Ο Αγιαννανίτης όσιος Σάββας ο εν Καλύμνω. (+ 1947). |
Ο άγιος Σάββας, ο εν Καλύμνω.
Ήμουν μικρό παιδί, όταν πήγαινα στο Παγκράτι, εις την
Ανάληψιν, το ι. Μετόχιον της ι. Μονής Σίμωνος Πέτρας, όπου ήτο ένας Πνευματικός
πατήρ Πανάρετος, Αγιορείτης, από τα Κατουνάκια. Αυτός είχε δύο Γεροντάδες, οι
οποίοι είχον φύγει από την Λαύρα του αγίου Σάββα του Ηγιασμένου εις την έρημον της
Παλαιστίνης, και επήγαν εις το Άγιον Όρος, στα Κατουνάκια, σε ένα
μονύδριον της Ζωοδόχου Πηγής. Ο πατήρ Πανάρετος άλλην εργασίαν δεν έκαμνε παρά
να διδάσκη την καρδιακήν προσευχήν. Όλη η Ελλάς ήρχετο εις τας Αθήνας και
εξωμολογείτο. Είχον φθάσει έως οκτώ χιλιάδες οι εξομολογηθέντες εις αυτόν. Κάθε
Σέββατον βράδυ έκαμνε Αγρυπνίαν, και ο τότε κόσμος Πειραιώς και Αθηνών,
διψασμένος από πνευματικά, επήγαινε εις
Αγρυπνίας.
Μίαν Κυριακήν, όπου ήτο εποχή θέρους, βλέπω έναν κοντόν
άνθρωπον ξανθογένη, ο οποίος εκάθητο όρθιος κάτω από τα πεύκα που ήσαν πίσω από
το ιερόν. Η ψυχή μου εσκίρτησε και ζήταγε κάτι από αυτόν τον Ιερομόναχον.
Επειδή όμως ήτο σιωπηλός εις το έπακρον, δεν ημπόρεσα να του ομιλήσω, όχι μόνον
εγώ, αλλά και οι λοιποί νέοι, που ήθελον να γίνουν καλόγεροι.
Ο μακαρίτης ο παπά Πανάρετος είχε έναν υποτακτικόν
Νικόδημον. Τον επλησίασα με μεγάλον σεβασμόν και τον ηρώτησα, τι άνθρωπος ήτο αυτός
ο ξανθογένης όπου εκάθητο πίσω από το ιερόν. Και μου είπεν, ότι είναι ο παπα
Σάββας από το Άγιον Όρος και γνωρίζει Αγιογραφία.
Ιδόντες την αρετήν του παπα Σάββα οι Πειραιώτες τον έπαιρναν εις τα σπίτια των και εξωμολογούντο.
Ελειτουργούσε δε κάθε ημέρα και ανέβαινεν στην Ανάληψιν, διότι, επειδή ήτο
μετόχι της ι. Μονής Σίμωνος Πέτρας, είχε Λειτουργίαν καθ’ ημέραν.
Πηγαίνων μετά ταύτα εις το Άγιον Όρος έμαθα εν ολίγοις, ποιος
ήτο ο μακαρίτης ο παπα Σάββας. Ότι η πατρίδα του ήτο η Μπουγάζα, στα στενά των
Δαρδανελλίων, και ότι ήλθεν στην Σκήτην της Άγίας Άννης και υποτάχθηκε στον
Γέροντα της Καλύβης της Κοιμήσεως της Θεοτόκου Γέρο Αυξέντιον, ο οποίος
ηργάζετο χουλιάρια (κουτάλια).
Ο παπα Σάββας είχεν την καρδιακήν προσευχήν, την οποίαν,
όταν ένας βιαστής την απολαύση διά της χάριτος του Τρισυποστάτου Θεού, όλα τα
αστοχεί και απαλλάσσεται διά της καρδιακής προσευχής και από τα αδιάβλητα πάθη
ακόμη, δηλαδή του ύπνου, της τροφής και της στέγης και του κρύου. Διότι σε
πολλά μέρη όπου επήγαινε ο τρισόλβιος ηργάζετο την αγιογραφίαν και από κανένα
άνθρωπο δεν ηκούσθη ότι έπαιρνεν χρήματα. Λειτουργίαν κάθε ημέρα και προπάντων
στην Ανάληψιν των Αθηνών και στο Μοναστήριον της Αιγίνης (του αγίου Νεκταρίου).
Δεν ηκούσθη αν ωμίλησε με άνθρωπων. Αλλά και πως να ομιλούσε
κατά την στιγμήν όπου ήταν εγκάτοικός του η Αγία Τριάς, ο Θεός ημών, εις την
οποίαν έλεγεν σύμφωνα με το Άσμα των Ασμάτων ότι: «Συ είσαι η γλυκύτης όλων των
ερωμένων υπό Σου, και επιθυμία ακόρεστος»!
Τους μυστικούς του αγώνας κανείς δεν τους εγνώριζεν. Αλλά ο
Πανάγαθος Θεός διά της αγιότητος, την οποίαν του εδώρησε, διδάσκει ημάς, ότι
κάθε άνθρωπος ‘οπου θα τον αγαπήση, θα του δωρήση την Βασιλείαν Του. Και το
σώμα που συναγωνίζεται, δεν επιτρέπει ο Θεός να δοθή βορά εις τους σκώληκας,
αλλά μένει αδιάφθορον, ίνα όταν το προσκυνήσωσιν με ευλάβειαν οι Χριστιανοί, να
λάβωσιν από Αυτόν το κάθε αίτημα τους, εάν είναι συμφέρον τους.
«Γεροντικαί ενθυμήσεις και διηγήσεις»