Τετάρτη 31 Ιουλίου 2019

Πως μπορούμε να πλησιάσουμε τον Θεό;

Διάκος Αγαθόνικος (κατόπιν π. Ακάκιος) στο κελί του στην Ι.Μ. Μεγάλου Σπηλαίου περίπου το 1959


«Εγγίσατε τω Θεώ, και εγγιεί υμίν. Καθαρίσατε χείρας αμαρτωλοί και αγνίσατε καρδίας, δίψυχοι» (Ιακ. 4, 8).
 Είναι ένα πάρα πολύ ωραίο χωρίο, αγαπητοί μου αυτό, είναι πάρα πολύ ωραίο χωρίο. Ότι έχει σχέση που μπορεί κανείς να είναι κοντά στον Θεό είναι πολύ ωραίο. «Εγγίσατε τω Θεώ, και εγγιεί υμίν». Πλησιάσετε το Θεό και θα σας πλησιάσει. Αυτό το πλησίασμα πως θα γίνει; Εμείς είμεθα εδώ εις την γη. Ο Θεός είναι στον ουρανό. Είναι τοπικό αυτό το πλησίασμα; Δηλαδή πρέπει να μικρύνουμε την απόσταση να πλησιάσουμε προς τον Θεό; Όχι, αγαπητοί μου, ο Θεός είναι πανταχού παρών. Δεν πρόκειται περί τοπικής προσεγγίσεως, αλλά περί τροπικής προσεγγίσεως. Πρέπει να βρούμε ένα τρόπο να προσεγγίσουμε γιατί ο Θεός είναι δίπλα μας. Αυτός ο τρόπος που πρέπει να βρούμε να προσεγγίσουμε είναι ποικίλος.

Ο πρώτος τρόπος είναι η προσευχή. Όταν κανείς προσεύχεται προσεγγίζει τον Θεό. Και αν κάνει μία καλή προσευχή, τότε προσεγγίζει πάρα πολύ τον Θεό. Τον προσεγγίζει τόσο πολύ, ώστε να αισθάνεται ότι ο Θεός, επιτρέψατέ μου να πω αυτή τη φράση, τη λέξη, χοροπηδάει μέσα μας. Χοροπηδάει δηλαδή αισθανόμαστε τόσο ζωντανή τη δική Του την παρουσία.

Μετά, αγαπητοί μου, από την προσευχήν άλλος τρόπος προσεγγίσεως του Θεού είναι η τήρηση των εντολών του Θεού. Όταν κανείς τηρεί τις εντολές του Θεού, τότε προσεγγίζει τον Θεόν.

Ένας τρίτος τρόπος προσεγγίσεως είναι όταν εκφράζουμε την ευγνωμοσύνη μας στο Θεό για όλες Του τις ευεργεσίες. Είναι μεγάλο κεφάλαιο αυτό, η ευγνωμονούσα ψυχή. Όταν κάποτε αισθανθείτε ότι ο Θεός σας ευεργέτησε και Του λέτε το ευχαριστώ σας και ανά πάσα στιγμή αισθάνεστε την ευεργεσία, αισθάνεστε πάλι τον Θεό μέσα σας. Αισθάνεστε αυτήν την προσέγγιση του Θεού, είναι μεγάλο πράγμα αυτό. Αλλά εάν όμως δεν περιοριστούμε μόνο στις ευεργεσίες που μας κάνει αυτές τις προσωπικές, μία θεραπεία από μία αρρώστιά μας ή διευθέτηση μίας υποθέσεώς μας, αλλά γενικές ευεργεσίες, όπως είναι η σωτηρία, όπως είναι όλη η Δημιουργία που μας έδωσε, όπως είναι αυτή η Βασιλεία Του. Όταν κανείς όλα αυτά τα πράγματα μπορεί να τα λογαριάζει, αισθάνεται μέσα του περίφημα, αισθάνεται προσέγγιση στον Θεόν. Είναι μεγάλο πράγμα να είναι κανείς ευγνώμων στον Θεό με την ευρεία σημασία της λέξεως και για κάθε τι ευρύ όχι μόνο για προσωπικά του θέματα.

Ακόμη, ένα τέταρτο σημείο είναι όταν αρχίσουμε να κατανοούμε τη σοφία του Θεού και την πρόνοιά του. Όταν κανείς μελετάει τη δημιουργία, που βλέπει κανείς τόσο έκδηλη τη σοφία μέσα στη δημιουργία, αλλά και τη φροντίδα του Θεού μέσα στη δημιουργία, και όταν ακόμη βλέπει την κατεξοχήν σοφία του θεού που είναι η Ενανθρώπισης. Και την κατεξοχήν πρόνοια του Θεού που είναι η φροντίδα Του για τη σωτηρία μας, τότε, όταν αυτά τα πράγματα τα νοιώθει, πάλι προσεγγίζει τον Θεό. Το αισθάνεται αυτό το πράγμα. Αυτά που λέμε δεν είναι ακαδημαϊκά, είναι πράγματα που τα ψηλαφά ο άνθρωπος μέσα.

Ένα πέμπτο σημείο είναι, όταν διαρκώς μετανοεί. Όταν μετανοεί για οτιδήποτε ανά πάσα στιγμή. Έχει δηλαδή πνεύμα μετανοίας, έχει μετάνοια πάντοτε. Δηλαδή πνεύμα ανά πάσα στιγμή επιστροφής, επιστροφή στον Θεό ανά πάσα στιγμή. Δεν μπορεί να λέγει ο άνθρωπος που αληθινά μετανοεί: «ά πήγα εξομολογήθηκα, τάρα είμαι εντάξει, έ ύστερα από κάνα μήνα, τρείς μήνες, ένα χρόνο θα ξαναπάω πάλι». Αυτό δεν είναι μετάνοια. Μετάνοια είναι να έχω πνεύμα μετανοίας. Να αισθάνομαι ανά πάσα στιγμή την επιστροφή μου στον Θεό, ανά πάσα στιγμή. Να αλλάζει η σκέψη μου, που στρέφεται και έλκεται προς τον κόσμο, και να γυρίζει στο Θεό ανά πάσα στιγμή. Αυτό λέγεται και μετάνοια, να αλλάξω νοοτροπία.

Και τέλος είναι, όταν είναι μέτοχος των Μυστηρίων του Θεού. Όλα εκείνα τα Μυστήρια που μου δίνει, προπαντός το Σώμα Του και το Αίμα Του. Όταν έτσι κινούμαι τότε μπορώ να λέγω ότι εγγίζω τον Θεό. Και τότε παρατηρείται το εξής θαυμάσιο. Λέγει ο λόγος του Θεού: «Εγγίσατε τω Θεώ και εγγιεί υμίν» και θα σας προσεγγίσει ο Θεός. Σκεφτείτε πόση είναι η απόσταση η τροπική απόσταση που πρέπει να διανύσουμε για να προσεγγίσουμε τον Θεό! Εμείς οι αμαρτωλοί, τον άγιον Θεόν. Εμείς οι πεπερασμένοι και κάτι περίπου στο τίποτα είμαστε, κοντά στο μηδέν, τον άπειρο Θεό. Σκεφτείτε πόσο μεγάλη η απόστασις, ασύλληπτη, ασύλληπτη για να προσεγγίσουμε το Θεό. Ο Θεός όμως έτσι και δεί να κάνουμε τα πρώτα βήματά μας για να τον προσεγγίσουμε, Τον βλέπουμε ολόθερμα να κινείται  να προσεγγίσει Εκείνος εμάς. Αρκεί να δει το ξεκίνημά μας. Είναι τόσο μεγαλειώδες αυτό! Και βλέπετε, μόνο γιατί κανείς θα στραφεί προς τον ουρανό, στέλνει τον Υιό Του και ενανθρωπίζεται και γίνεται άνθρωπος να μας προσεγγίσει. Όλη την απόσταση, την, δεν λέγω τοπική, πάντα τροπική την καλύπτει ο Θεός με αυτή την ίδια την ενανθρώπιση. Και έρχεται και μας αγκαλιάζει. Θυμηθείτε την παραβολή του ασώτου υιού. Ο υιός ο άσωτος γυρίζει. Ο πατέρας τον αγκαλιάζει. Η απόσταση προσεγγίσεως είναι πολύ μεγάλη, γιατί υπήρξε ένας άσωτος, ένα παλιόπαιδο ο νεότερος υιός, ένα αληθινά παλιόπαιδο. Ο πατέρας όμως είναι έτοιμος να τον αγκαλιάσει, γιατί βλέπει το παιδί του να γυρίζει πίσω. Αυτό είναι όλο.

Και πως ακριβώς μπορούμε να αισθανόμεθα ότι ο Θεός έρχεται να μας συναντήσει; Ή να,  με το να μας δημιουργήσει μία κοινωνία, να αισθανθούμε την κοινωνία Του. Αυτή την κοινωνία Του, όταν την αισθανθούμε, τότε λέμε εκείνο που λέγει ο απόστολος Παύλος «αββά ο πατήρ». Αββά ο Πατήρ είναι η ίδια λέξη, αλλά εκφέρεται εβραϊκά και ελληνικά, Αββά θα πει Πατήρ. Γιατί το λέγει με δύο γλώσσες ο απόστολος Παύλος αυτό το «Πατέρας», το λέγει για τονισμό, για βαθυτέρα κατανόηση. Όταν πούμε από τα φυλλοκάρδια μας τον Θεόν Πατέρα, έχουμε την αίσθηση της κοινωνίας της δικής Του Γιατί μόνο ο άνθρωπος που έχει τον πατέρα του δίπλα και τον νοιώσει, μπορεί να αισθάνεται την ασφάλεια του πατέρα του. Είναι λοιπόν αυτό το αίσθημα της κοινωνίας του Θεού που εκφράζεται με το να πούμε το Θεό Πατέρα. Ο Θεός είναι ο πατέρας μου, θα με αφήσει; Δεν θα με αφήσει. Θα με εγκαταλείψει; Δεν θα με εγκαταλείψει. Λέγει ο ίδιος ο Θεός: Ποια μάνα εγκατέλειψε το παιδί της και να σε εγκαταλείψω Εγώ; Και αν η μάνα, λέγει, εγκαταλείψει το παιδί της, γιατί υπάρχει η περίπτωση μίας κακής μάνας, και αν η μάνα εγκαταλείπει το παιδί της, Εγώ λέει, διά του προφήτου στην Παλαιά Διαθήκη, Εγώ ποτέ! Όταν έτσι αισθανθεί ο άνθρωπος, τότε να η προσέγγισης του Θεού, αισθάνεται αυτή την κοινωνία του Θεού.

Αλλά αισθάνεται και κάτι άλλο, αισθάνεται την χάρη του Θεού. Τώρα αν με ρωτήσετε τι ακριβώς είναι η χάρις του Θεού, δεν μπορώ να σας απαντήσω. Όπως ακριβώς, αν σας πω ότι μου έφεραν από ένα εξωτικό νησί ένα φρούτο, δεν ξέρω το όνομά του (υπόθεση κάνω, δεν έγινε το πράγμα αυτό) και το έφαγα και ήτανε πολύ ωραίο και σείς με ρωτάτε τι γεύση είχες;  Προσπαθώ να προσδιορίσω τη γεύση του, αλλά είναι μια άλλη γεύση, μια ξωτική γεύση, που δεν μπορώ να σας την περιγράψω, δεν περιγράφεται. Θα πρέπει να το δοκιμάσετε και εσείς, να πείτε έτσι ακριβώς είναι. Η χάρις του Θεού δεν περιγράφεται. Αν μπορούσε ένας που τη νοιώθει τη Χάρη του Θεού να την μεταδώσει στον άλλον, τότε θα ήτανε πολύ εύκολο και ο άλλος να αρχίσει να την απολαμβάνει. Δεν περιγράφεται. Για να φτάσω να έχω τη χάρη του Θεού, θέλει μια διαδικασία. Θέλει χρόνο, θέλει πολύ χρόνο. Είναι προσωπικό απόκτημα. Είναι προσωπικό αίσθημα. Όχι υποκειμενικό, προσωπικό. Δεν είναι μία κατάσταση που εγώ αισθάνομαι εξ υποκειμένου, έτσι που να λέμε ά ξέρω ‘γω είσαι συναισθηματικός τύπος και ευαίσθητος και λοιπά. Όχι υποκειμενικά με αυτή την έννοια ή ψυχολογικά, αλλά προσωπικά αισθάνεται κανείς τη χάρη του Θεού. Και απόδειξη ότι η δομή του ανθρώπου δεν αλλάζει. Είναι αυτός που είναι. Αυτή η ίδια η ψυχολογία του, η ιδιοσυγκρασία του, άλλοτε να χάνει τη χάρη του Θεού και άλλοτε να την έχει που σημαίνει ότι δεν είναι ένα θέμα υποκειμενικό, ένα θέμα της δομής του, αλλά ένα θέμα προσωπικό. Δεν μεταφέρεται λοιπόν η περιγραφή, δε λέγεται τίποτα, γι’ αυτό είναι προσωπική γεύση.

Ακόμα αισθάνεται ότι ο Θεός τον πλησιάζει και με κάτι άλλο, με τα χαρίσματα. Είναι όταν πηγαίνουμε σε μία επίσκεψη, πάμε με τα δώρα μας, δεν πάμε με άδεια χέρια. Λέγει μάλιστα ο Θεός στην Παλαιά Διαθήκη: «όταν θα έρχεσαι στο ναό μου, δεν θα εμφανιστείς μπροστά μου με άδεια χέρια». Είναι μια έτσι πολλή λεπτή θα λέγαμε θέσης αυτή και πολλή ψυχολογημένη. Αλήθεια να το προσέξουμε αυτό το πράγμα. Πουθενά, ποτέ δεν πρέπει κάπου να πηγαίνετε, σε ένα συγγενή σας, τη μάνα σας, τον πατέρα σας, σε φίλο σας, οπουδήποτε και να μην πάτε κάτι, ένα κάτι. Αυτό είναι πολύ σπουδαίο. Εάν ο Θεός μας λέγει ότι δεν πρέπει να εμφανιστούμε μπροστά Του με άδεια χέρια, και εν προκειμένω είναι το πρόσφορό μας στην Καινή Διαθήκη, πόσο περισσότερο όταν ο Άπειρος Θεός έρχεται Εκείνος σ’ εμάς, δεν θα κουβαλάει τα δώρα Του; Και τα δώρα Του είναι τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. «Ο δε καρπός του Πνεύματος, λέει ο απόστολος Παύλος , είναι η πίστις, η αγάπη, η χαρά, η ειρήνη, η χρηστότης, η μακροθυμία και λοιπά». Όλα αυτά είναι ο καρπός του Αγίου Πνεύματος, τα δώρα του Αγίου Πνεύματος. Και ο άνθρωπος ο οποίος κάνει προσπάθεια να προσεγγίσει τον Θεό, αισθάνεται ότι τον προσεγγίζει ο Θεός με τα δώρα Του. Είναι πραγματικά μία υπέροχη θέση αυτή!!!

ΠΗΓΗ: «ΛΟΓΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΑΝΟΙΑ» π. ΑΘΑΝΑΣΊΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου