Κάποιος Κωνσταντίνος, άνθρωπος εξαιρετικά ευλαβής, κατοικούσε κοντά στην πόλη Αγκόνα και υπηρετούσε στον ναό του πρωτομάρτυρος Στεφάνου. Κάποτε που του τελείωσε το λάδι και δεν είχε τι να βάλει στις καντήλες, τις γέμισε με νερό, έβαλε ως συνήθως σε καθεμιά το φυτίλι, το άναψε, και έτσι το νερό έκαψε στις καντήλες όπως το λάδι.
Άκουσε και τι ταπείνωση είχε ο άνθρωπος αυτός. Επειδή η φήμη του είχε φτάσει πολύ μακριά εξαιτίας των θαυμάτων που μέσω αυτού έκανε ο Θεός, και πολλοί από διάφορα μέρη έτρεχαν για να τον δουν, ήρθε και κάποιος γεωργός από μακριά με σκοπό να τον δει.
Ο άγιος έτυχε τότε να πατά επάνω σε ξύλινο σκαμνί και να ετοιμάζει τις καντήλες· ήταν μάλιστα πολύ κοντός, αδύνατος και άσχημος. Καθώς λοιπόν ο γεωργός ζητούσε επίμονα να του δείξουν ποιος είναι ο ευλαβέστατος Κωνσταντίνος, οι παρόντες του τον έδειξαν.
Ο γεωργός, σαν να έκρινε την αρετή από την κατασκευή του σώματος, όταν τον είδε έτσι κοντό και αδύνατο, σκέφτηκε ότι δεν θα είναι αυτός, για τον οποίο είχε ακούσει ότι είναι μέγας. Όταν όμως άκουσε από πολλούς ότι στ’ αλήθεια αυτός είναι ο ευλαβής Κωνσταντίνος και όχι άλλος, τον σιχάθηκε για την εμφάνιση και τη σωματική του διάπλαση και είπε ειρωνικά: «Εγώ περίμενα να δω άνθρωπο, αυτός όμως τίποτε ανθρώπινο δεν έχει».
Όταν το άκουσε αυτό ο άνθρωπος του Θεού, παράτησε τις καντήλες και έτρεξε να φιλήσει τον γεωργό. Τον αγκάλιασε και άρχισε να τον φιλά με αγάπη και να λέει ότι του οφείλει πολλή ευγνωμοσύνη που έτσι μίλησε γι’ αυτόν. Του έλεγε δηλαδή: «Μόνο εσύ με βλέπεις με μάτια ανοιχτά».
Σκέψου λοιπόν, Πέτρε, πόση ταπείνωση είχε αυτός ο αξιοθαύμαστος άνθρωπος, ώστε τον γεωργό, ο οποίος τον σιχαινόταν, να τον αγαπήσει πιο πολύ. Γιατί τη διάθεση που κρύβει καθένας μέσα του, τη φανερώνει η προσβολή που του γίνεται εξωτερικά. Όπως οι υπερήφανοι χαίρονται με τις τιμές, έτσι και οι ταπεινόφρονες με τις προσβολές και τις καταφρονήσεις· και περισσότερο χαίρονται αν οι προσβολές τους συμβαίνουν μπροστά στα μάτια πολλών. Καθώς δηλαδή καταφρονούνται, βεβαιώνονται ότι είναι σωστή η γνώμη που είχαν οι ίδιοι για τον εαυτό τους, αφού και οι άνθρωποι τους θεώρησαν τέτοιους που και αυτοί θεωρούσαν τον εαυτό τους.
Από το βιβλίο: ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ, τόμος Β’, Υπόθεση Β’, σελ. 33.
Εκδόσεις Το Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 2003.
ΠΗΓΗ: paterikos.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου