τς δσουμε τν πρπουσα προσοχ, τν πμενη βδομδα, πνευματικς μας προορισμς θ εναι στ χρι μας· πμενη Κυριακ εναι μρα τς συγχρησης.
Ο σνδεσμος νμεσα στς δο ατς μρες εναι πρα πολ προφανς. Αν μποροσαμε ν συνειδητοποισουμε τι λοι μας κα κθε νας π μς στεκμαστε μπροστ στν κρση το Θεο κα στν κρση τν νθρπων, ν μποροσαμε ν θυμηθομε κα ν ντιληφθομε βαθι κα λψυχα, μ φιλτιμο κα εσυνειδησα τι εμαστε λοι χρεωμνοι νας στν λλον, πεθυνοι μεταξ μας γι κποιους π τος πνους κα τ βρη τς ζως, ττε θ μς ταν εκολο, χι μνο ν συγχωρσουμε ταν μς ζητηθε, λλ κα, ς νταπκριση στ ατημα ατ, ν ζητσουμε κι μες συγνμη.
Δ
ν εναι μνο μ’ ατ πο κνουμε, δν εναι μνο μ’ ατ πο παραλεπουμε, λλ εναι τι κατ να τρπο κπληκτικ γνοομε τν εθνη πο φρουμε πναντι τν λλων· γνοομε ατ πο θ μποροσαμε ν εμαστε γι’ ατος, ατ πο θ μποροσαμε ν κνουμε γι’ ατος… Οχι, δν κπληρνουμε τν νθρπινη κλση μας. Θ μποροσαμε κα θ πρεπε ν εμαστε, σ λα τ ππεδα κα γι κθε νθρωπο, λλ κα πρα π’ τος νθρπους, γι λο τν κσμο, μι ελογα κα μι ποκλυψη· ν εμαστε μι ποκλυψη κενης τς μεγλης κα τσο ψηλς Πραγματικτητας, στε ο νθρωποι γρω μας (κι μες ο διοι πρτοι) ν μπορον ν συνειδητοποισουν τι εμαστε στ ζυγαρι το Ιδιου το Θεο, τι κλση μας δν εναι ν εμαστε πλς θικ καλο, λλ ν εμαστε μεγλοι πως Ατς. Ενας Γερμανς μυστικς θεολγος γραφε σ’ να π τ ποιματ του, «Εμαι μεγλος σο Θες, Θες εναι τσο μικρς, σο κι γ».

Αν μποροσαμε ν μν τ ξεχνμε ατ! ᾿Επειδ κρση δν εναι μνο μι στιγμ κατ τν ποα ντιμετωπζουμε τν κνδυνο ν καταδικαστομε· στν δια τν ννοια τς κρσης πρχει κτι μεγλο, κτι πο μπνει. Δν θ κριθομε σμφωνα μ τ νθρπινα πρτυπα συμπεριφορς κα κοσμιτητας, λλ σμφωνα μ πρτυπα πραν τς συνηθισμνης νθρπινης ζως. Θ κριθομε στ ζυγαρι το Θεο κα ζυγαρι το Θεο εναι γπη· χι γπη πο νισαμε, χι συναισθηματικ γπη, λλ γπη πο ζσαμε κα κπληρσαμε, βιωμνη γπη. Τ γεγονς τι πρκειται ν κριθομε, τι ντως κρινμαστε κθε στιγμ, πρα π’ τ μετριτητα κα μικρτητ μας πρπει, θ πρεπε, ν μς ποκαλπτει τ ν δυνμει μεγαλεο μας. Κα π τος ρους κριβς ατος μπορομε ν ξετσουμε τν παραβολ τν μνν κα τν ριφων.

Ο νθρωποι κρνονται π τν Χριστ μ βση τν νθρωπι τους. Υπρξαν λοι ατο νθρωποι χι; Εχαν μθει ν γαπον μ τν καρδι τους πρτα, λλ κα στν πρξη, μ τ ργα τους; Διτι, πως τ θτει Εαγγελιστς ᾿Ιωννης, κενος πο λει τι γαπ τν Θε κα δν γαπ τν δελφ του μπρακτα κα δημιουργικ εναι ψετης. Δν πρχει γπη πρς τν Θε ν δν κφρζεται σ κθε λεπτομρεια τν σχσεν μας μ τος νθρπους, στ σνολ τους λλ κα σ κθε ναν ξεχωριστ.

Ετσι λοιπν, ς τοιμαστομε ατ τν βδομδα γι τ τελικ στδιο το ταξιδιο μας, κα, νπιον ατς τς θεας κρσεως, ς ναρωτηθομε· «Εμαι νθρωπος; Εμαι νθρωπος μσα μου, στ συμπεριφορ μου, χι στ γενικ μου στση, λλ στος τρπους μου· χω νθρπινους τρπους; Εναι ζω μου κφραση μις λεπτς, στοχαστικς, δημιουργικς γπης; Μις γπης πο κλενει μσα της κατανηση κα εναι νλογα μ τν περσταση γενναιδωρη κα θυσιαστικ; Κα καθς τ ντικεμενο ατς τς γπης εναι κα τ κριτρι της, ατ πρπει ν εναι διπλανς μου, τ ν γαπς τν Θε πο δ ζητει τποτε εναι τσο εκολο!».

Κα ν στ πρασμα τς βδομδας ατς πισημνουμε πο βρισκμαστε, ττε θ χουμε βρε τσο τν δυναμα μας σο κα τ μεγαλεο τς κλσης μας· ἐάν ερηνεσουμε μ’ κενους πο χουμε χρος, ττε, ταν ρθει στιγμ ν συγχωρσουμε -ταν κποιος λλος θ χει νακαλψει τ δικ του χρος πρς μς- θ εμαστε τοιμοι ν δσουμε μ χαρ τν ερνη κα τ συγνμη μας, μσα π να ασθημα εθνης κα μ τν εφροσνη πο χαρζει μετνοια.

ΙΙ.

Γι κποιον νεξγητο λγο, παραβολ ατ, περισστερο π ποιαδποτε λλη, θεωρεται ς μι εκνα τς Κρσεως, διακρυξη τς μετκλητα τελικς ατς πρξης τς στορας. Ωστσο, μς λει κτι οσιαστικ, χι γι τ μετ θνατον καταδκη σωτηρα μας, λλ γι τ ζω μας· Θες δν θ ρωτσει οτε τος δικαους οτε τος μαρτωλος τιδποτε σχετικ μ τς πεποιθσεις τους μ τν τρηση το τελετουργικο· ατ πο Θες θ ξιολογσει εναι βαθμς στν ποον πρξαμε νθρωποι· «δψασα κα μο δσατε ν πι, μουν ξνος κα μ πρατε κοντ σας, γυμνς κα μ ντσατε· μουν ρρωστος κα μ πισκεφθκατε, ν φυλακ κα ρθατε κοντ μου». Τ ν εμαστε νθρωποι μως, παιτε φαντασα, παιτε μι ασθηση χιομορ, μι ασθηση τς «στιγμς», να γαπητικ κα ρεαλιστικ νδιαφρον γι τς ληθινς νγκες κα τς πιθυμες το ντικειμνου τς προσοχς μας, μλλον το θματος, θ λγαμε, τς προσοχς μας.

Η στορα πο κολουθε εναι π τ ζω τν Πατρων τς ρμου κα διευκρινζει ατ κριβς τ σημεο· Μετ π μι λαμπρ κοινωνικ κα πολιτικ δρση στν Αλ το Βυζαντου, Αγιος ᾿Αρσνιος ποσρθηκε στν ρημο τς Αγπτου, γι ν πιτχει τν πλυτη μνωση κα συχα. Μι Κυρα τς Αλς πο ταν μεγλη θαυμστρι του, τν ναζτησε στν ρημι που ζοσε. Επεσε στ πδια του· «Πτερ, ξεκνησα γι’ ατ τ πικνδυνο ταξδι μνο κα μνο γι ν σ δ κα ν κοσω π σνα μα κα μνη ντολ, τν ποα πσχομαι ν τηρσω σ λη μου τ ζω!». Κι κενος τς πντησε· «Αν πραγματικ δεσμεεσαι ν μν παρακοσεις ποτ τν ντολ μου, ττε κουσ την· Αν ποτ μθεις τι εμαι σ’ να τπο, σ ν πς σ’ ναν λλον!». Ατ δν εναι πο θ λεγαν πολλο σ’ κενο τν γαθιρη, το ποου τν «ρετ» εναι καταδικασμνοι ν φστανται;

Κατ τ γνμη μου, τ νημα τς παραβολς τν προβτων κα τν ριφων εναι τ ξς· Αν πρξες ληθιν κα συνετ «νθρωπος», ττε εσαι τοιμος ν εσλθεις στ Βασιλεα, ν μοιραστες ατ πο νκουν στν Θε, φο αἰώνια ζω δν εναι τποτε λλο παρ ζω το Ιδιου το Θεο, πο τ μοιρζεται μ τ πλσματ Του. «᾿Επ λγα ς πιστς, π πολλν σε καταστσω» (Ματθ. 25, 21)• πρξες ξιος στ γ, θ ξιωθες ν ζσεις κα τν ορνια ζω, μετχοντας στ φση το Θεο, πλρης το Πνεματς Του. Αν ποδειχθομε πιστο οκονμοι σ ,τι δν ταν δικ μας -λα δηλαδ τ δρα το Θεο- θ εσλθουμε κα σ ,τι εναι δικ μας, πως φανεται τσο καθαρ στν παραβολ το οκονμου τς δικας (Λουκ. 16, 1-12).
Η κρση θ ταν ατα τρμου γι μς, ν δν εχαμε βεβαα τν λπδα τς συγχωρσεως. Κα τ δρο τς συγνμης εναι ατονητο συστατικ τς γπης κα το Θεο κα τν νθρπων. Δν ρκε μως ν μς παραχωρεται φεση, πρπει ν εμαστε προετοιμασμνοι κα ν τ δεχθομε.

Πρα πολ συχν, συγνμη μς προσφρεται, λλ μες «κλωτσμε»· γι τν γωισμ μας, συγνμη χε ς κτι ξαιρετικ ταπεινωτικ, κα προσπαθομε ν τ παρακμψουμε «φορντας» μι ψευτο-ταπενωση. «Δν μπορ ν συγχωρσω τν αυτ μου γι’ ατ πο κανε, πς ν δεχτ τ συγχρησ σου; ᾿Εκτιμ τν καλωσνη σου, λλ συνεδησ μου εναι πρα πολ παιτητικ, πολ εασθητη γι ν κμεταλλευθ τν εγενικ σου διθεση»· κα χρησιμοποιομε κριβς τν ννοια «εγενικ διθεση» γι ν κνουμε τ δρο πο μς προσφρεται ν φανεται σο γνεται πι σμαντο κα τν ρνησ μας σο γνεται πι πογοητευτικ γι τν γενναιδωρο φλο μας. Βεβαως, δν μπορομε, δν θ πρεπε ποτ ν συγχωρσουμε τος αυτος μας! Θ ταν τερατδες ν τ μποροσαμε. Γιατ ττε, θ σμαινε «πολ πλ», τι παρνουμε πολ λαφρ τ χαστοκι, τν πληγ πο προκαλσαμε, τν πνο, τ δυστυχα πο πιφραμε. (Κα, λμονο! Ατ κριβς κνουμε ταν εμαστε νυπμονοι νπιον κποιου τν ποον πληγσαμε κα ποος φανεται ν πον «περβολικ». «Πσον καιρ θ δυσανασχετες πι; Ω, σταμτα πιτλους ν κλας! Δ σο ζτησα συγνμη; Τ λλο θλεις;». Τ ποο σημανει· «᾿Εγ χω πρ πολλο συγχωρσει τν αυτ μου. Πσο κμη πρπει ν περιμνω μχρι ν μ συγχωρσεις κι σ;»).

Ο Θες δν μς πιτρπει ν συγχωρομε μες τν αυτ μας, λλ πρπει ν μθουμε ποτ ν μν το πιτρπουμε ν πληγνει τος λλους κα, ν κποτε συμβε, ν δεχμαστε τ δρο τς συγνμης το δελφο μας. Αν τ ρνηθομε εναι σν ν λμε· «Δν πιστεω τι ντως γπη σβνει λα τ μαρτματα, οτε χω μπιστοσνη στν γπη σου». Πρπει ν συναινσουμε στ ν συγχωρηθομε μσα π μα πρξη τολμηρς πστης κα γενναιδωρης λπδας, ν ποδεχθομε τ δρο ταπειν, ς να θαμα πο μνον γπη, θεα κα νθρπινη, μπορον ν περγαστον, κα ν εμαστε παντοτιν εγνμονες γι τ δωρεν προσφερμενη δναμ της πο ξρει ν γιατρεει, ν ποκαθιστ, ν νορθνει.

Δν θ πρπει ν προσδοκομε τ συγχρηση πειδ λλξαμε πρς τ καλτερο· οτε θ ’πρεπε ν θεωρομε μα ττοια λλαγ ς προϋπθεση γι ν συγχωρσουμε τος λλους. Μνο ταν κποιος νιθει τι συγχωρθηκε κα τι γαπται, μνο ττε μπορε ν ρχσει ν λλζει, κα χι ντστροφα. Ν κτι πο δν θ πρπει ποτ ν ξεχνμε, λλ τ ξεχνμε τσο συχν! Κα ς μν συγχουμε ποτ τ «συγχωρ» μ τ «ξεχν», οτε ν φανταστομε τι ατ τ δυ πνε μαζ. Οχι μνο δν προσιδιζει τ να στ λλο, λλ τ να ποκλεει τ λλο. Τ ν διαγρψουμε τ παρελθν χει πολ μικρ σχση μ τν οκοδομητικ, ερηματικ, καρποφρα συγχρεση· τ μνο πργμα πο πρπει ν ποβληθε, ν διαγραφε π τ παρελθν εναι τ δηλητρι του· πικρα, μνησικακα, ποξνωση· λλ χι νμνηση.

Η ληθιν συγχρηση ρχζει τ στιγμ πο τ θμα τς δικας, τς σκληρτητας, τς συκοφαντας, δχεται τν προσβολα πως εναι, γι τν λγο κα μνο τι πστρεψε. Οπως Ασωτος γις, το ποου πατρας δν ρχισε τς ρωτσεις, δν διεκδκησε τποτε, δν θεσε ρους προκειμνου ν τν πανεντξει στν οκογνεια. Η συγνμη το Θεο γνεται δικ μας π τ στιγμ πο Χριστς παρνει πνω Του τ φορτο κα λες τς συνπειες τς Πτσεως, ταν Υἱός το Θεο γνεται Ανθρωπος « ν πληγ ν» (Ησ. 52-53). Κα σγουρα χι φο πρτα γνουμε Αγιοι! Ο Θες εχε δη δσει τν φεση ταν επε· «Εμαι τοιμος ν πεθνω γι σνα· σ γαπ».

Ετσι κριβς ρχζει κα συγνμη μεταξ τν νθρπων. ᾿Εν σ μα οκογενειακ κρση πατιος πλς πιστρψει, κα, ετε π πολν γωισμ, ετε π περβολικ συστολ, ετε κμη κα π τ σφξιμο το φβου, παραμνει διστακτικς, λτρωσ του ρχζει π τ στιγμ πο οκογνει του το λει· «Μ μες ποτ δν πψαμε ν σ γαπμε· διξε τν φβο, σ γαπμε σ ττοιο σημεο πο ν πονμε! Τρα πο γρισες λα θ γιατρευτον». Γι κενον μλιστα πο χει τ δκιο εναι εκολο ν πε ατ τ λγια, πολ εκολτερο π’ σο γι κενον πο κανε τ λθος· λλ κα διτι πλευρ πο χει τ δκιο χει κι ατ να μρος τς εθνης γι τ ρξη, γι τν καβγ κα πρπει κα ατ ν πανορθσει. Δικ της πρπει ν εναι τ πρτο βμα πρς τ συμφιλωση. Θυμμαι ναν νδρα πο κατεχε κποιο ξωμα· ρθε κποτε ν μο πε τι νας φλος του, νθρωπος μ πνευματικ πιτεγματα χι μικρ, τν εχε προσβλει· «Ποις πρπει ν κνει τ πρτο βμα γι τ συμφιλωση», μ ρτησε. «Δν μπορ ν παντσω στν ρτησ σου», το επα, «πειδ δν μπορ ν παξω τν ρλο το δικαστ νμεσ σας, λλ να πργμα εναι ββαιο· ποιος εναι πι ποταπς, ατς θ περιμνει τν λλον ν κνει τ πρτο βμα». Ο πιφανς νδρας, χωρς ν πε τποτε, πγε κα συμφιλιθηκε μ τν φλο του. Η ματαιοδοξα κανε ατ πο οτε ταπενωση οτε σοφα οτε κμη κα πλ φιλα δν εχαν μπορσει ν πιτχουν. Τ λυπηρ… Πσο διαφορετικ ταν γενναιδωρη, γεμτη γπη, δωρεν συγνμη πο πρσφερε Πατρας στν Ασωτο γι του!

Ωστσο, συγχρηση δν ποτελε σ καμα περπτωση τ τλος λων τν προβλημτων· στ μακριν, ξνη χρα τς ρημις του, παραπεταμνος παραβτης, δν μπορε παρ ν πκτησε πωθητικος γι τν οκογνει του κα τος φλους του τρπους· μυρωδι τν χορων θ εχε γι καλ κολλσει πνω στ κορμ το σωτου γιο, κα ο συνθειες τς λλοπρσαλλης ζως δν μπορον ν ξαφανιστον μσα σ μι νχτα· θ πρπει ν τς ξεμθει σιγ σιγ, σως πολ πολ ργ· εναι πιθανν, σως ναπφευκτο ν χει χσει πολλος π τος κλεπτυσμνους τρπους το ρχικο του περιβλλοντος· θ πρπει ν τος ξαναβρε σιγ σιγ. Κα οκογνεια θ μπορσει ν τν πανεντξει, ν τν ναγεννσει κα ν τν συγχωρσει μνο στν βαθμ πο τ μλη της θ θυμονται (δν θ ξεχνον) τς δυναμες του, τ λαττματα το χαρακτρα του, τς κακς συνθειες πο πκτησε. Ν τ θυμονται χωρς μνησικακα, χωρς τ ασθημα τς περοχς, χωρς ντροπ, λλ μ τν πνο πο γενν συμπθεια, κενη συμπνοια πο κνει ν «περπερισσεει χρη κε που πλεονζει μαρτα». Μ θληση κα αστηρ ποφασιστικτητα ποτ ς μν ξεχσουν π τ πρπει γαπημνος ν προστατευθε π τ φυσικ του εθραυσττητα, π τν πκτητη δυναμα.

Διαφορετικ, κενος πο χει νγκη π τν αματικ κα προστατευτικ μας βοθεια θ ποβληθε σ συντριπτικ σχυρος πειρασμος κα θ γνει τ θμα μις τλειωτης, πικρς λληλοκατηγορας. Συγχωρ κα θτω π πιτρηση εναι δο πολ διαφορετικ πργματα. Συγχωρ σημανει δχομαι τν λλον «καθς Χριστς δξατο μς», σημανει «λλλων τ βρη βαστζετε», πως ᾿Εκενος βαστζει τ δικ μας, τ βρη το θματος κα τ βρη το νχου, γαπντας τος μν μ μα γπη χαρομενη, τος δ μ μα γπη θυσιαστικ, μ τ χαρ τς ατο-προσφορς.


Α
τς εναι τρπος το Θεο. Ο Σταυρς Του μαρτυρε τν πστη Του στ νθρπινο γνος κα στν κθε νθρωπο ξεχωριστ, τν κατβλητη λπδα Του. Ετσι θνατς Του γνεται ζω μας κα ᾿Ανστασ Του, δικ μας Αωνιτητα.

Ἀπό τό βιβλίο:

ΣΤΟ ΦΩΣ ΤΗΣ ΚΡίΣΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Ἐκδ. «Ἐν πλῷ»

https://www.imaik.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου