Κυριακή 2 Μαΐου 2021

Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Ἀληθῶς Ἀνέστη»

 

πλάνη πάντα ατοκαταστρέφεται καί, παρόλο πο δν τ θέλει, στηρίζει σ λα τν λήθεια.

Πρόσεξε: πρεπε ν᾿ ποδειχθε τι Χριστς πέθανε κα τάφηκε κα ναστήθηκε.

, λοιπν λα ατ τ κατοχυρώνουν ο διοι ο χθροί!

φ᾿ σoν φραξαν μ τν βράχο κα σφράγισαν κα φρούρησαν τν τάφο, δν ταν δυνατ ν γίνει καμία κλοπή.

φο μως δν γινε κλοπ κα ν τούτοις τάφος βρέθηκε δειος, εναι λοφάνερο κα ναντίρρητο τι ναστήθηκε. Εδες πς κα μ θέλοντας στηρίζουν τν λήθεια;

λλ κα πότε θ τν κλεβαν ο μαθηταί; Τ Σάββατο;

Μ φο δν πιτρεπόταν π τν νόμο ν κυκλοφορήσουν. Κι ν ποθέσουμε τι θ παραβίαζαν τν νόμο το Θεο,

πς θ τολμοσαν ατο ο τόσο δειλο ν βγον ξω π᾿ τ σπίτι;

Κα μ ποο θάρρος θ ριψοκινδύνευαν γι να νεκρό;

Προσμένοντας ποία νταπόδοση; Ποία μοιβή;

Κα στ᾿ λήθεια, πο στηρίζονταν;

Στ δεινότητα το λόγου τους;

λλ ταν π᾿ λους μαθέστεροι.

Στ πολλά τους πλούτη;

λλ δν εχαν οτε ραβδ οτε ποδήματα.

Μήπως στν νδοξη καταγωγή τους;

λλ ταν ο σημότεροι το κόσμου.

Μήπως στ πλθος τους;

λλ δν ξεπερνοσαν τος νδεκα, πο κι ατο σκόρπισαν.

ν κορυφαος τους φοβήθηκε τν λόγο μις γυναίκας θυρωρο κι λοι ο λλοι,

ταν εδαν τν Διδάσκαλό τους δεμένο,

σκόρπισαν κα διαλύθηκαν,

πς θ τος περνοσε κν π᾿ τν νο ν τρέξουν στ πέρατα τς οκουμένης κα ν φυτέψουν πλαστ κήρυγμα ναστάσεως;

φο φοβήθηκαν τ γυναικεία πειλ κα τ θέα μόνο τν δεσμν, πς θ μποροσαν ν τ βάλουν μ βασιλες κα ρχοντες κα λαούς, που ξίφη κα τηγάνια κα καμίνια κα μύριοι θάνατοι κάθε μέρα, ν δν εχαν πολαύσει κα οκειοποιηθε τ δύναμη κα τν λξη το ναστάντος;

λλ γι᾿ ατ πρέπει ν πανέλθουμε.

ς ξαναρωτήσουμε μως τώρα τος βραίους:

Πς κλεψαν τ σμα το Χριστο ο μαθηταί, νόητοι;

πειδ λήθεια εναι λαμπρ κα λοφάνερη, τ ουδαϊκ ψέμα δν μπορε οτε σν σκιά, ν σταθε.

Πς θ τ κλεβαν, πο εχαν τν ποψία κα γρυπνοσαν κα πρόσεχαν;

Μ κα γι ποο λόγο θ τ κλεβαν;

Γι ν πλάσουν τ δόγμα τς ναστάσεως;

Κα πς τος ρθε ν πλάσουν κάτι τέτοιο ατο ο δειλοί;

Κα πς κύλησαν τν σφαλισμένο βράχο;

Πς ξέφυγαν π τόσους γρυπνους κι γριους φρουρούς;

Πρόσεξε μως πς μ σα κάνουν ο βραοι πιάνονται πάντα στ δια τους τ δίχτυα.

Νά, ν δν πήγαιναν στν Πιλάτο κι ν δν ζητοσαν τν κουστωδία, πι εκολα θ μποροσαν ν λένε τέτοια ψεύδη ο διάντροποι.

Μ τώρα χι.

(πρχε κουστωδία. Κανες δν μποροσε ν γλιτώσει π᾿ τν γρυπνη προσοχή της κι π᾿ τ ξίφη της).

Κι πειτα γιατί ν μν κλέψουν τ σμα νωρίτερα;

σφαλς ν εχαν σκοπ ν κάνουν κάτι τέτοιο,

θ τ καναν ταν δν φρουρετο τάφος,

τότε πο ταν κα κίνδυνο κα σίγουρο, δηλ. τν πρώτη νύχτα- γιατ τ Σάββατο πγαν ο βραοι στν Πιλάτο κα ζήτησαν τν κουστωδία κα φρούρησαν τν τάφο, ν, τν πρώτη νύχτα δν ταν κανένας κε.

Κα τί γυρεύουν στ δαφος τ σουδάρια ποτισμένα μ τ σμύρνα, πο βρκαν, τυλιγμένα μάλιστα, Πέτρος κα ο λλοι πόστολοι;

Εχε πάει πρώτη Μαγδαλην Μαρία.

Κι ταν γύρισε κα νήγγειλε τ θαυμαστ συμβάντα στος πόστολους, κενοι χωρς καθυστέρηση τρέχουν μέσως στ μνημεο κα βλέπουν κάτω τ θόνια.

Ατ ταν σημεο ναστάσεως.

Γιατί ν θελαν κάποιοι ν τν κλέψουν,

δν θ τν κλεβαν βέβαια γυμνό.

Ατ θ ταν χι μόνο τιμωτικ λλα κα νόητο.

Δν θ κοίταζαν ν ξεκολλήσουν τ σουδάρια,

ν τ τυλίξουν μ πιμέλεια κα ν τ βάλουν τακτοποιημένα σ᾿ να μέρος.

λλ τί θ καναν;

Θ᾿ ρπαζαν πως-πως τ σμα κα θφευγαν γρήγορα.

Γι᾿ ατ λλωστε προηγουμένως Εαγγελιστς ωάννης επε τι τν θαψαν μ πολλ σμύρνα πο κολλάει τ θόνια πάνω στ σμα, πως τ μολύβι τ μέταλλα, κα δν ταν καθόλου εκολο ν ξεκολλήσουν στε ταν κούσεις τι τ σουδάρια βρέθηκαν μόνα τους, ν μν νεχθες κείνους πο λένε τι κλάπη. θ πρέπει ν ταν βέβαια πολ λίθιος κλέφτης, στε ν σπαταλήσει γι να περιττ πράγμα τόση προσπάθεια.

Γι ποο σκοπ θ᾿ φηνε τ σουδάρια;

Κα πς ταν δυνατ ν ξεφύγει τν ρα πο θ κανε ατη τν ργασία;

Γιατ σφαλς θ δαπανοσε πολ χρόνο κα ταν φυσικ καθυστερώντας ν συλληφθε π᾿ ατοφώρ.

λλ κα τ θόνια γιατί κείτονται χωριστ κα χωριστ τ σουδάριο, τυλιγμένο μάλιστα;

Γι ν βεβαιωθες τι δν ταν ργο βιαστικν οτε νήσυχων κλεφτν τ ν τοποθετήσουν χωριστ κενα κα χωριστ τοτο τυλιγμένο.

Κι π δ λοιπν ποδεικνύεται πίθανη κλοπή.

λλωστε κα ο διοι ο βραοι τ σκέφθηκαν λα ατ κα γι᾿ ατ δωσαν χρήματα στος φρουρος λέγοντας: «Πετε σες πς τν κλεψαν, κι μες θ τ κανονίσουμε μ τν γεμόνα».

ποστηρίζοντας τι ο μαθητα τν κλεψαν πικυρώνουν κα μ᾿ ατ πάλι τν νάσταση, γιατ τσι μολογον πάντως τι τ σμα δν ταν κε.

ταν μως ατο ο διοι βεβαιώνουν τι τ σμα δν ταν κε, ν πα τν λη μερι κλοπ ποδεικνύεται ψευδς κα πίθανη π τ σχολαστικ φρούρηση κα τς σφραγίδες το τάφου κα τ θόνια κα τ σουδάριο κα τ δειλία τν μαθητν, ναμφισβήτητα προβάλλει κα π τ δικά τους τ λόγια πόδειξη τς ναστάσεως.

Ρωτνε μως πολλοί: Γιατί μόλις ναστήθηκε ν μ φανερωθε μέσως στος ουδαίους;

Ατς λόγος εναι περιττός.

ν πρχε λπίδα ν τος λκύσει στν πίστη, δν θ᾿ μελοσε ν φανερωθε σ λους.

λλ τι δν πρχε τέτοια λπίδα τ πέδειξε νάσταση το Λαζάρου: ν κα ταν δη τέσσερις μέρες νεκρς κα εχε ρχίσει ν μυρίζει κα ν σαπίζει, τν νέστησε μπροστ στ μάτια λων. Παρ τατα, χι μόνο δν λκύστηκαν στν πίστη, λλ κα ξαγριώθηκαν ναντίον το Χριστο, στε θελαν ν σκοτώσουν κι Ατν κα τν Λάζαρο.

φο λοιπν λων νάστησε κα χι μόνο δν πίστεψαν, λλ κα ξαγριώθηκαν ναντίον του, ν διος μετ τν νάσταση το τος φανερωνόταν, δν θ ξαγριώνονταν πολ περισσότερο τυφλωμένοι π τ μίσος κα τν πιστία τους;

λλ γι ν᾿ φοπλίσει τν πιστο π κάθε μφιβολία, χι μόνο σαράντα λόκληρες μέρες μφανιζόταν στος μαθητές του κα τρωγε μάλιστα μαζί τους, λα παρουσιάσθηκε κα σ πάνω π πεντακόσιους δελφούς, δηλ. σ πλθος λόκληρο. Στ Θωμ μάλιστα πo δυσπιστοσε, δειξε τ σημάδια π᾿ τ καρφι κα τ τραμα π᾿ τ λόγχη.

Κα γιατί, λένε, ν μν κάνει μετ τν νάσταση το μεγάλα κι ντυπωσιακ θαύματα, λα μόνο φαγε κα πιε; Γιατ ατ καθ᾿ αυτ νάσταση ταν τ μέγιστο θαμα, κα πι σχυρ πόδειξη τς ναστάσεως ταν τι φαγε κα πιε.

Μά, γι σκέψου, ν ο πόστολοι δν βλεπαν τν Χριστ νασταντα, πς τος ρθε ν φαντασθον τι θ κυριέψουν τν οκουμένη; Μήπως τρελάθηκαν στε ν νομίζουν τι θ κατόρθωναν κάτι τέτοιο; ν μως ταν στ λογικά τους, πως δειξαν κα τ πράγματα, πώς, χωρς ξιόπιστα χέγγυα π τος ορανος κα χωρς θεία δύναμη, πώς, πές μου, θ᾿ ποφάσιζαν ν βγον σ τόσους πολέμους, ν τ βάλουν μ στερις κα θάλασσες καί, δώδεκα λοι κι λοι, ν᾿ γωνισθον μ τόση γενναιότητα γι ν μεταβάλουν λης της οκουμένης τ θνη, πο ταν π τόσα χρόνια νέκρα π᾿ τν μαρτία;

Κα ν κόμη ταν νδοξοι κα πλούσιοι κα δυνατο κα μορφωμένοι, οτε τότε θ ταν λογικ ν ξεσηκωθον γι τόσο μεγαλεπήβολα σχέδια. λλ πιτέλους θ εχε κάποιο λόγο προσδοκία τους. Ατο μως εχαν περάσει τ ζω τος λλοι στς λίμνες, λλοι κατασκευάζοντας σκηνς κι λλοι στ τελωνεα. π᾿ ατ τ παγγέλματα δν πάρχει σχεδν τίποτε πι χρηστο κα γι τ φιλοσοφία κα γι ν πείσεις κάποιον ν σκέπτεται νώτερα, ταν μάλιστα δν χεις ν το πιδείξεις νάλογο προηγούμενο. Πόσο μλλον πο ο πόστολοι, χι μόνο δν εχαν νάλογα παραδείγματα π᾿ τ παρελθόν, τι θ πικρατήσουν, λλ ντίθετα εχαν παραδείγματα, κα μάλιστα πρόσφατα, τι δν θ πικρατήσουν.

Εχαν πιχειρήσει πολλο ν εσαγάγουν καινούργιες διδασκαλίες, λλ πέτυχαν. Κι χι μ δώδεκα νθρώπους, μ μ πολ πλθος. Θευδς κι ούδας π.χ. χοντας λόκληρες μάζες νθρώπων χάθηκαν μαζ μ τος παδούς των.

φόβος κενος θ ταν ρκετς ν τος διδάξει. λλ ς ποθέσουμε τι περίμεναν ν κυριαρχήσουν. Μ ποις λπίδες θ μπαιναν σ τέτοιους κινδύνους, ν δν πέβλεπαν στ μέλλοντα γαθά;

Τί κέρδος προσδοκοσαν μ τ ν δηγήσουν λους στν μ ναστάντα, καθς σχυρίζονται ο χθροί;

ν τώρα νθρωποι πο πίστεψαν στ βασιλεία τν ορανν κα στ μέτρητα γαθ δύσκολα δέχονται ν κινδυνέψουν, πς κενοι θ πέμεναν τ πάνδεινα ματαίως μλλον γι κακό τους; Γιατί ν δν γινε νάσταση, πο γινε, κι Χριστς δν νέβηκε στν ορανό, τότε προσπαθώντας ν τ πλάσουν λα ατ κα ν πείσουν τος λλους, μελλαν πωσδήποτε ν προκαλέσουν τν ργ το θεο κα ν περιμένουν μύριους κεραυνος π᾿ τν ορανό.

 

λλωστε κι ν κόμη εχαν μεγάλη προθυμία ταν ζοσε Χριστός, θ σβηνε μόλις πέθανε. ν δν τν βλεπαν ναστημένο, τί θ ταν καν ν τος βγάλει σ᾿ κενο τν πόλεμο; ν δν εχε ναστηθε, χι μόνο δv θ ριψοκινδύνευαν γι᾿ ατόν, μ θ τν θεωροσαν πατενα: τος εχε πε «μετ τρες μέρες θ᾿ ναστηθ» κα τος ποσχέθηκε τ βασιλεία τν ορανν. τος επε τι φο λάβουν τ γιο Πνεμα θ κυριαρχήσουν στν οκουμένη κι κόμη τόσα λλα περφυσικ κα οράνια. ν τίποτε π᾿ ατ δν γινόταν, σο κι ν τν πίστευαν ζωντανό, πεθαμένο δν θ τν πάκουαν φυσικά, ν δν τν βλεπαν ναστάντα.

Κα μ τ δίκιο τους, γιατί θ λεγαν: «Μετ τρες μέρες», μς επε, «θ᾿ ναστηθ», κα δν ναστήθηκε. ποσχέθηκε ν μς στείλει Πνεμα γιο, κα δν τ στειλε. Πς λοιπν ν τν πιστέψουμε γι τ μέλλοντα, φο διαψεύδονται τ παρόντα;

λλ γι πές μου, σ παρακαλ, γι ποο λόγο, χωρς ν᾿ ναστηθε, κήρυτταν τι ναστήθηκε; Γιατί, λέει, τν γαποσαν. Μ τ λογικ θ ταν ν τν μισον τώρα, πειδ τος ξαπάτησε κα τος πρόδωσε. ν τος ξεμυάλισε μ χίλιες δυ λπίδες κα τος χώρισε π᾿ τ σπίτια τους κι π᾿ τος γονες τους κι π᾿ λα κα ξεσήκωσε κι λόκληρο τ ουδαϊκ θνος ναντίον τους, στερα τος πρόδωσε. Κι ν μν ταν π δυναμία, θ τν συγχωροσαν. Τώρα μως ταν σωστ κακούργημα: πρεπε ν τος εχε πε τν λήθεια κα χι ν τος ποσχεθε τν ορανό, φο ταν θνητός.

στε λοιπν ταν φυσικ ν κάνουν τ ντελς ντίθετο: Ν κηρύττουν τν πάτη κα ν τν λένε πατεώνα κα μάγο. τσι θ γλίτωναν κι π τος κινδύνους κι π τος πολέμους τν ντίπαλων. λοι ξέρουν τι ο ουδαοι ναγκάστηκαν ν δωροδοκήσουν τος στρατιτες, γι ν πον τι κλεψαν τ σμα ν λοιπν πήγαιναν ο διοι ο μαθητα κι λεγαν, «μες τ κλέψαμε, δν ναστήθηκε», πόσες τιμς δν θ᾿ πολάμβαναν; στε ταν στ χέρι τους κα ν τιμηθον κα ν στεφανωθον! , λοιπν δν ναρωτιέσαι γιατί ν᾿ νταλλάξουν λα ατ μ τς τιμίες κα τος κινδύνους, ν δν ταν μία θεία δύναμη πο τος βεβαίωνε, δυνατότερη π᾿ λα ατ τ γήινα γαθά;

 

Κι ν μ λα ατ δν σ πείσαμε, σκέψου κα τοτο: στω τι δν εχε γίνει νάσταση. Κι ν κόμη ο πόστολοι ταν ποφασισμένοι ν διδάξουν τν κόσμο, π᾿ οδεν λόγ θ κήρυτταν στ νομά του. Γιατ εναι γνωστό, πς λοι μας δν θέλουμε οτε τ νόματα ν᾿ κούσουμε, σων μς ξαπάτησαν. λλωστε γιατί θ διατυμπάνιζαν τ νομά του; λπίζοντας ν πικρατήσουν μ᾿ ατό; Μ θ πρεπε ν περιμένουν τ ντίθετο, γιατ κι ν μελλαν ν κυριαρχήσουν θ χάνονταν φέρνοντας στ μέση τ νομα νς πατενα.

ς θυμηθομε ξ λου τι γάπη τν μαθητν πρς τν Διδάσκαλο, ν ζοσε κόμη, μαραινόταν σιγ-σιγ π᾿ τν φόβο το πικείμενου μαρτυρίου. ταν τος προανήγγειλε τ δειν πο θ᾿ κολουθοσαν κα τν σταυρό, πάγωσαν π᾿ τν φόβο τους κι σβησαν τελείως. νας μάλιστα δν θελε οτε κν ν τν κολουθήσει στν ουδαία, πειδ κουσε γι κινδύνους κα γι θανάτους. ν μαζ μ τν Χριστ φοβόταν τν θάνατο, χωρς ατν κα τος λλους μαθητάς, μόνος δηλαδή, πς θ᾿ ποτολμοσε;

π πλέον: Πίστευαν τι θ πεθάνει μέν, λλ θ᾿ ναστηθε κι μως πέφεραν τόσο. ν δν τν βλεπαν ναστημένο, πς δν θ ξαφανίζονταν κα δν θ ζητοσαν ν᾿ νοίξει γ ν τος καταπιε π᾿ τν πελπισία τους γι τν πάτη κι π᾿ τ φρίκη γι τ περχόμενα; Θ᾿ ντιμετώπιζαν τώρα τν κατακραυγ γι τν διαντροπιά τους. Τί θ εχαν ν πoν; Τ πάθος τ ξερε λος κόσμος: Τν κρέμασαν σ ψηλ κρίωμα, ταν μέρα μεσημέρι, μέσα στν πρωτεύουσα κα στν πι μεγάλη γιορτ πο κανένας δν ταν δυνατ ν᾿ πουσιάζει.

Τν νάσταση μως δν τν εδε κανες π᾿ τος λλους. Κι ατ δν ταν μικρ μπόδιο γι ν τος πείσουν. Πς λοιπν θ μποροσαν ν βεβαιώσουν στερι κα θάλασσα γι τν νάσταση; Κα γιατί, πές μου, φο σνει κα καλ θελαν ν τ κάνουν ατό, δν γκατέλειπαν τν ουδαία μέσως, ν πνε στς ξένες χρες; λλ δν θαυμάζεις τι πεισαν πολλος κα μέσα στν ουδαία;

Εχαν τν τόλμη ν παρουσιάσουν τ τεκμήρια τς ναστάσεως στος διους τους φονες, σ᾿ κείνους πο τν σταύρωσαν κα τν θαψαν, στν δια τν πόλη που ποτολμήθηκε τ φοβερ κακούργημα. στε κα λοι ο ξω ν᾿ ποστομωθον. Γιατ ταν ο «σταυρώσαντες» γίνονται «πιστεύσαντες», τότε κα παρανομία τς σταυρώσεως βεβαιώνεται κα λάμπει πόδειξη τς ναστάσεως.

Γι ν λκύονται μως τ πλήθη σημαίνει πς ο μαθητα καναν θαύματα. ν μως δν ναστήθηκε κα μένει νεκρός, πς ο πόστολοι θαυματουργοσαν στ νομά του; Πς πάλι, ν δν καναν θαύματα, πειθαν; Κα ν μν καναν -κα βεβαίως καναν- εχαν θεο δύναμη. ν μως δν καναν κα ν τούτοις κυριαρχοσαν παντο, θ ταν κόμη πι ξιοθαύμαστο. θ ταν τ μέγιστο θαμα, ν χωρς θαύματα διέσχιζαν κα κυρίευαν τν οκουμένη δώδεκα φτωχο κα γράμματοι νθρωποι. σφαλς οτε μ τ πλούτη οτε μ τ σοφία τους πεκράτησαν ο ψαράδες. στε κα χωρς ν θέλουν κηρύττουν τι μέσα τους νεργοσε θεία δύναμη τς ναστάσεως. Γιατ εναι τελείως δύνατο νθρώπινη δύναμη ν κατορθώσει ποτ τέτοια κπληκτικ πράγματα.

Προσέξτε μ πολ δ, γιατί ατ εναι ναμφισβήτητες ποδείξεις τς ναστάσεως. Γι᾿ ατ κα θ παναλάβω πάλι: ν δν ναστήθηκε, πς γιναν ργότερα στ νομά του μεγαλύτερα θαύματα; Κανες βέβαια δν κάνει μετ τν θάνατό του μεγαλύτερα θαύματα π᾿ σα ταν ζοσε. ν δ μετ τν θάνατο το Χριστο γίνονται θαύματα μεγαλύτερα κα κατ τν τρόπο κα κατ τ φύση: Κατ τ φύση ταν μεγαλύτερα, γιατί ποτ σκι το Χριστο δν θαυματούργησε. ν ο σκις τν ποστόλων καναν πολλ θαύματα. Κατ τν τρόπο πάλι ταν μεγαλύτερα, πειδ τότε μν διος Κύριος πρόσταζε κα θαυματουργοσε. Μετ τ Σταύρωση μως κα τν νάστασή του ο δολοι του πικαλούμενοι πλς τ σεβάσμιο κα γιο νομά του μεγαλύτερα κα κπληκτικότερα πιτελοσαν. τσι δοξαζόταν κι κτινοβολοσε πι πολ δύναμή του.

 

Γι᾿ ατ ο γιοι Πατέρες ρισαν ν διαβάζονται μέσως μετ τν σταυρ κα τν νάστασή του, ο «Πράξεις» πο περιγράφουν τ θαύματα τν ποστόλων κα κατ᾿ ξοχν πικυρώνουν τν νάσταση, γι ν χουμε σαφ κα ναμφισβήτητη τς ναστάσεως τν πόδειξη: Δν τν εδες ναστάντα μ τ μάτια το σώματος; λλ τν βλέπεις μ τ μάτια τς Πίστεως. Δν τν εδες μ τ «μματα» τοτα; Θ τν δες μ τ θαύματα κενα. Τν θαυμάτων πίδειξη σ χειραγωγε στς ναστάσεως τν πόδειξη.

Θέλεις μως ν δες κα τώρα θαύματα; Θ σο δείξω. Κα μάλιστα πι μεγάλα π᾿ τ προηγούμενα: χι να νεκρ ν᾿ νασταίνεται, χι να τυφλ ν ξαναβλέπει, λλ τ γ λόκληρη ν γκαταλείπει τ σκοτάδι τς πλάνης.

Μεγίστη πόδειξη τς ναστάσεως εναι τι σφαγμένος Χριστς δειξε μετ τν θάνατο τόση δύναμη, στε πεισε τος ζωντανος ν περιφρονήσουν κα πατρίδα κα σπίτι κα φίλους κα συγγενες κα τν δια τ ζωή τους γι χάρη του κα ν προτιμήσουν μαστιγώσεις κα κινδύνους κα θάνατο. Ατ δν εναι κατορθώματα νεκρο κλεισμένου στν τάφο, λλ ναστημένου κα ζωντανο.

Πρόσεξε παρακαλ: Ο πόστολοι, ταν μν ζοσε Διδάσκαλος π τν φόβο τος τν πρόδωσαν κι ξαφανίσθηκαν λοι. Πέτρος μάλιστα τν ρνήθηκε μ ρκο τρες φορές. ταν μως πέθανε Χριστός, ατς πο τν ρνήθηκε τρες φορς κα πανικοβλήθηκε μπροστ σ μίαν πηρετριούλα, τόσο πότομα λλαξε, στε ν᾿ ψηφήσει λόκληρο λα κα μέσ᾿ στ μέση του ουδαϊκο χλου ν διακηρύξει τι σταυρωθες κα ταφες ναστήθηκε κ νεκρν τν τρίτη μέρα κα τι νέβηκε στ οράνια. Κα τ κήρυξε λα ατ χωρς ν πολογίσει τ φοβερ μανία τν χθρν κα τς συνέπειες.

Πο βρκε ατ τ θάρρος; Πο λλο, παρ στν νάσταση. Τν εδε κα συνομίλησε μαζί του κα κουσε γι τ μέλλοντα γαθά, κι τσι λαβε δύναμη ν πεθάνει γι᾿ Ατν Κα ν σταυρωθε μ τν κεφαλ πρς τ κάτω. Τ ξόχως σπουδαο εναι τι χι μόνο Πέτρος κα Παλος κα ο λοιπο πόστολοι, λλα, κα γνάτιος, πο οτε κν τν εδε οτε πόλαυσε τ συντροφιά του, δειξε τόση προθυμία γι χάρη του, στε γι᾿ Ατν πρόσφερε θυσία τ ζωή του. Κα μόνο γνάτιος κα ο πόστολοι; Κα γυνακες καταφρονον τν θάνατο, πού, πρν ναστηθε Χριστός, ταν φοβερς κα φρικώδης κόμη κα σ νδρες κα μάλιστα γίους.

Ποις τος πεισε λους ατος ν περιφρονήσουν τν παροσα ζωή; Φυσικ δν εναι κατόρθωμα νθρώπινης δυνάμεως ν πειστον τόσες μυριάδες, χι μόνο νδρν, λλα κα γυναικν κα παρθένων κα μικρν παιδιν, ν πειστον ν θυσιάσουν τν παροσα ζωή, ν τ βάλουν μ θηρία, ν περιγελάσουν τ φωτιά, ν καταπατήσουν κάθε εδος τιμωρίας κα ν σπεύσουν πρς τ μέλλουσα ζωή!

Κα ποίος, παρακαλ, τ κατόρθωσε λ᾿ ατά; νεκρός; λλ τόσοι νεκρο πρξαν κα κανένας δν κανε τέτοια πράγματα. Μήπως ταν μάγος κα γύρτης; Πλθος μάγοι κα γύρτες κα πλάνοι πέρασαν, λλα ξεχάστηκαν λοι, χωρς ν᾿ φήσουν τ παραμικρ χνος μαζ μ τ ζωή τους σβησαν κι ο μαγγανεες τους. φήμη μως κι δόξα κι ο πιστοί του Χριστο κάθε μέρα αξάνουν κι πλώνονται σ᾿ λη τν οκουμένη.

Ο πιστοι φρίττουν κι ο πιστο διακηρύττουν:

Χριστς νέστη! ληθς νέστη!

 

ΠΗΓΗ: https://tideon.org/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου